«Ενα ενεργό Μουσείο Ελιάς πρόκειται σύντομα ν’ αρχίσει να λειτουργεί στον πολυχώρο ´Πάνακρον´, στο Αμάρι Ρεθύμνου, με τη συνεργασία του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (Σ.Ε.ΔΗ.Κ.) και του Δήμου Αμαρίου.
Βασικός στόχος του Μουσείου είναι η ανάδειξη της πολιτιστικής και περιβαλλοντικής αξίας της ελιάς και της υγιεινής αξίας του κρητικού ελαιολάδου, με έκθεση ενημερωτικού υλικού και οργάνωση δράσεων στοχευμένης εμημέρωσης του κοινού.
Το ενημερωτικό υλικό -σύμφωνα με την εβδομαδιαία ´ΠΑΡΑΓΩΓΗ*, η εφημερίδα των αγροτών´- περιλαμβάνει σειρά από έγχρωμες εικονογραφημένες πινακίδες και πλούσιο ενημερωτικό υλικό, έντυπο και ηλεκτρονικό, που έχει δημιουργήσει ο Σ.Ε.ΔΗ.Κ., το οποίο θα εμπλουτισθεί με αυθεντικό υλικό που θα συγκεντρωθεί από την περιοχή, με μέριμνα του Δήμου Αμαρίου. Στο πλαίσιο αυτό, έχει υπογραφεί σχετικό πρωτόκολλο, μεταξύ του δημάρχου Ρεθύμνης και προέδρου του Σ.Ε.ΔΗ.Κ., Γιώργου Μαρινάκη και του δημάρχου Αμαρίου Στέφανου Σημαντήρα, με το οποίο παραχωρείται στον Δήμο Αμαρίου το εκθεσιακό που θα φιλοξενηθεί στο υπό ίδρυση ενεργό Μουσείο Ελιάς».
Οι Ρεθεμιώτες, λοιπόν, δημιουργούν και άλλο Μουσείο Ελιάς στην Κρήτη, αγνοώντας -ετσιθελικά(;)- για όσα έχουν προηγηθεί, χρόνια τώρα, στα Χανιά!
Υστερόγραφο
1. Ο Δήμος Αμαρίου είχε μέχρι το 1955 την ονομασία ´Νευς Αμάρι´ και έως το 1997 υπαγόταν στον Δήμο Συβρίτου, πρώην επαρχία Αμαρίου. Σήμερα, ο ´καλλικρατικός Δήμος´ ´μετράει´ γύρω στους 200 μονίμους κατοίκους και υψόμετρο 460 μέτρα.
2. Τι άλλο θα ’πρεπε να γράψουμε, δηλαδή;
– Να συνεχίσουμε τα επιχειρήματα, γύρω από την υπόθεση ´ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΑΣ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ´;
– Ή να ξεκινήσουμε ´εμφύλιο´ στα δυτικά του νησιού, μια και χανιώτες – ρεθεμνιώτες, τα ´βρίσκουν´ πάντα και σε ήπια ατμόσφαιρα;
– Μακριά από εμάς, λοιπόν.
– Αλλά, ´…τελεία και παύλα´.
Πολύ φιλικά
Β.Μ.-S
Το Μουσείο Ελιάς στις Βούβες (στα Χανιά) έχει το μεγάλο προνόμιο να βρίσκεται δίπλα στο Μνημειακό δένδρο της Ελιάς των Βουβών, το αρχαιότερο δένδρο ελιάς στον κόσμο, το οποίο επισκέπτονται, σήμερα, περισσότερα από 20.000 περίπου άτομα ετησίως, από όλο τον πλανήτη, με προοπτική ραγδαίας αύξησης των επισκεπτών.
Είναι κηρυγμένο με την 603/17.2.1997 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κρήτης «σαν διατηρητέο μνημείο της φύσης, λόγω του ιδιαίτερου αισθητικού, οικολογικού και ιστορικού ενδιαφέροντος του».
Στεγάζεται σε ένα παραδοσιακό κτίσμα, στο οποίο διατηρούνται όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας λιτής μεν, αλλά αυθεντικής, ευφυούς και λειτουργικής, λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής, η διάσωση της οποίας αποτελεί από τους στόχους του Δήμου στα θέματα πολιτισμού. Παραχωρήθηκε στον Δήμο από την οικογένεια Παναγιώτη Καραπατάκη, η οποία το χρησιμοποιούσε σαν κατοικία.
Το Κέντρο Ανάδειξης και Προώθησης Ελαιολάδου Κρήτης (Κ.Α.Π.Ε.Κ.) ιδρύθηκε το 2000 από το Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών Χανίων του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) με τη συμβολή της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας Κρήτης, η οποία χρηματοδότησε την οργάνωση του στο πλαίσιο του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος (Π.Ε.Π).
Ολοκληρώνονται οι κύριες εγκαταστάσεις του το 2003.
Στους συντελεστές της προσπάθειας αυτής περιλαμβάνονται από πλευράς Περιφέρειας Κρήτης οι Γενικοί Γραμματείς Βασίλειος Βαλασσόπουλος και Αθανάσιος Καρούντζος και από πλευράς Ινστιτούτου οι Νικόλαος Μιχελάκης, Βαγγέλης Μπούρμπος, Ευάγγελος Τζουβελέκας, Αριστείδης Κουτσαυτάκης, Ιωάννης Μετζιδάκης, Ευαγγελία Κατζουράκη και Βασιλική Λοξού.
Η Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Πολιτισμού ´Ελαιουργείον´ δημιουργήθηκε με σκοπό να σώσει από την ερήμωση και τον αφανισμό το Παλιό Ελαιουργείο του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ζυμπραγού στο Νομό Χανίων της Κρήτης. Στόχος της είναι να στεγάσει στους χώρους του εκδηλώσεις πολιτισμού, μετατρέποντάς το σε έναν τόπο μνήμης και ένα πεδίο δράσεων στην ενδοχώρα του νησιού.
Το κτήριο του Παλιού Ελαιουργείου αποτελείται από τον κεντρικό οικοδομικό πυρήνα που κατασκευάστηκε με λιθοδομή τη δεκαετία του 1920 και από πτέρυγες – δορυφόρους κατασκευασμένες σε διαδοχικές οικοδομικές φάσεις ως τη δεκαετία του 1970. Το 1980 σταμάτησε η λειτουργία του ως λιοτρίβι και αφέθηκε να καταρρέει γοργά.
Κατά την ανασυγκρότησή του, στόχος ήταν η διατήρηση των πρωταρχικών υλικών του κτηρίου με τον αυθεντικό τεχνολογικό του εξοπλισμό με όσο το δυνατόν λιγότερες παρεμβάσεις. Ο μηχανικός εξοπλισμός του ελαιοτριβείου είναι Ελληνικής Κατασκευής(!) από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και διατηρήθηκε σαν σημείο μνήμης και αναφοράς των αρχικών λειτουργιών του χώρου.