Σε καθεστώς απόλυτης εξάρτησης των αγροτών από λίγες πολυεθνικές εταιρείες παραγωγής και εμπορίας σπόρων πρόκειται να οδηγήσει, σύμφωνα με πανευρωπαϊκές οργανώσεις και δίκτυα, η αναθεώρηση του ευρωπαϊκού κανονισμού -που βρίσκεται σε εξέλιξη- για την εμπορία φυτογενετικού υλικού και του νομικού πλαισίου για τις τοπικές ποικιλίες.
Παράλληλα, όπως επισημαίνουν, μία τέτοια προοπτική θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τη διατροφική ασφάλεια καθώς θα περιορίσει δραματικά την αγροτική βιοποικιλότητα, η οποία είναι απαραίτητη για να ´θωρακιστεί´ η παραγωγή τροφίμων απέναντι σε συγκεκριμένες ασθένειες.
Τα παραπάνω επισημάνθηκαν, μεταξύ άλλων, σε εκδήλωση με θέμα ´Ελεύθεροι σπόροι για τη διατροφική αυτάρκεια´, που διοργάνωσαν την περασμένη Παρασκευή η ´Terra Verde´ και το ´BiotechWatch.gr´ στον χώρο του Κοινωνικού Στεκιού – Στεκιού Μεταναστών.
Ο γεωπόνος – ερευνητής Βασίλης Γκισάκης, αναφερόμενος στο θέμα, τόνισε ότι τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω των εφαρμοζόμενων πολιτικών, παρατηρείται αφενός μία ραγδαία απώλεια της βιοποικιλότητας και αφετέρου ένας τεράστιος συγκεντρωτισμός στην αγορά εμπορίας σπόρων στην οποία είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο 10 πολυεθνικές εταιρείες ελέγχουν σχεδόν τα 2/3 της παγκόσμιας αγοράς.
Οι περισσότερες δε από αυτές τις εταιρείες, όπως τόνισε, προέρχονται από τον τομέα παραγωγής φυτοφαρμάκων, έχουν πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών που υποστηρίζουν την εντατική βιομηχανικού τύπου γεωργία και παράλληλα επιδιώκουν τον έλεγχο των φυτογενετικών πόρων μέσω της προώθησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των πατεντών.
«Η παραγωγή σπόρων, από θέμα μικρών εταιρειών και δημοσίων προγραμμάτων που ήταν, βλέπουμε να οδηγείται σε έναν άνευ προηγουμένου συγκεντρωτισμό, ενώ οι εταιρείες αυτό που προσπαθούν να κάνουν είναι να θέσουν θέμα πνευματικής ιδιοκτησίας – πατέντας και άρα να μην μπορεί κανείς άλλος να χρησιμοποιήσει έναν σπόρο, αν δεν τον πάρει από αυτές. Ακραίο παράδειγμα αυτού είναι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί (μεταλλαγμένα) που οι αγρότες αναγκάζονται να υπογράψουν συμβόλαιο με την εταιρεία και δεν μπορούν να κρατήσουν σπόρο για την επόμενη χρονιά. Αυτό, ωστόσο, αφαιρεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα των αγροτών. Μάλιστα στις Η.Π.Α. υπήρξαν περιστατικά μηνύσεων από εταιρείες προς αγρότες οι οποίοι κράτησαν σπόρο καθώς οι εταιρείες θεωρούν ότι έγινε κλοπή», σημείωσε ο κ. Γκισάκης και πρόσθεσε ότι εκτός από το σοβαρό πλήγμα που δέχονται οι αγρότες σε ένα τέτοιο θεσμικό περιβάλλον τίθενται σοβαρά θέματα που άπτονται της διατροφικής ασφάλειας ως συνέπεια της απώλεια της βιοποικιλότητας.
«Η διατήρηση σπόρων δεν εντάσσεται στο πλαίσιο του ρομαντισμού και μιας αόριστης οικολογίας. Η απώλεια της βιοποικιλότητας σχετίζεται με αυτό που λέμε γενετική διάβρωση καθώς οι ποικιλίες που υπάρχουν στην αγορά βασίζονται σε ένα πολύ μικρό φάσμα σπόρων. Παράλληλα όταν έχεις πολύ λίγους ´γονείς´ για να παράξεις τα φυτά που υπάρχουν στην αγορά, τότε οι ´γονείς´ αυτοί είναι ευάλωτοι σε συγκεκριμένες ασθένειες με συνέπεια, όταν συμβεί κάποια προσβολή, να χάνεται ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της παραγωγής», ανέφερε ο κ. Γκισάκης και συμπλήρωσε ότι ο ιδεατός κόσμος για τις μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες δείχνει να είναι ένας κόσμος που η αγορά θα μονοπωλείται αποκλειστικά από ιδιωτικοποιημένους σπόρους, προσαρμοσμένους σε υψηλές ποσότητες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και που θα διέπονται από καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας όπως οι γενετικά τροποποιημένοι.
«Με αυτό τον τρόπο ο αγρότης δεν θα μπορεί να χρησιμοποιεί τους σπόρους για να αναπτύξει δικές του ποικιλίες και θα απαιτείται να πληρώνει για να κρατήσει σπόρο για την επόμενη χρονιά ή δεν θα μπορεί να το πράττει καθόλου. Οι δε παραδοσιακές τοπικές ποικιλίες θα πρέπει να είναι αυστηρώς περιορισμένες με την εμπορική ύπαρξή τους να διέπεται από αυστηρά γραφειοκρατικά κριτήρια. Πέρα όμως από την κατάφωρη αφαίρεση θεμελιωδών δικαιωμάτων της διατήρησης και ιδιοπαραγωγής σπόρων από τους αγρότες και την τεράστια μεταφορά αξίας προς τις εταιρείες που διεκδικούν βασικές γεωργικές διαδικασίες, αποτέλεσμα αυτών των τάσεων θα είναι και η περεταίρω ραγδαία μείωση της αγροτικής βιοποικιλότητας με απρόβλεπτες συνέπειες για τη διατροφική αυτάρκεια», τόνισε μεταξύ άλλων.
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο για την και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.