«Η ποίηση σίγουρα μπορεί να μας παρηγορήσει. Αυτό κάνει άλλωστε τόσους αιώνες τώρα. Μας παρηγορεί επειδή φαίνεται ότι η ομορφιά δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο…». Ο Μιχάλης Γκανάς μιλάει, όπως και με την ποίησή του. Με αμεσότητα, χωρίς περιττά ξόμπλια και υπεκφυγές, χωρίς στρογγυλέματα. Δηλώνει άλλωστε θαυμαστής της «βαθύτατης απλότητας» των στίχων του Γκάτσου και της σαφήνειας του δημοτικού τραγουδιού με το οποίο γαλουχήθηκε για να βρει στην πορεία τις δικές του λέξεις και να φτιάξει τις δικές του εικόνες.
Αφορμή για τη συνέντευξη που παραχώρησε στις “διαδρομές” στάθηκε η κάθοδός του στα Χανιά πριν από λίγες ημέρες, στο πλαίσιο του αφιερώματος που οργάνωσαν για τον ίδιο και το έργο του ο Σύνδεσμος Φιλολόγων, η Περιφερειακή Ενότητα Χανίων, ο Δήμος Χανίων, η Δημοτική Βιβλιοθήκη και η Δημοτική Πινακοθήκη.
Μαζί του μιλήσαμε για τους ποιητές και τα «κλισέ» που τους συνοδεύουν, για τη δική του χαμένη «Ατλαντίδα» αλλά και για την ποίηση «που δεν είναι για όλους»…
• Στα Χανιά όπου βρεθήκατε συναντήσατε, μεταξύ άλλων, μαθητές με τους οποίους μιλήσατε για την ποίηση. Κάποιοι φαντάζονται τους ποιητές σαν σοφούς γέροντες που καταθέτουν μέσα σε λίγες λέξεις το απόσταγμα μιας ζωής κι άλλοι τους αντιλαμβάνονται σαν παιδιά που διατηρούν μια άφθαρτη, γεμάτη ενέργεια, ματιά πάνω στο βίο. Η δική σας άποψη προς τα που γέρνει;
Τι να σας πω, ούτε σοφός γέρων αισθάνομαι ούτε αιώνιος έφηβος. Αν έχω κάτι να δώσω στους αναγνώστες, μικρούς και μεγάλους, εκτός από τα ποιήματά μου εννοείται, είναι μια καλή συζήτηση γύρω από πράγματα που αγαπάω, όπως η ποίηση. Τα παιδιά έχουν μεγάλη περιέργεια να μιλήσουν με κάποιον άνθρωπο που δηλώνει ποιητής, για να διαπιστώσουν αν ταιριάζει με τα κλισέ που μόλις προανέφερα. Στην ουσία θέλουν να τα διαψεύσεις. Να βγεις από τα γνωστά καλούπια και να μοιραστείς μαζί τους μια συνενοχή. Αυτό έκανα με τα παιδιά. Και περάσαμε θαυμάσια. Όπως και με τους καθηγητές τους αν και ήταν όλες καθηγήτριες εκτός ενός. Θέλω να τις ευχαριστήσω και δημοσίως γιατί χρειάστηκε πολλή δουλειά εκ μέρους τους.
• Σε μια παλαιότερη συνέντευξή σας στο “Βήμα” είχατε πει ότι η εξωστρέφεια είναι αντίθετη με την ουσία της ποίησης. Πιστεύετε ότι μέσα από την εξωστρέφεια κινδυνεύει η ιερότητάς της;
Η ποίηση δεν κινδυνεύει από κανέναν. Οι ποιητές όμως μπορεί να γίνουν γραφικοί, όταν κατεβαίνουν στους δρόμους με πανό που γράφουν στίχους τους ή όταν σταματούν μπροστά σε αγάλματα και προτομές μεγάλων ποιητών και απαγγέλουν ποιήματά τους συνήθως, απευθυνόμενοι σε έκπληκτους περαστικούς. Τα ποιήματα πρέπει να λέγονται χαμηλόφωνα. Ψιθυριστά αν είναι δυνατόν. Πολύ περισσότερο σήμερα καθώς τα περισσότερα είναι δυσνόητα και ακατάληπτα. Στο κάτω κάτω η ποίηση δεν είναι για όλο τον κόσμο. Ας το πάρουμε απόφαση. Και τότε όλα θα πάνε καλύτερα. Γιατί η ποίηση μπορεί να έχει μικρό κοινό αλλά οι αναγνώστες της είναι πιστοί και φανατικοί.
• Ζείτε από 18 χρονών στην Αθήνα αλλά στο έργο σας αισθάνεται κανείς ότι ανασαίνετε ακόμα τον αέρα της Ηπείρου. Μοιάζει σαν να μην φύγατε ποτέ. Τι σημαίνει πατρίδα για εσάς;
Πατρίδα μου και πατρίδα όλων μας είναι τα παιδικά μας χρόνια. Είναι φυσικό λοιπόν να «ανασαίνω ακόμα τον αέρα της Ηπείρου». Το δράμα μου είναι ότι δεν μπορώ να επιστρέψω σε αυτή την πατρίδα, όπου «έχουν αλλάξει όλα κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό». Η ειρωνεία είναι ότι ενώ έχω δύο πατρίδες πια, την Ήπειρο και την Αθήνα, στην πραγματικότητα έχω μία χαμένη πατρίδα ή μάλλον καταποντισμένη σαν την Ατλαντίδα.
• Ο στίχος στο τραγούδι έχετε πει ότι πρέπει να έχει μια μεγαλύτερη αμεσότητα από την ποίηση γιατί πρέπει να γίνεται πιο γρήγορα αντιληπτός. Από την άλλη, συχνά βλέπουμε να αγαπιέται ένα μελοποιημένο ποίημα ακόμα κι αν οι στίχοι παραμένουν ακατάληπτοι για πολλούς ακροατές. Έχουν κάτι “μαγικό” οι λέξεις των ποιητών ή είναι η μουσική που μπορεί να σε κάνει ν’ αγαπήσεις έως και κάτι ακατανόητο;
Τέτοιου είδους τραγούδια αποτελούν εξαίρεση από τον κανόνα μπορώ να πω. Τα βρίσκουμε μόνο στο έντεχνο, όπως συνηθίσαμε να λέμε, τραγούδι. Ούτε στα δημοτικά ούτε στα ρεμπέτικα και τα λαϊκά. Πόσα τέτοια τραγούδια μπορείτε να θυμηθείτε, γιατί εγώ δυσκολεύομαι. Όπως και να ‘χει νομίζω ότι τα εύσημα μια τέτοιας επιτυχίας πρέπει να αποδοθούν στον συνθέτη κυρίως. Γιατί πολλοί έχουν μελοποιήσει ποιήματα αλλά τα περισσότερα είναι μέτρια ή κακά, πολύ περισσότερο αν είναι και ακατανόητα… Εγώ στιχουργικά ανήκω στη σχολή του Γκάτσου. Ακούς το «Χάρτινο το φεγγαράκι» ή «Ο Γιάννης ο φονιάς» και, αν είσαι της συντεχνίας ειδικά, τρελαίνεσαι από αυτή την βαθύτατη απλότητα!
• Πιστεύετε ότι υπάρχουν μη ποιητικές λέξεις, εποχές ή και καταστάσεις ή μήπως τελικά η ποίηση βρίσκεται στον τρόπο που φωτίζει κανείς τα πράγματα;
Κάποτε υπήρχαν όλα αυτά. Αλλά κάθε τόσο έβγαινε ένας ποιητής και αποδείκνυε με το έργο του ότι τίποτε από αυτά δεν ισχύει. Ολα είναι νόμιμα και δυνατά στην ποίηση. Αρκεί να υπάρχει ταλέντο και τόλμη. Αυτά διέθετε ο Καβάφης και δεν φοβήθηκε καμιά λέξη. Όλες «χώρεσαν» και «συνεργάστηκαν» στα ποιήματά του. Ταλέντο και τόλμη διέθετε και ο Καρυωτάκης και δεν φοβήθηκε τις παραφωνίες του και τον αυτοσαρκασμό. Με ένα «Ουρλιαχτό» πρόγκηξε ο Γκίνσμπεργκ τον καθωσπρεπισμό των Αμερικανών, ενώ ο Μπουκόφσκι έγινε ο πρίγκιπας της βωμολοχίας.
• Εχετε μιλήσει για την αγάπη σας για το δημοτικό τραγούδι και πώς αυτό σας έχει επηρεάσει. Τι είναι για εσάς αυτό που λέμε παράδοση;
Το δημοτικό τραγούδι είναι ο δάσκαλός μου. Το άκουσα, το γνώρισα και το αγάπησα στα πανηγύρια και τις χαρές του χωριού μου στην Ήπειρο. Όλα αυτά πριν το διαβάσω στις γνωστές συλλογές των δημοτικών τραγουδιών. Υπάρχει μία φράση του Αχιλλέα Κυριακίδη που το λέει καλύτερα και με λιγότερα λόγια. «Ο Γκανάς είναι ο πιο επώνυμος δημοτικός ποιητής μας». Το δημοτικό τραγούδι είναι ένας ακρογωνιαίος λίθος της προφορικής μας παράδοσης. Σ’ αυτήν πατάω γερά έτοιμος να απογειωθώ ή να τσακιστώ. Η παράδοση για μένα είναι αυτός ο σταθερός βατήρας που χτίστηκε με τραγούδια και μοιρολόγια, με γέλια και με κλάματα, με νίκες και ήττες και ακόμη χτίζεται από τα ίδια μας τα χέρια. Δεν είναι ένα αξιοθέατο έκθεμα, ένα μουσειακό είδος αλλά ένα ζωντανό κύτταρο που εξελίσσεται μέσα στο χρόνο και απαντάει στα σύγχρονα ερωτήματα που προκύπτουν κάθε τόσο. Ένα ποίημα μελοποιημένο από τον Νίκο Ξυδάκη τα λέει καλύτερα. Εκεί που σμίγουν δυο ποτάμια/ και αδελφώνουν τα νερά/ ένα γεφύρι πέτρινο/ απλώνει τα’ άσπρα του φτερά. Ξέρω τα χέρια που το χτίσανε/ τα πόδια που το περπατήσανε/ ξέρω τα χέρια που το χτίσανε/ τα χείλη που το τραγουδήσανε.
• Αν η ομορφιά μπορεί να σώσει τον κόσμο όπως υποστήριζε ο Ντοστογιέφσκι, τότε η ποίηση μπορεί να τον παρηγορήσει;
Η ποίηση σίγουρα μπορεί να μας παρηγορήσει. Αυτό κάνει άλλωστε τόσους αιώνες τώρα. Μας παρηγορεί επειδή φαίνεται ότι η ομορφιά δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο…
ΑΤΤΙΚΗ 23-7-18
Αδέρφια μου,
ταχύτερη απ’ τον φτεροσάνταλον Ερμή
το νέο μάς ήρθε του ξολοθρεμού σας.
Ένα όνειρο πικρό τα φρένα εξέσχισε των Ολυμπίων
τον γαληνό ταράζοντάς τους ύπνο.
Οι Συμπληγάδες της ψυχής μας
ακίνητες μιας κι άνοιξαν εμείναν
ακέριο αφήνοντάς το να περάσει το καράβι
της Θλίψης, της Οργής και των Συγκλονισμών.
Στην πλώρη του επάνω
πελιδνός
χωρίς φωνή και πρόσωπο
της Τραγωδίας ο άγγελος να διασαλπίζει:
“ΔΕΚΑΔΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΕΚΡΟΙ!”
Ο απρόσμενος χαμός σας
στις πιο ψηλές κορφές του Πόνου μάς ανέβασε.
Εκεί που κόβεται η ανάσα,
εκεί που άλαλα τα χείλη μένουν,
εκεί που δεν μπορεί το δάκρυ ν’ αναβλύσει-
εκεί στερρό που υψώνεται το κάστρο της Οδύνης
με τα τριακόσα εξηνταπέντε δίκοπα της Φτώχειας
ασήμαντα να κείνται τώρα κάτου-ευτελισμένα.
Οι ώρες μας
στην Άβυσσο της Λύπης βυθισμένες
δεν αλλάζουν πια.
Η υπομονή αδέρφια μου
έφτασε ξάφνω
στο ακρόχειλο του πιο βαθιού γκρεμού της
βλέποντας κάτω
αθέλητη υποψήφια αυτόχειρ.
Στο πανηγύρι ετούτο του Χαμού,
στο χώμα της πατρίδας μας επάνω
η Φρίκη την πιο πλούσια της πραμμάτια εξεδίπλωσε
κι απλόχερα τη σκόρπισε εναγύρω.
Μέσα στων δέντρων τους κριγμούς
μες στον ορυμαγδό
μες στο φρικώδες ξάφνιασμα
φωνές ακούονταν ικετευτικές
από το κάθε στόμα:
«Αδέρφια μας μη φεύγετε! Σταθείτε!”
Όμως η Μοίρα εσάς σας είχε κιόλας ξεχωρίσει.
Και σας πήρε.
Και το άρωμα έμεινε χωρίς αγέρα
το στόλισμα χωρίς γυναίκα
η αγάπη δίχως αγκαλιά.
Αδέρφια μας
τώρα κοιμόσαστε ήρεμα
γλυκά και αλαφρά.
Τώρα στο χώμα ανθούν τα όνειρά σας.
Κι οι αναμνήσεις σας-όσες προλάβατε να φτιάξετε-
στα φύλλα των τριαντάφυλλων ακούμπησαν θλιμμένες.