«Η Αρχιτεκτονική του μέλλοντος θα είναι περισσότερο ανοικτή στις αλλαγές που συμβαίνουν», όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο της 17ης Συνόδου των προέδρων των Αρχιτεκτονικών Σχολών της Ευρώπης, που άρχισε προχθές και ολοκληρώνεται σήμερα στο Κ.Α.Μ. στα Χανιά, με θέμα το μέλλον της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης.
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου διερευνήθηκαν οι κατευθύνσεις που μπορούν να δοθούν σε Σχολές Αρχιτεκτονικής, ώστε να δίνεται διέξοδο τόσο στους νέους αρχιτέκτονες, αλλά και στον κόσμο που θέλει να κάνει χρήση της αρχιτεκτονικής.
Στη Σύνοδο συμμετέχουν πρόεδροι Αρχιτεκτονικών Σχολών από: Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, Τουρκία, Βέλγιο, Δανία, Κύπρο, Ουγγαρία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Η.Π.Α. κ.α.
Οπως ανέφερε ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής Θεσσαλονίκης Κων. Σπυριδωνίδης «τα Χανιά έχουν διαμορφώσει ένα καθεστώς στον χώρο της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης, αφού κάθε χρόνο επί δεκαεπτά έτη συζητούμε τι συμβαίνει στον χώρο της αρχιτεκτονικής στις μέρες μας. Ολες οι συναντήσεις έχουν έναν χαρακτήρα διερευνητικό, αλλά και προγραμματικό, όσον αφορά τον χώρο της Αρχιτεκτονικής, με την έννοια ότι θα μπορούσαν να διαμορφωθούν ιδέες σε μία περιρρέουσα ατμόσφαιρα όπου χρειάζονται προσαρμογές. Στη συνάντηση προσπαθούμε να σχεδιάσουμε μια καλύτερη προοπτική – προγραμματική προκειμένου να διαμορφωθεί ένας άξονας στρατηγικής για το πώς θα μπορέσουμε να χειριστούμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε».
Η ΚΡΙΣΗ “ΑΓΓΙΖΕΙ”
ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ
Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σπυριδωνίδης «η κρίση που υπάρχει στις χώρες του νότου, αλλά και στις βόρειες χώρες της Ευρώπης, αλλάζει τα δεδομένα της παιδείας του αρχιτέκτονα. Αν σκεφτεί κανείς ότι περίπου ένα 37% των αποφοίτων μας εργάζονται ως αρχιτέκτονες σε γραφεία ή στον χώρο της παραγωγής του δομημένου περιβάλλοντος, καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό το οποίο εκπαιδεύεται και απασχολείται σε άλλες δραστηριότητες. Κι αυτό δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορες τις Αρχιτεκτονικές Σχολές».
«Αυτό που προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ως συνθήκη και αντίληψη είναι ότι θα πρέπει να είμαστε λίγο περισσότερο ευαίσθητοι ως σχολεία στις αλλαγές που συμβαίνουν απ’ έξω και τις οποίες συνήθως δεν παρακολουθούμε. Δηλαδή να αποκτήσουμε μεγαλύτερη εγρήγορση σε θέματα που αφορούν την κοινωνία μας και προφανώς επηρεάζουν κι εμάς ως Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, έτσι ώστε να είμαστε περισσότερο προσαρμόσιμοι στο διαμορφούμενο περιβάλλον», τόνισε ο κ. Σπυριδωνίδης και πρόσθεσε λέγοντας: «Οταν οι αξίες στην κοινωνία μετασχηματίζονται, θα πρέπει ο τρόπος με τον οποίο μεταφράζονται σε χώρο να γίνεται αντικείμενο διαχείρισης μέσα από τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Κάτι που δεν είχαμε άμεσα μέχρι σήμερα για να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαφοροποίηση στο τι ζητείται, διαμορφώνεται ή καθιερώνεται από αυτό το οποίο τελικά οργανώνει την εκπαίδευση. Αυτό το οποίο ζητά κανείς από την Αρχιτεκτονική του μέλλοντος είναι να είναι περισσότερο ανοικτή στις αλλαγές που συμβαίνουν».
Αρχιτεκτονική για πολλούς
«Το επόμενο βήμα για την Αρχιτεκτονική είναι πως πλέον θα πρέπει να αποτελεί την επιστήμη που σχεδιάζει όχι μόνο για τους λίγους, αλλά για τους πολλούς, με πιο λιτές κατασκευές, πιο οικονομικά και αισθητικά χαρακτηριστικά», ανέφερε η δρ Τζούλια Τζώρτζη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Τοπίου, Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου και διευθύντρια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Αρχιτεκτονικής Τοπίου, η οποία συμμετείχε στη Σύνοδο και πρόσφατα διακρίθηκε με τιμητικό έπαινο στον Διεθνή Διαγωνισμό της Διεθνούς Ενωσης Αρχιτεκτόνων με θέμα: “UTOPIA AND/OR HAPPINESS”, ενώ έλαβε διάκριση για τη μελέτη των Κήπων της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης καθώς ήταν επικεφαλής της ομάδας που έχει κάνει τη μελέτη η οποία υλοποιήθηκε.
Οπως επεσήμανε η κα Τζώρτζη «τόσο στην Αρχιτεκτονική όσο και στην Αρχιτεκτονική τοπίου σχεδιάζουμε χρησιμοποιώντας τα ίδια στοιχεία της φύσης π.χ. την πέτρα με σεβασμό στη φυσιογνωμία μιας περιοχής. Πρόκειται ίσως για ένα από τα Τμήματα του μέλλοντος της Αρχιτεκτονικής, όπως ο βιοκλιματικός σχεδιασμός, δηλαδη πώς μπορούμε να χρησιμοποιούμε τα διάφορα στοιχεία της φύσης, το νερό, τον αέρα, το χώμα, με τέτοιον τρόπο, ώστε να βελτιώνουμε το μικροπεριβάλλον μιας περιοχής τόσο κτηριακά όσο και στον υπαίθριο χώρο».
Μιλώντας για τον τιμητικό έπαινο που έλαβε στον Διεθνή Διαγωνισμό της Διεθνούς Ενωσης Αρχιτεκτόνων με θέμα “UTOPIA AND/OR HAPPINESS”, επεσήμανε πως: «Σχεδιάσαμε ένα πράσινο νησί -που μορφολογικά έμοιαζε με την Κρήτη όπως πολλοί παρατήρησαν- και το πώς αυτό το νησί θα είναι το 2162! Ηταν μια δημιουργική πρόταση για την ιδεολογική θεώρηση του αστικού τοπίου και τον σχεδιασμό του στο μέλλον. Δηλαδή σχεδιάσαμε ένα πράσινο νησί “παντρεύοντας” την Αρχιτεκτονική με την αρχιτεκτονική τοπίου με διαδρομές μέσα στον χώρο του πρασίνου, όταν πια ο πολιτισμός θα είναι πλέον πολύ εξελιγμένος με τις όποιες θετικές, αλλά και τις αρνητικές συνέπειες, ο άνθρωπος θα μπορεί να βρει ένα καταφύγιο όπου θα αναπτύσσεται η βιοποικιλότητα. Η Κρήτη βέβαια έτσι κι αλλιώς είναι ένα πράσινο νησί κι αυτό μας ενέπνευσε», επεσήμανε η κα Τζώρτζη.
Οι κήποι της Χάλκης
Αναφερόμενη στη διάκριση που έλαβε για τη μελέτη των Κήπων της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης καθώς ήταν επικεφαλής της ομάδας που έκανε τη μελέτη η οποία υλοποιήθηκε, η κα Τζώρτζη εξήγησε πως «η φιλοσοφία της μελέτης που μας ανατέθηκε από το Πατριαρχείο ήταν βασισμένη στα βιοκλιματικά στοιχεία της Κωνσταντινούπολης. Χρησιμοποιήσαμε φυτά και βλάστηση της βυζαντινής ιστορίας για να δώσουμε έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα. Κάτι που ήταν δύσκολο, διότι στην ιστορία της Αρχιτεκτονικής τοπίου πολύ μικρή αναφορά γίνεται για το Βυζάντιο. Ερευνώντας βρήκαμε χειρόγραφα του 12ου αιώνα της Βιβλιοθήκης της Οξφόρδης όπου αναφερόταν ότι το κάθε φυτό στο Βυζάντιο είχε και έναν ιδιαίτερο συμβολισμό, δηλαδή η άμπελος συμβόλιζε την ευφροσύνη, ο βάτος την τιμωρία, η ροδακινιά τη σεμνότητα, η λικιδάμβαρη την προσευχή γι’ αυτό και την τοποθετήσαμε σε κεντρικό σημείο μέσα στον Κήπο της Χάλκης όπου ουσιαστικά δημιουργήσαμε μια βυζαντινή διαδρομή που ξεκινούσε από τη μνημειακή είσοδο, συνέχιζε σε μια κυκλική διαδρομή μέσα στον χώρο με πολλά φυτά και τα οποία είχαν κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό για το Βυζάντιο».
Σύμφωνα με την ίδια, «το έργο δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, έχει γίνει βέβαια φύτευση σε ένα πολύ μεγάλο τμήμα. Αυτό που μένει είναι το κατασκευαστικό κομμάτι, οι πλακοστρώσεις, οι πινακίδες για την ιστορία του κάθε φυτού καθώς θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα είδος μουσειακής διαδρομής και συγχρόνως ο επισκέπτης να αισθάνεται ότι μπαίνει σε διάφορες ιστορικές περιόδους του Βυζαντίου με ιδιαίτερους συμβολισμούς».
«Η επιλογή και διάκρισή μας για τους Κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης είχε για μας μια ιδιαίτερη σημασία. Ηταν πολύ συγκινητικό που το Πατριαρχείο αποφάσισε να μας αναθέσει αυτό το έργο. Ηταν και για μας τους διδάσκοντες, αλλά και για τους φοιτητές μας που φιλοξενήθηκαν μέσα στον ιστορικό χώρο, μια μοναδική εμπειρία. Επειδή τελευταία γίνονται συνεχώς συζητήσεις για να επαναλειτουργήσει η Σχολή της Χάλκης, πιστεύουμε ότι μέσα από τη δική μας εργασία βάλαμε κι εμείς ένα μικρό λιθαράκι προς αυτήν την κατεύθυνση. Βέβαια μέσα στη Σχολή της Χάλκης ήδη γίνονται συνέδρια, δηλαδή η Σχολή είναι ανοικτή για διάφορες δραστηριότητες και εκδηλώσεις. Αυτό βρισκόταν στο σκεπτικό και της δικής μας μελέτης καθώς μέσα από αυτήν προβλέψαμε ανοικτούς χώρους για τους μελλοντικούς φοιτητές», κατέληξε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Τοπίου στο Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου και διευθύντρια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Αρχιτεκτονικής Τοπίου κα Τζώρτζη.
[…] Πηγή: haniotika-nea.gr […]