Τετάρτη, 15 Ιανουαρίου, 2025

“Βελόνα πυξίδας” ο έφηβος

ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΧΑΤΗΡΑ*
Η εφηβεία είναι μια πτυχή της ζωής που ορίζεται συγχρόνως από το βιολογικό φαινόμενο της ήβης, από την ψυχολογική σύνθεσή της και από την κοινωνικο-μορφωτική υπόστασή της. Διαδέχεται την παιδική ηλικία και επεκτείνεται μέχρι την ηλικία της ενηλικίωσης.
Είναι η περίοδος που ο έφηβος δεν είναι πια παιδί και που δεν είναι ακόμα ενήλικας. Χαρακτηρίζεται από αλλαγές, με προσπάθειες πνευματικού ξεδιψάσματος και μεταβατικών κρίσεων που εξηγούν και την ευαισθησία του εφήβου στη δοκιμασία των ορίων. Εισερχόμενος ο έφηβος σε αυτό που δεν είναι πια και δεν είναι ακόμα συγκροτημένο, σε αυτό το απροσδιόριστο που βιώνει, εκφράζεται ενίοτε με μια δυσκολία σε ό,τι περιβάλλει αυτή την ηλικία (σε επίπεδο ψυχικής οικονομίας, οικογένειας, κοινωνίας) και έχει πριν απ’ όλα ένα πρόβλημα ταυτότητας. Αυτό είναι ένα πέρασμα δύσκολο από το οποίο ξεπροβάλλει ενίοτε βία και άγχος τόσο στον έφηβο όσο και στους γονείς και τον κόσμο των ενηλίκων γενικά.
Στην πραγματικότητα, αυτά τα δεδομένα δεν μπορούν να ορίζονται μόνο σε κάποια κοινωνικά και οικονομικά ενδεχόμενα ή ακόμη σε κάποια δημογραφικά ή πολιτικά περιεχόμενα. Όλα αυτά, ως ένα ανεπαρκές υπόλοιπο, επικαλούνται την ψυχοπαθολογία της εφηβείας
Είναι δύσκολο να σκεφτούμε πως αυτή η περίοδος, η «ενδιάμεση», είναι δημιουργία μιας δεδομένης εποχής. Ανταποκρίνεται στην ύπαρξη της «ψυχικής εργασίας», συναφή της ανάπτυξης -καθ’ όλα ανθρώπινη- που δεν παράγει οικονομία. Περίοδος «επαναστατική», «μεταβατική», «κατάσταση ανάμεσα σε δύο καταστάσεις», αυτή του παιδιού και αυτή του ενηλίκου, η εφηβεία είναι μια περίοδος περάσματος, συγκρούσεων, κρίσεων όπου οι γρήγορες, εκπληκτικές ή βίαιες αλλαγές δίνουν την εντύπωση του επείγοντος ή το αντίθετο, την ανάγκη μιας καρτερικής και προσωρινής υπομονής.
Το πέρασμα αναπόφευκτο, αλλά δεν είναι χωρίς κίνδυνο. Η προσωπική και έμφυτη διαδικασία της εφηβείας εκδηλώνεται μέσα από έναν επαναπροσδιορισμό των ορίων μεταξύ του ψυχικού χώρου του υποκειμένου και του εξωτερικού κόσμου, μεταξύ του εφήβου και του περιβάλλοντός του. Σε αυτό προστίθεται μια δυσκολία ανταλλαγής εμπάθειας, μιας βιαιότητας, μιας δυναμικής.
Η εφηβεία είναι υπόθεση «ενδοψυχικών συγκρούσεων» που στην πορεία τους το υποκείμενο έφηβος σφυρηλατεί την ταυτότητά του διαμέσου των σωματικών, πνευματικών, συναισθηματικών και ενορμητικών αναψηλαφήσεων. Οι ενδοψυχικές συγκρούσεις είναι σε πρώτο πλάνο στους κόλπους της οικογενειακής δομής: στους ρόλους που οφείλουν να κατανέμουν, στις σχέσεις που θέλουν να τροποποιούν και στις θέσεις που κάθε μια από αυτές, εκ των πραγμάτων, είναι επαναπροσδιοριζόμενη.
Στην πορεία της εφηβείας συντελείται μια διπλή επανεργοποίηση των διεργασιών της ατομικότητας και της οιδιποδιακής προβληματικής, προσδιορίζοντας μια τοποθέτηση αιτίας: στους τρόπους αντιπροσώπευσης του εαυτού και συγχρόνως στο μητρώο της υποκειμενικής ταυτότητας και αυτής της σεξουαλικής ταυτότητας. Μέσα από αυτήν τη μεταβατικότητα και την αταξία της ήβης επιβεβαιώνονται οι ενορμήσεις, οι γινόμενες αντιληπτές εκ νέου στην ολοκλήρωση των φύλων. Η σύνθεση ενεργεί ως προς τη συμπλήρωση του γεννητικού φύλου (αγόρι – κορίτσι) και τη συμπλήρωση του γεννητικού οργάνου. Είναι στην αυθεντικότητά της μια λειτουργία συμβολικά καινούργια. Αυτή η σύνθεση διαψεύδει τις παιδικές νοητικές κατασκευές, τις παιδικές θεωρίες περί σεξουαλικότητας με τη λογική τους: ένα μόνο φύλο, το ανδρικό γεννητικό όργανο παρόν ή απόν σε μια περίοδο που η διαφορά των φύλων νοείται θαμπή στο «έχω ή όχι» με την απειλή του ευνουχισμού (Gutton, Rirraux, 1982).
Έτσι, η υποκειμενική ταυτότητα και η σεξουαλική ταυτότητα χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη προβληματική αυτού του χρόνου ζωής και τις αποφασιστικές επανεργοποιήσεις της, της οποίας οι αποτυχίες μπορεί να είναι βίαιες και το χτύπημα οδυνηρό, πράγμα που θα σφραγιστεί στο μητρώο των συγκρούσεων, ιδιαιτέρως ενεργείς στη διάρκεια της νεανικής ζωής και μέσα σε συγκεκριμένους τύπους της ψυχοπαθολογικής λειτουργίας.
Είναι αλήθεια ότι αυτή η περίοδος είναι δύσκολο να προσκολληθεί ή να ορισθεί -όπως όλες οι κρίσεις της ύπαρξης- μέσα στον πραγματικό χρόνο και στην καθαρή της ανάπτυξη: αυτό διακυβεύει το επεισόδιο της κρίσης της εφηβείας που διαπερνά τις διαθέσεις παροξυσμού σε μια άλλη θέση του υποκειμένου, στο επιθυμητό. Η έμμηνος ρήση, οι πρώτες εκσπερματώσεις, ο δευτερογενής σεξουαλικός χαρακτήρας, είναι τόσο «πραγματικά» που επιβάλλονται στην ψυχή, θεαματικά ανίσχυρα μπροστά στις σωματικές μεταβολές που κάλλιστα αυτό το σώμα συνοδεύει, αλλά, σε καμιά περίπτωση δεν αποφασίζει: Το εφηβικό σώμα είναι μια νέα ύπαρξη για την ψυχή. Τελικά, τα ψυχικά φαινόμενα είναι δευτερεύοντα μπροστά στον ερχομό της εκκόλαψης της ήβης που δίνει το «εναρκτήριο λάκτισμα» στη διαδικασία της εφηβείας αλλά δεν κάνει το «ματς». Το «δίνω» ψυχολογικά θα παραχθεί σε τρία ή τέσσερα χρόνια αργότερα. Έτσι, λοιπόν, η ψυχική οργάνωση επιταχύνεται και αναδιαμορφώνεται με την εμφάνιση αυτού του γεγονότος.
Η εκκόλαψη της ήβης με αυτό το καινούργιο σώμα και τη σεξουαλική ωρίμανση αναγκάζει το ψυχικό σύστημα στην εγγραφή αυτής της αλλαγής· αυτή η διαδικασία της ενδοψυχικής αλλαγής ξεχωρίζει από το πέρασμα των παιδικών σεξουαλικών αντικειμένων στα γεννητικά σεξουαλικά αντικείμενα. Έτσι, μια δυναμική, σωματικά και γεννητικά υπερέχουσα από τη μια πλευρά και ένας στόχος νέων σεξουαλικών ενορμήσεων από την άλλη πλευρά, ενθαρρύνουν την ανακάλυψη του αντικειμένου, ικανό να επιτρέψει την πραγματοποίηση αυτής της δυναμικής. Ο έφηβος ανακαλύπτει κάθε φορά το γεννητικό σώμα του και τον έρωτα!
Ο έφηβος έχει, λοιπόν, εντάξει σε νέα δεδομένα, καινούργιες απαιτήσεις παρωθήσεων (ενορμήσεων). Αυτό είναι γιατί η κρίση παρεμβαίνει ως οργανωτής αυτής της αναστάτωσης, ως ευκαιρία μιας ανανέωσης. Στην πορεία αυτής της εργασίας της μεταβολής, όπου ο έφηβος είναι προοδευτικά ή ταυτόχρονα μεταβαλλόμενος, οι παλιές ταυτίσεις πέφτουν, σαν τα γερασμένα πούπουλα, πέφτουν γιατί πιέζουν τ’ άλλα που ξεπροβάλλουν. Γιατί, στο τέλος αυτής της «ιδρυτικής στιγμής» που είναι η εφηβεία, το υποκείμενο δεν απαλλάσσεται καθόλου των δανεικών αντικειμένων του, αλλά πετυχαίνει αυτά που έρχονται να αφομοιωθούν. Αυτό που συγκροτεί την προσωπικότητά του: «επινόηση και ενσωμάτωση», το ύφος του.
Ως  «βελόνα πυξίδας» ο έφηβος ψάχνει τον προσανατολισμό του διατυπώνει άμεσα το ερώτημά του γύρω από μια σύγκρουση. Ανάμεσα στο «είμαι» και «γίνομαι». Ανάμεσα στο «μένω ίδιος και αλλάζω». Δεν μπορεί να είναι αναγνωρίσιμος ούτε αναγνωρίζεται μέσα σε ένα σώμα σε αλλαγή, σε μια μεταβατική εμβάθυνση σε αυτό το «περαστικός» με την υποχρέωση να συνιστά, την ίδια στιγμή, να κάνει δική του μια καινούρια εικόνα -ένα σώμα ενήλικα, ένα σώμα σεξουαλικό- μέσα σε έναν κόσμο του οποίου οι απαιτήσεις τροποποιούνται (Morhain, 2008).
Η λογοτεχνία μάς επιτρέπει να τοποθετηθούμε στο «υποχρεωτικό πέρασμα» της διαδικασίας της εφηβείας, τη στιγμή της εξασθένισης του συμβολισμού που ίσως αναπολεί δια μέσου ορισμένων πράξεων ή περάσματος στην πράξη. Αυτή η διαδικασία της καταστροφής του παιδικού συμβολισμού που συντελείται δια μέσου μιας φυγής στο φαντασιωτικό που μπορεί, όταν είναι μια συμβολική φυγή, να κολλά ή όχι σε προηγούμενες εμπειρίες και εάν όχι υπάρχει κίνδυνος…
Υπάρχει κρίση, αφού ως τέτοια, υπόκειται την επεξεργασία μέσα στον πραγματικό χρόνο της καθαρής ανάπτυξης: Το «είναι» του εφήβου σε «εκκρεμότητα», επένδυση ενός άλλου χώρου, άλλοι κανόνες μετακίνησης του υποκειμένου και των αντικειμένων, δημιουργεί μια «εκτός τόπου» κατάσταση, παίρνει θέση ένας δυναμικός αέρας, αφήνονται διακριτά όλα τα ενδεχόμενα, και τελικά, ανέρχεται σε μια θέση που επιθυμεί. Το παιχνίδι του με τα όρια χαρακτηρίζεται από την τάση να είναι «απανταχού παρόν». Αυτό γιατί, το υποκείμενο έφηβος είναι περισσότερο από τα άλλα επιστρατευμένο σε μια προβολική δοκιμασία του κόσμου γύρω του, της κοινωνίας που ζει… Σε αυτήν τη δοκιμασία είναι έκδηλη η εργασία του ως «βελόνα πυξίδας» που ταλαντώνεται ψάχνοντας προσανατολισμό, ενός «περαστικού» που υπερβαίνει τις αρχές και σκορπά τα όρια, με μια ανεξέλεγκτη επιθυμία για ζωή ως «απανταχού παρόν», που είναι εδώ και αλλού, αλλά και στο άλλοτε και αργότερα…
Το υποκείμενο έφηβος είναι ο «δημιουργός», το πρόσωπο σε διαρκή αναζήτηση ρύθμισης του ύφους του, του στυλ του στον κόσμο και την κοινωνία του. Η εφηβεία δεν είναι αγκιστρωμένη παρά μέσα σε ένα συνεχές «θέλω να δημιουργώ» προς τη φορά ενός μείγματος θέλησης καταστροφής και επιθυμιών δημιουργίας. Για τον έφηβο δεν υπάρχει παρά μια ελευθερία στις εικόνες από όλο αυτό που το είναι του ως «σασπένς» μπορεί κάνει. Αυτό, το «όλα είναι πιθανά» και το επιθυμητό εκτελεστέο στο «εδώ και τώρα» ακούγεται από τις κραυγαλέες συμπεριφορές του και διακρίνεται από το άνοιγμα των ορίων του. Αυτή η εμπειρία των ορίων αναπτύσσει ένα ψηλάφισμα σε όλα αυτά που φαίνονται πιθανά. Ξέρει, λοιπόν, ο έφηβος ότι όλα μπορούν να έλθουν και όλα μπορούν να γίνουν [;]…    
Η «διαδρομή» του εφήβου από το οικογενειακό περιβάλλον στους εξωτερικούς χώρους περιβάλλεται από προκλήσεις: το πέρασμα στη σεξουαλική πίεση της ήβης. Έτσι λοιπόν, σε μια μοναδική συγκυρία της ζωής, ο ατόφιος χαρακτήρας της εφηβικής παρόρμησης αγκαλιάζει το σώμα και την ψυχή. Ο έφηβος οφείλει να εισέλθει σε μια νέα χωροταξία του οικογενειακού χώρου, επαναπροσδιορίζει μια νέα απόσταση από τις ψυχικές του άμυνες ή τη χρήση του χώρου που ενεργεί. Σαν μια «βελόνα πυξίδας», σαν ένας «ανεμοδείκτης» ο έφηβος πάνω στον ευρύ ορίζοντα των αντίθετων και των εναλλασσόμενων πιέσεων…     
Η διαδικασία της εφηβείας είναι αυτή η στιγμή της ζωής που δημιουργεί ένα επαναπροσδιορισμό των ορίων ανάμεσα στον έφηβο και το περιβάλλον του, ανάμεσα στον ενδοψυχικό χώρο και τον εξωτερικό κόσμο, και παίζει έναν διπλό ρόλο: έλκει και απωθεί τις αντιθέσεις, οξύνει τις επιθυμίες της ζωής και την παντοδυναμία του θανάτου. Η εφηβεία λοιπόν, είναι μια μετατροπή, μια εξέλιξη, βλέποντάς την ως μια επανάσταση της οποίας το σημείο αναχώρησης είναι σημειωμένο στην εκκόλαψη  της ήβης και τις αναστατώσεις που αυτή επιφέρει, μέσα σε επενδύσεις ναρκισσιστικές και αντικειμενικές και στο σημείο της άφιξης από την αφόρητη μετάσταση στην ενήλικο ζωή.
Η ήβη, πάνω στο βιολογικό πλάνο, είναι η πιο επιταχυμένη περίοδος ανάπτυξης από την ενδομήτρια ζωή. Η κινητικότητα, λοιπόν, είναι αυτή του σώματος, ενός σώματος που αλλάζει τόσο ζωντανά βάδισμα, ύφος, στυλ, ταχύτητα και αποκτά συνείδηση της αλλαγής αυτού που παράγει. Ο έφηβος, λοιπόν, είναι συνοδοιπόρος το ταξίδι του σώματός του, στο αντικείμενο της αλλαγής του και αισθάνεται κάποια στιγμή αυτό που δεν θα ήθελε:  να «ταλαντεύεται» σε μια εικόνα που μόνος του επεξεργάζεται κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και που ο ίδιος έχει εισάγει στη νέα του εικόνα, αυτήν ενός σεξουαλικού σώματος
Το σώμα «μεταβατική εμβάθυνση» αποτελεί τη συνοριακή ζώνη, το όριο ανάμεσα στον έσω και στον έξω κόσμο δεσμός συναλλαγής στους δύο κόσμους. Αυτή η θέση σταυροδρόμι επιτρέπει στο σώμα να παίξει έναν οργανωτικό ρόλο στην οικοδόμηση της προσωπικότητας. Ωστόσο, αποστερείται της σιγουριάς ότι αυτό εξουσιοδοτείται μέχρι εκεί. Καθησυχάζει, ενδεχομένως, η αναπαράσταση μιας εικόνας ενωτικής και προοδευτικά επεξεργασμένης μέσα στην παιδική ηλικία. Ο έφηβος (αυτο)τίθεται σε αμφισβήτηση. Αισθάνεται ότι η εικόνα της καθαρότητας του σώματος «ξεχειλίζει» από τις μετατροπές της ήβης. Νιώθει τη σεξουαλικότητα, αλλά και την απότομη αύξηση της μυϊκής δύναμης σαν μια παρέμβαση που εναποθέτει στην αιτία της συνοχής και της ενθρόνισής του σε ένα ασαφές, ακαθόριστο συναίσθημα επικινδυνότητας γι’ αυτόν και για τους άλλους. Οι δυσμένειες, φανταστικές ή πραγματικές γεννούν τα «μέρη του σώματος» που αλλάζουν προκαλώντας συναισθήματα αυτοϋποτίμησης. Αυτά τα περίεργα συναισθήματα περιγράφει ο όρος της δυσμορφοφοβίας -αναφερόμενος πιο εύκολα στη σφαίρα της ψυχοπαθολογίας. Δεν μένει παρά να φανεί στην εφηβεία η επιτηδευμένη μετάβαση.
Μέσα στην κοινωνίας μας η εφηβεία δεν έχει άλλους τρόπους για να διακηρύξει όλα αυτά που υποθέτονται μέσα στη δοκιμή και πλάνη. Η κοινωνική εξέλιξη των τελευταίων χρόνων επιτυγχάνεται υπό την έννοια μιας επέκτασης της κατάστασης της εφηβείας. Αυτή η αξιοπρόσεκτη επέκταση της εφηβείας είναι ορατή την περίοδο της εγκατάστασης (σχολικής, επαγγελματικής) αφήνοντας τη θέση της, μετά από ένα μακρύ πέρασμα, στη νεανικότητα. Παύει να πολλαπλασιάζεται και ξεσπά κατά περιόδους στα ανοδικά γνωρίσματα της ενηλικίωσης, τη διακοπή με τα πρότυπα της οικογένειας, χρηματοδοτείται για μερική αυτονομία και τοποθετείται κυρίως σε ό,τι αυτή δεν διαπραγματεύεται στο τελετουργικό πέρασμα από μια συγκεκριμένη θέση σε μια άλλη.
Ο Jean-Jacques Rousseau, στο «Ο Αιμίλιος εκπαιδεύεται» αναφέρει τον ερχομό της ήβης μέσα από τις εικόνες μιας «καταιγίδας», των «θυελλωδών αναστατώσεων». Τη θεωρεί ως μια δεύτερη γέννηση. Αυτή η στιγμή αποτελεί ένα άλλο σημείο ιστορικής εκκίνησης της έννοιας της εφηβείας.
 «Αλλά ο άνθρωπος, γενικά, δεν είναι φτιαγμένος να μένει πάντα στην παιδική ηλικία. Η μοίρα του χρόνου επιβάλλεται στη φύση και σε αυτή τη στιγμή της κρίσης, που αρκετά σύντομα, έχει μακρές επιδράσεις. Όπως το βούισμα της θάλασσας πριν από μια μεγάλη καταιγίδα, αυτό αναγγέλλει τη θυελλώδη αναστάτωση, ό,τι προμηνύεται από το μουγκρητό των εκκολαπτόμενων παθών. Μια ζύμωση, ένας υπόκωφος αναβρασμός προειδοποιεί το πλησίασμα του κινδύνου. Μια αλλαγή στη διάθεση του να παρασυρθεί σε συναναστροφές, μια συνεχής αναταραχή του πνεύματος… κρατείται το παιδί σχεδόν απείθαρχο. Το υπόκωφο ξεστράτισμα στο λόγο δεν αποφέρει υπακοή, ένα λιοντάρι μέσα στο πάθος του, αγνώριστος καθοδηγείται, δεν θέλει πια να κυβερνάται» (Rousseau, 1972, p. 174).
Η εφηβεία, από πάντοτε, εκφράζει τις δυσκολίες και τα αδιέξοδα μιας εποχής και μιας κουλτούρας. Είναι ο τόπος που εκεί μπορεί να βεβαιωθεί, κατά τη φροϋδική θέση, η αρρώστια μέσα στην κουλτούρα, όπως το επιβεβαιώνει και η ψυχοπαθολογική πραγματικότητα της εφηβείας (Morhain & Roussillon, 2009), η οποία αποκαλύπτει τις δυσκολίες της ύπαρξης, του αποχωρισμού, της αρχαϊκής συγχώνευσης και της έλλειψης των ορίων, της αδυναμίας διαφοροποίησης και της διαρκούς επιθυμίας για άμεση απόλαυση.

*αναπληρώτρια καθηγήτρια
Κλινικής Ψυχολογίας
Πανεπιστημίου Κρήτης

Αναφορές
• Gutton, Rirraux, (1982). Ils virent qu’ils étaient nus´. Différence et complémentarité des sexes à l’adolescence », Psychanalyse à l’Université, 7, 28.
• Morhain Yves, (2008). H Εφηβεία στη Δοκιμασία του Rorschach, (Επιμ. βιβλίου Κ. Χατήρα).  Εκδόσεις Τυπωθήτω – Gundeberg, Αθήνα.
• Morhain, Yves & Roussillon, René, ( 2009 ). Actualités psychopathologique d’ Adolescence. Editor, De Boek, Paris
• Rousseau, Jean-Jacques, (1972). Emile, tome I, tome II, Collection fondee en1933 par Felix
• Guirand, continue par Leon Lejealle (1949 a 1968) et Jean-Pol Caput (1969 a 1972) Agreges des lettres, Nouveaux Classiques Larousse, France.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα