» Το αντι-Ντεσεβό
To DYANE αποτελούσε μια πιο «πολιτισμένη» έκδοση του 2CV με σκοπό να ´κυνηγήσει´ τους πελάτες που έφευγαν τρέχοντας εξαιτίας της εμφάνισης του ασχημόπαπου. Ηταν το ίδιο με το 2CV στην αρχιτεκτονική, την άνεση, την οικονομία και την αντοχή, ήταν όμως πιο πρακτικό χάρη στην πέμπτη πόρτα. Οταν παρουσιάστηκε είχε ελάχιστους ανταγωνιστές στην αγορά. Οι κυριότεροι ήταν το 2CV και το Ρενό 4L. Τα Φίατ 126 δεν μπορούσαν να θεωρηθούν αντίπαλοι και τα γιαπωνέζικα «μικρά» ήταν ακόμη άγνωστα. Ο κινητήρας του ήταν ο γνωστός του 2CV. Ηταν δικύλινδρος, επίπεδος, αερόψυκτος, κατασκευασμένος από ελαφρά μέταλλα και αθάνατος. Ο κυβισμός έφτανε τα 602 κ.εκ. με συμπίεση 9:1 και απέδιδε 30 DIN στις 5750 στροφές/λεπτό. Ο εκκεντροφόρος βρισκόταν στη μέση και ένα βαντιλατέρ που κινείτο από τον στρόφαλο έψυχε τους κυλίνδρους και το ψυγείο λαδιού. Επίσης υπήρχε υποδοχή και για μανιβέλα. Η ανάφλεξη ήταν με πλατίνες (κάκιστης ποιότητας) που βρίσκονται θαμμένες πίσω από το βαντιλατέρ. Ο συμπλέκτης ξηρός, μονόδισκος με μικρή αντοχή υλικού και μαλακό πεντάλ. Το κιβώτιο ταχυτήτων είχε τέσσερις σχετικά κοντές σχέσεις που βοηθούσαν στο νεύρο του κινητήρα, αλλά η πρώτη ήταν ασυγχρόνιστη. Το DYANE είχε ανάγκη από ειδικευμένα συνεργεία και καλούς μηχανικούς. Ο κινητήρας απαιτούσε ακριβείς ρυθμίσεις ιδιαίτερα στις πλατίνες και το αβάνς, αλλιώς κτυπούσε πειράκια και έριχνε ανάποδες στροφές στο σβήσιμο. Οι πλατίνες ήταν χαμηλής ποιότητας και τρώγονταν με γρήγορο ρυθμό. Ο πολλαπλασιαστής και τα μπουζοκαλώδια ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητα στην υγρασία και τις βροχερές μέρες και νύχτες του χειμώνα, το αυτοκίνητο ´συναχώνονταν´ και αρνείτο να πάρει μπροστά. Το αμάξωμα δεν παρουσίαζε προβλήματα και ήταν στεγανό. Το εσωτερικό του ήταν σπαρτιάτικο και το φινίρισμα πολύ μέτριο, αλλά τίποτα δεν ´έμενε´ στο χέρι. Στον άσχημο δρόμο ή σε χωματόδρομο κάποια τριξίματα οφείλονταν στο ό,τι υπάρχει ξεχωριστό σασί. Το φάρμακο για τους ιδιοκτήτες ήταν ένα… τα αγνοούσαν. Τα καθίσματα είχαν πολύ όμορφα καλύμματα, αλλά μόνο στην αρχή. Η ποιότητά τους είναι τέτοια που μετά από λίγο άρχιζαν να σκίζονται. Η ανάρτηση χρειαζόταν περιοδικό λάδωμα για να μην τρίζει και τα αμορτισέρ δεν είχαν την απόδοση που θα έπρεπε. Τα φρένα ιδιαίτερα στα τελευταία μοντέλα που είχαν δίσκους ήταν αρκετά καλά, αλλά τα μπροστινά τακάκια τρώγονταν κάθε 10-15.000 χλμ. Ενα σημείο που δεν είχε σοβαρό πρόβλημα ήταν η σκουριά. Χάρη στο ξεχωριστό σασί το όποιο τμήμα και να σκούριαζε αλλάζονταν πολύ εύκολα όπως π.χ. το βιδωτό πάτωμα.
Το DYANE ως κατασκευή ήταν σχεδιασμένη να ζήσει πολλά χρόνια. Ο κινητήρας ήταν αθάνατος και αξιόπιστος, οι χώροι μεγάλοι, η κατανάλωση από τις μικρότερες, ενώ ο εξοπλισμός σπαρτιάτικος. Συγκρινόμενο με τα άλλα εξακοσαράκια της εποχής του, κέρδιζε σε όλα τα σημεία πλην του εξοπλισμού και φινιρίσματος από όλα (πλην του Visa). Αν η Citroen είχε προσέξει ορισμένα περιφερειακά εξαρτήματα (πολλαπλασιαστής, μπουζοκαλώδια, καθίσματα, παράθυρα που δεν άνοιγαν) και είχε πιο προσεγμένο φινίρισμα και καλύτερο εξοπλισμό θα ήταν το καλύτερο εξακοσάρι.