Επιτακτική είναι η ανάγκη για σύνδεση του πρωτογενούς και του τριτογενούς τομέα για την ανάπτυξη του Νομού Χανίων. Σε αυτό καταλήγουν τα συμπεράσματα και οι προτάσεις από πρόσφατες έρευνες του Μεσογειακού Αγρονομικού Ινστιτούτου Χανίων, όπως συνοψίστηκαν από το Ερευνητικό Ιδρυμα.
Ειδικότερα, στην έκθεσή του αναφορικά με τις προοπτικές σύνδεσης του αγροτικού τομέα με τον τουρισμό, το Μ.Α.Ι.Χ. υπογραμμίζει πως «στον Νομό Χανίων, η συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα στο Α.Ε.Π. το 1995 έφτανε το 22,8%, ενώ, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή, έχει πέσει στο 5%, σε αντίθεση με το ποσοστό του τριτογενούς τομέα που έχει ανέβει στο 75%, ενώ ο δευτερογενής τομέας κυμαίνεται στο 20%. Η διασύνδεση του πρωτογενούς με τον τριτογενή τομέα, θεωρείται επιβεβλημένη. Αλλωστε όλοι αναγνωρίζουν τη σημαντική συμμετοχή του τουριστικού τομέα στην οικονομία, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην ανάδειξη της ελκυστικότητας των υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών. Η προώθηση της παραγωγής τυπικών προϊόντων, η τυποποίηση, εμπορία και η επιτυχής προβολή τους θα επιφέρει περαιτέρω ανάπτυξη σε όλους τους τομείς».
Το Μ.Α.Ι.Χ. επίσης τονίζει πως «οι αφίξεις αλλοδαπών τουριστών στην Κρήτη τη φετινή χρονιά (μέσω charters και κρουαζιερόπλοιων) ξεπέρασαν τα 3 εκατομμύρια, συγκεκριμένα για τον Νομό Χανίων. Οι αφίξεις αλλοδαπών με charters στο αεροδρόμιο ´Δασκαλογιάννης´ ξεπέρασαν για πρώτη φορά τις 700 χιλιάδες (716.390), σημειώνοντας αύξηση κατά 8,8% σε σχέση με την περυσινή περίοδο, ενώ οι αφίξεις αλλοδαπών μέσω κρουαζιερόπλοιων έφτασαν τις 134.118. Ερευνα του Μ.Α.Ι.Χ. για τα βασικά αγροτικά προϊόντα του Νομού Χανίων έχει δείξει ότι πολύ σημαντικό είναι το ποσοστό των αλλοδαπών επισκεπτών που δοκιμάζει και αγοράζει τα τοπικά αγροτικά προϊόντα, όπως είναι το κρητικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, το κρητικό κρασί, τοπικό τυρί, πορτοκάλια, λαχανικά, αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, αποδίδοντας πολύ καλά σχόλια και κριτικές για τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους. Εκφράζουν επίσης, την επιθυμία να τα συστήσουν σε φίλους και συγγενείς, ενώ θα θέλανε να τα βρίσκουν καθημερινά στην εγχώριά τους αγορά.
Σημαντικά είναι επίσης τα ποσοστά των αλλοδαπών επισκεπτών που θα προτιμούσαν εναλλακτικές μορφές τουρισμού, όπως είναι επισκέψεις σε τοπικά παραδοσιακά καταλύματα (78,1%), δοκιμή τοπικών αγροτικών προϊόντων στους χώρους παραγωγής (64,9%), συμμετοχή σε εκδηλώσεις προβολής τοπικού οίνου (47,9%), συμμετοχή σε γαστρονομικές περιηγήσεις (47,7%), επισκέψεις σε τοπικά αγροκτήματα (37,6%), συμμετοχή σε εκδηλώσεις προβολής ελαιολάδου (34,7%). Επίσης, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας κρίνεται αναγκαία, με στροφή προς την έρευνα και ανάπτυξη καθώς και τη στελέχωση των αγροτικών επιχειρήσεων με εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, που θα οδηγήσει σε νέα καινοτομικά προϊόντα, την επιβίωση και ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα».
Σύμφωνα πάντα με το Μ.Α.Ι.Χ., στις στρατηγικές επιλογές των Φορεών θα πρέπει να είναι:
1. Προώθηση εναλλακτικού και ειδικού θεματικού τουρισμού.
2. Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και στήριξη της επιχειρηματικότητας στις αγροτικές περιοχές.
3. Καινοτομία του τρόπου παραγωγής, μεταποίησης, επεξεργασίας, διάθεσης και προβολής των τοπικών προϊόντων, με σκοπό τη βελτίωση της οργάνωσης της αλυσίδας τροφίμων.
4. Δικτυώσεις και συνεργασίες επιχειρήσεων του αγροτικού τομέα, λόγω των διαρθρωτικών προβλημάτων για επίτευξη οικονομιών κλίμακας.
5. Σύνδεση Ακαδημαϊκών και Ερευνητικών Ινστιτούτων με Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού τομέα.
6. Αξιοποίηση οικονομικών κινήτρων και ενισχύσεων για τη δημιουργία νέων, ενίσχυση και εκσυγχρονισμό μεταποιητικών, βιοτεχνικών επιχειρήσεων του πρωτογενούς τομέα.
7. Ανάδειξη και προώθηση της κρητικής διατροφής και δημιουργία υποστηρικτικών οργανισμών για προώθηση, πιστοποίηση και ποιοτικό έλεγχο των προϊόντων.
8. Ενίσχυση διατομεακών παραγωγικών και εμπορικών δικτυώσεων Συμφώνου Ποιότητας και συμπράξεων.
9. Δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών σε θέματα έρευνας, υπηρεσιών, εμπορικής οργάνωσης, τεχνογνωσίας και εξωστρέφειας.
10. Ενίσχυση της ελκυστικότητας του αγροτικού χώρου μέσω βελτίωσης του ανθρώπινου δυναμικού (συνεχής εκπαίδευση, πληροφόρηση, κατάρτιση σε καινοτόμες δραστηριότητες του αγροτικού χώρου) και της ποιότητας ζωής.