Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου, 2024

Ανιχνεύοντας το έργο του κορυφαίου φωτογράφου Κώστα Μπαλάφα

«Ο Μπαλάφας έτρεφε έναν απέραντο σεβασμό στην ανθρώπινη προσπάθεια και τον μόχθο. Τον έλκει η έννοια του φτωχού στην ύπαιθρο. Δεν κάνει όμως κοινωνική καταγγελία, ούτε πολιτικό έργο, παρότι γοητεύεται από την Αριστερά και το αντάρτικο την εποχή του πολέμου. Απλώς αισθάνεται την ανάγκη της υποστήριξης των ανθρώπων του μόχθου μέσα από την τέχνη του».
Ο υπεύθυνος των Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, Τάσος Σακελλαρόπουλος, γνώρισε από κοντά τον Κώστα Μπαλάφα κι έχει μελετήσει σε βάθος το έργο του. Ενα έργο που περιλαμβάνει από σπάνια φωτογραφικά ντοκουμέντα της περιόδου της Εθνικής Αντίστασης, μέχρι εικόνες εμβληματικών δημόσιων έργων και στιγμιότυπα που καταγράφουν με μοναδικό τρόπο τον λαϊκό πολιτισμό και τους ανθρώπους της υπαίθρου.
Με αφορμή το μεγάλο αφιέρωμα στον Κ. Μπαλάφα που διοργανώνουν ο Πολιτιστικός Σύλλογος “Οι Φίλοι των Γραμμάτων και των Τεχνών”, το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη, τα “Χανιώτικα νέα” και η Κ.Ε.Π.ΠΕ.ΔΗ.Χ. – Κ.Α.Μ., οι “διαδρομές” συνομίλησαν με τον Χανιώτη ιστορικό και προσπάθησαν να αποκωδικοποιήσουν μαζί του το έργο και την σημαντική προσφορά του Κ. Μπαλάφα στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό.

Γνωρίζοντας τις φωτογραφίες του Μπαλάφα, ποιος θα λέγατε ότι είναι ο πυρήνας τους; Ποια αγωνία τις διατρέχει;
Το έργο του έχει περισσότερο από έναν πυρήνα. Ο ένας έχει να κάνει με τη λαογραφική διάσταση της δουλειάς του κι ένας άλλος με τα μεγάλα δημόσια έργα καθώς εργάστηκε στη ΔΕΗ. Σε ό,τι αφορά το λαογραφικό κομμάτι, θα βρει κανείς μέσα πολλά τοπία και θέματα που ακουμπούν στα ήθη και τα έθιμα. Από την άλλη, στα δημόσια έργα αυτό που τον γοήτευε ήταν ο ανθρώπινος μόχθος.
Ο Μπαλάφας έτρεφε έναν απέραντο σεβασμό στην ανθρώπινη προσπάθεια και την κούραση. Αυτό προσπαθεί να αποτυπώσει και διασώσει. Τον ενδιαφέρει η εργασία στην κοινωνία. Τον ενδιαφέρει όμως ως άνθρωπο του βουνού, ως Γιαννιώτη και Ζαγορίσιο, όπου σε αυτά τα μέρη, στην Ηπειρο, μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Ευρώπης, το κομμάτι της αγροτικής καλλιέργειας είναι απόλυτα συνυφασμένο με τον μόχθο. Αυτή η αγωνία της μάνας να θρέψει το παιδί της, του πατέρα να ταξιδέψει για να φέρει πίσω κάποια χρήματα, του μάστορα που δουλύει σκληρά τη πέτρα κ.λπ., είναι γι’ αυτόν κάτι το φυσικό μέσα στο οποίο ζει.

Κοντά σ’ όλο αυτό αναδεικνύει και τον λαϊκό πολιτισμό…  
Τον ενδιαφέρει να δείξει τι υποστηρίζει αυτή η καθημερινότητα σε ηθική διάσταση. Αρα εκεί έχουμε τα πανηγύρια, τα όργανα της παραδοσιακής μουσικής, τα χωριά, τις φορεσιές, το ταξίδι της μάνας από τον κάμπο στο βουνό με το παιδί στην πλάτη κ.λπ. Εχουμε τον λαϊκό πολιτισμό όχι της πόλης αλλά της υπαίθρου. Για να το πούμε αλλιώς: Ο Μπαλάφας είναι κοντά στη λογική του Κοτζιούλα που είναι ο μόνος της γενιάς του ’30 που ασχολείται με την ύπαιθρο κι όχι με τον αστικό πολιτισμό. Αυτό που έλκει τον Μπαλάφα είναι η έννοια του φτωχού στην ύπαιθρο. Δεν κάνει όμως κοινωνική καταγγελία, ούτε πολιτικό έργο, παρότι γοητεύεται από την Αριστερά και το αντάρτικο την εποχή του πολέμου. Αισθάνεται την ανάγκη της υποστήριξης των ανθρώπων του μόχθου μέσα από την τέχνη του και όχι μέσα από την πολιτική σύγκρουση.

Ο περισσότερος κόσμος γνωρίζει πάντως τον Μπαλάφα ως φωτογράφο της Αντίστασης…
Δύο ήταν οι φωτογράφοι της αντίστασης. Ο Μελετζής και ο Μπαλάφας. Οι διαφορές τους είναι εντυπωσιακές. Ο Μελετζής όμως είναι φωτογράφος “αυλής” και δεν είναι αξιολογικό αυτό που λέω. Είναι ο φωτογράφος του χώρου που στην ουσία βρίσκεται το κέντρο της ΕΑΜικής διοίκησης, δηλαδή στις Κορυσχάδες όπου τον καλούν να καταγράψει τι συμβαίνει.
Ο Μπαλάφας από την άλλη ανεβαίνει στο βουνό με έναν εξαιρετικό λόγιο, στέλεχος του ΕΑΜ, τον Λέανδρο Βρανούση. Αυτός δείχνει στον Μπαλάφα τι να φωτογραφίσει και ο Μπαλάφας φωτογραφίζει με τον τρόπο του. Τι φωτογραφίζει; Ανθρώπινες στιγμές αλλά συγχρόνως και τη λειτουργία αυτού που θα λέγαμε ελεύθερη Ελλάδα: Τις λαϊκές συνελεύσεις, το τυπογραφείο, τους ασυρματιστές και γενικά ό,τι θα μπορούσε να τεκμηριώσει τη λειτουργία μιας κοινωνίας και πολιτικής οντότητας που έχει συγκροτήσει το ΕΑΜ στα βουνά της Ηπείρου. Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον ότι ένα μεγάλο κομμάτι των πολεμικών επιχειρήσεων που αποτυπώνεται στον φακό πιθανότητα -όπως μάς είπε ένας κύριος Γκούβης, αντάρτης του ΕΛΑΣ τότε, ο οποίος ήταν μαζί με τον Μπαλάφα στο βουνό- να είναι της εποχής του Δεκέμβρη και της σύγκρουσης στην Ηπειρο με τον Ζέρβα. Σε κάθε περίπτωση, ο Μπαλάφας αναδεικνύει και διασώζει το στοιχείο της λειτουργίας μιας νέας κατάστασης που περιλαμβάνει πολλά: τους ένοπλους, την ύπαρξη νέων πολιτικών δομών, τις γυναίκες που μιλάνε στις συνελεύσεις, τα παιδιά που πάνε σχολείο, τα συνθήματα στους τοίχους κ.λπ. Με λίγα λόγια, ο Μπαλάφας προσπαθεί να διασώσει πώς προετοιμάζεται για τη μετακατοχική περίοδο η Ελλάδα του ΕΑΜ.

Ο ίδιος πώς αντιμετώπιζε τη δουλειά του;
Ενα σημαντικό στοιχείο, συνυφασμένο με το στοιχείο της λαϊκής λειτουργίας που είναι κυρίαρχο στη δουλειά του, ήταν ότι αρνούνταν να χρονολογήσει τις φωτογραφίες του. Οποτε κουβεντιάζαμε αρνιόταν επίμονα να το κάνει. Κι ο λόγος είναι ότι ο λαϊκός πολιτισμός, όπως τον αντιλαμβανόταν, δεν έχει χρόνο. Γι’ αυτόν ένα πανηγύρι που φωτογράφιζε το 1965 θα ήθελε να είναι το ίδιο με ένα πανηγύρι το 1905. Σαν η έννοια της παράδοσης να μένει αναλλοίωτη από τον χρόνο. Σε ό,τι αφορά το αντάρτικο, αυτό δεν ήταν εύκολο να γίνει γιατί μπορείς να εντοπίσεις χρονικά την περίοδο που βγήκε μια φωτογραφία. Η διαφορά είναι ότι αυτό το κομμάτι έχει ένα πολιτικό φορτίο που το υπόλοιπο έργο του το γλυτώνει καθώς στο πλαίσιο της παράδοσης και των τελετουργιών δεν χαρακτηρίζεται από την πολιτική συγκυρία. Επίσης, όπως το αντάρτικο σφραγίζεται από τον χρόνο, έτσι και τα έργα της ΔΕΗ μπορούν να προσδιοριστούν χρονικά.

Για έναν ιστορικό το υλικό του Μπαλάφα θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς προσφέρει πολλές πληροφορίες. Ισχύει αυτό;
Για να γίνει αυτό θα πρέπει κανείς να ξεπεράσει το φράγμα που έχει βάλει ο ίδιος ο φωτογράφος. Για παράδειγμα ο Μπαλάφας έχει φωτογραφίσει πανηγύρια στην Κρήτη και την Ασή Γωνιά. Για να το καταλάβω όμως αυτό, έπρεπε να προσέξω τις πινακίδες των αυτοκινήτων. Επίσης, υπάρχει το εμπόδιο της χρονολόγησης που πρέπει να ξεπεραστεί γιατί είναι πραγματικά κρίμα να χάνεται ένα τεκμήριο μιας εποχής. Από την άλλη, αν δεις τον Μπαλάφα σαν καλλιτέχνη δεν υπάρχει κανένα τέτοιο θέμα. Ο ίδιος πάντως δεν επιθυμούσε τη χρονολόγηση του υλικού του. Δεν έλεγε ποτέ ρητά πότε είχε τραβήξει μια φωτογραφία. Οταν τον ρωτούσες σου έλεγε “κάπου τότε…”.

Είχε συνείδηση ότι το υλικό που συγκέντρωνε μελλοντικά θα είχε μεγάλη αξία ως ντοκουμέντο;
Είχε απόλυτη συνείδηση. Ωστόσο, επειδή ήταν πολύ ντροπαλός και σεμνός δεν το ομολογούσε ξεκάθαρα. Ηταν όμως σαφές ότι αυτό ακριβώς ήθελε. Είναι εντυπωσιακό για παράδειγμα ότι έπαιρνε την άδειά του μετά το καλοκαίρι που το φως ήταν πιο μαλακό και ταξίδευε στην Ηπειρο, εντόπιζε τα θέματά του και τα φωτογράφιζε την άλλη χρονιά. Πανηγύρια τσιγγάνων, πανηγύρια στην Ρούμελη, μοναστήρια κ.λπ. στα οποία έκανε πάνω από μία επισκέψεις. Αν τα θέματα που τον ενδιέφεραν υπήρχαν την επόμενη χρονιά τα φωτογράφιζε, αν δεν υπήρχαν τότε μπορεί για εκείνον να μην άξιζαν να φωτογραφηθούν. Η αντοχή τους στον χρόνο ήταν ένα σημαντικό κριτήριο κι ένα από τα στοιχεία που τον γοήτευαν στα θέματά του.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι λειτουργούσε ως ένας λαϊκός καλλιτέχνης;
Αξίζει να σας πω ότι δεν πούλησε ούτε μία φωτογραφία του ποτέ. Δεν το συζητούσε καν. Κάποτε σε μια έκθεση στη Θεσσαλονίκη τον επισκέφθηκε ένας ξενοδόχος από τη Χαλκιδική και του ζήτησε να αγοράσει μερικές δεκάδες φωτογραφίες για να διακοσμήσει το ξενοδοχείο του. Ο Μπαλάφας τού είπε ότι «δεν πουλάω ποτέ φωτογραφία, αν θέλετε όμως μπορώ να σας χαρίσω ευχαρίστως 3-4». Λειτουργούσε, λοιπόν, απολύτως ως λαϊκός καλλιτέχνης και θεωρώ ότι αυτό αισθάνονταν ως μεγάλη του τιμή.

Εκδήλωση – συζήτηση στο Μουσείο Τυπογραφίας
Στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος στον κορυφαίο Ελληνα ανθρωπιστή φωτογράφο Κώστα Μπαλάφα, που διοργανώνουν ο Πολιτιστικός Σύλλογος “Οι Φίλοι των Γραμμάτων και των Τεχνών”, το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο Τυπογραφίας, τα “Χανιώτικα νέα” και η Κ.Ε.Π.ΠΕ.ΔΗ.Χ.-Κ.Α.Μ., θα πραγματοποιηθεί σήμερα Σάββατο στο Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη & Ελένης Γαρεδάκη (Βιοτεχνικό Πάρκο Χανίων, Κτήριο 13-03) στις 7 το απόγευμα εκδήλωση-συζήτηση για τον Κ. Μπαλάφα, το φωτογραφικό του έργο και την Αντίσταση.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης θα πραγματοποιήσουν εισηγήσεις οι:
• Γεωργία Ιμσιρίδου, επιμελήτρια Φωτογραφικού Αρχείου Μουσείου Μπενάκη, “Η Αντίσταση του Κώστα Μπαλάφα”.
• Τάσος Σακελλαρόπουλος, υπεύθυνος Ιστορικών Αρχείων Μουσείου Μπενάκη, “Ενας εικοσάχρονος φωτογράφος και η ορεινή κοινωνία της Ηπείρου στα χρόνια της Αντίστασης”.
• Μαρία Σπηλιωτοπούλου, διευθύντρια Ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεότερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, “Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή στην Κρήτη (1941-1945): διαβάζοντας τις αναφορές των Βρετανών αξιωματικών συνδέσμων”.
Τη συζήτηση θα συντονίσει ο Δημήτρης Δαμασκηνός, εκπαιδευτικός Δ.Ε. – ιστορικός.

ΕΚΘΕΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
Στο μεταξύ, χθες, Παρασκευή, εγκαινιάστηκε στην Πύλη Σαμπιονάρα έκθεση φωτογραφίας με έργα του Κώστα Μπαλάφα. Στον χώρο της έκθεσης, που θα διαρκέσει έως το Σάββατο 2 Απριλίου, θα υπάρχει δυνατότητα ξενάγησης με προβολή πρόσθετου οπτικοακουστικού υλικού για σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Χανίων. Οι καθηγητές/τριες που ενδιαφέρονται να συνοδεύσουν τους μαθητές καλό είναι να επικοινωνούν πρώτα με την υπεύθυνη της δράσης, εκπαιδευτικό, Μαρία Μαθιουδάκη (κινητό: 6978602368), ώστε να προγραμματίσουν την επίσκεψή τους.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα