«Παρότι θα έπρεπε, γιατί οι καιροί που ζούμε είναι δύσκολοι, δεν βλέπω ακόμα να αρθρώνεται ένας λόγος για όσα συμβαίνουν. Έχουν βολευτεί όλοι στον καναπέ και περιμένουν να γίνει ένα θαύμα. Δεν πρόκειται όμως να γίνει κανένα θαύμα. Ειδικά εμείς που ανήκουμε σε αυτό τον χώρο πρέπει να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, να εκτεθούμε διαδηλώνοντας την αντίθεσή μας απέναντι σε όλο αυτό το έγκλημα που συμβαίνει. Δεν μπορώ να αντέξω να βλέπω έναν παππού και μια γιαγιά που δούλεψαν μια ολόκληρη ζωή να ψάχνουν στους κάδους. Δεν το αντέχω αυτό».
Η Φωτεινή Βελεσιώτου κουβαλάει πάνω της κάτι από τη Σωτηρία Μπέλλου. Με ερμηνείες δωρικές, που διδάχθηκε στο μεγάλο σχολείο του ρεμπέτικου, φύση και θέση αντίθετη με οποιοδήποτε λάιφ στάιλ, ρίχνει συχνά γέφυρες προς τους νέους δημιουργούς. «Συμπράττω με νέα παιδιά γιατί ελπίζω ότι ίσως αυτά μου δώσουν τη φόρα που χρειάζομαι», μου λέει στα Χανιά όπου συναντηθήκαμε, λίγο μετά την εμφάνισή της με τον Βαγγέλη Καζαντζή στον «Τζίτζικα» στους Αρμένους Αποκορώνου…
Ακούγοντας τη φωνή σου κάποιοι φέρνουν στο μυαλό τους τη Σωτηρία Μπέλλου. Πώς το αισθάνεσαι αυτό, παράσημο ή βαρίδι;
Είναι βαρύ το όνομα της Μπέλλου και δεν είναι εύκολο να το διαχειριστείς αυτό. Η αλήθεια είναι ότι με τη Σωτηρία τραγουδάμε στους ίδιους τόνους αλλά αν κάποιος είναι προσεκτικός παρατηρητής ή μουσικός μπορεί να καταλάβει ότι οι φωνές μας είναι εντελώς διαφορετικές. Το ηχόχρωμα είναι κάτι που έχω από 17 χρονών από τότε που τραγουδούσα στη χορωδία στην Καρδίτσα. Δεν άλλαξε από τότε. Κοντράλτο ήταν η φωνή μου και κοντράλτο παραμένει. Πάντως σίγουρα η Μπέλλου, η Μοσχολιού, η Πόλυ Πάνου αλλά και ο Μπιθικώτσης, με τον οποίο επίσης τραγουδάμε στον ίδιο τόνο, είναι για εμένα ένα σχολείο.
Έχεις ερμηνεύσει μια μεγάλη γκάμα ελληνικών τραγουδιών. Από ρεμπέτικα μέχρι σύγχρονα “έντεχνα” και λαϊκά. Που βρίσκεις περισσότερο τον εαυτό σου;
Ξεκίνησα να τραγουδάω τραγουδώντας ρεμπέτικα. Στην πορεία άκουγα κι άλλα κι έβαλα στο ρεπερτόριό μου και λαϊκά της δεκαετίας του ’70 και ’80. Πιο μετά ήρθαν οι “Μέλισσες” που μέσω ενός καινούριου τραγουδιού -δεν θέλω να βάλω την ταμπέλα έντεχνο- έγινα γνωστή παρότι τραγουδούσα 25 χρόνια σε μικρούς χώρους στη Θεσσαλονίκη αλλά όχι πολύ τακτικά καθώς είχα μικρά παιδιά, ήμουν δασκάλα σε σχολείο και είχα και τα χωράφια μου. Η βάση μου πάντως είναι το ρεμπέτικο και εκεί ανήκω παρότι με ενδιαφέρουν και πολλά άλλα είδη τραγουδιού.
Το μυστικό που το ρεμπέτικο αντέχει όλα αυτά τα χρόνια -παρά του ό,τι κακοποιήθηκε κι αυτό όταν έγινε μόδα- ποιο είναι;
Το ρεμπέτικο αντέχει και θα αντέχει. Δεν γράφονται τέτοια τραγούδια πλέον και δεν μπορούν να γραφτούν. Κι αυτό γιατί όταν τα έγραψε ο Μάρκος ή ο Μπάτης ήταν εντελώς άλλες οι συνθήκες. Υπήρχε φτώχεια, εξαθλίωση. Ο Μπαγιαντέρας έγραψε το “ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη” την περίοδο της κατοχής όταν ερωτεύτηκε μια κοπέλα. “Τώρα όλα γύρω μου γελούνε” λέει και υπήρχε γύρω του κατοχή, πείνα, πόλεμος, βάσανα. Ερωτεύτηκε κι έγραψε αυτό το αριστούργημα που δεν ξέρω αν υπάρχει όμοιό του ερωτικό τραγούδι. Πώς να γραφτούν σήμερα τέτοια τραγούδια;
Ποιο είναι το στοιχείο που χρειάζεται απαραίτητα μια καλή ερμηνεία;
Καταρχήν να κατανοήσεις καλά τον στίχο. Ο λόγος είναι η αρχή. Από εκεί και μετά πρέπει να υποστηρίξεις το τραγούδι.
Δεν είναι δηλαδή το τεχνικό κομμάτι το βασικό;
Είναι η πειστικότητα. Να βγάλεις την ψυχή σου και να το περάσεις αυτό και στον κόσμο. Να καταλάβει ο άνθρωπος που θα έρθει και θα πληρώσει για να σε ακούσει ότι δεν τον κοροϊδεύεις κι ότι είσαι αυτό που βλέπει πάνω στη σκηνή. Επίσης, αν εγώ δεν την βρω τραγουδώντας δεν θα περάσει κανένας καλά. Αυτό είναι δεδομένο. Αν εγώ δεν έχω ζωντάνια και ενέργεια δεν θα έχει και κανείς από κάτω ενέργεια.
Είναι αυτό όμως εύκολο όταν τραγουδάει κανείς συστηματικά;
Είναι, αν κάνεις σοβαρές και σωστές επιλογές. Το να πάω να τραγουδήσω με κάποιον ή με κάποια που εμένα δεν μου έχει πει τίποτα ποτέ δεν θα το κάνω και ας χάσω πολλά χρήματα. Δεν με αφορά αυτό, δεν το θέλω. Καλύτερα να μείνω σπίτι και να τραγουδάω στο μπάνιο.
Βρίσκεται σταθερά όλα αυτά τα χρόνια στον αντίποδα του λάιφ στάιλ και πορεύεσαι χωρίς δημόσιες σχέσεις. Πόσο εύκολο είναι αλήθεια κάτι τέτοιο; Πώς μπορεί να επιβιώσει ένας καλλιτέχνης χωρίς αυτό το κομμάτι;
Προσωπικά έχω τη βάση μου, γιατί ήμουν δασκάλα σε σχολείο και παίρνω τη σύνταξή μου. Έτσι μπορώ να ζήσω όχι άνετα -γιατί οι καιροί είναι δύσκολοι κι έχω και δύο παιδιά- αλλά ανθρώπινα και αξιοπρεπώς χωρίς να ζητιανεύω. Από εκεί και πέρα όλα τα άλλα που μου συμβαίνουν -τα μουσικά- και τα τελευταία χρόνια μου συμβαίνουν πολλά, είναι το παραπάνω. Κάνοντας λοιπόν σωστές επιλογές ζω απλώς καλά, χωρίς να στερούμε τίποτα. Άλλωστε δεν είμαι και πολυέξοδος άνθρωπος, το μεγαλύτερο έξοδο είναι τα τσιγάρα μου…
Το λυπηρό σε αυτό είναι ότι πολλοί νέοι άνθρωποι από τον καιρό της ιδιωτικής τηλεόρασης και έπειτα και μέσα από τα διάφορα τηλεπαιχνίδια κ.λπ. θεωρούν ότι πρέπει αναγκαστικά να περάσουν από το λούκι των δημοσίων σχέσεων. Δύσκολο να ξεφύγει κανείς από αυτό…
Είναι πολύ δύσκολο. Κι είναι πολύ δύσκολο να μπορέσεις να αντισταθείς. Εγώ αντιστέκομαι όσο περισσότερο μπορώ. Έχω προτάσεις να πάω σε γνωστές τηλεοπτικές εκπομπές αλλά δεν πάω γιατί δεν με ενδιαφέρει να είμαι ανάμεσα σε 70 “ξανθιές” και να κάνω ένα σόου διασκεδάζοντας ή μη διασκεδάζοντας κάποιους ανθρώπους. Δεν θέλω κάτι τέτοιο.
Παλαιότερα θα λέγαμε ότι ήταν η χρυσή εποχή των συνθετών. Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Λοΐζος, Κουγιουμτζής και πολλοί άλλοι έδιναν τον τόνο στο ελληνικό τραγούδι. Σήμερα λείπουν τέτοιες εμβληματικές μορφές;
Η έλλειψη είναι φανερή. Δεν είναι θέμα να ακυρώσω κανέναν από τους νέους ανθρώπους που καταθέτουν πολλά ωραία πράγματα, αλλά δεν μπορώ να βρω ένα τραγούδι του Χατζιδάκι που να είναι για πέταγμα. Αντίθετα σήμερα σε ένα δισκάκι μπορεί τα εννέα τραγούδια να είναι για πέταγμα και να κρατήσεις ένα. Υπάρχει μεγάλη παραγωγή τραγουδιών, ο καθένας μπορεί να ανεβάζει ό,τι θέλει στο διαδίκτυο αλλά δεν λέει τίποτα γιατί είναι και ο λόγος που δεν υπάρχει σήμερα. Παρότι θα έπρεπε, γιατί οι καιροί που ζούμε είναι πολύ δύσκολοι, δεν βλέπω ακόμα να αρθρώνεται ένας λόγος για όσα συμβαίνουν. Έχουν βολευτεί όλοι στον καναπέ και περιμένουν να γίνει ένα θαύμα. Δεν πρόκειται όμως να γίνει κανένα θαύμα. Ειδικά εμείς που ανήκουμε σε αυτό τον χώρο πρέπει να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, να εκτεθούμε διαδηλώνοντας την αντίθεσή μας απέναντι σε όλο αυτό το έγκλημα που συμβαίνει. Δεν μπορώ να αντέξω να βλέπω έναν παππού και μια γιαγιά που δούλεψαν μια ολόκληρη ζωή να ψάχνουν στους κάδους. Δεν το αντέχω αυτό…
Πιστεύεις ότι κάποια στιγμή τελικά θα προκύψει αυτό τραγούδι κι αυτός ο λόγος που λέμε;
Το εύχομαι. Είμαι 55 χρονών και βλέπω πολύ καλά όλα όσα συμβαίνουν γύρω μου και πραγματικά θλίβομαι. Έχω όμως μια ελπίδα στα νέα παιδιά που βλέπω ότι έχουν όνειρα παρότι δυστυχώς δεν τους έχουμε δώσει τίποτα, κανένα όπλο. Τελειώνουν τις σπουδές τους, κορνίζα το πτυχίο και περιμένουν τι; Εγώ πάντως συμπράττω με νέα παιδιά γιατί ελπίζω ότι ίσως αυτά μου δώσουν τη φόρα που χρειάζομαι.
Αισιόδοξη λοιπόν για τους νέους…
Ναι, γιατί βλέπω πολλά νέα παιδιά με καθαρά μάτια που θέλουν αλλά δεν έχουν το βήμα να εκφραστούν και να πουν αυτά που έχουν. Εμείς λοιπόν πρέπει να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά και να τους δώσουμε ό,τι μπορούμε. Για παράδειγμα τον χειμώνα που μας πέρασε ήμουν στο “Περιβόλι του Ουρανού” κι άκουσα τυχαία μια κοπελιά σε μια μπυραρία, μου άρεσε η φωνή της και την πήρα μαζί μου στο “Περιβόλι”. Είκοσι χρονών παιδί, Σοφία Μέρμηγκα λέγεται, παίζει και κανονάκι υπέροχο, ήθος απίστευτο και μια παρουσία σεμνή. Άρα έχω λόγο να ελπίζω.
Το αποτύπωμα της κρίσης ποιο είναι στο τραγούδι;
Σίγουρα δυσκολεύει η ζωή των ανθρώπων. Υπήρχε όμως και μια άνιση η κατανομή. Δηλαδή υπήρχαν άνθρωποι που δούλευαν από το πρωί μέχρι το βράδυ για 600 και 700 ευρώ και υπήρχαν καλλιτέχνες που μέσα σε δύο ώρες έπαιρναν ποσά που δεν μπορεί να τα συλλάβει ανθρώπου νους. Αυτό έπρεπε να σταματήσει κάποια στιγμή. Δεν γίνεται και δεν μπορεί να υπάρχει αυτό. Εγώ ντρέπομαι. Ντρέπομαι για εμάς…
Τα σχέδιά σου;
Πριν από δύο μήνες κυκλοφορήσαμε ένα δίσκο με τίτλο «Φυλάξου» με τους Τάσο Γκρους και Ιωάννη Πανουτσόπουλου που έχει τραγούδια πολιτικά και κοινωνικά, ενώ ετοιμάζω ένα ακόμα δίσκο με τον Μίνω Μάτσα και σε στίχους της Ελένης Φωτάκη που θα κυκλοφορήσει μάλλον το ερχόμενο Φθινόπωρο.