Σε πανηγυρική ατμόσφαιρα και σε συναδελφικό κλίμα έκοψαν την περασμένη Κυριακή 14 Φεβρουαρίου, την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους τα μέλη της Ενωσης Πνευματικών Δημιουργών και του Συλλόγου Φίλων Θεάτρου, που δραστηριοποιούνται στον τόπο μας, στο “Κονάκι” του Ακρωτηρίου. Σχεδόν όλοι εκεί, με… προεξάρχοντες τους κινούντες τα νήματα, προέδρους των Δ.Σ., τον Δημήτρη Νικολακάκη και τη Βάσω Νυσταζάκη, αντίστοιχα. Καιρό ήβρηκες, καιρό μην ανημένεις, λέει μία παλιά παροιμία. Ευκαιρία, ευκαιρία πρώτης τάξεως, να τα πουν πίνοντας και να τα πιουν λέγοντας τα δικά τους, οι ερωτευμένοι μια ζωή με τη γραφίδα και με το θεατρικό σανίδι ή και με τα δύο, την ημέρα των ερωτευμένων.
Τόπος των Γραμμάτων και της Τέχνης κατ’ εξοχήν κι όχι μόνο των Αρμάτων, τα Χανιά ως Περιφερειακή Ενότητα στο σύνολό της. Το επεσήμαναν με έμφαση στους χαιρετισμούς των η βουλευτής του Νομού Βάλια Βαγιωνάκη, ο δήμαρχος Χανίων Τάσος Βάμβουκας (το “παρών” έδωσαν και οι αντιδήμαρχοι Βαρβάρα Περράκη και Μανώλης Φραγκάκης) και ο αντιπεριφερειάρχης Κρήτης για θέματα Παιδείας, Διά βίου Μάθησης και Απασχόλησης Παναγιώτης Σημανδηράκης. Να είμαστε όλοι μαζί με κοινές προτάσεις, υπογράμμισε η πρώτη. Στη χαρά της δημιουργίας στάθηκε ιδιαίτερα ο δεύτερος. Περήφανος για την πολιτισμική παραγωγή των Χανίων δήλωσε ο τρίτος.
Οδός Γιώργη Μανουσάκη η οδός Πειραιώς… Οδός Μιχάλη Γρηγοράκη μια απ’ τις άλλες “καλές” οδούς της Νέας Χώρας… «Το παίρνω απάνω μου», μου είπε ο Δημήτρης Νικολακάκης, όταν κάποια στιγμή του μετέφερα την κουβέντα που είχαμε στο τραπέζι μου, με τον γιατρό – ποιητή Γρηγόρη Γεωργουδάκη. Τον πιστεύω. Ξέρει να κινεί τα νήματα ο Δημήτρης. Οχι, δεν μας τιμά, ως Πόλη των Γραμμάτων και της Τέχνης ότι δεν έχει ακόμη βρεθεί τρόπος να γίνει αυτό που έπρεπε να έχει χρόνια τώρα γίνει… Ας είναι. Κάλλιο αργά, παρά ποτέ…
Εξι νεοριζίτικα για τον Κοτσιφογιάννη (*)
Εσείς ανάβετε κερί κι εγώ θα σας δηγούμαι/ κι εγώ θα σας διηγηθώ για τον Κοτσιφογιάννη,/ για έναν άρχο Νιππιανό, καλά καλό μου φίλο/ που ήτανε ξεχωριστός σ’ όλη την επαρχία/ όλοι τονε κατέχανε…
Λευκοφορούνε τα βουνά, όπως λευκοφορούσαν/ και πέρυσι τέτοιον καιρό, σαν χτύπησ’ η καμπάνα/ κι έστειλε μήνυμα πικρό για το φευγιό σου, φίλε/ στις μπάντες τ’ Αποκόρωνα και στων Χανιών τα μέρη/ και όλα μαύρα βάφτηκαν…
Εκεί που είναι οι πολλοί οι πολυαγαπημένοι/ που φύγανε παντοτινά απ’ τη ζωή ετούτη/ εκεί ’ναι από πέρυσι και ο Κοτσιφογιάννης/ στη μέση του Παράδεισου άνοιξε καφενείο/ εκεί κερνά τους φίλους του…
Είντα να πρωτοθυμηθώ, να πρωταναθιβάλω/ από τα όσα ζήσαμε εξήντα πέντε χρόνους/ κι από τα όσα είπαμε με τον Κοτσιφογιάννη/ που σαν μελισσοκόφινο βουίζ’ η κεφαλή μου/ σήμερο που ’ν’ τα χρόνια του…
Να κουμαντάρει η καρδιά τα λόγια και τις πράξεις/ να ’ναι η πόρτα ανοιχτή κι η τάβλα τους στρωμένη/ να μην ντροπιάζουνε ποτές το γένος των προγόνων/ ήτανε η παραγγελιά π’ άφησες στους τρεις γιους σου/ σιγά που θα παράκουγαν…
Θα ’ρθ’ η στιγμή να σμίξουμε στη Χώρα των Μακάρων/ για να γλεντήσουμε μαζί να πούμε τα δικά μας/ μα και για να τελέψουμε κουβέντ’ αρχινισμένη/ για την πρεπιά, την αρχοντιά που είχαν οι παλιοί μας/ αυτοί που μας μεγάλωσαν…
(*) Σαν σήμερα πριν από έναν ακριβώς χρόνο έφυγε για τη Χώρα των Μακάρων ο και πρώην πρόεδρος της πρώην κοινότητας Νίππους, φίλος των παιδικών μου χρόνων, μα και φίλος ζωής, Γιάννης Νικ. Κοτσιφάκης, ο Καφετζής. Κερί στη μνήμη του τα παραπάνω νεοριζίτικα, στο ετήσιο μνημόσυνό του που έγινε στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, στο Νίππος, την περασμένη Κυριακή 14 Φεβρουαρίου.