Γράφει ο δρ ΑΡΤΕΜΗΣ Μ. ΑΘΑΝΑΣΑΚΗΣ, M.Sc., M.Ed.
Η παραδοσιακή, μεσογειακή διατροφή, περιλαμβάνει την αποκλειστική, σχεδόν, χρήση ελαιολάδου, αντί ζωικών λιπαρών, την κατανάλωση δημητριακών, φρέσκων φρούτων και λαχανικών, ´άσπρων´ κρεατικών, ψαριών, ´ωμών´ ξηρών καρπών κ.ά.
Η διατροφή αυτή παρέχει περιορισμένα κεκορεσμένα λίπη, γεγονός που παραπέμπει σε χαμηλό ποσοστό αγγειοκαρδιακών και νεοπλασματικών (καρκινικών) νοσημάτων.
Έτσι, στην Ιαπωνία η πλούσια διατροφή της σε φυτικές ίνες και ψάρια, σχετίζεται με χαμηλά ποσοστά καρκίνου του παχέος εντέρου, στην πλειονότητα των κατοίκων της. Ωστόσο και πολλές άλλες έρευνες έδειξαν ότι η μεσογειακή διατροφή και ποικιλία που επικρατούσε, κυρίως, στη δεκαετία του ´60 στις χώρες της Μεσογείου και ιδιαιτέρως στην Κρήτη και στη Νότια Ιταλία, μπορεί να μειώσει αισθητά την εμφάνιση καρδιακών παθήσεων και ορισμένων μορφών καρκίνου σε όργανα του πεπτικού συστήματος. Ακόμη, πρόσφατες έρευνες έδειξαν, ότι η μεσογειακή διατροφή μπορεί να μειώσει το 25% του καρκίνου του στομάχου, το 15% του καρκίνου του μαστού και το 10% του καρκίνου του παγκρέατος, του ενδομητρίου και του προστάτη (9, 15).
Η έντονη αυτή ερευνητική δραστηριότητα σε παγκόσμιο και ελλαδικό επίπεδο για την κατανόηση της σχέσης διατροφής και υγείας, καθώς και η ευνοϊκή επίδραση των διατροφικών συνηθειών των Ελλήνων και άλλων μεσογειακών λαών, ισχυροποίησε την παραδοχή που θεωρεί ότι η μεσογειακή διατροφή αποτελεί πρότυπο υγιεινής διατροφής. Τα τελευταία χρόνια, οι ερευνητικές διατροφικές αυτές δραστηριότητες συνέβαλλαν στη διαμόρφωση μιας σειράς “έργων” και στη χώρα μας, για τη συστηματική μελέτη της διατροφικής αξίας παραδοσιακών, μεσογειακών συνταγών και τροφίμων. Στόχοι των έργων αυτών υπήρξαν η συλλογή επιστημονικών δεδομένων για την επίδραση της παραδοσιακής ελληνικής δίαιτας στην υγεία, η ανάπτυξη μεσογειακών “διαιτολογίων” και η μελέτη της ιστορικής και λαογραφικής ταυτότητας των ελληνικών συνταγών και τροφίμων (9, 11).
Έτσι, το Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο Υγείας πρόσφατα διαμόρφωσε διατροφικές οδηγίες για την Ελλάδα, στις οποίες αναλύεται η διατροφική αξία της μεσογειακής διατροφής. Συνεπώς, εφόσον η μεσογειακή δίαιτα είναι παράγοντας καθοριστικής σημασίας για την υγεία, τότε το μεσογειακό μοντέλο διατροφής, επιλέγοντας λευκώματα υψηλής βιολογικής αξίας, ελαιόλαδο αντί για λίπος, αλλά και άφθονες φυτικές τροφές (φρούτα, λαχανικά, όσπρια, δημητριακά), έχει πολλές και ισχυρές θετικές επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό. Και τούτο γιατί τα φρούτα και τα λαχανικά, που είναι οι κύριες πηγές Βιταμίνης A,C,E, ιχνοστοιχείων και ινών, προστατεύουν τον άνθρωπο από πιθανό καρκίνο του οισοφάγου, του στομάχου, του παγκρέατος και του παχέος εντέρου. Ακόμη στα λαχανικά και στα φρούτα, όπως και στον φλοιό των σπερμάτων, κυρίως του σιταριού, βρίσκονται και οι τόσο απαραίτητες φυτικές ίνες, δηλαδή η κυτταρίνη των φυτικών κυττάρων που συνιστά το άπεπτο υλικό της φυτικής τροφής (6,8).
Γιατί όμως οι φυτικές ίνες είναι απαραίτητο υλικό, αφού δεν πέπτεται και δεν απορροφάται από τον οργανισμό;
Έρευνες που έγιναν για τη γεωγραφική κατανομή των διαφόρων παθήσεων, έδειξαν ότι πολλές απ´αυτές, όπως η δυσκοιλιότητα, η παχυσαρκία, ο καρκίνος του εντέρου κ.ά. είναι συνήθεις σε περιοχές όπου η τροφή είναι επεξεργασμένη, ενώ οι ασθένειες αυτές είναι σπάνιες σε περιοχές των οποίων οι κάτοικοι τρέφονται με τροφή με πολλές φυτικές ίνες, που δεν είναι επεξεργασμένες (5,14,15).
Οι φυτικές ίνες έχουν την ιδιότητα να απορροφούν νερό και να διογκώνονται, δίνοντας την αίσθηση του κορεσμού με λιγότερη ποσότητα φαγητού, βοηθώντας έτσι στη διατήρηση του βάρους του σώματος. Επιπρόσθετα, η απορρόφηση νερού και η διόγκωση των φυτικών ινών διατηρούν το τοίχωμα του εντέρου ανοιχτό, αυξάνοντας την κινητικότητά του, ώστε τα κατάλοιπα της πέψης, να περνούν εύκολα και γρήγορα από το έντερο. Έτσι βοηθείται η αφόδευση και αποφεύγεται η μεγάλη απορρόφηση βλαβερών, όπως καρκινογόνων, ουσιών. Γι´ αυτό και μια τέτοια διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και φτωχή σε λίπη μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης τέτοιων παθήσεων, ενώ ταυτόχρονα, ρυθμίζοντας την κανονική λειτουργία του εντέρου, προσφέρει ζωντάνια στον οργανισμό και καλή διάθεση στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση (10,12,13).
Όλες αυτές οι διατροφικές πληροφορίες επιβεβαιώνουν τα ευρήματα που θεωρούν ότι πολλές μορφές καρκίνων, πέρα από τις πιθανές γονιδιακές τους προελεύσεις, σχετίζονται και με τον τρόπο ζωής, εργασίας και ψυχαγωγίας, αλλά και με την ποιότητα του φυσικού μας περιβάλλοντος (1,2,3). Ακόμη τα νιτρώδη και νιτρικά άλατα, που είναι αζωτούχες ενώσεις και χρησιμοποιούνται σαν συντηρητικά σε κρέατα και αλλαντικά, μπορούν να μετατραπούν στο στομάχι, σε νιτρωδοενώσεις, τις οποίες, ορισμένες επιστημονικές δημοσιεύσεις, θεωρούν ως καρκινογόνες. Άλλα προσθετικά στις τροφές, τις οποίες το καταναλωτικό κοινό πρέπει να αποφεύγει είναι οι χρωστικές ύλες και τα αντιοξειδωτικά. Επίσης είναι πιθανόν να υπάρχουν στα τρόφιμα όχι μόνο συντηρητικές, προσθετικές ή χρωστικές ουσίες, αλλά και φυτοφάρμακα ή και ουσίες των δοχείων στα οποία τοποθετούμε ή μαγειρεύουμε τις τροφές, με αποτέλεσμα η χρήση τροφών να έχει παρενέργειες στον οργανισμό, που ποικίλουν από δηλητηριάσεις και εντερικές διαταραχές, μέχρι και νεοπλασίες. Γι´αυτό και χρειάζεται το καταναλωτικό κοινό να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό στα προσθετικά-συντηρητικά τροφών, τα οποία σημειώνονται με το χαρακτηριστικό σύμβολο “Ε”.
Ωστόσο, για το άνοιγμα ευοίωνων προοπτικών που θα διατηρούν και θα ενισχύουν τη μεσογειακή διατροφή στον τόπο μας, ανακεφαλαιωτικά και συμπερασματικά, χρειάζεται να ξανατονίσουμε ότι η νέα γενιά, κυρίως, και όχι μόνο, χρειάζεται, να επιλέγει διατροφικά:
• Καθημερινό “σπιτίσιο” φαγητό με “ποικιλία” τροφών.
• Συστηματική χρήση ελαιολάδου.
• Καθημερινή χρήση φρέσκων λαχανικών, φρούτων (πορτοκάλι, αχλάδι, καρπούζι, πεπόνι, σταφύλι) και σαλατών (ντομάτα, μαρούλι, λάχανο, καρότα, κολοκύθια, κουνουπίδι, κ.ά.)
• Όσπρια (φασόλια, φακές, ρεβίθια, μπιζέλια, κ.ά.) που αποτελούν τροφές υψηλής διατροφικής αξίας.
• Άπαχα κρέατα, κοτόπουλο και ψάρι (κυρίως στο φούρνο ή ψητά), λίγες φορές την εβδομάδα.
• Περιορισμό της κατανάλωσης “κόκκινου” κρέατος.
• Γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά.
• Αποφυγή καπνίσματος και αλκοολούχων ποτών. Λίγο “κρασάκι” με μέτρο στη διάρκεια του φαγητού “κάνει καλό” στην υγεία.
• Πατάτες και αυγά, με μέτρο, βραστά.
• Μικρή κατανάλωση ζάχαρης, γλυκών και αλατιού.
• Ελάχιστη ποσότητα παστών και καπνιστών τροφίμων με συντηρητικά.
• Ξηροί καρποί ωμοί (μη αλατισμένοι).
• Μέτρια ποσότητα ψωμιού και ζυμαρικών ολικής άλεσης.
• Άφθονο νερό (4 ποτήρια ή και περισσότερο την ημέρα).
• Μη αποφλοιωμένο ρύζι.
• Από τα σχολικά κυλικεία: χυμοί, φρούτα εποχής, ξηροί καρποί και σάντουιτς με άπαχα συστατικά, φυλαγμένα στο ψυγείο και με ψωμί ολικής άλεσης, χωρίς συντηρητικά.
• Γενικότερα, τροφές χωρίς ή με ελάχιστα λιπαρά, που δεν παχαίνουν, και επιτρέπουν τον έλεγχο και τη διατήρηση τη σταθερότητας του σωματικού βάρους.
• Επίσης απαραίτητη, συστηματική σωματική άσκηση (βάδισμα, κολύμπι, γυμναστήριο).
Όμως η διατροφή ενός πληθυσμού καθορίζεται από τις γευστικές του παραδόσεις και εμπειρίες, τη διαθεσιμότητα των τροφών και την πολιτισμική ευαισθητοποίησή του σε θέματα διατροφικής υγείας. Ευτυχώς οι ελληνικές γευστικές εμπειρίες είναι ενταγμένες στο διατροφικό μεσογειακό πρότυπο, που ανταποκρίνεται απολύτως στις σύγχρονες διατροφικές αντιλήψεις. Η διαθεσιμότητα όμως των τροφίμων εξαρτάται όχι μόνο από την εγχώρια παραγωγή, αλλά και από τα τρόφιμα τα οποία διακινούνται από άλλες χώρες, διακίνηση που επηρεάζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την κοινή αγροτική πολιτική της. Παράλληλα η διαφήμιση ορισμένων προϊόντων δρα καταλυτικά στις στάσεις, προτιμήσεις και συμπεριφορές του καταναλωτή, επηρεάζοντας έτσι τη διαθεσιμότητά τους (4,7,8). Ταυτόχρονα η εμφάνιση (ή και διάθεση) μεταλλαγμένων τροφίμων απομακρύνει τον Έλληνα από την παραδοσιακή του διατροφή, είτε με τη μείωση της βιοποικιλότητας, είτε με την υποκατάσταση παραδοσιακών τροφίμων με καταναλωτικά βλαπτικά κακέκτυπα (10,12,13). Παρ’ όλα αυτά, προς το παρόν, ο Έλληνας εμμένει στις μεσογειακές του προτιμήσεις και μάλιστα δαπανώντας τις περισσότερες φορές, περισσότερα χρήματα για την ανάλωσή τους. Ωστόσο, το πρόβλημα αφορά τη νέα γενιά, η οποία δέχεται ποικίλες, συνήθως τηλεοπτικές και διαφημιστικές επιρροές, οι οποίες συχνά την αποπροσανατολίζουν διατροφικά. Το κατά πόσον θα παραμείνει αυτή πιστή στην υπεράσπιση των πάτριων, τροφικών της εδαφών, εξαρτάται από την προσωπική και κοινωνική ευθύνη των δικών μας γενεών, που την διαμορφώνουν πολιτισμικά, αξιακά και ηθικά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Αθανασάκης Α., Αγωγή Υγείας για Εκπαιδευτικούς, Μαράσλειο Διδασκαλείο Παν/ου Αθηνών, Αθήνα 2007.
2. Αθανασάκης Α., Η οικολογική αντίληψη της υγείας στα εκπαιδευτικά προγράμματα αγωγής υγείας. Πρακτικά 13ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Πάτρα, Μάρτιος 2010.
3. Αθανασάκης Α., Διατροφική Αγωγή Υγείας, εκδ. Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Αθήνα 2012.
4. Barthes R., Για μια Ψυχο-κοινωνιολογία της Σύγχρονης Διατροφής, ΜΝΗΜΩΝ, Αθήνα 1998.
5. Ζαμπέλας Α., Η διατροφή στα στάδια της ζωής, ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ,
Αθήνα 2003.
6. Καφάτος Α., Χαντζής Χ., Μανιός Γ., Λιναρδάκης Μ., Μοσχανδρέα Ι., Μάρκατζη Ε., Αγωγή Υγείας στα Σχολεία της Κρήτης: Επεξεργασία και παρου-σίαση των κλινικών – εργαστηριακών αποτελεσμάτων των παιδιών, στους γονείς, ως μέρος εκπαιδευτικής παρέμβασης, ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ, 62, 1999.
7. ΚΕΜΕΤΕ-ΟΛΜΕ, Αγωγή και Προαγωγή της Υγείας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Αθήνα 2005.
8. Mayall B., Children, Health and Social Order, OPEN UNIVERSITY PRESS, London 2000.
9. Ministry of Health and Welfare, Supreme Scientific Health Council, Dietary Guidelines for Adults in Greece, ARCHIVES IN HELLENIC MEDICINE, 16, 1999.
10. Πολυχρονόπουλος Ε., Μεθοδολογία Διατροφικής Αγωγής, ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝ/Ο, Αθήνα 2007.
11. Τριχοπούλου Α., Μεσογειακή Διατροφή, Διδασκαλείο Νηπιαγωγών Παν/ου Αθηνών, Αθήνα 2007.
12. Στάππα Μ., Βασικές Αρχές και Στόχοι Αγωγής Υγείας, ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ, Αθήνα 2007.
13. Σώκου Κ., Οδηγός Αγωγής και Προαγωγής Υγείας, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, Αθήνα 1994.
14. Φουρναράκη Μ., Ιστορία της Διατροφής, ΜΝΗΜΩΝ, Αθήνα 1998.
15. World Health Organization (WHO), Health Education and Schools: A Training Manual for Teachers, 1999.