Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Ενα σύμβολο

Ξεκίνησε κάποτε από ένα χωριό της Κρήτης κι ήρθε στην Αθήνα με μοναδικό εφόδιο μια κατακαίουσα φλόγα για γνώση ο Μιχάλης Γαλανάκης. Γράφτηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και αγωνίσθηκε εν μέσω ανυπέρβλητων οικονομικών αντιξοοτήτων να προχωρήσει. Σχεδόν ξυπόλυτος πήγαινε στο Πανεπιστήμιο, δένοντας κάθε τόσο τα φθαρμένα παπούτσια του με σύρματα.
Ομως η κατακαίουσα φλόγα ήταν δυνατότερη από τις αντιξοότητες, από τα όποια εμπόδια. Ο Μιχάλης Γαλανάκης ταπεινός, βασανισμένος, αργασμένος από τη στέρηση και την κακουχία συνέχιζε σθεναρά την προσπάθεια με αποτέλεσμα να επιβληθεί πνευματικά στο πανεπιστημιακό περιβάλλον. Εγινε ο αγαπημένος όλων των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής. Ιδιαίτερη κλίση όμως είχε στον φιλοσοφικό στοχασμό, στη σοφογνωστική ονειροπόληση, στη μεταφυσική αναζήτηση. Ετσι έγινε ο πολυαγαπημένος μαθητής του αειμνήστου Λούβαρη, ο οποίος τον ζέστανε ψυχικά, πότισε και λίπανε τον στοχασμό του και τον βοήθησε ν’ ανοίξει τα φτερά του στους ευρείς ορίζοντες της φιλοσοφικής αναζητήσεως και να γίνει ένα στοχαστικό, ανήσυχο, ευρύ, αγωνιστικό πνεύμα.
Από το Πανεπιστήμιο ετοιμάσθηκε με την καθοδήγηση του Λούβαρη να πάει για ευρύτερες σπουδές φιλοσοφίας στη Γερμανία. Αλλά ο πόλεμος του ’40 ανέκοψε τα σχέδιά του. Η πατρίδα είχε ανάγκη και ο θεολόγος και φιλοσοφικός αναζητητής την υπηρέτησε με πάθος.
Η κατοχή τον βρήκε στην Κρήτη καθηγητή των Ελληνικών και Θρησκευτικών στη Μέση Εκπαίδευση. Ταυτόχρονα όμως και πυριφλεγή ιεροκήρυκα του Θείου Λόγου της Χριστιανικής αγάπης, της απαντοχής, και της ´επ’ ελπίδι αναστάσεως´ από τη μαύρη σκλαβιά.
Ο καθηγητής Γαλανάκης στην περίοδο αυτή υπήρξε μια από τις ταπεινότερες και πιο εμψυχωμένες φυσιογνωμίες στα Χανιά. Μικρός μαθητής του τον θυμάμαι σαν πνευματικό οδηγό να μας κατευθύνει, να μας στηρίζει, να μας εμψυχώνει, σαν άτομα και σαν κοινωνία, στον υπέρ της Ελευθερίας αγώνα, πέρα από κάθε πολιτική συμβατικότητα και σκοπιμότητα.
Δεν λογάριαζε τη ζωή του. Ο Λόγος του ήταν ανεξάρτητος, ελεύθερος, εμψυχωτικός, τόσο που έγινε ο στόχος του εχθρού, με συνέπεια αμέσως μετά από ένα πύρινο κήρυγμά του να τον συλλάβουν και να απειλήσουν τη ζωή του με τυφεκισμό.
Ο αείμνηστος δεσπότης Χανίων Αγαθάγγελος και ο τότε νομάρχης επενέβησαν και τον έσωσαν. Ο Μιχάλης Γαλανάκης όμως συνέχισε το έργο του μέχρι της απελευθερώσεως.
Τότε έλαβε το χρίσμα του μοναχού και έγινε αδελφός της ιστορικής μονής Αγ. Τριάδος των Τζαγκαρόλων στο Ακρωτήρι. Σε λίγο προεχειρίσθη εις αρχιμανδρίτην και μαζί με τον τότε φωτισμένο αρχιμανδρίτη Τιμόθεον Παπουτσάκη (σημερινό μητροπολίτη Αρκαδίας Κρήτης) ως άλλοι αστέρες πολύφωτοι της Εκκλησίας ανέλαβαν το έργο της πνευματικής ανορθώσεως του λαού των Χανίων. Η προσπάθεια ήταν εργώδης, πρωτοποριακή, φωτισμένη. Τα Χανιά στην περίοδο εκείνη γνώρισαν μια άνευ προηγουμένου πνευματική έξαρση και άνθιση. Μετά και ο Ειρηναίος, πλέον, Γαλανάκης και ο Τιμόθεος Παπουτσάκης, αδελφωμένοι ως ο Βασίλειος και Γρηγόριος, ανεχώρησαν για ευρύτερες σπουδές στο Ανώτατον Σεμινάριον του Αγίου Σουλπικίου των Παρισίων, όπου παρέμειναν δύο ολόκληρα χρόνια.
Μετά από τη Γαλλία ξαναήλθαν στην αγαπημένη τους Κρήτη και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα εκλήθησαν ως οι ωριμότεροι πνευματικοί εργάτες να αναλάβουν ανώτερα ποιμαντορικά καθήκοντα.
Δυστυχώς, όμως, οι περιστάσεις τους εχώρισαν γεωγραφικά για τη συνέχιση της κοινής προσπάθειας. Ο Τιμόθεος έγινε επίσκοπος της Ιστορικής Ιεράς Επισκοπής Κρήτης Γόρτυνος και Αρκαδίας, ο δε Ειρηναίος της εξ ίσου ιστορικής περιοχής Κισάμου και Σελίνου.
Για το έργο του Τιμοθέου θα ασχοληθούμε άλλοτε. Στο παρόν, όμως, σε μικρή σκιαγραφία θα δώσουμε την αίσθηση του μεγαλείου του έργου του Ειρηναίου. Γιατί πράγματι είναι ένα έργο μεγαλείου και θαυμασμού. Με ανύρπακτα μέσα, με ανύπαρκτο πνευματικό, λαϊκό υπόβαθρο, με επιφυλακτική και αρνητική διάθεση των κατοίκων και με έλλειψη συνεργατών ο Ειρηναίος κατόρθωσε με εφόδιο πάντα την ´κατακαίουσα φλόγα´ να αλλάξει εκ βάθρων ολόκληρη την κοινωνική δομή της περιοχής του και να δημιουργήσει ένα άνευ προηγουμένου πνευματικό και κοινωνικό οργασμό.
Ο δεσπότης έγινε το σύμβολο, η ελπίδα, η απαντοχή για την πνευματική και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Οικοτροφεία σε όλα τα κύρια σημεία της Μητροπόλεώς του, τεχνικές σχολές, κέντρα προτύπων αγροτικών εγκαταστάσεων, χειροτεχνική ανάπτυξη, εκθέσεις, συνέδρια, συγκεντρώσεις, σταυροφορίες κατά της μεταναστεύσεως, παγκόσμια πνευματικά κέντρα, ξένοι σπουδαστές να φοιτούν στα σχολεία της Μητροπόλεως, κυρίως μαύροι κ.λπ. κ.λπ.
Ο δεσπότης πανταχού παρών, ιπτάμενος από χώρα σε χώρα, εποχούμενος, βαδίζων με το αποστολικό ραβδί του διαρκώς, ασταμάτητα, γίνεται εξέχουσα ηγετική φυσιογνωμία τόσο για τους εντοπίους όσο και για τους ξένους. Ο σεβασμός και η εκτίμηση στο έργο του είναι απέραντα. Οι ξένες εκκλησίες θεωρούν την εργώδη προσπάθεια στη μικρή περιοχή Κισάμου και Σελίνου ως παγκόσμιο πρότυπο δραστηριότητος της Εκκλησίας μέσα στα πλαίσια των φοβερών απαιτήσεων και της πνευματικής διαλύσεως της συγχρόνου τεχνολογικής εποχής μας. Και το παρακάτω δημοσιευόμενο εξόχως σημαντικό άρθρο του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Κισάμου και Σελίνου κ. Ειρηναίου αποτελεί το βάθρο του στοχασμού πάνω στο οποίο στηρίζεται και κατευθύνεται ολόκληρο το σπουδαίο έργο του παγκοσμίως εκλεκτού ιεράρχου.
Δ.Α.Κ.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Κισάμου – Σελίνου κ. Ειρηναίου
Κατά τον δογματικόν και κλασικόν ορισμόν της η Χριστιανική Εκκλησία είναι «Ιερόν Καθίδρυμα ιδρυθέν υπό του ενανθρωπήσαντος Λόγου του Θεού, το θείον κύρος και την αυθεντίαν του οποίου φέρει… επί σωτηρία και αγιασμώ των ανθρώπων…».
Τούτο σημαίνει ότι η Εκκλησία έχει θείαν την προέλευσιν και εγκόσμιον την αποστολήν της.
Αλλ’ ενώ εις την ουσίαν του κηρύγματός της και εις την επιδίωξιν των βαθύτερων σκοπών και ιδανικών της η Εκκλησία παραμένει πάντοτε σταθερά και αναλλοίωτος, εις την μέθοδον όμως του ευαγγελισμού και εις την κατά καιρούς και τόπους προσαρμογήν της διακονίας της, υπήρξεν πάντοτε μεταβλητή και σύγχρονος.
Η μέθοδος κατά την οποίαν ο Θεός «πολυμερώς και πολυτρόπως» (Έβρ. α’ 1) κατηύθυνε την ζωήν και την ιστορικήν πορείαν του αρχαίου Ισραήλ, υπήρξε και μέθοδος της Εκκλησίας και τούτο ακριβώς αποτελεί το ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν της εν αυτή θείας σοφίας και της εν τω κόσμω πορείας και σωστικής δράσεως αυτής. Αι λαμπρότεραι στιγμαί διά την Εκκλησίαν υπήρξαν αι εποχαί κατά τας οποίας εκείνη μετέφερε κατά τρόπον ρεαλιστικόν και επίκαιρον τον αιώνιον λόγον του Θεού εις τα στιγμιαία και επείγοντα προβλήματα του ανθρώπου, ενώ αντιστρόφως όπου και όταν εκείνη απέσυρε το φως της παρουσίας της, το σκότος εν τω κόσμω υπήρξε μέγιστον και ζοφερόν. Με το προοίμιον αυτό, ας εξετάσωμεν τώρα ποίον είναι το ιδιαίτερον έργον το οποίον έχει να επιτελέση η Εκκλησία εν τη εποχή μας.

Α’ Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Εις τα σχολικά μας βιβλία η Ιστορία της ανθρωπότητος διαιρείται εις αρχαίαν, μέσην και νεωτέραν Ιστορίαν. Φαίνεται όμως ότι από των αρχών του τρέχοντος αιώνος και οπωσδήποτε από του α’ παγκοσμίου πολέμου και εντεύθεν δεν ζώμεν απλώς την νεωτέραν Ιστορίαν, αλλ’ εισήλθομεν εις μιαν εντελώς νέαν φάσιν αυτής την οποίαν θα ηδυνάμεθα να ονομάσωμεν νεωτάτην Ιστορίαν.
Διότι τα κατά την εποχήν αυτήν εμφανιζόμενα φαινόμενα και προβλήματα δεν είναι απλοί νεωτερισμοί μιας μεταπολεμικής (μετά τον β’ παγκόσμιον πόλεμον) καταστάσεως, αλλά είναι ουσιαστικά σημεία μιας βαθύτατης αλλαγής η οποία συντελείται κατ’ αυτήν εις την Ιστορίαν της ανθρωπότητος και της οποίας αλλαγής τα κύρια χαρακτηριστικά δύναται να συνοψισθούν ως κατωτέρω.

Α) ΤΟ ΝΕΟΝ ΚΟΣΜΟΕΙΔΩΛΟΝ
Η από του Κοπερνίκου και ιδία του Νεύτωνος, Αϊνστάιν και της συγχρόνου Αστρονομίας σχηματισθείσα εικών του Κόσμου, είναι κατά πολύ διάφορος εκείνης την οποίαν μας παρέχει η Βίβλος.
Ο χώρος και ο χρόνος έχουν λάβει σήμερον άλλας τεραστίας διαστάσεις και εξέρχονται των διαστημικών και χρονικών ορίων εντός των οποίων κινούνται τα πρόσωπα και τα γεγονότα της Βίβλου. Ούτω π.χ. ενώ οι ερμηνευταί της Βίβλου τοποθετούν την αρχήν του ανθρώπου περίπου εις το 5.000 π.Χ., ημείς γνωρίζομεν σήμερον ότι ο άνθρωπος αριθμεί ήδη βίον εκατομμυρίων ετών. Και ναι μεν υπήρξαν κατά το παρελθόν τάσεις και θεωρίαι όπως συμβιβασθούν αι αντιθέσεις μεταξύ θεολογικής και επιστημονικής Κοσμογονίας, σήμερον όμως αναγνωρίζομεν όλοι ότι η Βίβλος δεν είναι επιστημονικόν βιβλίον και ότι αυτή κατ’ ουσίαν αναφέρεται εις το ηθικόν σύμπαν και ομιλεί προπάντων διά τα πνευματικά προβλήματα και την μετά του κόσμου και του ανθρώπου σχέσιν του Θεού.
Και όσον είναι εσφαλμένον το να νομίζη κανείς ότι ένας επιστημονικός διαφωτισμός θα καταστήση περισσότεροv ζωντανήν την Χριστιανικήν πίστιν άλλο τόσον είναι εσφαλμένη και η εκ μέρους της Χριστιανικής θεολογίας άγνοια της περί κόσμου αντιλήψεως των συγχρόνων επιστημονικών δεδομένων.
Η Εκκλησία επομένως έχει κάθε λόγον να διόρθωση επί του σημείου αυτού την διδασκαλίαν της διά να μη αφήνη εκτεθειμένην την αλήθειαν της εις επιπολαίας κρίσεις και συγκρίσεις και διά να μη δημιουργή προβλήματα εις τας συνειδήσεις των ανθρώπων της εποχής μας.

Β. HOMO TECHNICUS
Η εποχή μας θεωρείται ως εποχή του θριάμβου της τεχνικής προόδου και αναπτύξεως. Η παλαιά και αρχέγονος τάσις του ανθρώπου να κυριάρχηση επί της φύσεως και να γίνει δημιουργός και «κύριος των δυνάμεων», πραγματοποίησε διά των κατά τους τελευταίους αιώνας ανακαλύψεών του επί του ατμού, του ηλεκτρισμού και σήμερον επί της ατομικής ενεργείας, αφαντάστους δυνατότητας. Εκπληκτικαί είναι αι τεχνικαί δυνάμεις τας οποίας διαθέτει ο σημερινός άνθρωπος και τεράστια είναι τα αγαθά τα οποία παρέχονται εις αυτόν διά της εφαρμογής των δεδομένων της σημερινής τεχνικής.
α) Εις τον αυτοματισμόν των μηχανών, β) εις τα μεταφορικά μέσα, γ) εις την Χημείαν, δ) εις την γεωργίαν, ε) εις την Βιολογίαν και στ) εις την ψυχολογίαν.
Το ηλεκτρικόν φως, τα άνετα σπίτια, τα εύκολα ταξίδια, τα δραστικά φάρμακα, τα βιβλία, το ραδιόφωνον και άλλα παρόμοια δημιουργούν έναν τεχνικόν παράδεισον εις τον οποίον θα ήλπιζε κανείς ότι ο άνθρωπος θα ζήση ευτυχής και μακάριος.
Και όμως υπάρχει και η άλλη πλευρά αυτής της περιλαλήτου Τεχνικής προόδου, η οποία έχει τρομεράς επιπτώσεις, άμεσους ή εμμέσους, επί της ελευθερίας και της αξίας του ανθρώπου.

Γ. ΜΑΖΟΠΟΙΗΣΙΣ, ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Η σύγχρονος τεχνική υποχρεούσα τον άνθρωπον να αναζητήση εργασίαν εις τα μεγάλα αστικά κέντρα και εις μεγάλας βιομηχανικάς μονάδας, συσσωρεύει και στιβάζει τούτον ως αχυρόχορτα εις μεγάλας μάζας εντός των οποίων ούτος χάνει την ατομικότητα και προσωπικότητά του και γίνεται νούμερον και άψυχος μονάς.
Η διά του ραδιοφώνου και του Τύπου άλλωστε καλλιεργούμενη ομοιομορφία των γνωμών και των σκέψεων των ανθρώπων, οδηγεί σιγά – σιγά εις το αυτό φαινόμενον, δηλαδή την μαζοποίησιν. Διότι όταν χιλιάδες ή εκατομμύρια ανθρώπων ακούουν το ίδιο ραδιόφωνο ή βλέπουν το αυτό φιλμ ή διαβάζουν το αυτό έντυπον, σχηματίζουν σιγά – σιγά την αυτήν γνώμην και γίνονται μάζα και «όχλος» χωρίς ατομικότητα, χωρίς ελευθερίαν, χωρίς συναίσθησιν ευθύνης.
Το ίδιο όμως η μαζοποίησις οδηγεί και σε έτερον θλιβερόν φαινόμενον της εποχής μας εις την απομόνωσιν και την ερημίαν του σημερινού ανθρώπου.
Διότι εις τα μεγάλα αστικά κέντρα, τα όποια εδημιούργησαν, ούτος μένει μόνος, άγνωστος και ερημικός. Χιλιάδες και εκατομμύρια ανθρώπων μένουν πλησίον του, χιλιάδες και εκατομμύρια ανθρώπων διέρχονται πλησίον του και όμως κανένα δεν γνωρίζει και κανείς δεν τον προσέχει.
Οι τρωγλοδύται της εποχής των σπηλαίων ξαναζούν σήμερον εις τας λαμπράς πολυκατοικίας των κοσμοπόλεών μας και στενάζουν έρημοι και μοναχικοί.

Δ. ΕΙΔΙΚΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΜΕΡΕΙΑ
Η τεχνική πρόοδος οδηγεί αναγκαστικώς εις την Specialisation, η οποία εμποδίζει την καθολικήν ανάπτυξιν του ατόμου και το οδηγεί εις την μονολιθικότητα.
Διότι ο σύγχρονος άνθρωπος μη δυνάμενος να κρατήση το βάρος της τεραστίας γνώσεως και πείρας που διαθέτει η εποχή μας, ειδικεύεται αναγκαστικώς μόνον προς μίαν πλευράν αυτής και ούτω αφ’ ενός μεν αναπτύσσει μονομερώς τον ψυχικόν του κόσμον (μόνον την κρίσιν του ή μόνον την φαντασίαν του) αφ’ ετέρου δε αποξενούται από την γνωριμίαν και την συνεργασίαν των συνανθρώπων του.
Εις την Οικονομίαν ομιλούμεν σήμερον περί «υποανάπτυκτων» περιοχών της γης το αυτό όμως δυνάμεθα να ομιλήσωμεν και περί υποανάπτυκτων περιοχών εν τη Ψυχή του σημερινού ανθρώπου.
Τούτο πάλιν κολοβώνει την προσωπικότητα των ανθρώπων, περιορίζει την επί του εσωτερικού ψυχικού κατόπιν αντανακλάσεως του εξωτερικού κόσμου και εμποδίζει την ωριμότητα και πληρότητά του εις την κατανόησιν της ζωής. Ο άνθρωπος ζη πλέον τον κόσμον και την ζωήν ως σύνολον και δεν γνωρίζει τα βαθύτερα βιώματα αυτών.
Η τεχνική λύει ίσως όλα τα προβλήματα του σημερινού ανθρώπου, διαλύει όμως και τον ίδιον τον άνθρωπον.

Ε. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΟΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΕΡΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ
Η τεχνική πρόοδος εσώρευσε κατά την εποχήν μας εις ωρισμένας χώρας της γης άφθονα και περίσσια οικονομικά αγαθά, ενώ αντιστρόφως εις άλλα μέρη του κόσμου τεράστιοι ανθρώπινοι πληθυσμοί απειλούνται από την πείναν και τας νόσους.
Υπολογίζεται ότι τα δύο τρίτα της ανθρωπότητος πεινούν σήμερον και το έτερον τρίτον ζη εις υπεραφθονίαν και σπατάλην. Κατά την γνώμην ξένου παρατηρητού, τα περισσεύματα των φαγητών που ρίπτονται εις τα δοχεία σκουπιδιών μιας Αμερικανικής πόλεως θα ηδύναντο να θρέψουν τον πληθυσμόν μιας αναλόγου Ευρωπαϊκής πόλεως. Και πάλιν τα περισσεύματα μιας Ευρωπαϊκής πόλεως θα ηδύναντο να θρέψουν τον πληθυσμόν μιας αναλόγου πόλεως εις την Αφρικήν ή την Ασίαν.
Εις ωρισμένα μέρη του κόσμου η επίτευξις ενός ανωτέρου επιπέδου ζωής έχει οδηγήσει τον άνθρωπον εις αχαλίνωτον υλισμόν, εις αηδίαν και κόρον της ζωής (αυτοκτονίαι, άρνησις σκοπών και ιδανικών), ταυτοχρόνως όμως εις άλλα σημεία του πλανήτου μας μάζαι ολόκληροι υποαπασχολούνται, υποσιτίζονται και εκσπούν εις βιαιότατας επαναστάσεις, αι οποίαι απειλούν την ειρήνην του Κόσμου.

ΣΤ) Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ… ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ
Τα ταξίδια είναι εύκολα κατά την εποχήν μας με τα σημερινά τεχνικά μέσα (αυτοκίνητα, αεροπλάνα) και ο άνθρωπος δύναται να φεύγη με ευκολίαν και να αλλάσση ακατάπαυστα σπίτι, περιβάλλον και Πατρίδα. Οπως όμως αλλάσσει εύκολα οίκον και Πατρίδα, ενδύματα, πράγματα και πρόσωπα, το ίδιο αλλάσσει εύκολα και τας ιδέας και τας πεποιθήσεις του, την πίστιν και τα ιδεώδη του και ρευστοποιεί τα πνευματικά του θεμέλια.
Η διά του Τύπου, άλλωστε, του ραδιοφώνου και των φιλμ εύκολος και διαρκής απασχόλησις του σημερινού ανθρώπου οδηγούν αυτόν εις μιαν τρομεράν εξωστρέφειαν και μηχανικήν δραστηριότητα, η οποία γεμίζει ίσως τον χρόνο του, αδειάζει όμως την ψυχήν του και τον καθιστά πτωχόν εις ψυχικά βιώματα. Ζώμεν σήμερον ποσοτικώς, όχι όμως και ποιοτικώς, ζώμεν την ζωήν εις έκτασιν όχι όμως και εις το βάθος της.
Πολλά φαινόμενα δεικνύουν ότι ο σημερινός άνθρωπος αποκόπτεται από το παρελθόν του και τας παραδόσεις και του πνευματικού πολιτισμού του και ο φόβος μας δεν είναι απλώς ότι απομακρύνεται από την πίστιν και τα ιδεώδη του, αλλά ότι απομακρύνεται από τον ίδιον τον εαυτόν του.
Ο ρυθμός του εκσυγχρονισμού, εις την ομολογουμένως ταχύτατα εξελισσομένην κοινωνίαν της εποχής μας, τείνει να μεταβάλη την αιωνίαν και σεβασμίαν εικόνα του ανθρώπου εις γελοίαν καρικατούραν. Μέχρι ποίου σημείου όμως δύναται να ´προοδεύη´ ο άνθρωπος χωρίς να καταστρέφη την ουσίαν και την γνησιότητά του;

Ζ. Ο ΠΑΝΙΚΟΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ. Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΣ ΧΩΡΙΣ ΜΕΛΛΟΝ
Από της αρχής και της εμφανίσεώς του ο άνθρωπος επεδίωξε την πρόοδον, εζήτησε δηλ. και τον εαυτόν του ως άτομον να οδηγήση πέραν του ενστικτώδους βίου και τας κοινωνίας του να οργανώση με λογικήν και δικαιοσύνην. Ιδιαιτέρας και μακράς προσπαθείας κατέβαλεν ο άνθρωπος διά να εξιχνιάση τους νόμους της φύσεως και να πειθαρχήση τούτους εις τας ανάγκας και τας ωφελείας του. Και αφού επί μακρούς αιώνας τους ελάτρευσεν ως υπερφυσικάς δυνάμεις μετέφερε κατά τους τελευταίους χρόνους και ύστερα από λαμπράς ομολογουμένως επιτυχίας εις τον τομέα των φυσικών επιστημών, την πίστιν αυτήν, επί του ιδίου του εαυτού του και εθεοποίησε τας δυνάμεις και τα επιτεύγματά του. Και όμως η γιγαντιαία αυτή νίκη επί των νόμων της φύσεως ιδού ότι αφήνει τον σημερινόν άνθρωπον έκθαμβον και φοβισμένον.
Διότι, αφ’ ενός μεν η διά της επιστήμης υπερνίκησις και κατάκτησις των νόμων της φύσεως ωδήγησεν εις κολοσσιαίας επικινδύνους τεχνικάς δυνατότητας (ατομική βόμβα κ.λπ.) αφ’ ετέρου δε η επί τον άνθρωπον απόλυτος πεποίθησις ωδήγησεν εις κατάχρησιν των δημιουργικών του δυνάμεων και καταστροφήν της ίδιας του ελευθερίας.
Το φάσμα μιας παγκοσμίου αυτοκτονίας έχει τρομοκρατήσει την εποχή μας και οι διθύραμβοι της τεχνικής προόδου μετεβλήθησαν ήδη εις πανικόν μηδενισμού. Διά πρώτην φοράν εις την Ιστορίαν η ανθρωπότης τρομάζει τόσο πολύ το μέλλον της ή μάλλον ευρίσκεται χωρίς μέλλον.

Β’ ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΠΡΑΞΗ ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Εις την εποχήν λοιπόν αυτής της ταχύτατης και βαθείας αλλαγής, εις τον σημερινόν κόσμον των αντιθέσεων και των μεγάλων κοινωνικών και ηθικών αντινομιών τι έχει να προσφέρη η Εκκλησία; Τι έχει να ειπή εις τον άνθρωπον ο οποίος ζη σήμερον εις το άγχος και τελεί υπό την απειλήν της ιδίας της προόδου του;

Α. Ο ΚΑΘΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ
Η Εκκλησία εκκινούσα από της αρχής ότι ο ίδιος ο Θεός έδωσεν εις τον άνθρωπον την εντολήν της επί του κόσμου κυριαρχίας (αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και κατακυριεύσατε της γης… Γενεσ. Α’ 28) και τον επροίκισε διά του σπινθήρος της λογικής, δύναται να δεχθή και τα σύγχρονα δημιουργήματα της τεχνικής του προόδου και να εντάξη αυτά εις τα πλαίσια της θείας δημιουργίας. Ο άνθρωπος δύναται να σπουδάζη τα έργα της θείας δημιουργίας, να ανακαλύπτη τους νόμους της και να τιθασεύη αυτούς εις έργα χρήσιμα διά την ζωήν και την πνευματικήν του τελείωσιν. Σφάλλεται όμως και αποτυγχάνει εις τους σκοπούς του, όταν κάμνη το έργον αυτό με την αλαζονείαν και την έπαρσιν που το κάμνει ο σημερινός άνθρωπος.
Εις τον άνθρωπον της εποχής μας, ο οποίος κατέχεται από την μέθην των επιτεύξεών του και θεοποιεί τα τεχνικά του δημιουργήματα, η Εκκλησία έχει χρέος να του υπενθυμίση την βαρυσήμαντον εντολήν της Βίβλου «Ου ποιήσεις σε αυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα όσα εν τω ουρανώ και όσα εν τη γη κάτω…» (Εξοδ. Κ’ 4) και να τον προφύλαξη από την νέαν του ειδωλολατρίαν.
Και αφού ο ζυγός της ισορροπίας του πολιτισμού μας κλίνει τόσον πολύ μονοπλεύρως προς το βάρος των τεχνικών (υλικών) άξιων, η Εκκλησία χρειάζεται να ρίξη στο άλλο σκέλος του ζυγού αυτού την βαρύτητα των ηθικών αξιών και να δώση εις τον σύγχρονον κόσμον ψυχήν και θείαν πνοήν.
Εις τον ανικανοποίητον δε και αηδιασμένον εκ του τεχνικού του παραδείσου άνθρωπον της εποχής μας, η Εκκλησία δύναται να υπενθυμίση το βαρυσήμαντον λόγιον του Ευαγγελίου «Τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον, εάν τον κόσμον όλον κερδίση και ζημιωθή την ψυχήν αυτού»; (Μαρκ, 8, 36).

Β. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Η Εκκλησία έχει να προασπίση την προσωπικότητα και την Ελευθερίαν του ανθρώπου της εποχής μας οπουδήποτε και οποθενδήποτε απειλείται αυτή. Εις την εργασίαν, εις την ανεργίαν, εις την οικονομικήν καταδυνάστευσιν, εις την μαζοποίησιν, εις την εξαχρείωσιν του πλουτισμού, εις τους κοινωνικούς αγώνας και εις αυτάς ακόμη τας μεταξύ των Εθνών αντιθέσεις και αδικίας.
Η Εκκλησία οφείλει να επαναλάβη και εις τας ημέρας μας το κοινωνικόν της κήρυγμα (όπως επί των Αποστολικών χρόνων) και να υψώση τα μεγάλα συνθήματα του ανθρωπισμού της, συνθήματα τα οποία αφήρεσαν και υπέκλεψαν από την σημαίαν της άλλαι δυνάμεις των καιρών μας.
Και έχει ακόμη να υπερασπίση την ελευθερίαν εναντίον του ιδίου του ανθρώπου της εποχής μας, ο οποίος την διαστρέφει και την εκμηδενίζει.
Εις τον άνθρωπον της εποχής μας, ο οποίος δεν θέλει να δεσμεύεται από καμμίαν ηθικήν αρχήν, δεν θέλει να πιστεύη πουθενά και δεν θέλει να ελπίζη σε κανένα, η Εκκλησία έχει να υπενθυμίση ότι η ´ύβρις´ τιμωρείται και ότι:
ο άνθρωπος καθίσταται πραγματικά ελεύθερος μόνον όταν πειθαρχή εις τους αιωνίους νόμους της ζωής.
Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να προχωρή και να δημιουργή νέους πολιτισμούς, δεν είναι όμως ελεύθερος να καταστρέφη την ελευθερίαν του και να διαστρέφη εν ονόματι αυτής την θείαν εικόνα της αθανάτου ψυχής του. ´Πάντα μοι έξεστι αλλ’ ου πάντα συμφέρει´ (Α’ Κορινθ. 6, 12).

Γ. Η ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ
Η Εκκλησία έχει να συναντήση τον σύγχρονον άνθρωπον και να τον στηρίξη εις την μόνωσιν και την ερημίαν του.
Η Εκκλησία χρειάζεται να επαναλάβη τον διάλογόν της με τον κόσμον και τον άνθρωπον διά να μη μείνη και η ιδία έρημος και άπρακτος εις την δραματικήν ερημίαν των τέκνων της.
Κατά τους πρώτους χρόνους της εμφανίσεώς της, η μικρά και διωκόμενη Εκκλησία, υπήρξε πράγματι κοινωνία «αδελφών» εντός της οποίας η ανθρώπινη ύπαρξις εύρισκε στοργήν και κατανόησιν, «συντροφιά» και εμπιστοσύνην. Και είναι να απορή κανείς διατί σήμερον η Εκκλησία, απλούται ως χαώδης και ψυχρά κοινωνία επί της γης, χωρίς να παρέχη θέρμην και γλυκασμόν εις τον άνθρωπον.
Και έτσι ίσως· εξηγείται το διατί εις τας ημέρας μας συχνά αποκόπτονται από το επίσημον σώμα της Εκκλησίας Ομάδες και Αδελφότητες, Οργανώσεις και Σωματεία διά να δημιουργήσουν αυτό το ιδιαίτερον θερμόν και αδελφικόν κλίμα που χρειάζεται ο άνθρωπος, αλλά και να μεταβληθούν πολλάκις εις αντιεκκλησιαστικά ή και αντιχριστιανικά συστήματα…
Θα δημιουργήση άραγε σήμερον η Εκκλησία μας νέους Οργανισμούς και νέας Αδελφότητας μέσα εις τας οποίας ο σύγχρονος ερημικός και φοβισμένος άνθρωπος (ο ταξιδιώτης, ο μετανάστης, ο αλλοδαπός, ο άγνωστος κ.λπ.) θα συναντά τον άλλον άνθρωπον ως αδελφόν του και θα χαίρεται την γνωριμίαν και την κατανόησίν του;

Δ. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Η Εκκλησία οφείλει να κάμη σήμερον το κήρυγμά της περισσότερον εγκόσμιον και να το στρέψη προς τα προβλήματα και τας ανάγκας της καθημερινής ζωής.
Η παλαιοτέρα τακτική κατά την οποίαν το Χριστιανικόν κήρυγμα ανεφέρετο μόνον εις τον μεταφυσικόν κόσμον και έμενεν αδιάφορον διά την επί γης μοίραν και πορείαν του ανθρώπου, δεν πρέπει να συνεχίζεται κατά την εποχήν μας. Διότι όσον είναι μεγάλο το σφάλμα και το έγκλημα του νεωτέρου ανθρώπου, ο όποιος ηθέλησε να αποσπάση τον κόσμον από τον Θεόν, άλλο τόσον είναι μεγάλο και το σφάλμα της Εκκλησίας, το να θέλη να αποσπάση τον Θεόν από τον κόσμον και να αφήση τούτον μακράν από το φως των αιωνίων αληθειών του.
Το κήρυγμα της Εκκλησίας πρέπει να κατέλθη σήμερον από τους Ιερούς άμβωνας των Ναών μας και να πέση ως σπόρος του Επουρανίου Γεωργού, παντού όπου ευρίσκεται ο σημερινός άνθρωπος. Πρέπει να κατεβή από τα Ιερά κείμενα των Γραφών και από τα Κυριακοδρόμια των Ιεροκηρύκων μας εις το λογοτεχνικόν έντυπον, εις το φιλμ και το ραδιόφωνον διά να γίνη τροφή και «επιούσιος άρτος» του ανθρώπου της εποχής μας που τρέφεται από τα άχυρα και το όπιον ενός χυδαίου υλισμού και ενός ψυχοκτόνου μηδενισμού. Το κήρυγμα της Εκκλησίας δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο από την «ενσάρκωσιν» και την «απλοποίησιν» της προσαρμογής, κινδυνεύει όμως απείρως περισσότερον από την «στειροποίησίν» του εις γριφώδεις ορισμούς.

Ε. ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ
Το όνειρον μιας καλυτέρας, μιας ηνωμένης και ειρηνικής ανθρωπότητος είναι παλαιός πόθος του ανθρώπου και μεγάλος στόχος της πορείας του εν τη Ιστορία. Γνωρίζομεν όμως ήδη πόσον η ανθρωπότης διαστρέφει και κακοποιεί τα όνειρά της. Δύο μεγάλαι και παγκόσμιοι σχεδόν επαναστάσεις που έγιναν κατά τους νεωτέρους χρόνους, η Γαλλική (1789) και η Ρωσική (1917) (διά να μη αναφέρωμεν άλλας παλαιοτέρας), δεικνύουν με ρεαλιστικά και αδιάψευστα γεγονότα κατά πόσον και διά τίνος τρόπου η ανθρωπότης πραγματοποιεί το όνειρον της ελευθερίας, της ισότητος και της αδελφότητος των ανθρώπων. Και γνωρίζομεν ακόμη ποίαι είναι αι ηθικαί αρχαί αι οποίαι διέπουν την διπλωματίαν του σημερινού κόσμου και πώς ρυθμίζονται αι σχέσεις μεταξύ των ισχυρών και των αδυνάτων, των πλουσίων και των πτωχών λαών της γης…
Υπάρχει όμως και η επανάστασις του Σταυρού με το βαθύτερον σύνθημά της ´Ιδού ποιώ τα πάντα καινά´ (Αποκαλ. κα’ 5) το οποίον η Εκκλησία προτείνει διά την ανακαίνισιν του κόσμου και μέσα εις το οποίον περικλείεται αφ’ ενός μεν το επίγειον δράμα της ανθρωπότητος ´μια ποίμνη εις ποιμήν´ (Ιωάν 10, 16) αφ’ ετέρου δε διασφαλίζεται η μεταφυσική μοίρα του ανθρώπου. Διότι επί τέλους ένα ´ανώτερον βιοτικόν επίπεδον´ ή έστω και μία ´αταξική κοινωνία´ δεν δύνανται να αποτελέσουν το έσχατον νόημα της ανθρωπίνης υπάρξεως.
Από μίαν νέαν εσωτερικότητα του ανθρώπου δυνάμεθα να περιμένωμεν και νέας μορφάς του Κοινωνικού του βίου: Νέαν αντίληψιν διά την γυναίκα και το παιδί και επομένως νέαν οικογένειαν. Νέαν αντίληψιν διά τα δικαιώματα του ανθρώπου και επομένως νέον δίκαιον, νέας σχέσεις μεταξύ των ´άνω´ και ´κάτω´, νέας σχέσεις μεταξύ των λαών.
Ούτω εις μίαν ανθρωπότητα, η οποία δεν έχει μέλλον ή φοβάται το μέλλον της, η Εκκλησία δύναται να δώση το ιδικόν της μέλλον, την ιδικήν της ελπίδα. Και η Χριστιανική ελπίς είναι τόσον προσωπική όσον και παγκόσμιος. Ο Χριστιανισμός εδημιούργησε διά τον κάθε άνθρωπον έναν σκοπόν, ο οποίος είναι και σκοπός όλης της ανθρωπότητος. Διότι ο σκοπός αυτός δεν επιδιώκεται εις το όνομα του ενός ή των πολλών, εις το όνομα του ατόμου ή της ομάδος αλλ’ εις το όνομα Εκείνου ´όστις θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι´ και ´εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν´ (Τιμ. Α’ 2, 4).
Αλλ’ ομολογούμεν και ημείς ότι μια Εκκλησία, η οποία υψώνει εις την Σημαίαν της αυτό το μεγαλόπνοον και ελπιδοφόρον μέλλον της ανθρωπότητος, δεν δύναται να είναι μια εκκλησία στατική, υποτελής, διηρημένη και παραμερισμένη από τον παλμόν της ζωής. Να ελπίσωμεν όμως ότι μερικαί γενναίαι προσπάθειαι των καιρών μας (η δραστηριότης του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, αι επαφαί Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας κ.λπ.) είναι τα προμηνύματα της νέας εξορμήσεως του Χριστιανισμού εις τον κόσμον;

Αναδημοσίευση από:
´ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΗ´ Μηνιαίο Περιοδικό της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης
Αριθμ. 108, Δεκέμβριος 1967 σελ. 13


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα