Εβδομήντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από την άγρια εκτέλεση του Βαγγέλη Κτιστάκη στην Αγιά στις 16 Ιουνίου 1944. Για τον Βαγγέλη Κτιστάκη, τον ακούραστο ενάντια στην κοινωνική ανισότητα, τον φασισμό και τον πόλεμο, μαχητή, δεν υπάρχουν, παρά σποραδικές γραπτές αναφορές. Φαίνεται όμως πως ο Κτιστάκης υπήρξε για καιρό χαραγμένος στη συλλογική μνήμη των Κρητών, μέχρι που σβήστηκε κι αυτός μαζί με πλήθος πολύτιμες σελίδες, από το σβηστήρα των “νικητών” και τον οδοστρωτήρα των “νέων” ιδεών. Θυμάμαι τον πατέρα μου, που ενώ δεν ήταν αριστερών φρονημάτων έτρεφε βαθύτατη εκτίμηση για τον Κτιστάκη. Επίσης τη Μαρία Παπαδάκη, η οποία διατηρούσε βιβλιοδετείο στο Σαντριβάνι στην αρχή της οδού Χάληδων, την άκουσα μια μέρα να μονολογεί: – Να, από δω περάσανε αιμόφυρτο τον Βαγγέλη… – Ποιoς ήταν αυτός κυρία Μαρία; – Αυτός παιδί μου, ήταν ο Ρήγας Φεραίος της Κρητικής Αντίστασης!!! Ο Κτιστάκης, γιος εύπορου αστού επαναστάτη των Χανίων, σπούδασε νομικές και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Αριστούχος, με πνευματική οξυδέρκεια και απαράμιλλο ήθος. Μέσα από τη συμμετοχή του στην πάλη των ιδεών εγκολπώνεται τη θεωρία του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού. (2) Αρχές δεκαετίας του ’30 οργανώνεται στο Κ.Κ.Ε.. Μαζί με τους ελάχιστους συντρόφους του στα Χανιά, κυρίως συμμαθητές του, συγκροτούν την Κομματική Οργάνωση Χανίων και δουλεύουν ακούραστα «πολεμώντας την αδικία έστω και με αδύναμα μέσα» (Μπ. Μπρεχτ). Με το λεβέντικο παράστημα, το αισιόδοξο και καλοσυνάτο χαμόγελο, την έμφυτη ευγένεια και το κοφτερό μυαλό του κερδίζει σύντομα την εμπιστοσύνη και τις καρδιές των συμπολιτών. Ιδρύει την “Ενωσιν Διανοουμένης Νεολαίας”. Οργανώνει ομιλίες στο Εμπορικό Επιμελητήριο και αλλού. Προωθεί μαζί πάντα με τους συντρόφους του τη δημιουργία συλλόγων ακτημόνων καλλιεργητών και εφέδρων πολεμιστών. Ενθαρρύνει τη δημιουργία εργατικών και αγροτικών σωματείων και γενικότερα τη μαζική λαϊκή οργανωμένη πάλη. Από χωριό σε χωριό, από βουνό σε βουνό, αεικίνητος ο Β. Κτιστάκης με τη “βούργια στη ράχη” οργώνει την Κρήτη οργανώνοντας τον λαό της υπαίθρου απέναντι στο φασισμό και τον πόλεμο που απειλητικά πλησιάζει. Δημοσιεύει πύρινα άρθρα, εκδίδει την εφημερίδα “Λευτεριά”, πρωτοστατεί στις μαζικές μαχητικές λαϊκές διεκδικήσεις. Δυο φορές καταδικάζεται σε φυλάκιση και εξορία. Και τις δυο φορές τον σώζει η κινητοποίηση των Χανιωτών (και όχι μόνο), τόσο των διανοουμένων όσο και των απλών λαϊκών ανθρώπων (έτσι, για να μην ξεχνάμε τι κατάφερναν οι γονείς μας κάποτε). Δικτατορία του Μεταξά. Ο Κτιστάκης στην Αθήνα αναλαμβάνει εκ μέρους του ΚΚΕ την ευθύνη της δημιουργίας αντιδικτατορικού – αντιπολεμικού μετώπου πραγματοποιώντας επαφές με στελέχη παλαιοδημοκρατικών κομμάτων, φιλελευθέρους κ.λπ. (Σοφούλη, Γονατά, Τσουδερό, κ.ά.) Ήδη στην Κρήτη το αντιδικτατορικό μέτωπο έχει γίνει πράξη με μια ένοπλη εξέγερση στα Χανιά (αποτυχημένη δυστυχώς) στο ενεργητικό του. Στη δύσκολη αυτή περίοδο, πλήθος απλών μελών αλλά και πρωτοπόρων στελεχών της Αριστεράς στέλνονται στις φυλακές και τις εξορίες. Ο Μεταξάς με τον Μανιαδάκη έχουν βαλθεί να συντρίψουν το κόμμα των Κομμουνιστών αλλά κυρίως με την εξαγορά συνειδήσεων και με το χαφιεδισμό κατάφεραν να δημιουργήσουν σύγχυση μεγάλη μέσα στους κόλπους του πιο πρωτοπόρου κομματιού της ελληνικής κοινωνίας κατά τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Έτσι, τον Ιούλιο του 1941 κατά την 6η Ολομέλεια, με απόφαση του κόμματος, ο Βαγγέλης Κτιστάκης βρίσκεται εκτός, σε απομόνωση, ως ύποπτος χαφιεδισμού όπως και πολλά άλλα μέλη και στελέχη, άλλα δικαίως και άλλα αδίκως. Η απομάκρυνση διήρκησε μέχρι το ’43, σχεδόν τρία χρόνια που τα βίωσε με πικρία αλλά και με αταλάντευτη πίστη στο δίκιο του αγώνα. Όλο αυτό το διάστημα δεν έπαψε ν’ αγωνίζεται σε βαθιά παρανομία μέσα στο πλαίσιο του αντιφασιστικού αγώνα κατά της διπλής κατοχής διαθέτοντας οξύτατο κριτήριο και με πλούσιο απόθεμα τη μαρξιστική – λενινιστική του κατάρτιση. Το 1944 ορίζεται γραμματέας του κόμματος στην Κρήτη. Τότε είναι που το 14ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ στην Κρήτη γίνεται πραγματικότητα. Όταν οι Εγγλέζοι (που δεν ήταν και τόσο “αγαθών προθέσεων” σύμμαχοι όπως νόμιζαν αλλά και συνεχίζουν να νομίζουν μερικοί) πληροφορήθηκαν τον ερχομό του Βαγγέλη στα Χανιά, αποφάσισαν να τον βγάλουν απ’ τη μέση. Επειδή γνωρίζουν τις οργανωτικές του ικανότητες, επειδή φοβούνται το λαό κι επειδή δεν θέλουν ο αγώνας να πάρει διαστάσεις πέρα από τα όρια που οι ίδιοι βάζουν, τον καταδίδουν στους Γερμανούς. Στις 13 Ιουνίου ’44 μια ομάδα από γκεσταπίτες και από Έλληνες ασφαλίτες περικυκλώνουν ένα σπίτι στην Εβραϊκή όπου κρύβεται ο Κτιστάκης. Μόλις που προλαβαίνει να κάψει ό,τι έγγραφα και σημειώματα κατείχε· αλλά η πλαστή ταυτότητά του δεν μπορεί να τον σώσει αφού στο απόσπασμα πρωτοστατεί ο ενωματάρχης Τζεϊράνης: «Οχτώ χρόνια τον-ε κυνηγώ, κι εδά θα τον αφήσω;» αποκρίνεται σ’ έναν χωροφύλακα που του ’καμε νόημα να σωπάσει. Δυο μέρες έμεινε μόνο στο κολαστήριο της Αγιάς ο Βαγγέλης. Στις 16 Ιουνίου, χαράματα, ετοιμάζονται να τον εκτελέσουν μαζί μ’ ένα Γερμανό και δυο Ιταλούς αντιφασίστες. Καθώς οδηγείται στο “Γολγοθά”, ο Βαγγέλης απευθύνεται στους δημίους του στη γλώσσα τους, με λόγια του μυαλού και της καρδιάς: Ποιος ήταν, γιατί αγωνιζόταν, γιατί η Γερμανία θα χάσει τον πόλεμο. Δεν πρόκαμε να τελειώσει. Δυο – τρεις ορμούν και τον εκτελούν επί τόπου. Το τραγικό είναι, πως αν οδηγείτο τελικά στον τόπο της εκτέλεσης πολύ πιθανόν να είχε γλυτώσει, επειδή απόσπασμα του ΕΛΑΣ παραφύλαγε να τον ελευθερώσει. Η εκτέλεση του Βαγγέλη συγκλόνισε την Κρήτη και προπαντός τους Χανιώτες, ανεξαρτήτως φρονημάτων (πλην των γερμανόφιλων ασφαλώς). Από κει και πέρα, το δέντρο της Αντίστασης που φύτεψε και που ακόμα και με το αίμα του πότισε, γιγαντώθηκε απ’ άκρο σ’ άκρο στο νησί όπως και σ’ όλη τη χώρα, για να προδοθεί αμέσως μετά το διώξιμο των Γερμανών καθώς χαλκεύτηκαν τα νέα δεσμά των Αγγλοαμερικάνων. Δεν θα ήταν πάνω από 37 χρόνων νομίζω όταν εκτελέστηκε. Όμως σήμερα, με τα όσα υποφέρουμε εμείς, δηλαδή ο κόσμος της δουλειάς, του μυαλού και του μόχθου (όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκόσμια), το να θυμόμαστε αυτά τα παλληκάρια, δεν είναι περιττό: «Τον αντρειωμένο μην τον κλαις, κι αν αστοχήσει κιόλας Κι αν αστοχήσει μια και δυο, πάλι αντρειωμένος είναι πάντα είν’ οι πόρτες του ανοιχτές…»(3)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Επωδός από το αντάρτικο “Ενας αητός περήφανος”. Το τραγουδούσαν στη Ρούμελη, μετά το χαμό του Άρη. 2. Μελέτες του Β.Κ.: Α. “Η ευθύνη των εφοπλιστών”, Βερολίνο 1930. Β. “Αντικειμενική επάρκεια σε είδη κατανάλωσης” Γ. “Επάρκεια σε είδη κατανάλωσης” Δ. “Ο χαρακτήρας του ΕΑΜ, το αγροτικό πρόβλημα” Ε. “Το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας” κ.ά. 3. Ριζίτικο. Τραγουδιέται στα χωριά της ρίζας, όταν πεθαίνει ένας λεβέντης, αλλά και όχι μόνο στον θάνατο. ΠΗΓΕΣ Α. Βαγγέλη Χατζηαγγελή: “BΑΓΓΕΛΗΣ ΚΤΙΣΤΑΚΗΣ… και η εποχή του” Χανιά 1964, αυτοέκδοση. Β. Μάρως Δούκα: “ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΕΙΝΑΙ ΖΟΡΙΚΟ ΠΟΛΥ”, Αθήνα 2010, εκδ. ΠΑΤΑΚΗ. Γ. Αλίκης Παλίδου: “ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ”, Ηράκλειο 2009, αυτοέκδοση.