Την πρόταση για νάρθει ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, Κερκυραίος την καταγωγή, διπλωμάτης και υπουργός του Τσάρου, την έκανε ο Κολοκοτρώνης στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας την 2/4/1827. Ο Καποδίστριας δέχθηκε ν? αναλάβει κυβερνήτης του νεοσύστατου ελληνικού και άρτι απελευθερωθέντος κράτους, γιατί το θεώρησε σωστό, ηθικό και άξιο των αγώνων, που ξεκίνησαν οι επαναστατημένοι άνθρωποι, συνειδητοποιώντας ότι έπρεπε να κάνει κάτι που να μην πήγαινε χαμένο. Ηθελε ν? αποβάλει τις κακόβουλες σκέψεις μερικών που παρέμεναν έτοιμοι να πράξουν βαρύτατα ατοπήματα και να προλάβει τυχοδιωκτικές ενέργειες. Να μετριάσει τις διαμάχες μεταξύ αρματωλών και κλεφτών, κοτζαμπάσηδων, φαναριωτών και αριστοκρατικών οικογενειών.
Ο Ρήγας Φεραίος έλεγε ότι: ´Οσο δύσκολο είναι ν? αποκτήσει κανείς την ελευθερία του, τόσο εύκολο είναι και να τη χάσει´. Θάπρεπε, λοιπόν, να βρεθεί ένας ικανός να καταργήσει τα ´μπαϊράκια´ και τον φεουδαρχισμό, που υποστήριζαν οι Αγγλοι, που ήσαν αντιμαχόμενοι με τη νέα γεωκτημοσύνη που ήθελε να εδραιώσει ο Καποδίστριας. Ο συσχετισμός δυνάμεων στις κοινωνικές σχέσεις ήταν απαραίτητος, ώστε οι ξένοι να μην μπορέσουν να διαμορφώσουν σύγκρουση συμφερόντων, που δυστυχώς δεν άργησε να φανεί.
Εφτασε τον Ιανουάριο του 1828 στην Αίγινα, που την έκανε προσωρινή έδρα της κυβέρνησης. Στα ´Απόλογα για τον Καποδίστρια´ του Γ. Τερτσέτη διαβάζουμε τι κουβέντιασε με τον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη, τον μετέπειτα δολοφόνο του, για την εικόνα, που σχημάτισε, αφ? ότου πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα. ´…Η γη εβρέχετο από δάκρυα… η φωνή του λαού μού έσχιζε την καρδιά… μανάδες μού έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω… εγώ ήλθα κι εσείς με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω την κυβέρνηση… δύναμαι να πράξω μηδέν χωρίς την σταθεράν ομοφροσύνην των πρώτων του τόπου… αν ευρεθώμεν εις αντιλογίαν αντίμαχοι εις το φρόνημα, ποιος θα μονομερίσει, εγώ ή εκείνοι; …Μου δώσατε τους χαλινούς του κράτους. Τίνος κράτους; …Πού το θησαυροφυλάκιο του έθνους; …Ο τόπος είναι χέρσος, οι κάτοικοι σκόρπιοι εις τα βουνά και τα σπήλαια… Το Δημόσιο πλακωμένο από χρέος δύο εκατομ. λίρες στερλίνες… Ο,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες στην Ευρώπη, τα αφιερώνω εις την κοινήν Πατρίδα. Ως οι παλαιοί ήρωες πρέπει να δέσωμε την κοινωνία μας με νόμους… αν η κυβέρνηση συγκρουσθεί με συμφέροντα ξένων δυνάμεων… αν πλανεθεί ο ελληνισμός… θολωθούν και εμένα οι οφθαλμοί μου, ποιος ηξεύρει, πού θα πάμε, τι θα γενούμε; Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, αλλ? οι πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου άφαντες και εσείς δεν τις εννοείτε… Ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης…´ (Ιστορία της νεώτερης Ελλάδος, Τάσου Βουρνά, τομ. Α?).
Τι έκανε ύστερα από το χάος που βρήκε; Βάλθηκε να οργανώσει το κράτος. Κατάργησε τους δημογέροντες, ενίσχυσε τα οικονομικά με ρωσικά και γαλλικά δάνεια, επανέφερε τον φόρο της ´δεκάτης´, ίδρυσε πάνω από 120 σχολεία, καθιέρωσε τις Γεωργικές Σχολές στην Τύρινθα και τη Σχολή Ευελπίδων στο Ναύπλιο, την Ταχυδρομική Υπηρεσία, τα πρώτα Νοσοκομεία κ.ά.
Και πώς τον αντάμειψαν οι Ελληνες; Τον ´μακέλεψαν´! Η παθογένεια είναι φαίνεται έμφυτη στις τάσεις του αγώνα, του κάθε αγώνα, της εθνικής παλιγεννεσίας. Αλλο αν η γοητεία των ιδανικών της δημοκρατίας και του ρόλου του ενεργού πολίτη μας έφτασε ως εδώ.
Το ´ελευθερία ή θάνατος´ του 1821 και το ´κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανόμεθα, ου φειδόμενοι της ζωής´ του Κ. Παλαιολόγου είναι ταυτόσημα με την εθνικοαπελευθερωτική συμπεριφορά της αρχαιοελληνικής προσταγής και τη λαϊκότητα της ορθοδοξίας που αντλείτο απ? το Βυζάντιο.