«Το να βγάλεις λίγα χρυσάνθεμα, ακόμα και μια βαρκούλα που κουνιέται, δεν λέει και σπουδαία πράγματα. Εδώ είναι ένας λαός τρανταχτός, που
πέρασε δια πυρός και σιδήρου…
Αυτόν το λαό φωτογραφίζω». 1
«Εδώ είναι ένας λαός τρανταχτός»
O Κώστας Μπαλάφας (1920 – 9 Οκτωβρίου 2011), ο αγωνιστής και (με το ανεκτίμητο φωτογραφικό του έργο) ιστορικός συγχρόνως των χρόνων της Κατοχής και της Αντίστασης, συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους Ελληνες εκπροσώπους του ρεύματος της ανθρωπιστικής φωτογραφίας και του κοινωνικού προβληματισμού, που άνθισε διεθνώς μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην αρχή της λαμπρής του φωτογραφικής διαδρομής απαθανάτισε με τον φακό του πολύ κρίσιμες στιγμές του τόπου: το αλβανικό μέτωπο, την Κατοχή και τον αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο.
Γεννήθηκε στην ορεινή Χώσεψη (Κυψέλη σήμερα) της Αρτας από φτωχούς αγρότες γονείς, τον Γιώργο και την Αρχοντούλα. Το ηπειρώτικο χωριό του ήταν κακοτράχαλο 2, όπως έλεγε κι ο ίδιος, «εκεί που οι άνθρωποι παιδεύονται να επιβιώσουν, οργώνοντας την άγονη γη, λες και στύβουν με τα χέρια τους γυμνά το ξερό χώμα και το ποτίζουν με ιδρώτα, ώσπου να δώσει καρπούς… Μεγάλο μαράζι ήταν -πέρα από τη φτώχεια- και ο ξεριζωμός. Αναγκαία λύση για την επιβίωση ήταν ο δρόμος της ξενιτιάς. Το μήνυμα που κυριαρχούσε ειδικά για τους νέους ήταν: “Φύγε να σωθείς”. Πάρα πολλοί έφυγαν…».
Κι ο ίδιος ο Κ. Μπαλάφας ξενιτεύτηκε νωρίς για λόγους βιοπορισμού, μόλις τέλειωσε το Δημοτικό: «Να εδώ σ’ αυτή την πέτρα, εκεί παρακάτω με ξεπροβόδισε η μάνα μου και μου ’πε τις τελευταίες της συμβουλές, όπως λένε όλες οι Ηπειρώτισσες μάνες στα παιδιά τους για να μη γίνουν κλέφτες, ότι αν βρω κάπου λεφτά, να πάω αμέσως να τα παραδώσω∙ κανένας, μου λέγε, δεν πετάει χρήματα. Ή κάποιος τα ’χασε ή κάποιος τα ’βαλε επίτηδες, να δει αν κλέβεις… Να πας να τα δώσεις αμέσως∙ δε θα σου κάνουν ποτέ καλό αυτά τα λεφτά. Α… μου ’πε και λίγα ακόμα, μ’ αγκάλιασε, με φίλησε και από τότε έμελλε να μην την ξαναιδώ». 3
Τα παιδικά του βιώματα έμειναν βαθιά χαραγμένα στη μνήμη του με την παραμικρή λεπτομέρεια: «Απ’ το χωριό μου κατέβηκα πρώτα στην Αρτα. Εκεί ο πατέρας μου, για να μη με στείλει μόνο στην Αθήνα, με παρέδωσε σ’ ένα γνωστό μας δάσκαλο να με συνοδεύσει. Παράκληση του πατέρα μου ήταν να με βοηθήσει, ώσπου να βρω στην πλατεία Κουμουνδούρου την ταβέρνα ενός συγχωριανού μας, που ήταν θαυμάσιος άνθρωπος και καλός πατριώτης.
Σ’ αυτόν έβρισκαν απάγκιο 4 πολλά χωριατόπαιδα απ’ την Ήπειρο, που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Εκτός από ένα πιάτο φαγητό που τους έδινε, φρόντιζε να τους βρίσκει και δουλειά. Αυτό έγινε και μ’ εμένα, καταλήγοντας να πιάσω δουλειά σε ένα ονομαστό τότε γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο της οδού Πατησίων κοντά στον Αγιο Λουκά, με την επωνυμία “Δελφοί”. Την ημέρα δουλειά, το βράδυ νυχτερινό σχολείο».
Η πρώτη του επαφή με τη φωτογραφία
Η πρώτη του επαφή με τη φωτογραφία και τη φωτογραφική μηχανή ήταν στα 13 του χρόνια: «Στο αφεντικό μου αυτό είχαν έρθει κάτι συγγενείς του από την Αμερική, ομογενείς, και θεώρησε υποχρέωσή του να τους ξεναγήσει σε διάφορα μέρη. Μια μέρα σκέφτηκαν να ανέβουν στην Πάρνηθα∙ είπανε, μάλιστα, να πάρουν και μιαν αναμνηστική φωτογραφία. Τότε ήταν τα κουτάκια αυτά τα Brownie της Kodak που στοίχιζαν πολύ φτηνά, ήταν εύκολα στη χρήση, γιατί είχαν aplanar φακό και δεν είχε απαιτήσεις για ειδικούς χειρισμούς. Κάποιος θα έπρεπε όμως να κρατάει αυτό το κουτί για να φωτογραφηθούν αυτοί, και αγγάρεψαν 5 εμένα. Οταν είδα εγώ ότι αυτό που βλέπω μπροστά μου μπορώ να το αποτυπώσω στο χαρτί, με μάγεψε και είπα “ένα τέτοιο εργαλείο θα ’θελα για να αποτυπώσω τα βιώματά μου και να καταχωρίσω τους ανθρώπους που έζησα και μόχθησα μαζί τους, που έζησα χαρές και λύπες».
Στο γαλακτοπωλείο του συμπατριώτη του ο Κώστας Μπαλάφας εργάστηκε μέχρι το 1936, οπότε πήγε για σπουδές κοντά στην πατρίδα του, στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων.
«Στον χώρο της φωτογραφίας», θα πει πολλά χρόνια αργότερα, «μπήκα γύρω στα 1938 εδώ στα Γιάννενα με δάσκαλο τον Απόστολο Πανταζίδη, έναν φωτισμένο καλλιτέχνη και πολύ καταρτισμένο φωτογράφο». 6
Οταν σπούδαζε στα Ιωάννινα, κατάφερε ν’ αγοράσει με τις λίγες οικονομίες του μια junior Kodak με 7.7 φακό πουλώντας και το ρολόι του για να συμπληρώσει το ποσό.
Μετά την αποφοίτησή του -η φοίτηση ήταν διετής- συνέχισε για ένα χρόνο σπουδές γαλακτολογίας στην Ιταλία, όπου και έμαθε τα ιταλικά. Την εποχή που βρισκόταν στην Ιταλία, αντικατέστησε τη μηχανή του με μία Robot. 7
Το 1939 επέστρεψε στα Γιάννενα και διορίστηκε έκτακτος υπάλληλος στη Γαλακτοκομική Σχολή. Εκεί εργαζόμενο τον βρήκε ο πόλεμος και η Κατοχή.
«Με τη Robot και μ’ ένα φιλμ που έπεσε κυριολεκτικά από τον ουρανό, …φωτογράφισα τον Αγώνα»
Με αυτή τη μηχανή, ο νεαρός τότε φωτογράφος έμελλε ν’ απαθανατίσει την πορεία του ελληνικού στρατού προς το αλβανικό μέτωπο, την Κατοχή και τον ένοπλο αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο.
Τα φιλμ ήταν δυσεύρετα, αλλά η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς! Τον Νοέμβρη του 1940, τα ελληνικά στρατεύματα κατέρριψαν ένα από τα πρώτα ιταλικά βομβαρδιστικά που κατέπεσε στην Καλούτσιανη Ιωαννίνων. Στα σκορπισμένα συντρίμμια του βρέθηκε από τους χωρικούς και το περιμάζεψαν ένα σφραγισμένο μεταλλικό κουτί με πολλά μέτρα αεροπορικού φιλμ Ferrania Capelli. Γι’ αυτούς ήταν άχρηστο, για τον ερασιτέχνη τότε φωτογράφο πολύτιμο. Το απέκτησε με αντίτιμο μερικές οκάδες καλαμποκάλευρου, περιζήτητο προϊόν για την περίοδο της Κατοχής 8.
Χρησιμοποιώντας αυτό το φιλμ στη μικρή του ιταλική Robot, ο Κώστας Μπαλάφας κατέγραψε πολλά από τα εγκλήματα των κατακτητών στην Ηπειρο και, αμέσως μετά, τη δραστηριότητα του αντάρτικου στην ίδια περιοχή. «Με τη Robot και μ’ ένα φιλμ που έπεσε κυριολεκτικά από τον ουρανό, μέσα σ’ ένα βομβαρδιστικό ιταλικό που το ’ριξαν τα αντιαεροπορικά μέσ’ τα Γιάννενα, κατάφερα να συνεχίσω∙ έκοβα κομματάκια, γέμιζα τις μπομπίνες κι έτσι φωτογράφισα τον Αγώνα».
«Μέσα σε μια μικρή παράγκα, εμφανίζει και τυπώνει κρυφά. Χωρίς ηλεκτρικό, κατασκευάζει ένα σκοτεινό θάλαμο που δουλεύει με τον ήλιο! Από ένα μικρό παράθυρο στέλνει το φως μ’ έναν καθρέφτη στους συγκεντρωτικούς φακούς του μεγεθυντήρα! Αργότερα, υποχρεωμένος να δουλεύει μόνο τη νύχτα, φτιάχνει μια ξύλινη διχάλα με δεμένα πάνω της καλώδια, την οποία πετάει και αγκιστρώνει κάθε βράδυ στα εναέρια σύρματα, κλέβοντας ρεύμα απ’ τους Γερμανούς!» 9
«Η Αντίσταση είναι έργο του ελληνικού λαού»
«Η Αντίσταση είναι έργο του ελληνικού λαού… Κι αν στεκόμαστε σε ορισμένα ονόματα είναι γιατί η μοίρα και η ιστορία τα διάλεξαν να υποστούν και τη μαρτυρική θυσία. Δεν ειπώθηκε μια λέξη γι’ αυτό τον λαό που μοιράστηκε απ’ τη μπουκιά το φαΐ από το στόμα το δικό του να ταΐσει έναν στρατό ολόκληρο.
Δέχτηκε, του κάψαν το σπίτι, του σκότωσαν τα ζώα, χάσαν τους ανθρώπους, κι όμως δε βρέθηκε κανείς να πει μια κουβέντα». 10
Ο Κώστας Μπαλάφας δεν υπήρξε επαγγελματίας φωτορεπόρτερ, ούτε βρέθηκε τυχαία στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων: κατά τη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στην 6η Ταξιαρχία του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (Ε.Λ.Α.Σ.) ως μαχητής-τυφεκιοφόρος του 85ου Συντάγματος και παράτολμος φωτογράφος 11 που φωτογράφιζε τις καταστροφές των χωριών και τις άλλες κτηνωδίες του κατοχικού στρατού, τις ζυμώσεις για την έναρξη του ένοπλου αγώνα, τις πορείες και τις μάχες των ανταρτών, τον θρήνο των μανάδων, και αργότερα τις εκδηλώσεις στην πόλη των Ιωαννίνων κατά την Απελευθέρωση.
«Για την Ηπειρο που έζησα τα πράγματα εκείνους τους καιρούς», θυμάται μπροστά στον κινηματογραφικό φακό ο Κώστας Μπαλάφας, «την Αντίσταση την αρχίσαμε ακριβώς με τις πρώτες μέρες της Κατοχής, όταν ο στρατός οπισθοχωρώντας έκρυψε λίγα όπλα για την κακή την ώρα. Και είναι μια καθαρά υπόθεση του ελληνικού λαού και της φιλοπατρίας του. Οι νέοι έγιναν οι φλογεροί κήρυκες του ξεσηκωμού. Αυτοί φλόγισαν τις καρδιές της δουλωμένης Ρωμιοσύνης. Στην αρχή δούλευα κι εγώ μαζί τους εδώ στην πόλη. Οταν, όμως, τα πράγματα δυσκόλεψαν, περάσαμε στην ένοπλη δράση». 12
Το γεγονός που ανάγκασε τον Κώστα Μπαλάφα ν’ ανέβει μια ώρα αρχύτερα στα “λαμπερά βουνά” ήταν γιατί το 1942 συνελήφθη και πέρασε στο Μεσολόγγι ιταλικό στρατοδικείο, όχι για κάποια σημαντική πράξη αντίστασης, αλλά από μια “απροσεξία”, όπως λέει ο ίδιος: Από κάποιους Αλβανούς μαυραγορίτες είχε αγοράσει ένα ασφράγιστο τρανζίστορ. Απ’ αυτό, κρυμμένος σ’ ένα υπόγειο με φίλους του, άκουγαν καθημερινά τα νέα από το BBC. Δεν αρκέστηκαν σ’ αυτό, βέβαια, και σιγά-σιγά άρχισαν να κυκλοφορούν ένα δελτίο με τα νέα που μεταδίδονταν. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν μπορούσε να κρατηθεί μυστικό για πολύ καιρό. Μαθεύτηκε και τους έπιασαν. Το στρατοδικείο από κάποια σύμπτωση έδειξε επιείκεια και τους καταδίκασε μόνο σε τρεις μήνες φυλακή με αναστολή. Ετσι, αφέθηκαν ελεύθεροι.
Τότε πήρε την απόφαση να καταταγεί στον ΕΛΑΣ. Η Ασφάλεια έκανε έρευνα στο σπίτι του στα Γιάννενα, βρήκε το περισσότερο υλικό απ’ τα “ντοκουμέντα της χαρτοσακούλας”, το κατάσχεσε και βέβαια ποτέ πια δεν ξαναβρέθηκε. 13
Μαχητής – τυφεκιοφόρος του 85ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ και παράτολμος φωτογράφος
Στο Ζαγόρι, στο Χάνι του Καμπέραγα, έχοντας πάντα μαζί τη φωτογραφική του μηχανή, συνάντησε το φίλο του Λέανδρο Βρανούση.14 Εντάχθηκε στο 85ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ με διοικητή τον γενναίο Γιώργο Καλλιανέση και υπήρξε μόνιμος συνοδοιπόρος, σε ατελείωτες πορείες από περιοχή σε περιοχή, με τον φίλο του Λέανδρο.
Στο βουνό ο Κώστας Μπαλάφας συνάντησε ανθρώπους που ξημεροβραδιάζονταν στο ύπαιθρο, έτοιμοι για μετακίνηση, γιατί στο κάθε τους βήμα παραμόνευε ο θάνατος. «Ανθρωποι που στερούνταν τα πάντα, ακόμα και το ψωμί. Οι πιο πολλοί, λίγο-πολύ ξυπόλητοι, μόνιμα ψειριασμένοι, αλλά με τη μεγάλη απόφαση για να πεθάνουν για τη λευτεριά». 15
«Οι πρώτες αντάρτικες ομάδες ήταν οπλισμένοι μ’ όπως βολεύονταν ο καθένας, ακόμα και τον ρουχισμό τους, τα πρώτα τους όπλα ήταν αυτά που είχε αναμερίσει 16 ο στρατός στην οπισθοχώρηση, αλλά ακόμα και με γκράδες 17 ξεθαμμένους απ’ το παλιό οπλοστάσιο των προγόνων, όπου κάπου μερακλήδες παλιοί τους είχαν καταχωνιασμένους στις αστρέχες 18 με κοντάκια πλουμισμένα, με γοργόνες και σιντέφια 19. Σιγά-σιγά, όμως, απόκτησαν σύγχρονο οπλισμό στις μάχες τους με τον εχθρό κι εκείνα τ’ άρπαξαν από το ίδιο του το χέρι και του ’σπασαν τα μούτρα».20
«Με αυτούς τους λίγους, τους απροσκύνητους, ξεκίνησε κι έγινε ο μεγάλος στρατός του Ε.Λ.Α.Σ. “το καινούργιο αρματολίκι”»…
«Και κοντά σ’ αυτούς, τους ξυπόλητους, τους κατσαπλιάδες 22, όπως τους έλεγαν οι καλοβολεμένοι, μαζεύτηκε ό,τι εκλεκτό είχε αυτός ο τόπος απ’ το πνευματικό του δυναμικό, άνθρωποι ασυνήθιστοι από κακουχίες και στερήσεις στάθηκαν δίπλα στον λαό και τον βοηθήσαν στη δύσκολή του ώρα αλλάζοντάς του την μοίρα».
«Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν μόνο αξιωματικοί, δεν ήταν μόνο λόγιοι, ήταν κι άνθρωποι καλλιτέχνες, κάναν το “θέατρο του βουνού”, όπως ο Γιώργος ο Κοτζιούλας, και αξιοποιήσαν σπυρί-σπυρί τη γνώση των απλών ανθρώπων του λαού, για να φτάσουν σε κορφές καλλιτεχνικής δημιουργίας». 23
Γενναίοι δεν ήταν μόνο οι συμπολεμιστές του Κώστα Μπαλάφα, μα κι ο ίδιος είχε παράτολμο χαρακτήρα και οι πράξεις του χαρακτηρίζονταν από γενναιότητα, γεγονός που αποδείχτηκε, όταν “αιχμαλώτιζε” στον φακό φοβερά εγκλήματα και σκηνές μπροστά στους Ιταλογερμανούς κατακτητές, με κίνδυνο την άμεση εκτέλεσή του με συνοπτικές διαδικασίες ή όταν φωτογράφιζε τους διπλανούς συμπολεμιστές του την ώρα της μάχης.
Αδιάψευστος μάρτυρας της παράτολμης ιδιοσυγκρασίας και εφευρετικότητάς του είναι η φωτογράφιση των σωμάτων των πατριωτών Τόδουλου και Φαρίδη, που αιωρούνταν άψυχα ανάμεσα σε δύο πλατάνια στις όχθες της λίμνης των Ιωαννίνων τον Μάρτη του 1944, όπως αναφέρει στο βιβλίο του ο Κώστας Μπουμπούρης, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”. 24
Οι Γερμανοί κατακτητές άφηναν αλλά και υποχρέωναν το πλήθος να πλησιάσει την επιτηρούμενη από φρουρούς περιοχή, για λόγους παραδειγματισμού και εκφοβισμού. Ο Κώστας Μπαλάφας έκανε πρώτα μια πρόχειρη αυτοψία, υπολόγιζε τις αποστάσεις και ξαναγύριζε κρατώντας στην αγκαλιά του μια τσάντα με κρεμμύδια. Μέσα στην τσάντα του μανάβη, όμως, είχε κρύψει τη φωτογραφική του μηχανή με ανοιχτή μια τρύπα μπροστά στο φακό, για να φωτογραφίζει χωρίς να γίνεται αντιληπτός: «Κανείς δεν έπρεπε να ξέρει ότι φωτογραφίζω. Δεν ήταν μόνο οι Γερμανοί, αλλά και οι χωροφύλακες που ήταν χειρότεροι». 25
Περνώντας μπροστά απ’ τους κρεμασμένους, και από ικανή απόσταση, απαθανάτισε το γεγονός, αφήνοντας έτσι στην ιστορία μία από τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες της Κατοχής.
Εξάλλου, η φωτογράφιση του οπλοπολυβολητή αντάρτη την ώρα που έπεφτε με το όπλο στα χέρια, χτυπημένος σε γερμανική ενέδρα στα Γραμμενοχώρια, τον αναδεικνύει άφοβο στις μάχες, καταδεικνύει ότι σκοπός του ήταν να φωτογραφίσει πάση θυσία την Αντίσταση στην Ηπειρο. 26
Για τη μοναδικότητα της φωτογραφίας αυτής έγραψε στο μηνιαίο περιοδικό “Φωτογράφος” ο ιστορικός φωτογραφίας Αλκης Ξανθάκης: «Οσο όμως κι αν ερεύνησα, δεν κατόρθωσα να βρω φωτογραφίες απ’ τον Εμφύλιο που να μην είναι καταγραφικές ή στημένες. Μια όμως που γνωρίζω είναι μοναδική κι ανεπανάληπτη. Είναι η στιγμή που ο αντάρτης χτυπημένος απ’ τη σφαίρα ετοιμάζεται να αφήσει το οπλοπολυβόλο του. Ο Κώστας Μπαλάφας ήταν μαζί με την ομάδα των ανταρτών όταν έπεσαν σε ενέδρα. Πρώτος χτυπήθηκε ο πολυβολητής της ομάδας, ενώ γύρω του επικρατούσε χάος. “Δεν είχα παρά μόνο κλάσματα δευτερολέπτου για να πατήσω το κουμπί και αμέσως να καλυφθώ”, μου είχε πει ο Μπαλάφας. Η φωτογραφία αυτή δείχνει και λέει πολλά. Και μας κάνει περήφανους και για τον μεγάλο και σεμνό φωτογράφο και για το έπος που κατέγραψε». 27
“Κώστας Μπαλάφας: το Αντάρτικο στην Ηπειρο, ασπρόμαυρες φωτογραφίες 1940-1944”
«Στα χρόνια της Αντίστασης», θα γράψει ο Κώστας Μπαλάφας, «έζησα από κοντά τον αγώνα του ανθρώπου για ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, ενός λαού που στη δύσκολη ώρα τα έδωσε όλα για την πατρίδα, με την ελπίδα πως θα άλλαζε και τη δική του μοίρα. Είχα πάντα την πεποίθηση, παρ’ όλες τις θυσίες, πως τελικά θα νικούσαν το δίκιο και η ελπίδα, θα νικούσε ο άνθρωπος».
Μετά την ηρωική Αντίσταση, βέβαια, ήρθε ο Εμφύλιος με τα γνωστά γεγονότα. Η καταφρόνια, οι εξορίες, οι εκτελέσεις, το ανεξέλεγκτο μίσος, τα φακελώματα, τα κομμένα κεφάλια κρεμασμένα σε κεντρικούς φανοστάτες για την κατατρομοκράτηση του κόσμου.
Ο Κώστας Μπαλάφας θα γράψει γι’ αυτά τα πέτρινα χρόνια: «Ατενίζοντας στα δειλινά του ορίζοντα αναπολούσα τους ατελείωτους σταυρούς των θυμάτων για τους αγώνες και τις ιδέες τους. Σκεπτόμουν τις στρατιές των εξόριστων και των προσφύγων με την καρδιά γεμάτη πίκρα και το στυφό στοιχείο της απογοήτευσης, πόσο αργά και άχαρα κυλάει η ζωή στον ξένο τόπο και πόσο σκληρή είναι η ζωή χωρίς την απαντοχή.
Δοκίμαζα κάθε μέρα πόσο λίγη είναι η χαρά στην πόλη για τη ζωή και πόσο μακριά από το δίκιο είναι οι νόμοι, σαν σκεπτόμουν τις χιλιάδες των εκτελεσμένων με δίκες σκοπιμότητας στα έκτακτα στρατοδικεία και ακόμα τα κομμένα κεφάλια των αγωνιστών, που εξαργύρωναν οι παρακρατικοί στα δημόσια ταμεία, μια λίρα το κομμάτι.
Αναλογιζόμουν τον πόνο για κείνες τις χαροκαμένες μάνες που έμειναν ολομόναχες, μοιρολογώντας σαν Ερινύες 28 στον ρημαγμένο τόπο, με τα βαθουλωμένα μάτια στερεμένα από δάκρυα, μάταια να περιμένουν αυτούς που ποτέ δεν θα έρθουν, βυθισμένες στους ωκεανούς της προσωπικής τους σιωπής. Πάντα θα αγναντεύουν στα ξάγναντα 29 μη δουν κάποιον να έρχεται από μακριά, γιατί δεν μπορούν να το καλοπιστέψουν πως για πάντα τούς έχασαν και τους μένει να ζήσουν χωρίς ελπίδα». 30
Ολάκερη αυτή την περίοδο ο Κώστας Μπαλάφας, κυνηγημένος όπως όλοι οι συναγωνιστές του, είχε πέσει σε νέες περιπέτειες. Βρισκόταν συνεχώς σε εγρήγορση κι ετοιμότητα, για να περισώσει με κάθε θυσία το έργο του. Είναι κατόρθωμα πώς γλύτωσε το ευπαθές αυτό υλικό (τα φιλμ), όχι τόσο απ’ τις πολεμικές κακουχίες και τις υγρασίες που συσσωρεύονταν στις φυσικές κρυψώνες του, αλλά από τις γλώσσες της καταλαλιάς 31 μιας μεγάλης περιόδου, που έφτασε μέχρι σχεδόν τις αρχές της δεκαετίας του 1990. 32
Ο Κώστας Μπαλάφας εμπιστεύθηκε το υλικό που είχε συγκεντρώσει στην οικογενειακή του φίλη Ιουλία Γοργόλη, θεωρώντας ότι υπήρχε κίνδυνος να κατασχεθεί, αν έμενε στα χέρια του. Εκείνη, το έκρυψε κάτω από το ξύλινο ταβάνι ενός γιαννιώτικου σπιτιού. Ενα μέρος καταστράφηκε από την υγρασία, αλλά το υπόλοιπο έμεινε άθικτο και το παρέλαβε ο ίδιος, χωρίς κανέναν πλέον κίνδυνο, το 1975. Φιλμ που δεν θεωρούνταν επικίνδυνα ώστε να τα κρύψουν, όπως εκείνα με θέμα τη μαζική μεταφορά των Εβραίων από τα Γιάννενα σε γερμανικά στρατόπεδα, έπεσαν στα χέρια των αρχών ασφαλείας το 1944 και δυστυχώς εξαφανίστηκαν. 33
Η σημαντική αυτή φωτογραφική μαρτυρία έγινε ευρέως γνωστή το 1991, όταν εξέδωσε ο ίδιος στα Γιάννενα, με δική του δαπάνη, το λεύκωμα-βιβλίο “Κώστας Μπαλάφας: το Αντάρτικο στην Ηπειρο, ασπρόμαυρες φωτογραφίες 1940-1944” εμπλουτισμένο με αυτούσιες δραματικές αφηγήσεις του ιδίου και με πρόλογο του φίλου και συναδέλφου του Σπύρου Μελετζή. Το βιβλίο «αποτυπώνει με τον πιο αξιόπιστο τρόπο στιγμές εφιαλτικές αλλά και δόξας απ’ τη Μεταξική δικτατορία, τον πόλεμο του ’40, τη μαύρη Κατοχή, τις εκτελέσεις, την Αντίσταση και την απελευθέρωση». 34
1. Κώστας Μπαλάφας. Φωτογραφικό οδοιπορικό στο Άγιον Όρος 1969-2001, εκδ. Αγιορείτικη Φωτοθήκη – Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη, Άγιον Όρος – Αθήνα 2006.
2. κακοτράχαλος -η -ο: 1. (για έδαφος, τόπο) που είναι βραχώδης ή πετρώδης και κατά συνέπεια δύσβατος.
3. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο σπάνιο και ξεχωριστό βιογραφικό ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, που είχε γυριστεί το 1985, για λογαριασμό του Υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΕ), https://www.youtube.com/watch?v=i2wzfqfMzzQ.
4. απάγκιος -α -ο: 2β. (μτφ.) προστασία.
5. αγγαρεύω, -ομαι: επιβάλλω σε κπ. αναγκαστική και άμισθη εργασία || ζητώ από κπ. μια εξυπηρέτηση.
6. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, ο.π., (ΥΠΠΕ) & Έφυγε ο φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας, βλ. tvxs, ο.π..
7. Εφυγε ο φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας, βλ. tvxs, 11/10/2011, βλ.: http://tvxs.gr/news/prosopa/efyge-o-fotografos-tis-antistasis-kostas-mpalafas
8. Εφυγε ο φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας, βλ. tvxs, ο.π..
9. Βλ. Κώστας Μπαλάφας. Περί φωτογραφίας ή Η δυσκολία της δημιουργίας σε μια “εύκολη” τέχνη, Συνέντευξη του Κώστα Μπαλάφα στον Νίκο Παναγιωτόπουλο, περιοδικό ΤΕΤΑΡΤΟ, τεύχος Νο 23, Μάρτιος 1987, σελ. 74.
10. Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Μπαλάφα, Το Αντάρτικο στην Ήπειρο: Ασπρόμαυρες φωτογραφίες 1940-1944, αυτοέκδοση, χρόνος έκδοσης: 1991.
11. Εφυγε ο φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας, βλ. tvxs, ο.π..
12. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, ο.π., (ΥΠΠΕ).
13. Βλ. Κώστας Μπαλάφας. Περί φωτογραφίας ή Η δυσκολία της δημιουργίας σε μια “εύκολη” τέχνη, ο.π.
14. Ο Λέανδρος Βρανούσης, ο νεότερος εθνοσύμβουλος Ηπείρου της ΠΕΕΑ, υπήρξε στενός φίλος και συνοδοιπόρος, σε ατέλειωτες πορείες, του Κώστα Μπαλάφα. Στον ακαδημαϊκό του βίο ήταν διευθυντής του Κέντρου Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.
15. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, ο.π., (ΥΠΠΕ).
16. αναμερίζω, -ομαι: (λαϊκότρ.) απομακρύνω κπ. ή κτ., τον παραμερίζω. || απομακρύνομαι, παραμερίζω.
17. γκρας ο: είδος παλαιού οπισθογεμούς τουφεκιού γαλλικού υποδείγματος 1874, σχετικά αργού στη χρήση σε σύγκριση με τα πιο σύγχρονα τουφέκια που χρησιμοποιήθηκαν στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
18. αστρέχα ή αστράχα ή, σπανιότερα, οστρέχα η: το γείσο της στέγης στα σπίτια με κεραμοσκεπή, η άκρη που προεξέχει, και κατ’ επέκταση η υδρορροή της στέγης.
Ο λόγος ύπαρξης της αστρέχας είναι να μην τρέχουν τα νερά της βροχής πάνω στους τοίχους.
19. σιντέφι ή σεντέφι το: κάτι που καλύπτει την εσωτερική πλευρά θαλασσινών οστράκων, και το οποίο χρησιμοποιούμε ως υλικό..
20. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, ο.π., (ΥΠΠΕ).
21. Βλ. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, Εκδοση: Κώστας Μπουμπουρής – Στέφανος Κωστούλας. Αθήνα, 2010, σελ. 46.
22. κατσαπλιάς ο: 1. υβριστικός χαρακτηρισμός για τους αντάρτες, κυρίως κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου. 2. (παρωχ.) κλέφτης.
23. Βλ. τη διήγηση του Κώστα Μπαλάφα στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα: “Κώστας Μπαλάφας”, ο.π., (ΥΠΠΕ).
24. Βλ. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, Εκδοση: Κώστας Μπουμπουρής – Στέφανος Κωστούλας. Ετος έκδοσης: Αθήνα, 2010.
25. Βλ. Κώστας Μπαλάφας. Περί φωτογραφίας ή Η δυσκολία της δημιουργίας σε μια “εύκολη” τέχνη, Συνέντευξη του Κώστα Μπαλάφα στον Νίκο Παναγιωτόπουλο, περιοδικό ΤΕΤΑΡΤΟ, τεύχος Νο 23, Μάρτιος 1987, σελ. 74.
26. Εφυγε ο φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας, βλ. tvxs, ο.π..
27. Βλ. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, ο.π., Αθήνα, 2010, σελ. 29.
28. ερινύα η: α. Ερινύα, καθεμία από τις γυναικείες θεότητες της ελληνικής μυθολογίας, οι οποίες είχαν ως προορισμό να τιμωρούν εκείνους που παρέβαιναν τους ηθικούς νόμους. Οι Ερινύες ήταν προσωποποίηση των τύψεων της συνείδησης. β. (πληθ.) οι τύψεις.
29. ξάγναντο το: (λογοτ.) ψηλό και περίοπτο μέρος από όπου μπορεί κανείς να αγναντέψει.
30. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, ο.π., Αθήνα, 2010, σελ. 192.
31. καταλαλιά η: (λαϊκότρ.) κακολογία, κακόπιστη συνήθ. κριτική.
32. Βλ. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, ο.π., Αθήνα, 2010, σελ. 29.
33. Ανυπόγραφο, Πέθανε ο φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας, εφημερίδα Τα Νέα, 09/10/2011: http://www.tanea.gr/news/nsin/article/4663646/?iid=2
34. Βλ. Κώστας Μπουμπουρής, “Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του”, ο.π., Αθήνα, 2010, σελ. 41.
35. διάσελο το [δια- σέλ(α) -ο]: (λογοτ., λαϊκότρ.) ο αυχένας του βουνού.
36. Βλ. Δήμητρα Ρούμπουλα, Εδώ είναι ένας λαός τρανταχτός, εφημερίδα Έθνος, 04/02/2011.