«Απόλαυσα τον πόλεμο περισσότερο απ’ ό,τι μου άξιζε… Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος του στα βουνά της Κρήτης, ανάμεσα σε ανθρώπους από τους πιο φιλόξενους που γνωρίζω».
Με αυτά τα λόγια ο Tom J. Dunbabin θέλει να εκφράσει όλα όσα έζησε από το 1942 οπότε και βρέθηκε στην Κρήτη ως Βρετανός αξιωματικός και ο ανιψιός του τα αποτυπώνει στο βιβλίο του, με τίτλο «Ένας αρχαιολόγος στον πόλεμο».
Η Κοινωφελής Επιχείρηση του Δήμου Αμαρίου από κοινού με τον Πολιτιστικό Σύλλογο και την Κοινωνική Ομάδα Γυναικών Αμαρίου Οψυγιάς, σε εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 30 Μαΐου (ώρα 7:00μ.μ.)στο Νευς θα παρουσιάσουν το συγκεκριμένο βιβλίο. Την παρουσίαση θα κάνουν ο συγγραφέας Tom Dunbabin (ανηψιός) του ανθρώπου που έζησε «… το τέλος ενός ταξιδιού από την άλλη άκρη του κόσμου και η αρχή μιας καινούριας ζωής», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στις μνήμες του ο θείος του και ο Κωνσταντίνος Μαμαλάκης από το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης.
«Ο ήχος της μηχανής άλλαξε. Ανέβηκα στο κατάστρωμα και στάθηκα με τους αξιωματικούς στη γέφυρα. Ένα αμυδρό περίγραμμα ξεπρόβαλλε μπροστά μας, πιο μαύρο κι από τη μαύρη νύχτα. Το διαπερνούσε ένα φωτεινό στίγμα που εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν με αναλαμπές. Ένα ζεστό αεράκι μας έφερε τη μυρωδιά της στεριάς. Μερικά λεπτά αργότερα πατούσαμε στη στεριά, με τα κυματάκια να βρέχουν τα πόδια μας….» .
Το ξεκίνημα της περιπέτειάς του στην Κρήτη ήταν ήδη σε εξέλιξη για τον Βρετανό αξιωματικό Tom J. Dunbabin, όταν την άνοιξη του 1942 αποβιβάστηκε σε κάποια νότια παραλία του νησιού. Οι Κρήτες της εποχής αγκάλισαν τον οξυδερκή, γενναίο και εργατικό, κύριο Tom ο οποίος μετά από λίγο διάστημα τέθηκε επικεφαλής της βρετανικής αποστολής στην Κρήτη.
Επρόκειτο, σύμφωνα με στοιχεία του βιβλίου, για έναν φιλέλληνα ο οποίος λόγω της επιστήμης του, ως ιστορικός και αρχαιολόγος από την Οξφόρδη, είχε επιδείξει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό της Ελλάδας.
Στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο κατατάχθηκε στο στρατό και κατόπιν, ως αξιωμάτικος της υπηρεσίας πληροφοριών, ήρθε στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Κρήτη.
Τρία χρόνια δίπλα στους Κρητικούς ήταν αρκετά ώστε να ζήσει έντονες στιγμές τις οποίες κατέγραψε ιδιωτικά, δίνοντας αποκλειστικά έμφαση όχι στα του πολέμου και της αντίστασης, αλλά στα όσα έζησε ως ένας από τους Κρητικούς που συναναστράφηκε.
Ο ίδιος πέθανε το 1955 και μερικά χρόνια αργότερα οι σημειώσεις του και τα χειρόγραφα αξιοποιήθηκαν από τον ανηψιό του.
Η Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, επιμελήθηκε την έκδοσή.
«Τα χωριά αυτά μας έδιναν τη μεγαλύτερη υποστήριξη, τα είχαμε πάντοτε για άσυλο και πολλοί κυνηγημένοι Κρητικοί βρήκαν ασφαλές καταφύγιο στις άγριες πλαγιές του όρους Κέδρος που ορθωνόταν πάνω από τη Χώρα των Λωτοφάγων – ο Κέδρος με τα γάργαρα νερά του, με τις εκατό μία πηγές, εκατό γνωστές στους ανθρώπους και η εκατοστή πρώτη, αν μπορούσες να τη βρεις, με το Αθάνατο νερό… Το μεγαλύτερο γλέντι μας στη Χώρα των Λωτοφάγων έλαβε χώρα τα Χριστούγεννα του 1942, όταν συναντηθήκαμε, ο Paddy, ο Xan κι εγώ στο Γερακάρι και προχωρήσαμε, από χωριό σε χωριό και από σπίτι σε σπίτι, μέχρι το ‘Ανω Μέρος…. Αυτό ήταν και το απόγειο της φιλοξενίας της Χώρας των Λωτοφάγων. Δύο χρόνια αργότερα, όλα αυτά τα όμορφα χωριά ήταν σωροί ερειπίων. Οι Γερμανοί τα κατέστρεψαν, λίγο πριν την υποχώρησή τους, και σκότωσαν πολλούς από τους φίλους μας», αναφέρει ο φιλέλληνας Βρετανός Αξιωματικός και Αρχαιολόγος ο οποίος γεννήθηκε στην Ταζμανία το 1911 και απεβίωσε το 1955.