«Στερεύει» το γόνιμο χώμα σε πολλά νησιά του Αιγαίου με αποτέλεσμα να πλήττονται το περιβάλλον, η γεωργία, οι τοπικές οικονομίες αλλά και ο τουρισμός. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι Κυκλάδες ενώ σοβαρό πρόβλημα έχουν η Ικαρία και η Κρήτη – τόσο στον ορεινό όγκο αλλά και στις νότιες περιοχές της, όπως για παράδειγμα τα Σφακιά.
Αυτό επισημαίνει, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» Θοδωρής Τσιμπίδης. Οπως λέει «το γόνιμο χώμα, ή αλλιώς ο χούμος, αυτοί οι λίγοι πόντοι του επιφανειακού μαύρου χώματος είναι ό,τι πολύτιμο έχουν τα νησιά. Χωρίς το γόνιμο χώμα δεν υπάρχει γεωργία με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τοπικές και όχι μόνο οικονομίες ενώ δημιουργείται πρόβλημα και στον υδροφόρο ορίζοντα με την ποιότητα και ποσότητα του νερού».
Ο χούμος, αυτό το πολύτιμο θρεπτικό στρώμα, δημιουργείται από τα φύλλα και την οργανική ύλη που πέφτει κάθε χρόνο, τα υπολείμματα κλαδιών και ριζών καθώς και από τα απορρίμματα και υπολείμματα ζωικών οργανισμών.
Σύμφωνα με τους ειδικούς στεριά και θάλασσα είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Και αυτός είναι ο λόγος που η διάβρωση του εδάφους επιδρά και στο θαλάσσιο περιβάλλον.
«Οταν αυτό το θρεπτικό στρώμα χώματος διαβρωθεί και καταλήξει στη θάλασσα, συνήθως απομένει ο άργιλος: ένα φτωχό στρώμα χώματος όπου λόγω έλλειψης θρεπτικών συστατικών δεν φυτρώνει βλάστηση» τονίζει η διευθύντρια έρευνας του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» Αναστασία Μήλιου.
Παράλληλα, συνεχίζει, «έχει και χαμηλότερο ρυθμό απορρόφησης του βρόχινου νερού, με αποτέλεσμα να μην εμπλουτίζεται επαρκώς ο υδροφόρος ορίζοντας. Ετσι, όταν δεν υπάρχουν πλέον τα δέντρα ή οι θάμνοι, αλλά ούτε ο χούμος, το νερό της βροχής παρασέρνει το χώμα και ό,τι άλλο βρεθεί στην πορεία του. Ουσιαστικά μπαζώνοντας τη θάλασσα και διαταράσσοντας την ισορροπία του θαλάσσιου περιβάλλοντος».
Οι θάλασσες έχουν ανάγκη την οργανική ύλη της στεριάς η οποία στηρίζει την παραγωγικότητα. Ομως με τη μη αναστρέψιμη διάβρωση εμπλουτίζουμε το θαλάσσιο περιβάλλον με μπάζα (δηλαδή μη γόνιμο έδαφος) και φυσικά τα λύματα και τα σκουπίδια. Οταν το χώμα χάνεται από τα νησιά, τότε η καταστροφή είναι μη αναστρέψιμη, λένε οι ειδικοί. Κι αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχουν οι ορεινοί όγκοι που θα το εμπλούτιζαν με νέα γόνιμη ύλη.
Αλυσιδωτές αντιδράσεις
«Η διάβρωση του εδάφους είναι ένα από τα πιο σημαντικά – και ταυτόχρονα μη αναστρέψιμα φαινόμενα που στον ελλαδικό χώρο λαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερη έκταση, με προοδευτικά σημαντικές επιπτώσεις που εκτείνονται από το περιβάλλον, τη γεωργία μέχρι την οικονομία και τον τουρισμό», συμπληρώνει ο Θοδωρής Τσιμπίδης.
Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες, πολλές περιοχές και οικότοποι στη Μεσόγειο απειλούνται ή υποβαθμίζονται από τη διάβρωση, την υπερβόσκηση αλλά και τις πυρκαγιές. Και αυτά με τη σειρά τους επηρεάζουν σημαντικούς τομείς της οικονομίας (γεωργία, αλιεία, τουρισμό) αλλά και την προμήθεια ζωτικών αγαθών όπως το πόσιμο νερό και η τροφή.
Για τους λόγους αυτούς, οι επιστήμονες του «Αρχιπελάγους» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την αντιμετώπιση του φαινομένου της διάβρωσης του εδάφους στα νησιά. Οπως λένε, η ανθρωπογενής επιβάρυνση κυρίως κατά τις τελευταίες δεκαετίες με ουσιαστικά αυτοκαταστροφικές πρακτικές έχει προκαλέσει μέσα σε λίγα χρόνια μη αναστρέψιμη επιβάρυνση στο γόνιμο έδαφος.
Οπως επισημαίνει, ο καθηγητής Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ευθύμης Λέκκας, σε νησιά με πολύ μεγάλη τουριστική κίνηση (π.χ. Μύκονος) το ζητούμενο είναι πλέον η εύρεση ελεύθερων χώρων με χώμα!
«Ο κόσμος δεν έχει συνειδητοποιήσει πως σε μια μεγάλη νεροποντή θα δημιουργηθεί πολύ μεγάλο πρόβλημα με τις πλημμύρες αφού δεν υπάρχει πλέον χώμα για να απορροφήσει το νερό», λέει. «Η κατάσταση δεν πρόκειται να φτιάξει από μόνη της. Το έδαφος δεν πρόκειται να αποκατασταθεί πριν περάσουν εκατοντάδες χρόνια». Και συμπληρώνει: «Πριν από λίγες μέρες είδα να καταστρέφεται μια τεράστια περιοχή – ένα ολόκληρο βουνό επί της ουσίας – στην περιοχή Κέφαλος στην Κω από τις χωματουργικές εργασίες προκειμένου να κατασκευαστεί μια μεγάλη τουριστική μονάδα».
Οπως εξηγεί ο διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», το μεγαλύτερο πρόβλημα στις Κυκλάδες το αντιμετωπίζει η Μύκονος. «Εδώ το πρόβλημα προήλθε από την άναρχη και χωρίς μέτρο δόμηση αλλά και την εγκατάλειψη, αν όχι όλων, των περισσότερων χωραφιών». Ακολουθεί η Τήνος. Το νησί πριν από χρόνια διέθετε ένα πολύ καλό σύστημα προστασίας των εδαφών (με αναβαθμίδες, δηλαδή τοίχους ξερολιθιάς που συγκρατούσαν το χώμα). «Το σύστημα αυτό γκρεμίστηκε επειδή άλλαξε ο τρόπος ζωής των κατοίκων και εγκαταλείφθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό η γη», συμπληρώνει ο επικεφαλής του «Αρχιπελάγους».
Το κλειδί, σύμφωνα με τους ειδικούς, που θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα είναι η ανάπτυξη της γεωργίας στα νησιά και ο περιορισμός της κτηνοτροφίας. Οπως λένε, η Πάρος και η Νάξος αντιμετωπίζουν τα λιγότερα προβλήματα σε ό,τι αφορά τη διάβρωση του εδάφους επειδή οι κάτοικοι καλλιεργούν ακόμη.
Επιπλέον, στα μέρη που δεν καλλιεργούνται υπάρχει διάβρωση του εδάφους από τον αέρα. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πλέον πολλές περιοχές της Μεσογείου. Και έχει να κάνει με την ξήρανση των εδαφών.
«Το χώμα παύει να είναι στεγνό μόνο όταν καλλιεργείται. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να μην χαθεί η γεωργία από τα νησιά», λένε οι επιστήμονες. Οι ειδικοί θεωρούν ότι στα νησιά πρέπει να αναπτυχθούν και πάλι οι αναβαθμίδες προκειμένου να συγκρατούνται τα χώματα. Στο παρελθόν υπήρξε και επιδότηση ενός τέτοιου προγράμματος και σήμερα κρίνεται αναγκαίο να εφαρμοστεί ένα ανάλογο πρόγραμμα αλλά και να εφαρμοστεί μια εθνική στρατηγική για την εμπόδιση της διάβρωσης του εδάφους.
Η Κρήτη, κυρίως το νότιο τμήμα, αποτελεί παράδειγμα περιοχής που έχει διαβρωθεί επειδή, σύμφωνα με τον Θοδωρή Τσιμπίδη, δεν έχει μπει κανένα όριο στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
Πρόβλημα διάβρωσης εξαιτίας της κτηνοτροφίας αντιμετωπίζει και ο ορεινός όγκος της Δυτικής Ικαρίας. Υπενθυμίζεται ότι το 2010 ύστερα από έντονες βροχοπτώσεις σημειώθηκαν κατολισθήσεις στο επαρχιακό δίκτυο επειδή δεν υπήρχε χώμα για να συγκρατήσει τα νερά με συνέπεια να προκληθούν πολύ μεγάλες ζημιές στο νησί.
Οι αιτίες της διάβρωσης
Σήμερα οι βασικότερες αιτίες που προκαλούν τη διάβρωση του εδάφους είναι οι πυρκαγιές, η υπερβόσκηση και η ανεξέλεγκτη δόμηση.
Σύμφωνα με τον Θοδωρή Τσιμπίδη, η πρώτη μαζική απώλεια δασών (για παράδειγμα της βελανιδιάς στα νησιά αλλά και σε αλλά μέρη της Ελλάδας) προκλήθηκε πριν από πολλές δεκαετίες την εποχή των καρβουνιάρηδων. Τότε, δηλαδή που το κάρβουνο ήταν το βασικό υλικό για θέρμανση και μαγείρεμα ιδίως στα αστικά κέντρα.
Το δεύτερο μεγάλο πλήγμα στα χερσαία και δασικά οικοσυστήματα προκλήθηκε από τις ανεξέλεγκτες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας των αιγοπροβάτων. «Πολλοί βοσκότοποι καταστράφηκαν ενώ εξαιτίας της υπερβόσκησης προκλήθηκε μη αναστρέψιμη καταστροφή στα οικοσυστήματα με θαμνώδεις σχηματισμούς. Για παράδειγμα, στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και την Κρήτη εξαιτίας της διάβρωσης του εδάφους έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει οποιαδήποτε δυνατότητα αναδάσωσης ή ανάκαμψης».
Οπως υποστηρίζει, «οι πολυάριθμες ελλείψεις στον σχεδιασμό του συγκεκριμένου προγράμματος επιδοτήσεων αξιοποιήθηκαν για λόγους μικροπολιτικής και μικροεξυπηρετήσεων από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά και τις τοπικές Αρχές συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στο να δοθεί η χαριστική βολή στα οικοσυστήματα, καταστρέφοντας παράλληλα και τη μικρής κλίμακας κτηνοτροφία».
Ενα παγκόσμιο πρόβλημα
Η διάβρωση του εδάφους είναι από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήματα παγκοσμίως. Και αυτός είναι ένας από τους λόγους που η επιστημονική κοινότητα προσπαθεί να βρει λύσεις – εργαλεία για την αντιμετώπιση των κινδύνων.
Ετσι, στο πλαίσιο της διαμεσογειακής δράσης «Landcare» το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» σε συνεργασία με το τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών και εξειδικευμένους ερευνητικούς φορείς, μελετά τρόπους αποκατάστασης του υποβαθμισμένου ή διαβρωμένου εδάφους στις ευάλωτες περιοχές. Στόχος είναι να αναπτυχθούν πρακτικές λύσεις σε καίρια προβλήματα που σχετίζονται με την υποβάθμιση του εδάφους.
Σε αυτή τη φάση οι έρευνες του «Αρχιπελάγους» επικεντρώνονται στην παρακολούθηση της τρωτότητας και του ρυθμού αποκατάστασης εδαφών που έχουν υποστεί – πρόσφατες – καταστροφές από πυρκαγιές. Σύμφωνα με τους επιστήμονες που τρέχουν το πρόγραμμα, αυτή τη στιγμή προτεραιότητα είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Εδώ η ανθρωπογενής επιβάρυνση τις τελευταίες δεκαετίες σε πολλές από αυτές τις περιοχές φαίνεται ως μη αναστρέψιμη για το γόνιμο έδαφος που χρειάστηκε πολλούς αιώνες για να σχηματιστεί.