Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

“H εν Βαφέ Μάχη”

Γιορτάζουμε φέτος τα 150 χρόνια από τον μεγάλο ξεσηκωμό του κρητικού λαού το 1866 – ’69 κατά των Τούρκων.
Τα κυριότερα αίτια αυτού του ξεσηκωμού είναι: η μη παραχώρηση των ελάχιστων προνομίων που είχαν πετύχει οι Κρήτες από προηγούμενες επαναστάσεις, οι αφόρητες συνθήκες διαβίωσής των και η επιβολή φόρων. Στις 14 Μαΐου 1866 έγινε μια μεγάλη Παγκρήτια Συνέλευση στα Μπουτσουνάρια και αποφάσισαν να στείλουν υπόμνημα με τα αιτήματά τους στον Σουλτάνο, στις Μεγάλες Δυνάμεις και στους βασιλιάδες Αγγλίας και Γαλλίας. Όμως ούτε ο Σουλτάνος ούτε οι μεγάλες δυνάμεις ούτε οι βασιλιάδες τα δέχτηκαν γιατί κάθε μια τους ήθελε την Κρήτη για λογαριασμό της.
Η δε κυβέρνηση της Ελλάδας, όπως πάντα, βρισκόταν σε αδυναμία να βοηθήσει τους Κρητικούς και γιατί ο βασιλιάς Γεώργιος Α’, θιασώτης της αγγλικής πολιτικής, είχε υποσχεθεί στον τότε Αγγλο πρέσβη Ερκιν ότι σε καμιά περίπτωση δεν θα επιτρέψει την εισβολή στην Κρήτη ή αλλού στο τουρκικό κράτος. Οι Κρήτες που βρίσκονταν στην Αθήνα άρχισαν μεγάλες κινητοποιήσεις και συγκέντρωση χρημάτων, εφοδίων και τροφίμων για τον αγώνα. Ιδρυσαν στην Αθήνα την «Κεντρική υπέρ των Κρητών επιτροπή» και στη Σύρο την «ειδική επί των αποστολών επιτροπή», αποσκοπώντας έτσι να βοηθήσουν τον αγώνα των Κρητών.
Κουβαλώντας τα αναγκαία και τους πολεμιστές με τα πλοία Αρκάδι, Κρήτη, Ένωση, Υδρα και Πανελλήνιον. Μετά την προετοιμασία άρχισαν να κατεβαίνουν στο νησί όχι μόνο Κρητικοί, αλλά και εθελοντές. Αρχηγός στο Ρέθυμνο ήταν ο Συνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος και στα Χανιά ο Ιωάννης Ζυμβρακάκης, ο οποίος ήρθε στην Κρήτη την 1 Οκτωβρίου και αποβιβάστηκε στο Λουτρό Σφακίων με πολλούς εθελοντές απ’ όλη την Ελλάδα. Μετά από 5 μέρες ήρθε και στρατοπέδευσε στον Βαφέ. Στο μεταξύ ετοιμαζόταν και ο Μουσταφά πασάς που είχε στρατοπεδεύσει στον Βάμο.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς ο αριθμός των Τούρκων στρατιωτών ήταν 12 έως 15 χιλιάδες, ενώ οι εθελοντές και ντόπιοι 800, αριθμός μη επαρκής γιατί λόγω του βαρέος και πρόωρου χειμώνα οι άνδρες έπρεπε να βοηθήσουν τις οικογένειές τους που περιπλανιόνταν στα όρη καταταλαιπωρημένοι από την πείνα και το ψύχος. Ετσι είχαν τα γεγονότα όταν ο Μουσταφά Πασάς επιτέθηκε στους πολεμιστές στον Βαφέ. Ο Ζυμβρακάκης κάλεσε πολεμικό συμβούλιο και ζήτησε να πολεμήσουν πάνω από τους λόφους του χωριού που σε περίπτωση ανάγκης θα μπορούσαν να υποχωρήσουν στις μαδάρες. Γνώριζε επίσης πως οι δυνάμεις του εχθρού ήταν 20πλάσιες των δικών του και για να τους νικήσει δεν αρκούσε μόνο ο ενθουσιασμός των εθελοντών. Οι ντόπιοι πάλι επέμεναν να πολεμήσουν μπροστά από τους λόφους του χωριού γιατί ήθελαν να εμποδίσουν τους Τούρκους να μπουν στο χωριό να το λεηλατήσουν και να το κάψουν. Τέλος επεκράτησε η γνώμη των ντόπιων.
Ετσι χωρίστηκαν σε τρία τμήματα, το ανατολικό με αρχηγούς τον Κριάρη και τον Τιρτηρή, το δεύτερο μεταξύ Εμπρόσνερου και Βαφέ με αρχηγούς τον Κωσταρό Βολουδάκη και Βασίλη Μπομπολάκη και το τρίτο μπροστά από το χωρίο αποτελούμενο από εθελοντές και Βαφιανούς πολεμιστές. Ο τουρκικός στρατός χωρίστηκε και αυτός σε 3 τμήματα. Το ένα περίπου 2.500 έμεινε στις Βρύσες, το δεύτερο από 7.500 έμεινε στο Καρύδι και το τρίτο περίμενε πάνω από το Καρύδι. Οταν δόθηκε το σήμα για την έναρξη της μάχης, οι Τούρκοι που ήταν στρατοπεδευμένοι στις Βρύσες κάνουν επίθεση κατά μέτωπον. Οι ντόπιοι και οι εθελοντές τους αποκρούουν τρεις φορές. Δυστυχώς την τέταρτη δεν μπόρεσαν να αντισταθούν περισσότερο και άρχισε άτακτη υποχώρηση προς τα πίσω. Οι Τούρκοι μπήκαν μέσα στο χωριό όπου δόθηκαν στήθος με στήθος σκληρές μάχες από δρομάκι σε δρομάκι και από σπίτι σε σπίτι. Για να αποφύγουν να κυκλωθούν οι εθελοντές και εξουδετερωθούν υποχρεώθηκαν σε συνεχή υποχώρηση φτάνοντας στο Λαγκό που πάει προς την Κρυονερίδα.
Όμως εκεί τους περίμενε το τουρκοαλβανικό ιππικό και  δεν τους έμενε άλλο σημείο διαφυγής παρά μόνον η θέση Μαρουλένιος και Σκαπεταρέ. Τρέχοντας κάτω από τα εχθρικά πυρά τον ανήφορο των 150 – 200 μ. έφτασαν στην κορυφή ελπίζοντας πως θα βρεθούν εκτός κινδύνου. Όμως βρέθηκαν μπροστά σε οχυρωμένους Τουρκαλβανούς οπότε αναγκάστηκαν να δώσουν μάχη σώμα με σώμα για να σπάσουν τον κλοιό και να ανοίξουν δρόμο σωτηρίας.
Μάταια ο Κωσταρός Βολουδάκης και ο Βασίλης Μπομπολάκης από τις τοποθεσίες Κακό Κεφάλι και Μπεζιγρή αγωνίζονταν να σώσουν τους εθελοντές. Ευτυχώς στην κρίσιμη στιγμή έφτασε ο Κριάρης και ο Τιρτηρής με τους άνδρες τους και από τη θέση Καφάτο εξορμούν αιφνιδιαστικά κατά των Τουρκοαλβανών και τους αναγκάζουν σε υποχώρηση δίνοντας χρόνο στους εθελοντές ν’ απαγκιστρωθούν και να καταφύγουν στη Ρέντα. Ετσι λοιπόν η “Εν μάχη Βαφέ” έγινε στα υψώματα πάνω από τον Βαφέ, μεταξύ των τοποθεσιών Καφάτο, Μαρουλένιο και Σκαπεταρέ. Οι απώλειες των εθελοντών ήταν μεγάλες, ακριβή αριθμό οι ιστορικοί δεν αναφέρουν. Αναφέρουν μόνο μερικά ονόματα αξιωματικών, υπαξιωματικών και μερικών νέων εθελοντών εκλεκτών οικογενειών. Εν συντομία αναφέρομαι σε μερικά απ’ αυτά τα ονόματα:  Πρώτος η κορωνίς των εθελοντών Αλέξανδρος Πραΐδης, υπολοχαγός πυροβολικού, Ιωάννης Βαρνάβας καταγόταν από την Κύπρο, Βογιατζάκης Ιωάννης, οι Κρήτες γονείς του λόγω των επαναστάσεων και των διώξεων είχαν καταφύγει στο Ναύπλιο. Παναγιώτου Γρηγόριος, Νικολαΐδης Ευθύμιος, ανθυπασπιστής Νικόλαος Φερδινάλος, Έσλιν Βαφειάδης, Αναστάσιος Μακεδόνας, Ιωακείμ Καλαμαρίδης (ιερομόναχος) από τον Πρινέ Σελίνου.
Μετά την “Εν Βαφέ μάχη” το ένδοξο ατύχημα, όπως την αποκάλεσαν και τη θυσία άνθους των εθελοντών άρχισαν να κατακρίνουν των Ζυμβακάκη για την έκβαση της μάχης και την κάμψη της επανάστασης. Ομως δεν είναι έτσι, γιατί η παρουσία και η θυσία τους είχε άλλο βαθύτερο νόημα.
Με την κάθοδο του Ζυμβρακάκη και των εθελοντών στην Κρήτη έκαναν έντονη την παρουσία της Ελλάδας. Οι μεγάλες δυνάμεις και κυρίως η Αγγλία ετοιμάζονταν να εγκαθιδρύσουν στην Κρήτη ηγεμονία υπό την προστασία τους. Ο Ζυμβρακάκης όμως εμπόδισε τα σχέδιά τους και με τα γράμματά του προς τον κοσμοδιδάσκαλο Β. Ουγκώ, τον Γαριβάλδη και άλλους διανοούμενους της εποχής, γνώρισε ο κόσμος το ξεσήκωμα του κρητικού λαού και ακόμη τις θηριωδίες των κατακτητών. Ο ίδιος ο Ουγκώ εκτιμώντας τον ρόλο και την αγωνιστικότητα του Ζυμβρακάκη θα πει: «Ο Ζυμβρακάκης θα μείνει μέγας». Αν κρίνουμε, από τους ντόπιους σκοτωμένους που ήταν 4, οι 3 ήταν Βαφιανοί, επίσης ήταν 12 Βαφιανοί τραυματίες, συμπεραίνουμε πως το μεγαλύτερο βάρος του αγώνα μετά τους εθελοντές το σήκωσαν οι Βαφιανοί. Μετά τη μάχη αποκεφάλισαν τους νεκρούς και έστειλαν τα κεφάλια τους στον Σουλτάνο στην Πόλη. Το χωριό λεηλατήθηκε και κάηκε, όλοι οι κάτοικοι περιπλανιόνταν στα βουνά πάνω από χρόνο και πολλοί πέθαναν από την πείνα και το κρύο. Οι νεκροί έμειναν άταφοι πάνω από 5 μήνες. Μετά την ήττα του Ζυμβρακάκη, στον Βαφέ, οι Τούρκοι ξεκουράστηκαν λίγο και κατόπιν πήραν τον δρόμο για το Ρέθυμνο. Το Αρκάδι είχε σειρά τώρα. Με τη διαφορά πως οι φλόγες του Αρκαδίου έκαψαν τους ίδιους.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα