Dr ΠΟΠΗ ΧΑΤΗΡΑ*
Εκατομμύρια άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά και στις τέσσερες γωνιές της γης κακοποιούνται κάθε στιγμή με ποικίλους τρόπους. Κάποιοι από αυτούς θα υποστούν ανεπανόρθωτες σοβαρές βλάβες στην υγεία τους και κάποιοι θα πεθάνουν από την υπερβολική κακοποίηση. Βέβαια, υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που υφίστανται μιας άλλης μορφής κακοποίηση, όχι τόσο εμφανή, αλλά το ίδιο καταστροφική.
Την ψυχολογική κακοποίηση. Οι σωματικές πληγές μπορούν να επουλωθούν και να περάσουν, οι ψυχολογικοί τραυματισμοί όμως διαρκούν για όλη τη ζωή. Η σωματική κακοποίηση του παιδιού, για παράδειγμα, είναι εμφανής και αναγνωρίζεται πιο εύκολα. Πολύ συχνά η ψυχολογική κακοποίηση του παιδιού είναι αποτέλεσμα της σωματικής και σεξουαλικής κακομεταχείρισής του. Η παραμέληση έχει βρεθεί ότι είναι η πιο συχνή μορφή κακοποίησης, ενώ η ψυχολογική κακοποίηση είναι επίσης πολύ συχνότερη από τη σωματική και τη σεξουαλική και συνήθως συνυπάρχει με τις δύο αυτές μορφές κακοποίησης, ωστόσο, είναι οι λιγότερο μελετημένες.
Ελάχιστη είναι η ποσοστιαία αναλογία που γνωρίζουμε σχετικά με τα πραγματικά ποσοστά των διαφόρων μορφών κακοποίησης. Είναι τόσες πολλές οι μορφές κακοποίησης όσες ενδεχομένως και οι περιπτώσεις που την έχουν υποστεί ή την υφίστανται. Γενικά, λέμε, πώς έχουμε τη σωματική, τη σωματική – σεξουαλική και την ψυχολογική ως μορφές κακοποίησης. Ομως, είναι πραγματικά δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς πόσες ιδιαίτερες μορφές κακοποίησης υπάρχουν. Το μόνο εύκολο είναι να διαπιστώσει ότι κάθε μορφή κακοποίησης επιφέρει ένα τραύμα είτε αυτό πλήττει το σώμα είτε την ψυχή (συναίσθημα) και όταν υποφέρει το σώμα υποφέρει και η ψυχή. Νους και σώμα δεν διαχωρίζονται. Ο άνθρωπος λειτουργεί ως όλον: νους και σώμα. Επομένως, κάθε τραυματισμός είναι τραυματισμός του Εγώ. Εγώ και σωματικό Εγώ, που βιώνεται ως η περιφέρεια και μέρος του ψυχικού οργάνου, δεν διαχωρίζονται. Επομένως, κάθε τραυματισμός, κάθε τραύμα στο σώμα ή την ψυχή επιφέρει πόνο. Επιφέρει ταυτόχρονα σωματικό και ψυχικό πόνο.
Η ψυχαναλυτική θέση μας υποδεικνύει ότι ένας έντονος πόνος που απορρέει από έναν τραυματισμό (σωματικό – ψυχικό) προκαλείται πάντοτε από μια στιγμιαία αναστάτωση του Εγώ. Αυτός ο πόνος βιώνεται μέσα από τα τρία στάδια της γένεσής του: τραυματισμός – αναστάτωση – αντίδραση. «Υποφέρω σωματικά γιατί κάτι συμβαίνει στον ψυχισμό μου. Αυτό που συμβαίνει στον ψυχισμό μου είναι μια αναστάτωση, μια κατάσταση αιφνιδιασμού, κλονισμού, πού προκαλείται από μια μαζική εισβολή ενέργειας» (Καννελοπούλου, 2012). Αυτή η κατάσταση κλονισμού που ονομάζεται στην ψυχανάλυση τραύμα, σημαίνει ότι ένα πρόσωπο βιώνει μια υπέρμετρη διέγερση την οποία δεν καταφέρνει να αφομοιώσει.
Οταν ένα άτομο υποφέρει, το Εγώ του βρίσκεται σε μια τραυματική κατάσταση, γιατί δεν καταφέρνει να αφομοιώσει, να συμφιλιωθεί με αυτήν τη μαζική εισβολή ενέργειας. Παρ’ όλη την αναστάτωση, το Εγώ καταφέρνει να αντιληφθεί αυτή την τραυματική κατάσταση κλονισμού, αυτή την αναστάτωση των ενορμήσεων: της ζωής και του θανάτου. Αυτή η αντίληψη δημιουργεί και το οδυνηρό συναίσθημα. Ο εσωτερικός κλονισμός είναι τόσο δυνατός και οδυνηρός που η εικόνα του θα εγγραφεί στη μνήμη. Και όχι μόνο στο συνειδητό (όπως η εικόνα ή το γεγονός του τραυματισμού), αλλά και στο ασυνείδητο που είναι και αυτό μνήμη, αλλά εντελώς διαφορετική και που δεν χάνεται ποτέ. Δεν πρόκειται πια για συνειδητή αναπαράσταση της περιοχής του τραυματισμού (συνθήκες τραυματισμού, αισθήσεις κ.λπ.), αλλά για την εικόνα που δεν αντιλαμβάνεται το συνειδητό και η οποία αναπαριστά την ιδιαιτερότητα του ´ατυχήματος´, δηλαδή, τη φωτογραφία μιας λεπτομέρειας, μνημονική εικόνα που έχει οριστικά συνδεθεί με την οδυνηρή εμπειρία. Ετσι, ο πόνος του κλονισμού εγγράφεται στο ασυνείδητο και επιστρέφει αναπάντεχα και με διαφορετικές μορφές από την ανάμνηση και μόνο ενός δυσάρεστου επεισοδίου (Καννελοπούλου, 2012). Επιστρέφει ως σωματικός πόνος που έχει μετατραπεί είτε ως ψυχοσωματικό σύμπτωμα, ως ενοχή είτε ως παραπτωματική πράξη.
Ο ψυχικός πόνος, λοιπόν, προκαλείται από την πολύ έντονη συναισθηματική αξία που αποδίδεται σε αυτό που είχαμε και το οποίο χάσαμε, είτε πρόκειται για μέρος του σώματός μας, είτε για το πρόσωπο που αγαπάμε, είτε για τις αξίες μας, είτε για κομμάτια της αυτοεικόνας μας. Και αυτό συμβαίνει γιατί όλη η ψυχική ενέργεια επενδύει σε μία και μοναδική ψυχική αναπαράσταση, που επιβαρυμένη υπέρ του δέοντος, απομονώνεται από τις άλλες αναπαραστάσεις που δομούν το Εγώ. Η υπερτροφική λοιπόν σε ενέργεια αναπαράσταση του τραύματος μετατρέπεται σε «ξένο σώμα» που μοιάζει να σχίζει τις ´ίνες´ του Εγώ. Το τραύμα ως ένα οξύ φαινόμενο συμβαίνει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και έχει ως αποτέλεσμα τη συναισθηματική κατάρρευση. Το μυαλό μοιάζει να κατακλύζεται από ένταση και ανάμικτα ερεθίσματα.
Το επεισόδιο της κακοποίησης και τα στάδιά του έχει μια οξεία τραυματική φάση, όπου είναι και το νόημα του τραύματος, το οποίο δεν πρέπει να αποδίδεται μόνο σε μεμονωμένα περιστατικά (π.χ. τον ξαφνικό θάνατο ενός μέλους της οικογένειας, βιασμός, ατύχημα, αρρώστια, χειρουργική επέμβαση, θάνατος αρρώστου κ.ά.), αλλά και σε γεγονότα που μπορούν να έχουν και μεγαλύτερη διάρκεια όπως αποξένωση από τους γονείς, παιδιά εσώκλειστα σε σχολεία, παρατεταμένη νοσηλεία σε νοσοκομείο, θυματοποίηση στο σχολείο, μετανάστευση, πτώχευση, ψυχοφθόρα εργασία κ.ά.). Στην ψυχολογία αυτό που δίνει σε ένα γεγονός τραυματική αξία είναι οι συγκεκριμένες συνθήκες: οι συγκεκριμένες ψυχολογικές συνθήκες σχέσης του υποκειμένου με το αντικείμενο των ψυχοσυναισθηματικών του επενδύσεων, η αποτελεσματική κατάστασή του και η ψυχική σύγκρουση που αποτρέπει το αντικείμενο από το να εισέλθει ξανά σε μια επίπονη διαδικασία που έχει υποστεί.
Η οδυνηρή εμπειρία της βίας μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα φοβίας ή άλλες εκδηλώσεις ανησυχίας και άγχους (αϋπνία, εφιάλτες), αφού ο τρόπος χρήσης του «σήματος ανησυχίας» είναι ένας ανερχόμενος συρμός. Ετσι, το άτομο αποφεύγει να κατακλυστεί από καταστροφική ανησυχία και υπέρογκο άγχος. Πρέπει κανείς να είναι προσεκτικός να ξεχωρίσει ανάμεσα στο οξύ φυσικό τραύμα, που αποκαλείται τραυματικό σοκ και σε άλλους τύπους τραύματος που περιγράφονται από τον Pollock, (1967) ως «τραυματική τάνυση», «πολλαπλά τραύματα» και «σιωπηρά τραύματα».
Ο ίδιος ο πατέρας της ψυχανάλυσης, ο Freud (1926), υποστήριξε ότι το τραύμα μπορεί να δημιουργηθεί από ένα μόνο γεγονός ή από τη σταδιακή συσσώρευση διαφόρων τραυματικών γεγονότων. Ακόμη, κλινικές παρατηρήσεις και μελέτες τραυματικών εμπειριών έδειξαν ότι τα τραύματα δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως μεμονωμένες καταστάσεις αλλά, ότι συμβαίνουν κατ’ επανάληψη. Σε κάθε περίπτωση όλοι οι παράγοντες συνδυάζονται συνολικά και προκαλούν λύπη, πόνο και θλίψη, δηλαδή, διεργασία πένθους.
Μια προσωπική αντίδραση τη στιγμή του τραυματικού γεγονότος δεν είναι πάντοτε καθοριστικό για το εάν υπάρξουν τραυματικές συνέπειες αργότερα. Αυτό θα εξαρτηθεί τόσο από την προσωπικότητα του ατόμου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της όσο και από τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Γενικά, μπορεί να πει κανείς ότι υπάρχει μια περίοδος αφάνειας, μεσοπρόθεσμα, ανάμεσα στο τραυματικό γεγονός και στα αποτελέσματά του καθώς, όπως παρατηρείται πολύ συχνά, υπάρχει μια καθυστερημένη περίοδος θλίψης (διεργασία πένθους) στις περιπτώσεις χρόνια κακοποιημένων ατόμων.
Μερικοί άνθρωποι που έχουν κακοποιηθεί, βιαστεί, βασανιστεί αναπτύσσουν τη μετα-τραυματική διαταραχή άγχους, το μετατραυματικό σύνδρομο. Τα συμπτώματά του περιλαμβάνουν τις αναδρομές στο παρελθόν και εφιάλτες για το γεγονός που είναι τόσο σαφείς ως να φαίνονται πραγματικοί. Οι άνθρωποι που έχουν κακοποιηθεί ή βασανιστεί μπορούν να έχουν μια σειρά συμπτωμάτων, που περιλαμβάνουν: πονοκεφάλους, τίναγμα ή τρέμουλο των μυών (μυοκλονίες), διαταραχές ύπνου, επιθέσεις ανησυχίας ή πανικού, νευρικότητα, οξυθυμία, σεξουαλικά προβλήματα, κατάθλιψη, επιθετικότητα, αυτοκαταστροφικές σκέψεις κ.ά. Μερικοί επιζώντες βασανιστηρίων ή βαριάς σωματικής κακοποίησης δοκιμάζουν μακροπρόθεσμα τον πόνο από τους τραυματισμούς των μαλακών μορίων (ιστούς), απώλεια ακοής ή προβλήματα όρασης. Ενα άτομο που έχει κακοποιηθεί βάναυσα ή βασανιστεί μπορεί να προσπαθήσει σκληρά για να αποφύγει ό,τι υπενθυμίζει σε αυτό την τραυματική εμπειρία του. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει: το κράτημα των σκέψεων και των συναισθημάτων του χωριστά επιλέγοντας μόνο να σκέφτεται αντί να αισθάνεται, την αποσύνδεση από τον γύρω κόσμο του και μοιάζει, δείχνει, σαν να είναι συνήθως σε μια μόνιμη αφηρημάδα (χαμένος).
Σε ένα παιδί τα συμπτώματα του τραύματος από βία και κακοποίηση εξαρτώνται από την ηλικία του, την ανάπτυξη και την εμπειρία του. Γενικά, ένα παιδί που έχει δοκιμάσει βία και κακοποίηση, το τραύμα μπορεί να εμφανιστεί με συμπτώματα, όπως: Εφιάλτες, έχοντας επανειλημμένως τον ίδιο εφιάλτη, σύγχυση της πραγματικότητας με τη φαντασία, ανικανότητα να εμπιστευθεί τους άλλους συμπεριλαμβανομένων και των γονέων του, αίσθηση του φοβισμένου από πράγματα, ανθρώπους ή καταστάσεις που δεν παρουσιάζουν οποιαδήποτε απειλή. Σε μικρά παιδιά μπορεί να παρατηρήσουμε περίεργες και παράδοξες συμπεριφορές, όπως καταστροφή των παιχνιδιών, στερεότυπο και επαναλαμβανόμενο παιχνίδι, ταραγμένη και ανήσυχη συμπεριφορά, σοβαρά προβλήματα στο σχολείο συμπεριλαμβανομένης και της αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Διαταραχές της όρεξης και του ύπνου (εφιάλτες), προβλήματα τραυλίσματος και άλλες διαταραχές ομιλίας ιδιαίτερα σε μικρά παιδιά ή σε παιδιά που δεν έχουν αναπτύξει ακόμα τον λόγο όπου μπορεί να εκφραστεί το άγχος τους στα σχέδια ή το παιχνίδι τους.
Σχετικά πρόσφατες έρευνες έχουν επισημάνει το μέγεθος της σωματικής επιβάρυνσης και την ανάπτυξη σοβαρών και απειλητικών για τη ζωή νόσων σε παιδιά και εφήβους που αντιμετωπίζουν σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα εξ αιτίας ισχυρών τραυματικών γεγονότων και δραματικών αλλαγών του ρυθμού της ζωής τους, όπως αυτά τα τραυματικά γεγονότα που απορρέουν από κάθε μορφής βαριά βία και κακοποίηση, από φυσικές καταστροφές (π.χ. σεισμοί, πλημμύρες, τυφώνες κ.ά.) ή από βίαιες ανατροπές και αλλαγές ζωής (πόλεμος, προσφυγιά, μετανάστευση). Οι πλέον συνηθισμένες αντιδράσεις είναι αυτές της ενοχής και της αναστολής της ψυχοσυναισθηματικής εξέλιξης για τα παιδιά. Αλλά πέρα από αυτά, συχνά, πολλά και σοβαρά σωματικά προβλήματα, ψυχοσωματικές και σωματόμορφες διαταραχές αποτελούν την εκδραμάτιση της ψυχικής αναταραχής.
Οι έρευνες κατέδειξαν ότι τα συλλογικά τραύματα (πόλεμοι, καταστροφές, τραγικά ατυχήματα) προξενούν πολλά και ποικίλα προβλήματα στα παιδιά και στους εφήβους με εμφανείς τις επιπτώσεις στην ψυχική, σωματική και κοινωνική τους υγεία. Συχνά, η ψυχολογική κατάσταση αυτών των παιδιών βρίσκεται στο μεταίχμιο της κατάρρευσης. Η κατάσταση σοκ μπορεί να μπει σε ύφεση με την παρέλευση έξι μηνών, αλλά όμως επανεργοποιείται στην πρώτη εμφάνιση κάποιας δυσκολίας. Κυριεύονται, κατά διαστήματα, από έντονα ενοχικά συναισθήματα ως επιζώντες που είδαν, βίωσαν από κοντά ή μακριά την καταστροφή.
Αναζητώντας τα γεγονότα που έχουν συνταράξει ή συνταράσσουν τον πλανήτη, ανακαλύπτουμε ότι ο δυτικός υπερπροστατευτικός δυτικός κόσμος μας μάς κρατάει όσο το δυνατόν μακριά του. Λιμοί, οικονομικές αναταράξεις, πόλεμοι, εγκλήματα, πλημμύρες τυφώνες, σεισμοί μας προσφέρονται με τη μορφή θεάματος στο σινεμά, στην τηλεόραση -αλλά η αγωνία που προκαλούν δεν μας φαίνεται αληθινή, δεν μας αγγίζει, φαινομενικά τουλάχιστον, αλλά αυτό ίσως, είναι μια άλλη μορφή κακοποίησης, η κοινωνική. Και αυτή η μορφή κακοποίησης, η κοινωνική είναι, εν δυνάμει, εξίσου επικίνδυνη και διαβρωτική για την ψυχοκοινωνική ζωή του ατόμου και δη του νέου ατόμου: παιδιού και εφήβου. Κοινή πεποίθηση είναι ότι αυτό που χαρακτηρίζει την αντίδραση κάποιου ατόμου παιδιού, εφήβου, ενήλικα στην τραυματική εμπειρία της απώλειας όποιας μορφής απώλειας «δίκην μετανάστευσης από το ασφαλές» είναι το αίσθημα του αβοήθητου.
Το να ερευνήσει κανείς αυτό το ψυχικό τραύμα σημαίνει να έλθει αντιμέτωπος τόσο με την ευάλωτη φύση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία όσο και με τη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να κάνει το κακό. Σημαίνει να γίνει μάρτυρας άσχημων ή και φρικτών γεγονότων ζωής που μπορεί να προέρχονται από κάθε μορφής βία και κακοποίηση, από φυσικές καταστροφές, οικονομική κατάρρευση, απώλεια του οικογενειακού δεσμού, αγαπημένων προσώπων και αξιών, μετανάστευση, προσφυγιά, φυλακή κ.λπ. Τότε εύκολα ο ´μάρτυρας´, το σώμα, παίρνει το μέρος του ´θύματος´, του ψυχισμού και σε ανθρώπινες πράξεις ή ανίερες συμπεριφορές, όπως είναι η κακοποίηση, η βία το έγκλημα, τότε ο μάρτυρας – σώμα παγιδεύεται στη σύγκρουση θύματος – ψυχισμού και δράστη – κοινωνία και αυτό, γιατί είναι ηθικά αδύνατο να παραμείνει ουδέτερο (Charalabaki et al, 1995 Μαδιανός, 2005). Από την άλλη μεριά, η κοινωνία παίζει τον δικό της ρόλο στη ´θέα´ όλων αυτών των φρικαλεοτήτων. Είναι στη γενική τάση των ανθρώπων να μη βλέπουν να μην ακούν και να μη λένε τίποτε κακό. Όμως, αυτά τα θύματα ζητούν να μοιραστούν το φορτίο του πόνου, του ψυχικού πόνου που απορρέει από το μεγάλο ή το μικρό ψυχικό τους τραύμα. Ο πόλεμος και τα θύματά του είναι γεγονότα που η κοινωνία θέλει να λησμονήσει. Ένα πέπλο λησμονιάς πέφτει πάνω σε κάθε τι οδυνηρό και δυσάρεστο. Οι δυο πλευρές στέκονται αντιμέτωπες. Από τη μια μεριά είναι τα θύματα που θέλουν να ξεχάσουν μα δεν μπορούν και από την άλλη είναι εκείνοι που θέλουν να ξεχάσουν και το καταφέρνουν. Η αντίθεση είναι συχνά πολύ οδυνηρή και για τις δυο πλευρές. Σε αυτό τον σιωπηλό και άνισο διάλογο ο πιο αδύναμος είναι ο χαμένος.
Oι άνθρωποι, ως άτομα και είδος εκτιμούν τις ασθένειες (το τραύμα) και τον θάνατο, σκοπεύοντας ταυτόχρονα να θεραπεύσουν, να επουλώσουν και να προλάβουν, σε έναν βαθμό που δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο είδος. Πόλεμος και αυτοκτονία αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτοκαταστροφής, όπως και το συγγενικό έγκλημα μπορεί να είναι το πιο απεχθές και ίσως το λιγότερο συχνά εμφανιζόμενο, όμως, υπάρχουν, ανίερες συμπεριφορές των ανθρώπων που έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο σε άτομα, οικογένειες και κοινωνία.
*αναπληρώτρια καθηγήτρια
Κλινικής Ψυχολογίας
Πανεπιστημίου Κρήτης
Αναφορές
*Charalabaki, E. Bauwens, F. Stefos, G. Madianos, M. G. & Mendlewicz, J. (1995). Immigration and Psychopathology: A Clinical Study. European Psychiatry, 10, 237- 244.
*Freud, S. (1926). Address to the Society of B’ nai B’ rith. S. E.20.
*Κανελλοπούλου Β. (2000). Ψυχαναλυτική προσέγγιση του πόνου. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα.
*Μαδιανός, Μ. (2005). Μετανάστευση και παλιννόστηση: Ένα συνεχές πρόκλησης ψυχικών διαταραχών. Στο Α. Παπαστυλιανού (Επιμ.), Διαπολιτισμικές διαδρομές (127- 141). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
*Pollock, G. (1967). Discussion in the Crisis. Study Group of New York.
πως γινετε να με βοηθησετε απο αλλη πολη