Σιάτιστα και Κίσαμος. Κίσαμος και Σιάτιστα. Δύο τόποι αλαργινοί που τους χωρίζουν στεριές και θάλασσες. Ο ένας στον νότο που τον λούζουν οι αφροί των κυμάτων του Κρητικού και του Λιβυκού πελάγους και ο άλλος στον βορρά που τον δροσίζουν οι πνοές των Μακεδονίτικων βουνών. Δυο τόποι αλαργινοί μα στενά συνδεδεμένοι μεταξύ τους με δεσμούς αγώνων και αίματος.
Aξιέπαινη και επαινετή η πρωτοβουλία του Συλλόγου Κισαμιτών Αττικής να διοργανώνει κάθε χρόνο εκδρομή – προσκύνημα στη Σιάτιστα κατά την επέτειο της φοβερής μάχης της 4ης Νοεμβρίου 1912, όπως επαινετή είναι και η οργάνωση μνημόσυνων τελετών του Δήμου Σιάτιστας (νυν Βοΐου) για τους αγωνιστές και θανόντες στη μάχη εκείνη.
1912 Οκτώβριος. Η Κρήτη ύστερα από δουλεία επτά αιώνων είναι μια Πολιτεία ελεύθερη και ανεξάρτητη που προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της, να αναπτυχθεί και να προοδεύσει. Η Ελλάδα είναι ένα μικρό, φτωχό κράτος που τα σύνορά του είναι λίγο πιο έξω από την Άρτα και τη Λάρισα. Όλες οι Βαλκανικές χώρες έχουν ανανήψει και σχεδιάζουν την εκδίωξη των Τούρκων από την περιοχή τους και την εθνική τους αποκατάσταση.
Στις αρχές Οκτωβρίου οι Σέρβοι, Βούλγαροι, Μαυροβούνιοι από τον Βορρά και οι Έλληνες από τον Νότο απωθούν τους Τούρκους σε όλα τα μέτωπα. Η Κρήτη παρά του ότι δεν είχε υποχρέωση, συμμετέχει με το Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών, τον Λόχο Εθελοντών Φοιτητών, τον Λόχο Εθελοντών Δασκάλων και πλήθος εθελοντικών Σωμάτων.
Στις 11 Οκτωβρίου απελευθερώνεται η Σιάτιστα με συμμετοχή των Κρητικών Εθελοντικών Σωμάτων.
Ύστερα από τρεις εβδομάδες οι Τούρκοι σχεδιάζουν και εκτελούν μεγάλη επιχείρηση ανακατάληψης της Σιάτιστας. Η μάχη είναι φοβερή και πολύνεκρη. Στην αρχή είναι αμφίρροπη, στο τέλος όμως οι Τούρκοι υποχωρούν και η Σιάτιστα διασώζεται.
Η συμμετοχή των Κρητών είναι ουσιαστική και οι απώλειες μεγάλες.
Για τη μάχη αυτή έχουν γράψει:
Ο Σταύρος Κελαϊδής δικηγόρος, οπλαρχηγός από τον Φρε, Σφακιανής καταγωγής, στο βιβλίο του “Εθελοντικά Σώματα Κρητών εν Μακεδονία”, Εν Αθήναις 1913, αυτόπτης μάρτυρας.
Ο Ιωάννης Φιωτάκης από τα Παλαιά Ρούματα Κισάμου, εθελοντής δάσκαλος, αυτόπτης μάρτυρας στις ημερολογιακές του ανέκδοτες σημειώσεις (18 Οκτωβρίου 1912 – 12 Οκτωβρίου 1913).
Ο Παντελής Βαβουλές (τότε Ηλιάκης) εθελοντής δάσκαλος από τις Στροβλές Σελίνου στις ανέκδοτες σημειώσεις του.
Εδώ θα παραθέσω τα κείμενα των δυο τελευταίων που αφορούν στη μάχη της Σιάτιστας.
Ο Ιωάννης Φιωτάκης γράφει: Σιάτιστα, Κυριακή 4 Νοεμβρίου 1912
Κοιμηθείς ύπνον τεταραγμένον έξυπνησα το πρωί εκ του κώδωνος και μεταβάς έλαβα μέρος εις τον δεξιόν χορόν ψάλλων και το πολυχρόνιον. Ητο συγκινητική η στιγμή τότε και ότε ο ιερέας ηυχήθη υπέρ του βασιλέως και του αγωνιζομένου στρατού. Φιλοξενηθείς μετά την λειτουργίαν παρά του δεξιού ψάλτου μετέβην την 2μ.μ. εις το, εις Χώραν παρά τον εκεί πλάτανον, καφενείον ίνα πιω τσάι. Παρήγγειλα, αλλά δεν προέλαβα να πίω. Η κραυγή «εις τα όπλα» διήγειρεν πάντας, αντάρτας και στρατιώτας, προς ετοιμασίαν. Τι συνέβαινε; Ο περίφημος Βεκήρ Αγάς μη υπολογίζων φαίνεται επί της νεωστί ελθούσης δυνάμεως και των τριών πεδινών τηλεβόλων μας ετόλμησε να εισέλθει εις Σιάτισταν. «Καλώς μας ήλθεν» εφωνάζομεν ημείς θα εξηρχόμεθα εις αναζήτησιν και ούτος ήλθεν μόνος. Εξήλθον τάχιστα της πόλεως οι ευσταλείς και ταχείς Κρήτες αντάρται και επετέθησαν ορμητικώς εναντίον των Τουρκαλβανών του Βεκήρ. Μετ’ ολίγον και οι αποτελούντες τον δεύτερον λόχον του τάγματος Παπαδάκη διετάχθη μεν να καταλάβωμεν λόφον απέναντι του εχθρού και ούτως η μάχη εγενικεύθη. Τρία τουρκικά πυροβόλα έβαλλον καθ’ ημών άτινα όμως εσίγησαν ότε ήλθον τα ιδικά μας. Με ζητωκραυγάς υπεδέχθημεν την ομοβροντίαν των τριών πυροβόλων μας. Η μάχη εμαίνετο και ημείς ετρέχομεν άπειροι ως εις πανηγύρι και τούτο δυστυχώς έγινε αιτία να απωλέσωμεν πολλούς άνδρας. Κατά το οξύτερον σημείον της μάχης ο διμοιρίτης ευρισκόμενος μετ’ άλλων εις τινα θέσιν αντελήφθη περί τους 300 Αλβανούς ανερχόμενους τον λόφον ον κατείχομεν ίνα μας υπερφαλαγγίσωσι. Διέταξεν οπισθοχώρησιν. Ο υποφαινόμενος όμως δεν αντελήφθη την διαταγήν και εξακολούθησεν να προχωρεί μόνος, ότε ευρέθη πλησίον της πρωτοπορείας του εχθρού εις απόστασιν 30 μέτρων. Εκ της ομίχλης τους εξέλαβον ως ημετέρους και τους ηρώτησα επανειλειμμένως όρθιος με το όπλο εις χείρας «ποίοι είναι;» Ούτοι μοι ένευσαν να τους πλησιάσω επί σκοπώ αιχμαλωτίσεως. Υποπτευθείς ένευσα διά της χειρός των δήθεν όπισθεν ερχομένων στρατιωτών να έλθουν διότι εκεί ευρίσκεται ο εχθρός. Τούτο αντελήφθησαν και αμέσως κατέλαβον θέσεις. Επί τη διά νεύματος πρόσκληση μου να έλθη εις εξ αυτών προς αναγνώρισιν με επυροβόλησαν και ως εκ θαύματος εσώθην διαφυγών τη παρορμήσει δύο ετέρων στρατιωτών εμφανισθέντων τότε εκεί. Η μάχη έληξεν την εσπέραν διασωθέντων των Τούρκων εκ της ομίχλης και της επελθούσης νυκτός.
Ο εχθρός πέραν του λόφου δεν επροχώρησε διότι τα τηλεβόλα μας δεν ηστειεύοντο. Την νύκτα δε έφυγον πανικόβλητοι. Την νύκτα διετάχθημεν να διανυκτερεύσωμεν εις το ύπαιθρον επειδή δεν εγνωρίζομεν αν έφυγε ο εχθρός. Την φοβερωτέραν νύκταν της ζωής μου διήλθον τότε μη φέρων τον μανδύα μου όντινα, διά να είμαι ευκίνητος, είχον αφήσει εις Σιάτισταν. Εβρεχόμην καθ’ όλην την νύκτα και ησθανόμην το ψύχος μέχρις μυελού οστέων. Περίμενον ανυπομόνως εμετρών εν προς εν και τα λεπτά πότε να έλθη η πρωία να απαλλαχθώ των δεινών της πείνης και του ψύχους.
Ο Παντελής Βαβουλές (Ηλιάκης) γράφει:
Την 4η Νοεμβρίου 1912 εδώκαμε μάχη με τους Τούρκους έξωθεν και βορειοδυτικώς της Σιάτιστας. Στη μάχη έλαβαν μέρος και οι Γαριβαλδινοί και ανταρτικά Σώματα, μια πολυβολαρχία και τρία πεδινά πυροβόλα τα οποία και έδωκαν μετά την έναρξιν της μάχης το τελειωτικόν χτύπημα. Οι Τούρκοι ήρχοντο ακάθεκτοι εναντίον μας με 3 ορεινά πυροβόλα. Ενόμιζαν, ως εμάθαμε βραδύτερον, ότι είχαν να κάμουν μόνο με ανταρτικά Σώματα και ήλπιζαν vα τα συντρίψουν. Όταν όμως ακούστηκε η πρώτη ομοβροντία των πεδινών πυροβόλων εννόησαν ότι είχαν απέναντί των τακτικόν στρατόν και μόλις νύχτωσε υποχώρησαν αφήσαντες στις χαράδρες και τις πλαγιές του πεδίου της μάχης περί τους 200 νεκρούς. Από τους ιδικούς μας σκοτώθηκαν 37 από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν αντάρτες. Την επομένη τους συγκεντρώσαμε στο Τραμπόζειο γυμνάσιο και τους θάψαμε στο νεκροταφείο της Άνω Σιάτιστας.
Στη μάχη αυτή παρ’ ολίγο να σκοτωθώ από ένα Τουρκαλβανό, κρυμμένο πίσω από ένα βράχο, ο οποίος είχε σκοτώσει τρεις δικούς μας. Μ’ έσωσε ο συστρατιώτης μου εθελοντής Μάρκος Τζιριτάκης από το Αμάρι. Πήγαινα ξένοιαστος, οπότε ακούω μια φωνή: «Σκύλε, κρύψου γιατί σ’ έφαε ο Αρβανίτης, που είναι κρυμμένος σ’ αυτό το βράχο». Τρέχω πίσω από ένα βραχάκι που βρέθηκε εκεί μπροστά μου και η σφαίρα του Αρβανίτη αστόχησε και κάρφωσε δίπλα στο χώμα. Σαν ταμπουρώθηκα κυττάζω γύρω και βλέπω τρεις δικούς μας σκοτωμένους εκεί (λέξη δυσανάγνωστη). Με την προσοχή στον βράχο του Αρβανίτη εντεταμένη εγώ και ο Τζιριτάκης μόνιμα καθηλωμένοι στους βράχους μας περιμέναμε να δούμε να ξεπροβάλη ο Αρβανίτης για να τον πυροβολήσομε. Μ’ αυτός υποχώρησε (5 λέξεις μη αναγνώσιμες).
Η νύχτα πλάκωσε σκοτεινή και βροχερή. Δεν μπορούσαμε να αντιληφθούμε την υποχώρησι των Τούρκων και νομίζαμε ότι σταμάτησαν ένεκα της βροχής και του σκότους, για να μας επιτεθούν τα ξημερώματα. Με την προϋπόθεση αυτή, δεν ησυχάσαμε όλη την νύχτα. Ξενυχτήσαμε με το όπλο στο χέρι, κάτω από μια όχι τόσο ραγδαία αλλά συνεχή βροχή, που μας ξεπέρασε ως τα κόκαλα. Και μόνο όταν ξημέρωσε αντιληφθήκαμε πως ο εχθρός βρισκότανε μίλια ολόκληρα μακριά. Θάψαμε τους νεκρούς μας και προχωρήσαμε, αλλά δεν τους προφθάσαμε. Φθάσαμε στη Λειψίστη την μεθεπομένη της μάχης. Την είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι και οι αντάρτες μας την έκαψαν. Προχωρήσαμε ως το Μπογατσικό. Εκεί μάθαμε ότι εξεμηδενίσθη ο Τούρκικος στρατός μετά την κατάληψη τον Μοναστηρίου (από τους Σέρβους) και γυρίσαμε πάλι στη Λειψίστη και από εκεί στα Γρεβενά για να περάσωμε στην Ήπειρο και να βοηθήσομε στην πολιορκία των Ιωαννίνων.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
• Εκτός από τους Κισαμίτες και οι Αποκορωνιώτες διοργανώνουν τα τελευταία χρόνια εκδρομές στη Σιάτιστα για να συμμετάσχουν στις εορταστικές εκδηλώσεις και να τιμήσουν τους νεκρούς τους.
• Σε πολλά κείμενα αναφέρεται ότι η απελευθέρωση της Σιάτιστας έγινε στις 4 Νοεμβρίου ενώ όπως αναφέρεται στην αρχή, έγινε στις 11 Οκτωβρίου. Ισως επειδή συνεορτάζεται με την επέτειο της μάχης.
• Η Σιάτιστα, αρχόντισσα πόλη κοσμείται με υπέροχα δημόσια κτήρια, εκκλησίες, και αρχοντικά καθ’ όσον είχε συσσωρευθεί πολύς πλούτος εξαιτίας της επεξεργασίας
• Μπαγάτσικο: Μεγάλο Κεφαλοχώρι ανάμεσα στη Σιάτιστα και την Καστοριά, γενέτειρα των Δραγούμηδων.
• Λειψίστη: Μεγάλο τουρκοχώρι που το κατέλαβαν και το κατέκαυσαν οι εθελοντές.
• Ο Κελαϊδής αναφέρει στο βιβλίο του ότι οι δικοί μας νεκροί ήταν 70, οι τραυματίες 150, και οι Τούρκοι νεκροί 400.
• Μεταξύ των φονευθέντων είναι και ο υπολοχαγός Καπιτσίνης, ο οπλαρχηγός Λεωνίδας Παπαμαλέκος από τον Βάμο και μεταξύ των τραυματιών ο οπλαρχηγός Μιχαήλ Αναστασάκης από την Σπηλιά Κισάμου.
• Εμπρός από το Δημαρχείο της πόλης υπάρχει το μνημείο των πεσόντων και προτομές των Λεωνίδα Παπαμαλέκου και Μιχάλη Αναστασάκη.
• Στη θέση του παλαιού σχολείου έχει ανεγερθεί το μουσείο της πόλης.
• Το απόσπασμα Ηπίτη συγκροτήθηκε στην Αθήνα από διάφορες μικρομονάδες “από κάθε καρυδιάς καρύδι” απεστάλη επειγόντως στη Δ. Μακεδονία, ύστερα από το “ατύχημα της V Μεραρχίας. Στη Σιάτιστα έφθασε την παραμονή της μάχης. Ήταν όλοι απειροπόλεμοι.
Παρακαλώ πολύ στις σημειώσεις διορθώστε το Μπαγατσικό με το σωστό Βογατσικό,τη γενέτειρα των Δραγούμηδων και συμπληρώστε ότι η νέα ονομασία της Λειψίστης είναι Νεάπολη.
Ευχαριστώ πολύ