Ο στρεβλός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν οι Ευρωπαίοι φωστήρες το ελληνικό πρόβλημα και η πολυσυζητημένη κατ’ αυτούς έκθεση αξιολόγησης απ’ το Δ.Ν.Τ., που με κυνική ομολογία παραδέχθηκαν ότι τα ’καναν όλα θάλασσα με συγκεκαλυμμένο τρόπο, έφερε στο προσκήνιο τη μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Κατόπιν τούτου υπάρχουν πιθανότητες το ταμείο να σχεδιάσει πιθανή αποχώρησή του από το πρόγραμμα προσαρμογής, αν το Γιούρογκρουπ και η Ε.Κ.Τ. δεν κάνουν διορθωτικές κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση επίλυσης του ελληνικού θέματος.
Ετσι στις Βρυξέλλες, μη θέλοντας να μεθοδεύσει το Δ.Ν.Τ. την απομάκρυνσή του, πράγμα, που θα επιφέρει τεράστια προβλήματα στο Ευρωνόμισμα, σκέπτονται, πώς θ’ απεγκλωβίσουν σταδιακά απ’ το Δ.Ν.Τ. τις χώρες, στις οποίες συμμετέχει στη διάσωσή τους. Συζητούν να τεθούν υπό ένα ειδικό καθεστώς εκκαθάρισης, απαλλαγής από το βάρος του δανείου τους ή επιτήρησης και προετοιμάζονται να το θέσουν ως πρώτο θέμα την 20ή Ιουλίου στο Γιούρογκρουπ.
Και επειδή το ελληνικό ζήτημα είναι το δυσκολότερο, ετέθη για πρώτη φορά προς συζήτησιν στα γραφεία του Ευρωκοινοβουλίου, στο Βερολίνο, το ενδεχόμενο καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα απ’ τη Γερμανία. Ξεκίνησε η ´Ντι Βελτ´ με άρθρο της προς τον Γερμανό υπουργό Οικονομίας: ´κ. Σόιμπλε μιλήστε για τα χρέη του πολέμου´. Οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν σε μια μεθοδευμένη και σιωπηρή αναγνώριση των κατοχικών οφειλών στην Ελλάδα. Οι απόψεις συγκλίνουν σε ένα σενάριο πληρωμής επανορθώσεων μέσα σε ένα είδος ´κουρέματος´, που δεν θα υπάρχει η λέξη ´επανορθώσεις´.
Οι Γερμανοί φοβούνται μήπως, αν πληρώσουν πολεμικές αποζημιώσεις στην Ελλάδα, θα απαιτήσουν και άλλες χώρες. Ο κ. Γ. Χατζημαρκάκης στη γερμανική Ευρωβουλή θεωρεί ότι το ζήτημα των αποζημιώσεων πρέπει να αντιμετωπιστεί αμοιβαίως. Η μεν Γερμανία να αναγνωρίσει την ύπαρξη θέματος, η δε Ελλάδα να δεχθεί οριστική λύση. «Πιστεύω, είπε, ότι χρειάζεται ένα πακέτο που θα προβλέπει αποζημίωση του ελληνικού χρέους, όπως έγινε με το γερμανικό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οχι με κούρεμα. Ενα επενδυτικό Ταμείο στο οποίο η Γερμανία θα μπορούσε να συμβάλει ενεργά, θα ήταν μια λύση».
Η Γερμανία, λοιπόν, οφείλει να προβεί σε μια συμβολική πράξη, με την οποία να συμφωνήσουν οι Ελληνες και να ικανοποιηθεί η κοινή γνώμη. Αν οι ξένοι παίζουν παιχνιδάκια, που το Δ.Ν.Τ. τα φορτώνει όλα στους Ευρωπαίους, οι δικοί μας πρέπει να εκμεταλλευθούν το ´μάννα´ εξ ουρανού που ήρθε με την έκθεση αξιολόγησης και να μην αφήσουν να πέσει ´στον βρόντο´ η διαμάχη των δανειστών. Είναι ευκαιρία τώρα με την παραδοχή του λάθους συνταγής, που φέρνει σε σύγκρουση την τρόικα, να αντιδράσουν και να εμποδίσουν περαιτέρω αδιαφανείς παρεμβάσεις. Να προτάξουν το δημόσιο συμφέρον αποτινάσσοντας τα κομματικά τους ενδιαφέροντα και να συμφωνήσουν όλοι μαζί στο ´διά ταύτα…´.
Η επιμονή του Ταμείου ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να υλοποιήσουν τις υποσχέσεις τους για απομείωση του ελληνικού χρέους σημαίνει ότι μέχρι τώρα δεν είναι βιώσιμο. Και για ν’ αλλάξει η τροχιά βιωσιμότητας του χρέους θα χρειασθεί νέο κούρεμα, εκτός και αν συμβεί κάτι άλλο, που θα ισοδυναμεί με κούρεμα. Ο συμψηφισμός. Και αυτό βρίσκεται στη ´βόμβα´ που ’ριξε η ´Ντι Βελτ´ για τις πολεμικές αποζημιώσεις.
Ας συνδυάσουν την έκθεση του Δ.Ν.Τ., τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου και τα όσα αναγράφονται στο βιβλίο του κ. Ν. Χριστοδουλάκη, ´Αγος Απλήρωτον´, που αποτιμάται βάσει επισήμων στοιχείων το ύψος του κατοχικού δανείου, το οποίο είναι αρκετό, να ξεχρεωθεί μ’ αυτό το μερίδιο της γερμανικής βοήθειας των μνημονίων. Ας το διατυπώσουν τουλάχιστον. Θα είναι μια στρατηγική έναντι των δανειστών, που μπορεί πάνω στην ´αντιδικία περί λάθους´, να φέρει κάποιο αποτέλεσμα!
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο για την και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.