Κάθε κατάστημα έχει τη δική του ιστορία. Ορισμένα μάλιστα κουβαλούν ολόκληρες δεκαετίες στην πλάτη τους και δεν το κρύβουν. Το μαρτυρούν τα παλιά εργαλεία, ο αναλλοίωτος μέσα στον χρόνο διάκοσμος, οι κρεμασμένες στον τοίχο φωτογραφίες των ιδρυτών τους. Η επίσκεψη σε αυτά τα μαγαζιά μοιάζει με ταξίδι στο παρελθόν. Στα Χανιά μιας άλλης εποχής που αντιστέκονται στις εφήμερες μόδες και αλλαγές. Οι ´Διαδρομές´ βρέθηκαν σε ορισμένα από αυτά τα μαγαζιά γυρίζοντας, με τη βοήθεια των σημερινών ιδιοκτητών τους, το ρολόι του χρόνου πίσω…
ΣΤΟ «ΟΙΝΟΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ» ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΓΓΑΣ
Γεύσεις και αρώματα μιας άλλης εποχής
Το οινοπαντοπωλείο του κ. Ειρηναίου Γαλανάκη, που βρίσκεται στην Πλάστιγγα, στο κέντρο των Χανίων, σε μεταφέρει αμέσως σε μια άλλη εποχή. Τσουβάλια με χύμα όσπρια αντικριστά με βαρέλια γεμάτα κρασί, στα ράφια αρωματικά βότανα, σαπούνια και τσικουδιά και στο μέσο ένας ντενεκές που πάνω γράφει «Μέλι Λευκών Ορέων»…
Στο μαγαζί κινούνται σβέλτα δύο νεαρά παιδιά. Τα παιδιά του κ. Ειρηναίου, ο οποίος, μιλώντας στα «Χ.Ν.», εξιστορεί την εποχή που η επιχείρηση έκανε τα πρώτα της βήματα.
«Το κατάστημα το άνοιξε ο πατέρας μου ως παντοπωλείο γύρω στο 1955. Αρχικά το μαγαζί βρισκόταν επί της οδού Αποκορώνου και μεταφερθήκαμε στη σημερινή τοποθεσία μετά το 2000», μας λέει και συμπληρώνει: «Παλιά το κατάστημα είχε μόνο τρόφιμα. Πολλά τσουβάλια με όσπρια, άλευρα, ζυμαρικά, αλλά και βακαλάους, ρέγγες και παστές σαρδέλες, όπως και κονσέρβες και ντοματάδες εκείνης της εποχής. Τότε βλέπεις τα εμπορεύματα ερχόνταν μέσα σε τσουβάλια και τα έπαιρναν σε μεγάλες ποσότητες».
Ο κ. Ειρηναίος γυρίζει πίσω στον χρόνο και θυμάται την εποχή που ξεκίνησε να εργάζεται και ο ίδιος στην οικογενειακή επιχείρηση: «Εγώ μπήκα στη δουλειά κάποια στιγμή γύρω στο 1975. Ηταν να πάω για χημικός και ο πατέρας μου είπε να βάλουμε και κρασί. Ετσι κάναμε ένα μικρό οινοποιείο παράγοντας κρασί με παραδοσιακό τρόπο με πατητήρι, βαρέλια κ.λπ. Είχαμε κι ένα αμπέλι και το αναμπελώσαμε, ενώ ταυτόχρονα αρχίσαμε να κάναμε και τσικουδιά με δικό μας καζάνι».
Περνώντας τα χρόνια η επιχείρηση συνέχισε να δραστηριοποιείται στον τομέα του κρασιού και της τσικουδιάς, ενώ από τα τρόφιμα συνέχισε να εμπορεύεται χύμα όσπρια.
«Από τη στιγμή που έγιναν τα σούπερ μάρκετ πέρασε μια κρίση το κατάστημα σε ό,τι αφορά τα όσπρια. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η δουλειά ανέβηκε ξανά, όταν ο κόσμος άρχισε να ενδιαφέρεται για καλής ποιότητας ελληνικά όσπρια και παράλληλα για το κρασί, την τσικουδιά και το μέλι. Νομίζω όμως ότι αυτή η αλλαγή οφείλεται και στο γεγονός ότι ο κόσμος αναζητά κάτι πιο υγιεινό, αλλά και οικονομικό, μια και σε καιρούς ευημερίας τα όσπρια τα είχαμε ξεχάσει».
ΣΤΗΝ ΟΔΟ Π. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΗ
Το οινομαγειρείο της «γειτονιάς»
Σχεδόν πενήντα χρόνια λειτουργίας μετρά το παραδοσιακό οινομαγειρείο στην οδό Πολυχρόνη Πολυχρονίδη 58, στο κέντρο της πόλης, γνωστό και αγαπημένο στέκι στους περισσότερους Χανιώτες για το ζεστό και οικογενειακό του περιβάλλον.
Ο χρόνος δεν φαίνεται να έχει αγγίξει το γραφικό αυτό οινομαγειρείο στη γειτονιά του πάνω Κουμ Καπί, οι ιδιοκτήτες του οποίου φρόντισαν από γενιά σε γενιά να κρατήσουν την ποιότητα και την αυθεντικότητα στα μαγειρεμένα φαγητά, αλλά και τη φιλική εξυπηρέτηση προς τους πελάτες.
Οπως ανέφερε η Νεκταρία Κρασάκη, σημερινή ιδιοκτήτρια του οινομαγειρείου, το κατάστημα μετρά πάνω από 47 χρόνια λειτουργίας. «Η μάνα μου λειτούργησε επί 27 χρόνια το εστιατόριο, πιο πριν το είχε για δέκα χρόνια η θεία μου και πριν 10 χρόνια ακόμη ο ιδιοκτήτης της πολυκατοικίας. Είναι περίπου 47 χρονών μαγαζί. Εκείνη την εποχή είχε ξεκινήσει με καλιτσούνια, γαρδουμπάκια και 2 – 3 πιάτα μόνο», ανέφερε. Με τα χρόνια η ποικιλία των πιάτων μεγάλωσε, το ίδιο και η προτίμηση του κόσμου, που έβρισκε και συνεχίζει να βρίσκει στο παραδοσιακό οινομαγειρείο, «κάτι» που θυμίζει το φαγητό του δικού του σπιτιού. Αγνά υλικά και ποικιλία κρητικών συνταγών συναντούν καθημερινά οι επισκέπτες του καταστήματος. «Οι πελάτες μας δείχνουν τη σταθερή προτίμησή τους, αλλά παράλληλα έχουν γίνει και πιο απαιτητικοί. Θέλουν περισσότερη ποιότητα, αλλά και μεγαλύτερη ποσότητα και ποικιλία. Και εμείς φροντίζουμε να μην τους απογοητεύουμε όλα αυτά τα χρόνια. Πιστεύω πως ό,τι θέλουν το βρίσκουν εδώ», τόνισε η κα Κρασάκη, η οποία παράλληλα εξυπηρετούσε τους πελάτες που είχαν φτάσει από τις 12 το μεσημέρι για να προλάβουν μερίδες. Αλλωστε το οινομαγειρείο είναι ανοικτό από τις 11.30 το πρωί έως τις 9.30 το βράδυ.
«Οι περισσότεροι είναι παλιοί πελάτες και πριν μπουν μέσα στο κατάστημα ξέρουμε τι θα ζητήσουν, αφού έχουμε μάθει τις γευστικές προτιμήσεις του καθενός. Μας λένε ότι τους αρέσει ο τρόπος μαγειρέματος που είναι σπιτικός και η φιλική προσέγγιση», ανέφερε.
«Ο ΛΟΥΚΑΣ» ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Καφενείο ετών 45
Καφενείο σημαίνει τόπος συνάντησης, καθημερινής εξομολόγησης, καλαμπουριού. Εκεί θα ξεσκάσεις, θα πεις τον καημό σου και θα απολαύσεις τον καφέ σου. Εικόνες γνώριμες στα παλιά καφενεία, όπως αυτό του «Λουκά», που βρίσκεται στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου. Από τα παλιότερα καφενεία της πόλης που σε πείσμα των καιρών εξακολουθεί να διατηρεί το χρώμα και την αίσθηση μιας άλλης εποχής.
Αναζητώ τον ιδιοκτήτη. Στο βάθος μια παρέα, μοιράζει χαρτί και απολαμβάνει το παιχνίδι της. Πιο κει κάποιοι πίνουν τον καφέ τους. Στον τοίχο παρατηρώ μια θαλασσογραφία που μοιάζει ξεχασμένη από τον χρόνο. Λίγα λεπτά αργότερα θα αρχίσουν τα πειράγματα που πυροδότησε η ξαφνική παρουσία μου στον χώρο…
«Το καφενείο το άνοιξε ο πατέρας μου το 1967 και από το 1991 το ανέλαβα εγώ», μας λέει ο ιδιοκτήτης του κ. Μανώλης Μακρυνάκης, ο οποίος μας εξομολογείται ότι το μαγαζί, παρά τα πολλά χρόνια που πέρασαν από τότε που ανέλαβε, δεν θέλησε να το αλλάξει. «Το καφενείο το κράτησα ίδιο από επιλογή. Ηθελα να παραμείνει ίδια η ατμόσφαιρα. Ετσι το είχα μάθει και έτσι το κράτησα. Δεν θέλω να το αλλάξω», σημειώνει, ενώ για το κατά πόσο έχει επηρεάσει τα καφενεία το γεγονός ότι άλλαξαν οι εποχές αναφέρει: «Το καφενείο είναι τόπος συνάντησης, οι άνθρωποι βρίσκονται, λένε τα καθημερινά τους προβλήματα και πίνουν τον καφέ τους. Το καφενείο παραμένει το ίδιο. Οι εποχές βέβαια έχουν αλλάξει και πλέον οι άνθρωποι δεν έχουν ως αποκλειστική διασκέδαση τα καφενεία. Ωστόσο, στο μαγαζί υπάρχουν οι παλιοί πελάτες, αλλά και νέοι που έχουν προστεθεί», αναφέρει.
ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΔΑΣΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗ
«Ηχοι» από κασέτα και βινύλιο
Σαν να έχει μείνει ανέγγιχτο από τον χρόνο, με «άρωμα» από τις παλιές εποχές που ακούγαμε τα αγαπημένα μας τραγούδια από κασέτες ή παλιά βινύλια, το κατάστημα «Ήχος» του κ. Ι. Στυλιανουδάκη, στην οδό Δασκαλογιάννη, μετρά 33 χρόνια στην περιοχή της Σπλάντζιας. Όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης του καταστήματος κ. Γιάννης Στυλιανουδάκης σε αυτή τη διαδρομή πολλά άλλαξαν, ωστόσο, εκείνες οι παλιές εποχές ήταν πιο καλές, πιο ρομαντικές και σίγουρα πιο αυθεντικές. «Ανοιξα το μαγαζί μου πριν από 33 χρόνια, τότε ήταν καλές εποχές. Ο κόσμος έπαιρνε κασέτες, διασκέδαζε, είχε άλλη διάθεση γιατί είχε την μπόρεση και την άνεση. Τώρα τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, το μεροκάματο δεν βγαίνει με τίποτα. Κάνω υπομονή μπας και βγω στη σύνταξη», ανέφερε χαρακτηριστικά. Το γραφικό μαγαζί με τις κασέτες και τους δίσκους, που «τραβά» την προσοχή των περαστικών της οδού Δασκαλογιάννη με τη δυνατή κρητική μουσική που ακούγεται σχεδόν πάντα, δίνει το δικό του «χρώμα» στην περιοχή. «Ο κόσμος έχει γυρίσει στο παλιό. Επιστρέφει στην κρητική παράδοση και στη γνήσια λαϊκή μουσική. Οι Έλληνες και οι ξένοι ψάχνουν το παλιό, ζητάνε παλιούς δίσκους. Έχει μεγάλη ζήτηση το βινύλιο παρά το γεγονός ότι βγήκε το cd και κατεβάζουν μουσική από το Διαδίκτυο», μας λέει ο κ. Στυλιανουδάκης, ο οποίος είναι περήφανος για την προσωπική του συλλογή που περιέχει πάνω από 25.000 δίσκους βινυλίου!
ΣΤΟ ΤΣΑΓΚΑΡΙΚΟ ΤΩΝ ΣΤΙΒΑΝΑΔΙΚΩΝ
Σφυρί, κόλλα και μυρωδιά δέρματος
«Το σφυρί, η κόλλα και η μυρωδιά του δέρματος είναι αυτά που προσελκύουν τους ντόπιους και τους τουρίστες», μας λέει ο κ. Γαβριήλ Κατσουλάκης, ένας εκ των λίγων επαγγελματιών στα Στιβανάδικα που συνεχίζει να κατασκευάζει παπούτσια, άρβυλα, στιβάνια, όλα σχεδόν τα χειροποίητα είδη παπουτσιού. Το κατάστημα λειτουργεί από το 1967. Με τον πατέρα του κ. Γαβριήλ, Μανώλη Κατσουλάκη, να εργάζεται ακατάπαυστα από το πρωί ως το βράδυ από ηλικία 13 ετών έως και τα 65! «Ο πατέρας μου έκανε αυτή τη δουλειά και έτσι μεταβιβάστηκε και σε εμένα. Παρόλο που τέλειωσα άλλη σχολή, επέλεξα να ασχοληθώ με το επάγγελμα του τσαγκάρη που τόσο αγάπησα. Εδώ και 45 χρόνια στον ίδιο χώρο προσπαθώ να διατηρήσω την παράδοση, τόσο στην εμφάνιση του μαγαζιού, όσο και στον τρόπο που κατασκευάζω τα παπούτσια. Καλώς ή κακώς, τα πάντα εξελίσσονται και η βοήθεια των μηχανημάτων με έχει ωφελήσει. Παρόλα αυτά, ο τρόπος με τον οποίο δουλεύω παραμένει κλασικός. Οπως επίσης και η εμφάνιση του μαγαζιού τόσα χρόνια μένει ίδια και δεν εκσυγχρονίζεται, διότι η εικόνα του παραδοσιακού μαγεύει τον κόσμο», τονίζει.
Μια μικρή ματιά για του λόγου το αληθές αποδεικνύει όσα λέει ο κ. Κατσουλάκης. Μπροστά στον πάγκο του, δουλεύει επιδέξια το σφυρί μορφοποιώντας το δέρμα έτσι όπως θέλει. Και όλα αυτά σε μια εποχή που τα προϊόντα «μαϊμού» αποτελούν την πλειοψηφία παντού. «Η αγορά, δυστυχώς, έχει γεμίσει πλαστικά είδη και παπούτσια εισαγωγής. Ομως, πολλοί είναι αυτοί που διακρίνουν και επιλέγουν το χειροποίητο, λόγω καλύτερης ποιότητας, παπούτσι και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν και με το παραπάνω γι´ αυτό. Σ´ αυτόν τον δρόμο είμαι από τους νεότερους που διατηρούν αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο κατασκευής παπουτσιών και υπενθυμίζω στους υπόλοιπους ποια ακριβώς είναι και η αξία των λεγόμενων ´στιβανάδικων´. Το ότι είμαι και από τους μόνους, είναι και υπέρ μου, γιατί θα υπάρχει μονοπώλιο.
Δυστυχώς, όμως, θεωρώ ότι σε 30 χρόνια αυτό το επάγγελμα θα έχει αντικατασταθεί πλήρως από μηχανές και παπούτσια εισαγωγής», καταλήγει ο τσαγκάρης.
ΣΤΑ «ΠΛΕΚΤΑ» ΤΗΣ ΧΡ. ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
«55 χρόνια στο μαλλί»
«Ξεκινήσαμε ως κατάστημα το 1957 στην Ποτιέ. Την 1η Ιανουαρίου του 1960 ήρθα στη Χρ. Επισκόπου όπου και παραμένω στο ίδιο ακριβώς σημείο. Η εξωτερική του εμφάνιση είναι η αρχική, δεν έχει αλλάξει τίποτα, σαν να μην πέρασε ο χρόνος», λέει ο κ. Κώστας Ρεξάκης, ιδιοκτήτης ενός εκ των παλιότερων καταστημάτων με είδη μαλλιού και πλεξίματος στο κέντρο των Χανίων. Δεν υπάρχει νοικοκυρά τα τελευταία 50 χρόνια στην πόλη των Χανίων που να μην επισκέφθηκε το κατάστημα «Ρεξάκη» αναζητώντας το ιδανικό μαλλί για τα εργόχειρά της! «Μέχρι και πρόσφατα πουλούσαμε αποκλειστικά ελληνικά μαλλιά. Τώρα, δυστυχώς, έχουν κλείσει όλα τα εργοστάσια στη χώρα μας, παρόλα αυτά έχουμε ακόμα κάποιες ποσότητες στις αποθήκες μας. Υπάρχουν ακόμα γυναίκες που αγοράζουν μαλλί για να πλέξουν, παρότι η κίνηση έχει πέσει πάρα πολύ σε σύγκριση με παλιότερα. Βλέπουμε και ενδιαφέρον και από τις ξένες και προχθές μου ήρθε μια κυρία από τη Γερμανία, που κάθε καλοκαίρι που έρχεται στα Χανιά αγοράζει από εδώ. Γενικά προσπαθούμε να κρατηθούμε», μας εξηγεί ο κ. Νίκος καθώς μας ξεναγεί μέσα στο κατάστημα.
Παλιά στο κατάστημα μια πελάτισσα μπορούσε να περιμένει και 1 ώρα για να ψωνίσει, τόσο μεγάλη ήταν η κίνηση. Κάνοντας μια βόλτα ανάμεσα στους διαδρόμους δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς από τα ωραία τακτοποιημένα ανά χρώμα και είδος μαλλιά που δημιουργούν ένα ξεχωριστό, πολύχρωμο και πολύμορφο παζλ. Στα χρόνια που διατηρεί το κατάστημά του ο κ. Ρεξάκης δεν μπορεί να ξεχάσει την έκπληξη πελατών του που ερχόμενοι στο κατάστημά του πριν από 6 – 7 χρόνια είδαν το μαλλί «Φιορίσιμο» της εταιρείας «Περφίλ», ένα από τα πιο ποιοτικά μαλλιά της εποχής και αγόρασαν από ένα για όλα τα είδη προκειμένου να τα μελετήσουν και να τα αντιγράψουν. Οπως επίσης δεν μπορεί να μην νοσταλγήσει το αίσθημα της γειτονιάς που επικρατούσε παλιότερα στη Χρ. Επισκόπου.