Στ? αλήθεια πιστεύω πως ο ταπεινός εργάτης της Ορθοδοξίας, ο αγαπημένος παππούς της Κρήτης και των Κρητικών, εκτός από τη χορεία των Αγίων θα βρίσκεται και ανάμεσα στους αγαπημένους του παππούδες και τις γιαγιάδες της Κρήτης που τόσο ύμνησε, στους εργάτες της γης και τους βοσκούς της Μαδάρας που βρέθηκε στα λημέρια τους και πεζοπόρησε μαζί τους.
Θ? αγναντεύει και θα ευλογεί τις χανιώτικες Μαδάρες που τόσο αγάπησε και ύμνησε και που όσο μπορούσε βρισκόταν κοντά τους.
Θα αγωνιά γιατί ερημώνει η ύπαιθρος, χάνεται η παράδοση και τα γάργαρα νερά της Μαδάρας κυλούν στις χοιροκυλίστρες, όπως έγραφε.
Αναθυμήθηκα αυτές τις ημέρες λίγα από αυτά που είχα την τύχη έστω και για ελάχιστο χρόνο να τον ζήσω και θλίβομαι που δεν επεδίωξα να έχω περισσότερες εμπειρίες από την Αγια Μορφή του.
Το 1959 – 1960 η Εμπορική Τράπεζα, που εργαζόμουνα, άνοιξε το πρώτο υποκ/μα Τράπεζας στο Καστέλι Κισάμου με δύο υπαλλήλους μόνο για να εξυπηρετείται ο μακαριστός Επίσκοπος (τότε οι Μητροπολίτες λεγόταν Επίσκοποι) Ειρηναίος στο έργο των Ιδρυμάτων και των χρημάτων που στέλνονταν από το εξωτερικό γι? αυτά. Το Καστέλι, που έμεινα τρία χρόνια, ήταν τότε ένα χωριό που καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή πολιτεία πλέον.
Σε μια περίπτωση, τις πρώτες ημέρες που ήμουν εκεί, χρειάστηκε να έχω μια υπογραφή του παππούλη και πήγα ως το Επισκοπείο όπου δεν γνώριζα πού να αποταθώ και είδα έναν εργάτη λασπωμένο πάνω σε μια ξύλινη ανεμόσκαλα σε γιαπί και ερώτησα πού μπορώ να δω τον Επίσκοπο. Μου απάντησε να περιμένω και νόμιζα ότι θα κατέβαινε για να με οδηγήσει σε αυτόν. Αλλά με έκπληξη αντιλήφθηκα να με πηγαίνει στο δωματιάκι γεμάτο βιβλία και χαρτιά και να μου ζητά να υπογράψει!
Στα Χανιά ή αλλού ήταν γνωστό ότι πήγαινε με φορτηγά αυτοκίνητα ή άλλα, που ακολουθούσαν τη διαδρομή που ήθελε μιας και αυτό το πολυτελές όχημα που του είχαν προσφέρει νομίζω από Γερμανία, το είχε πουλήσει για να διαθέσει τα χρήματα σε κάποιο έργο του. Η Επισκοπή είχε ένα βανάκι – κλούβα, κατά που λένε και που οδηγούσε ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Ειρηναίος και το χρησιμοποιούσε και αυτό για τις εργασίες του. Σε κάποια εγκαίνια έργου, δεν θυμάμαι ποιος ήταν ο υπουργός που στην ομιλία του ανέφερε ότι όταν φθάσει ο Επίσκοπος στο Υπουργείο «κανείς δεν μπορεί να του αρνηθεί τίποτα».
Τις λίγες φορές που τον συνάντησα κατ? ιδίαν του άρεσε να μου διηγείται περιστατικά από τις οδοιπορίες του στα Λευκά Ορη, την κατοχική ανάβασή του στο Αγιο Πνεύμα των 2.254 μ. όπου συναντήθηκε με Γερμανούς κατακτητές και μέχρι πριν λίγα χρόνια, μαζί με συγγενείς και φίλους, μάζευε τη μαλλοτήρα της χρονιάς.
Δεν θα λησμονήσω όταν το 1991, σε ηλικία 81 ετών, ηγήθηκε συνοδεύοντας 230 προσκυνητές, Χανιώτες και άλλους, στους Αγίους Τόπους. Στο όρος της Μεταμορφώσεως, το Θαβώρ, λόγω του απότομου και του στενού δρόμου, οι προσκυνητές ανεβαίνουνε με δυνατά ταξί μόνο. Για πρώτη και ίσως μοναδική φορά, προσκυνητής ανέβηκε καλοκαίρι με δυνατή ζέστη, την απότομη πλαγιά από κάτω ως την κορυφή, όπου ο ναός της Μεταμορφώσεως. Το ζήτησε και το πραγματοποίησε ο μακαριστός.
Αναμένοντας με αγωνία στην κορυφή πότε θα φανεί, αντιλήφθηκα κάποια στιγμή ένα… πόδι να φανερώνεται πάνω στον υψηλό φράχτη και μετά τον ρασοφόρο ´αναρριχητή´ να πηδά αυτόν τον φράχτη ως την αυλή.
Τη φωτογραφία που πρόλαβα και τράβηξα δημοσιεύω για πρώτη φορά με την άδεια της οικογένειάς του.
Επίσης, θυμάμαι άλλη μια φορά, σε Κυριακάτικη λειτουργία στις Βουκολιές, που κατά σύμπτωση ήταν και η εορτή των Τριών Ιεραρχών, την απογοήτευση που εξέφρασε για το γεγονός ότι δεν παρίστατο κανένα σχολείο, επειδή δεν ήταν εργάσιμη ημέρα.
Και δεν νομίζω ότι πρωτοτυπώ, γιατί θα υπάρχει γι? αυτό πρόγραμμα και σχεδιασμός, δηλαδή: Εκδοση των θαυμάσιων βιβλίων του σε μια σειρά σαν Απαντα καθώς και ομιλιών ή ποιημάτων που δημοσίευσε μεμονωμένα και ανέγερση, κάποτε, του ανδριάντα του σε επιλεγόμενο σημείο στο Καστέλι που τη σημερινή ανάπτυξή του την οφείλει σε μεγάλο βαθμό και στον αλησμόνητο παππούλη μας.