(Μέρος Πρώτο)
Φυσιολόγος, με κλίση μάλλον προς την ανθρωπολογία, εφήμερος καθηγητής στο κολέγιο της Γαλλίας, μαχόμενος δημοσιογράφος στο Παρίσι, τις Βρυξέλλες, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Νεάπολη, εθελοντής στην επανάσταση της Κρήτης και εκλεγμένος πληρεξούσιος του Κρητικού Λαού, καταζητούμενος στη Γαλλία, την Τουρκία, την Ελλάδα και την Ιταλία εξαιτίας της ανατρεπτικής του δράσης, διοικητής τάγματος κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Παρισιού, στρατηγός και εκλεγμένο μέλος της Παρισινής Κομμούνας, ο Γουσταύος Φλουράνς έζησε, στα τριάντα τρία χρόνια της ύπαρξής του (1838-1871), μια ζωή πολυτάραχη.
O άγνωστος στους περισσότερους Γκουστάβ Φλουράνς, που η παράτολμη δράση του στη Κρητική επανάσταση του 1866 καλύπτεται από την παρασιώπηση και την ιστορική λήθη, δεν έχει σήμερα στα Χανιά ούτε ένα μνημείο, ούτε μια προτομή σε κάποια πλατεία να θυμίζει στους νεότερους την ανιδιοτελή προσφορά του στους αγώνες των Κρητών για την απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό. Μόνο σ’ ένα δρομάκι στη λαϊκή συνοικία της Νέας Χώρας έχει δοθεί τ’ όνομά του2, το 1938 μάλιστα, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά, που τον “τίμησε” ως φιλέλληνα, αγνοώντας προφανώς πως ο ονειροπόλος αυτός Γάλλος δημοκράτης και σοσιαλιστής του 19ου αιώνα υπήρξε φλογερός μπλανκιστής επαναστάτης3 με διεθνή δράση που: «ήρθε δύο φορές πριν το ’70 στην Ελλάδα όχι για να θαυμάσει τις αρχαιότητές της, μα για ν’ αγωνισθεί για τις λαϊκές και εθνικές ελευθερίες της…».4
Σύμφωνα με τον Κορδάτο: «την πρώτη φορά ήρθε στα 1864 μαζύ με τον άλλον επαναστάτη τον Τσιμπριάνι. Η εκθρόνιση του Οθωνα τον ηλέχτρισε. Ηρθε ν’ αγωνιστεί για την ελληνική δημοκρατία. Πήρε κι’ όλας μέρος στις λαϊκές διαδηλώσεις, κι’ έβγαλε για λίγες μέρες κ’ εφημερίδα άκρων δημοκρατικών αρχών την “Indépendance”.
Στα Ιονιακά μαζύ με τον Τσιπριάνη έστησαν οδοφράγματα στην Αιόλου-Ερμού και είταν η πρωτοπορεία της υπερδημοκρατικής ομάδας που λεγόταν “Εθνικό Κομμιτάτο”».5
Αφού έμεινε για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, το 1866 πέρασε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε προσωρινά στην Αθήνα, όπου σε λίγο έφθασαν οι φήμες μιας επικείμενης επανάστασης των Κρητών κατά των Οθωμανών.
Φαινομενικά, το 1866, στη Μεγαλόνησο επικρατούσε ησυχία, εν αναμονή της εφαρμογής των όρων του σουλτανικού φιρμανιού Χαττ-ι Χουμαγιούν του 1856. Ομως, απ’ ό,τι φαίνεται, οι μεταρρυθμίσεις επηρέασαν θετικά μόνο τα κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην περιφέρεια, η κατάσταση δεν παρουσίασε σημαντική βελτίωση.6
Η φορολογία αντί να ελαττωθεί έγινε περισσότερο δυσβάστακτη, ιδιαίτερα από το 1863 και εξής, που για δεύτερη φορά ανέλαβε καθήκοντα γενικού διοικητή της Κρήτης ο Ισμαήλ πασάς. Συχνές ήταν οι καταδιώξεις, οι φυλακίσεις και οι φόνοι για ασήμαντες ή για ανύπαρκτες αιτίες. Παράλληλα οι προσπάθειες του Ισμαήλ στόχευαν στον αφοπλισμό των κατοίκων καθώς και τον διορισμό πιστών οργάνων του στις δημογεροντίες.7
Η κατάσταση αυτή οδήγησε στο ξέσπασμα επαναστάσεων στην περιφέρεια της Αυτοκρατορίας που εκδηλώθηκαν με σφοδρότητα στην Κρήτη και την οθωμανική Μακεδονία.8
Στην Ελλάδα το λαϊκό αίσθημα ήταν αταλάντευτα με το μέρος των Κρητών, το οποίο εκφραζόταν με συλλαλητήρια.9
Την Κυριακή, 25 Μαρτίου 1866 πραγματοποιήθηκε στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας ένα ακόμη μεγάλο και δυναμικό συλλαλητήριο αλληλεγγύης προς τους Κρήτες. Το απόγευμα της ίδιας μέρας ο Φλουράνς είχε ανακοινώσει πως θα μιλήσει στα γαλλικά στις 5μ.μ. στην πλατεία της Ομόνοιας “περί Ελληνισμού”. Η ελληνική κυβέρνηση, ωστόσο, ενοχλημένη από το φιλελληνισμό του δε δίστασε να απαγορεύσει την ομιλία του.10
Οταν ο Φλουράνς, επιβλητικός με την πρόωρη φαλάκρα του και την φουντωτή κόκκινη γενειάδα του, επιχείρησε να πάρει στη συγκέντρωση τον λόγο, κατέφθασε η αστυνομία, απαγορεύοντάς του να συνεχίσει την ομιλία του διαλύοντας ταυτόχρονα το συγκεντρωμένο πλήθος.
Λίγες εβδομάδες αργότερα αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη με στόχο την έκδοση μιας εφημερίδας, και μάλιστα καθημερινής, σε κοσμοπολίτικο περίγυρο, ωστόσο φαίνεται πως ποτέ δεν κατάφερε να πάρει από τις οθωμανικές αρχές την πολυπόθητη άδεια.11
Επίσημη κήρυξη της Κρητικής επανάστασης και έναρξη των εχθροπραξιών
Στο μεταξύ στην Κρήτη η επιτροπή που είχε συσταθεί τους πρώτους μήνες του 1866, για να απαιτήσει ριζικές αλλαγές στο νησί, στις 14 Μαΐου του 1866 από την Αγ. Κυριακή, αφού έφτασαν και οι πληρεξούσιοι σχεδόν απ’ όλες τις επαρχίες της Κρήτης, υπέγραψε κι έστειλε αναφορά προς το σουλτάνο, από τον οποίο, ανάμεσά στ’ άλλα ζητούσε: ανακούφιση από τους υπέρογκους δασμούς και φόρους, τροποποίηση της εκλογής των συμβούλων και των δημογερόντων, ίδρυση δανειστικής Τράπεζας, αναδιοργάνωση των δικαστηρίων, σεβασμό της προσωπικής ελευθερίας και εξασφάλιση πραγματικής ανεξιθρησκίας.12
Την ίδια μέρα η επιτροπή έστειλε αντίγραφα της αναφοράς και στους τρεις προξένους των ξένων δυνάμεων στα Χανιά.
Επιπλέον, όμως, την επόμενη μέρα, 15 Μαΐου, οι περισσότεροι από τους πληρεξούσιους υπέγραψαν και “μυστικό υπόμνημα” προς τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις προτείνοντας ένα ευρύ φάσμα πιθανών λύσεων, από την παραμονή κάτω από τον ζυγό μιας διαλλακτικότερης οθωμανικής κυριαρχίας ως μια εγγυημένη από τις ξένες Μεγάλες Δυνάμεις αυτονομία και την πλήρη ένωση με την Ελλάδα.
Η αντίδραση των Μεγάλων Δυνάμεων στο υπόμνημα υπήρξε η σιωπή. Μπορεί η Ρωσία να ήταν πιο ευνοϊκή στην εξέγερση των χριστιανών της Κρήτης, ωστόσο δεν θα αναλάμβανε καμία πρωτοβουλία χωρίς την απαραίτητη σύμπραξη των δυτικών Δυνάμεων, οι διαθέσεις των οποίων ήταν αρνητικές. Ιδιαίτερα η Αγγλία ήταν φανατική υπέρμαχος του status quo της ανατολικής Μεσογείου, επειδή τα αποικιακά της συμφέροντα απαιτούσαν την ελεύθερη διάβαση προς τις Ινδίες.13
Σταθερά αρνητική στην περίπτωση Κρητικής επανάστασης ήταν μάλλον η θέση της τότε ελληνικής κυβέρνησης του Μπενιζέλου Ρούφου. Αλλωστε και ο νέος βασιλιάς Γεώργιος Α’ είχε γερά προσδεθεί στο άρμα των Μεγάλων Δυνάμεων. Τον Ιούνιο, όμως, με την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση Βούλγαρη-Δεληγιώργη, η ελληνική πολιτική μεταστράφηκε κάπως. Αν και επίσημα ουδέτερη στο Κρητικό ζήτημα, η κυβέρνηση ευνόησε τις επαφές ανάμεσα στην Κρήτη και στην Αθήνα14. Στις αρχές Αυγούστου 1866 είχαν ήδη συσταθεί δύο επιτροπές, Αθηνών και Σύρου, για την ενίσχυση του Κρητικού αγώνα και την αποστολή των πρώτων εθελοντών, τροφών και πολεμοφοδίων.
Η Κρητική επανάσταση ανακηρύχθηκε “επίσημα” στις 21 Αυγούστου του 1866, όταν η “Γενική Συνέλευση των Κρητών” από το χωριό Ασκύφου των Σφακιών κήρυξε επίσημα την Ενωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Ο Φλουράνς με τηλεγράφημά του προς τον Γάλλο πρόεδρο Θιέρσιο, ζητούσε την προάσπιση των δικαιωμάτων του κρητικού λαού.
Εντονη υπήρξε η αντίδραση της Υψηλής Πύλης που κινήθηκε δραστήρια για την καταστολή της. Η πρώτη μεγάλη νίκη στις συγκρούσεις, ωστόσο, ανήκει στους επαναστατημένους Κρητικούς που στις 31 του Αυγούστου υποχρέωσαν τον τουρκοαιγυπτιακό στρατό να συνθηκολογήσει και να αποσυρθεί από τις Βρύσες Αποκορώνου με βαρύτατες απώλειες. Παράλληλες πολεμικές επιχειρήσεις συνέβησαν τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου και στο Ρέθυμνο, χωρίς αξιόλογα αποτελέσματα, καθώς και στο Ηράκλειο.15
Στις 30 Αυγούστου 1866 έφτασε στην Κρήτη ο Μουσταφά πασάς και ανέλαβε τη γενική διοίκηση και αρχηγία του νησιού. Χρησιμοποιώντας υποσχέσεις και απειλές επιδίωξε να πετύχει τη γρήγορη καταστολή της επανάστασης, μα οι χειρισμοί του απορρίφθηκαν από τη Γενική Συνέλευση και οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν στη Μαλάξα (7-11 Σεπτεμβρίου) και στην Κάνδανο (21 Σεπτεμβρίου)16
Σπουδαιότερη ήταν η επόμενη εκστρατεία του Μουσταφά στην Κυδωνία και τον Αποκόρωνα (27 Σεπτεμβρίου-6 Οκτωβρίου 1866), όπου παρέδωσε στη λεηλασία και την πυρά τα χωριά Λάκκοι, τα Μεσκλά, τον Θέρισο και τους Κάμπους, προξενώντας μεγάλες καταστροφές στην ύπαιθρο.
Στις 8 Οκτωβρίου ο τουρκικός στρατός κατέλαβε το ορεινό χωριό Βάμο στον Αποκόρωνα, ενώ οι επαναστάτες συγκεντρώθηκαν αρκετά νοτιότερα στο χωριό Βαφέ, εναντίον του οποίου βάδισε ο Μουσταφά πασάς στις 12 Οκτωβρίου. Η πρώτη του επίθεση αποκρούσθηκε. Στη συνέχεια όμως έφθασε και δεύτερο τμήμα και οι επαναστάτες άρχισαν να υποχωρούν με αταξία, κυρίως οι εθελοντές που παρέσυραν και τους άλλους.
Η μάχη στο Βαφέ είχε δυσμενέστατο αντίκτυπο στο ηθικό των επαναστατών, που ως τότε δεν είχαν αντιμετωπίσει αποτυχίες, με αποτέλεσμα πολλοί να σκέπτονται ότι τα πάντα είχαν τελειώσει. Ιδιαίτερα οι εθελοντές ζητούσαν ευκαιρία για να επιστρέψουν στην Ελλάδα.18
Μια τέτοια κρίσιμη συγκυρία θα αποθάρρυνε πολλούς τυχοδιώκτες φιλέλληνες να μεταβούν για τιμές και αξιώματα στην επαναστατημένη Κρήτη, όχι όμως και τον Φλουράνς, που στις 2 Νοεμβρίου με το ατμόπλοιο “Πανελλήνιον” αναχωρούσε από το λιμάνι της Σύρου με προορισμό το Ρέθυμνο.
Μαζί του είχαν επιβιβαστεί ακόμη τετρακόσιοι εθελοντές κάτω από τις διαταγές του συνταγματάρχη Χρίστου Βυζάντιου.
Ο καιρός, όμως, κράτησε το ατμόπλοιο δύο ακόμα μέρες στην Πάρο και στη συνέχεια από τα Κύθηρα ο πλοίαρχος Αγγελικάρας αποφάσισε λόγω των ανέμων, ότι θα έπρεπε να κατευθύνει το πλοίο προς το ακρωτήρι Σπάθα της Κισάμου αντί του Ρεθύμνου.
Οι άνδρες του Βυζάντιου τελικά αποβιβάστηκαν στις 7/11/1866 νοτιοδυτικά της Κρήτης κοντά στο ακρωτήρι Κριού Μέτωπο, αρκετά μακριά από τα αρχικά σχέδια των επαναστατών, ενώ την επόμενη άρχισε η πολιορκία της μονής Αρκαδίου από το στρατό του Μουσταφά πασά.
Στη συνέχεια οι εθελοντές κατευθύνθηκαν στο χωριό Πελεκάνος Σελίνου με τα τρόφιμα, τα πολεμοφόδια και το πυροβολικό τους, όπου ο συνταγματάρχης αγνοώντας τις οδηγίες της Αθήνας και τις εκκλήσεις των Ζυμβρακάκη και Κορωναίου να ενωθεί μαζί τους, αποφάσισε να επιτεθεί στο φρούριο του Καστελιού Κισάμου.
Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 20/11/1866 αλλά η ισχυρή αντίσταση των Τούρκων μέσα στο πολιορκημένο φρούριο και η παρουσία μιας τουρκικής φρεγάτας που κανονιοβολούσε εύστοχα τις θέσεις των επαναστατών οδήγησε σε μια άσκοπη αιματοχυσία με τον αριθμό των νεκρών κατά τον Π. Πρεβελάκη να ξεπερνά τους δέκα19, ενώ κατ’ άλλους να στοιχίζει τη ζωή σε 50 Κρητικούς επαναστάτες.20
Τότε μόνο ο φιλόδοξος Βυζάντιος πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το σχέδιό του και να ενωθεί με τα σώματα των Ζυμβρακάκη και Κορωναίου.
Η μάχη του Καστελιού Κισάμου αποτέλεσε το βάπτισμα του πυρός για τον Φλουράνς. Ο ίδιος έναν μήνα αργότερα θα περιγράψει ως εξής την εμπειρία του αυτή: «Πήρα, στις 2 Δεκεμβρίου [ν.η.] στο Καστέλι Κισάμου, τα πρώτα μου πολεμικά μαθήματα, μέσα σε βροχή από οβίδες και βόμβες που μας έριχνε μια τουρκική φρεγάδα. Δίπλα μου, ένας άνθρωπος σκοτώθηκε, ένας άλλος τραυματίστηκε θανάσιμα. Εφερα πίσω μαζί μου από τη μάχη τα τέσσερα μέλη μου και το μυαλό μου, σώα και αβλαβή».21
Στην πραγματικότητα ο Φλουράνς έδειξε στη μάχη αυτή μεγάλη παλικαριά και διορίστηκε από τον Βυζάντιο αξιωματικός του επιτελείο του.22
Το επόμενο Σάββατο:
“Σκληραγωγίαι εν Κρήτη”
(Μέρος Δεύτερο)
*εκπαιδευτικός Δ.Ε.,
negreponte2004@yahoo.gr
1. Ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης το 1983 υποστήριξε με επιτυχία τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης με θέμα Gustave Flourens (1838-1871) et la Grèce. Αυτή τη διατριβή μετάφρασε η Αθηνά Βουγιούκα και τύπωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στην Αθήνα το 1998, για να κυκλοφορήσει ως αυτοτελές βιβλίο με τον τίτλο: “Η ζωή και ο θάνατος του Γουσταύου Φλουράνς”. Πολλές από τις πληροφορίες του άρθρου έχουν αντληθεί από το πολύ κατατοπιστικό αυτό βιβλίο του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη.
2. Το δρομάκι αρχίζει από την οδό Σελίνου και φτάνει μέχρι την Ακτή Παπανικολή.
3. Ο Ωγκύστ Μπλανκί (1805–1881), η πιο ηρωική προσωπικότητα του γαλλικού Σοσιαλισμού του 19ου αιώνα, καταδικάστηκε κατ’ επανάληψη σε θάνατο, πέρασε το μισό σχεδόν της ζωής του (συνολικά 36 από τα 75 χρόνια της ζωής του) στις φυλακές και υπήρξε ο θεωρητικός συγκεκριμένης επαναστατικής μεθοδολογίας η οποία ονομάστηκε “Μπλανκισμός” και εστιαζόταν στην αιφνιδιαστική ένοπλη κατάληψη της εξουσίας από έναν μικρό κύκλο καλά εκπαιδευμένων επαναστατών.
4. Γιάννης Κορδάτος, Η Παρισινή Κομμούνα – Μνημόσυνα, περιοδικό “ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ”, τεύχος 2, του 1930.
5. Γιάννης Κορδάτος, ο.π.
6. Βλάσης Αγτζίδης, ΚΡΗΤΗ: Οι επαναστάσεις και η σημασία τους, Ε-ΙΣΤΟΡΙΚΑ, εφημερίδα: Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12-10-2014.
7. Ιωάννα Διαμαντούρου, Η Κρητική επανάσταση (1866-1869), στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΓ’, Αθήνα 1977, σελ. 253.
8. Βλάσης Αγτζίδης, ο.π.
9. Γιάννης Χρονόπουλος-ιστορικός, Γεωπολιτική και διπλωματία κατά την επανάσταση του 1866, Ε-ΙΣΤΟΡΙΚΑ, εφημερίδα: Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12-10-2014.
10. Μ. Μ. Παπαϊωάννου, Η Παρισινή Κομμούνα και η Ελλάδα, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1995.
11. Λεωνίδας Φ. Καλλιβρετάκης, ο.π., σελ. 54-55.
12. βλ. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 254.
13. βλ. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 254-255.
14. βλ. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 255.
15. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 257-258.
16. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 259.
17 “L’ Indépendance Hellenique”, αρ. 49/24/01/1867.
18. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 260.
19. Π. Πρεβελάκης, Παντέρμη Κρήτη, Αθήνα 1945, σελ. 82-84, 90-91 & Γεώργιος Τσερεβελάκης “Η κρητική Επανάσταση του 1866” Έκδοση Ιστορικά της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Αθήνα Νοέμβριος 2011.
21. Επιστολή με ημερομηνία 5 Ιανουαρίου 1867 (ν.η) στην “L’ Indépendance Hellenique”, αρ. 48/17/01/1867.
22. Λεωνίδας Φ. Καλλιβρετάκης, ο.π., σελ. 113.
20. Ιωάννα Διαμαντούρου, ο.π., σελ. 262.