Νοεμβρίου είκοσι του 1876. Εκατόν δεκαεπτά χρόνια πριν από την Αγιά Ρουμέλη Σφακίων (Μαύρα Γκρεμνά) ένας Σφακιανός στέλνει μια επιστολή σε κάποιον συγγενή του προφανώς Γερώνυμο.
Ενα μικρό απόσπασμα από αυτήν είναι χαρακτηριστικό του ότι τίποτε δεν άλλαξε σ’ αυτά τα χρόνια που πέρασαν ως προς την πολιτική μας ζωή. Εκεί που γράφει ότι οι πολιτικοί “τσακοπετεινίζουνται” εννοεί ότι μαλώνουν σαν… κοκόροι:
«Την τύχη του κάθε λαός την κάνει μοναχός του κι όσα του κάν’ η τρέλα του, δεν του τα καν’ οχθρός του. Ακόμη θέλουνε να πιστεύουμε τα ψόματά τωνε γή δε θωρούνε πως ούλα τα έθνη ’τοιμάζονται για να λύσουν τ’ Ανατολικό ζήτημα και μόνο οι πολιτικοί τσ’ Ελλάδας τσακοπετεινίζουνται ποιος να πάρει την εξουσία για να καλοπεράσει και για να πλησιάσει το κόμμα του και φούρνος μη καπνίσει γή θαρούνε πως δεν τσ’ ένοιωσε μπλιο ο κόσμος;
Ούλα τα έθνη μάχονται να πάρουν μεγαλείο, τσ’ Ελλάδας οι πολιτικοί να πάρουν Υπουργείο.
Θαυμάζουμε, μα το μεγαλοδύναμο Θεό, την υπομονή που δείχνει ατουδά ’ς την Αθήνα ο λαός!! μα κ’ είντα θα κάμει ο άζουδος· ανέ φτύξει πάνω, φτει τον ουρανό, ανέ φτύξει κάτω, φτει τη γης!
Ο Θεός να βάλει τη χέρα ντου να σώσει και σας ατουδά και ’μας επαδά, ’πο το σκοτάδι τσ’ ακατεχωσύνης καθώς κι ούλους τσ’ άλλους λαούς ’πο τσοι λύκους. Σ’ αποχαιρετώ, για ύστερη φορά, και ορκίζω α δεν ανταμωθούμε γλήγορα στην Τρυπητή να με ανημένεις».