«Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα»
(Οδ. Ελύτης, Μαρία Νεφέλη, σελ. 105,
Ίκαρος, 4η έκδοση, 1980))
ΣΥΝΥΦΑΣΜΕΝΗ με την ύπαρξή μας είναι η έννοια του χρόνου. Κάθε Πρωτοχρονιά ξορκίζουμε τον παλιό “γέρο χρόνο” και υποδεχόμαστε τον “νέο”, με τα κάθε είδους δώρα του. Γηρατειά και νιότη, σε μια σύντομη αλληλοδιαδοχή με φόρεμα τον χρόνο που καθορίζει και την πορεία της ζωής των όντων πάνω στη γη…
ΠΟΛΥΣΗΜΑΝΤΗ και στενά δεμένη με την καθημερινότητά μας η έννοια του χρόνου. Στη χαρά και στη λύπη του παρόντος, στη νοσταλγία του παρελθόντος ή στο όνειρο για το μέλλον, εκφραζόμαστε πάντα σε συνάρτηση με τον χρόνο… Με τους συμβατικούς δε γραμματικούς “χρόνους”, αλλά και τα άλλα είδη του λόγου, τοποθετούμε πρόσωπα, γεγονότα, φαινόμενα και τον εαυτό μας στη γραμμή του χρόνου… Αλλά, ο “πρακτικός” ανθρώπινος χρόνος δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που είναι ο πραγματικός χρόνος.
ΞΥΠΝΑΜΕ με την “καλημέρα”, ρωτάμε «τι ώρα είναι;», διανύουμε “χρονιάρες” μέρες, ευχόμαστε «Καλή Χρονιά», «καλό μήνα» ή «καλή εβδομάδα», δεχόμαστε “σε ανύποπτο χρόνο” επισκέψεις, λέμε «χρόνια πολλά» ή «και του χρόνου», ανακοινώνουμε το “φευγιό” κάποιου αγαπημένου μας λέγοντας «μάς άφησε χρόνους», διαμαρτυρόμαστε για υποθέσεις που “χρονίζουν”, εργαζόμαστε εντατικά για να “κερδίσουμε χρόνο”, παραλείπουμε υποχρεώσεις “ελλείψει χρόνου”, καταριόμαστε κάποιον λέγοντάς του «κακόχρονο να ’χει», περιμένουμε πως «συν τω χρόνω» όλα τα άσχημα θα βελτιωθούν, αξιοποιούμε τον “ελεύθερο χρόνο” μας κ.λπ.. Τελικά δεχόμαστε πως ο χρόνος είναι “πανδαμάτωρ” και “ιατρός” των πάντων.
ΓΙΑ ΜΑΣ τους απλούς ανθρώπους τα περί τον χρόνο θεμελιώδη ερωτήματα τοποθετούνται στη σφαίρα της φιλοσοφίας. Είναι ανεξήγητα: «Τι είναι ο χρόνος;», «Υπάρχει;»… Κι αν ναι, «από πότε;». «Μετριέται και πώς;»… Όσο κι αν ο άνθρωπος τελειοποιεί τα επιστημονικά του “εργαλεία” για την ακριβέστερη μέτρησή του χρόνου, αυτός παραμένει μυστήριο.
ΓΙΑ ΠΟΛΛΟΥΣ ο χρόνος μοιάζει με ένα βέλος που εκτοξεύεται από το μέλλον, διαπερνά το παρόν και χάνεται στο παρελθόν. Για άλλους, οι τρείς παραπάνω στιγμές δεν είναι παρά μια, το παρόν. Για τον Αϊνστάιν ο χρόνος αποκτά νόημα και διάσταση με την κίνηση. Στη φύση ο χρόνος αποκαλύπτεται στο πέρασμα των εποχών. Στους ποιητές, λογοτέχνες και καλλιτέχνες, ο χρόνος είναι κύκλος με πολλά “γυρίσματα” (1).
ΑΛΛΙΩΣ αντιλαμβανόμαστε την έννοια του χρόνου παιδιά κι αλλιώς μεγάλοι: ένα παιδί βιάζεται να μεγαλώσει “σπρώχνοντας” τον χρόνο, ώστε να απολαύσει εντονότερα τη ζωή, ενώ ένας γέρος προσπαθεί να τον καθυστερήσει για να γευθεί περισσότερα απ’ τη ζωή… Κι όμως ο χρόνος είναι ένας κι ασάλευτος, κρυμμένος πίσω από στιγμές, ώρες, μέρες, μήνες, αιώνες… Η φθορά είναι δική μας· και είναι αυτή που μας τρομάζει κάθε φορά που βλέπουμε το είδωλό μας (2) στον καθρέφτη.
ΕΝΑ από τα πιο περίεργα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η αναβλητικότητα όσων οφείλουμε να πράξουμε τώρα: «Έχουμε χρόνο» λέμε, επηρεαζόμενοι ίσως από τον Εκκλησιαστή. Με συνέπεια να επιτελούμε κακή διαχείριση του “μετρημένου” χρόνου μας. Αυτή η αναβολή επιφέρει συνήθως αρνητικά αποτελέσματα στις δραστηριότητες ή τις σχέσεις μας με τους άλλους, αφήνοντας μια αβάσταχτη θλίψη στην ψυχή…
ΑΛΛΟΙ πάλι «…προγραμματίζουν περισσότερα από όσα μπορούν να πραγματοποιήσουν, επειδή περιμένουν ότι στο μέλλον θα έχουν περισσότερο χρόνο». Αλλά η ζωή είναι απρόβλεπτη, αφού «όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος». Οπότε, πάλι αισθανόμαστε θλίψη, χωρίς πια μεταμέλεια… Την παραπάνω ασυλλόγιστη στάση αποκαλύπτει μια έρευνα που έγινε πρόσφατα με Αμερικανούς φοιτητές και αποδεικνύει ότι ο κόσμος «εκτιμά τα πράγματα λιγότερο στο μέλλον από ό,τι τώρα». Θυμηθείτε μόνο την περίφημη ρήση, «Αστο, γι’ αργότερα», του πρώην πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή, του Μικρού (2004-2009), όταν του επισημάνθηκε από το οικονομικό επιτελείο του το πόσο επικίνδυνος ήταν ήδη ο εκτροχιασμός των δημοσιονομικών του κράτους, με τα τόσα σκάνδαλα των συνεργατών του… Αλλά ανέκαθεν ο πολιτικός χρόνος των κυβερνώντων ήταν ασύμβατος με τον πραγματικό χρόνο των πολιτών τους.
ΤΟ ΠΟΣΟ είναι σχετική και πλασματική η μέτρηση του χρόνου, αποδεικνύεται από το γεγονός των “διορθώσεων” που επιφέρονται στα εργαλεία μέτρησής του. Ετσι, επειδή ο χρόνος περιφοράς της Γης δεν είναι απόλυτα σταθερός αλλά κυμαίνεται από τη μια χρονιά στην άλλη, προστίθεται κάθε τόσο ένα δευτερόλεπτο στον “Παγκόσμιο Χρόνο”, ώστε αυτός να “εναρμονίζεται” με τον μέσο χρόνο του Greenwich. Εξάλλου, δεν προσθέτουμε ανά τετραετία μια ημέρα στο χρόνο (29 Φεβρουαρίου) για να εξισορροπήσουμε το γεγονός ότι αυτός δεν διαρκεί πάντα -ακριβώς 365 ημέρες;
Ο ΧΡΟΝΟΣ δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί ένα συνεχές θέμα στοχασμού για όλους… Ειδικά για τους Κρητικούς, ράτσα ιδιόμορφη, ευαίσθητη, σαρκαστική με το θάνατο, ο χρόνος δε θα μπορούσε να λείπει από τις μαντινάδες ή τις παροιμίες τους. Ζώντας κανείς στην Κρήτη, παρασύρεται, γίνεται κι ο ίδιος ένα με τη σκέψη των κατοίκων της. Παραλλάσσοντας λίγο παρόμοια μαντινάδα (3), επικαλούμαστε τον “άσπλαχνο” χρόνο να μας συνδράμει:
• «Ήθελα και να κάτεχα αν επονούν οι χρόνοι,
για να μου γιάνουν ύστερα κι οι εδικοί μου πόνοι»
Παραπέμπουμε «ες αύριον, τα σπουδαία», επειδή αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το παρόν κι η καλοπέραση. Τα φορτώνουμε όλα σε “μέλλοντα” χρόνο ελπίζοντας πως αυτός θα ημερεύσει, θα σβήσει, ή θα αντιστρέψει “θετικά” τις κακίες, τους φθόνους και τις έχθρητες των άλλων (4):
•«Με τον καιρό οι συννεφιές παύγουσι κι οι αντάρες,
κι ευκές μεγάλες γίνονται με τον καιρό οι κατάρες»
ΣΙΓΟΥΡΑ «ο χρόνος είναι θησαυρός, γι’ αυτόν που θέτει στόχους», αλλά τώρα με το 3ο μνημόνιο (που μας δυναστεύει διαλύοντας κάθε προοπτική) τι στόχους να βάλεις; Κι όμως, ο χρόνος, άσχετα με οτιδήποτε συμβαίνει στον άνθρωπο, τρέχει ασταμάτητα στην κλεψύδρα της ζωής. Δεν “ανημένει” κανένα κι ούτε “γαέρνει” πίσω, όπως λέει η μαντινάδα:
• «Όπως τον βρίσκεις τον καιρό, δίδε του να πηγαίνει
γιατί η ζωή πάει μπροστά και πίσω δεν γαέρνει».
ΟΙ “ΑΛΗΘΙΝΕΣ” μας μέρες, ο πραγματικός μας χρόνος συνεπώς, είναι αυτό που ζούμε τώρα. Κι ό,τι μπορούμε να κάνουμε για μας και τους άλλους, ας το κάνουμε σήμερα. Οχι αύριο.
Κατά τα άλλα,
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) «Έχει ο καιρός γυρίσματα κι οι εποχές αλλάζουν
τα λάθητα μες στη ζωή τσ’ αθρώπους ωριμάζουν»
-(2) «Πέρασ’ ο χρόνος κι άφησε στο πρόσωπο ρυτίδες
και δεν ευχαριστήθηκε κι επήρε και τσ’ ελπίδες» (Αρ. Χαιρέτης)
-(3) «Ήθελα και να κάτεχα τα χρόνια που περνούνε
ανε ποθαίνουνε κι αυτά, γή αν πάν’ αλλού και ζούνε» (κρητική μαντινάδα)
-(4) “Ερωτόκριτος”, Γ, 1635