Τρίτη, 7 Ιανουαρίου, 2025

150 χρόνια ένδοξο Αρκάδι

Το καλοκαίρι του 1866 η Κρήτη επαναστατεί ξανά εναντίον του Σουλτάνου, κι εκείνος στέλνει τουρκοαιγυπτιακό στρατό υπό τους Μουσταφά Ναϊλή Πασά και Σαχίν Πασά για να “επιβάλλουν την τάξη”.

Aφιχθείς εν Χανίοις ο Μουσταφά Ναϊλή Πασσάς ο Γκιριτλής, παλιός γνώριμος των Κρητικών, από την επανάσταση του 1821, στις 02-09-1866, με προκήρυξη προέτρεπε τον λαό της Κρήτης να επανέλθει σε έργα ειρηνικά. Ητο όμως ήδη αργά. Η εν Κάμποις Κυδωνίας εδρεύουσα επαναστατική συνέλευση, απάντησε με 2 αντιπροκηρύξεις και οι μάχες άρχισαν σε Μαλάξα, Σέλινο, Βαφέ κ.λπ.
Αρχές Νοεμβρίου 1866 ο Μουσταφάς, μετά από “ιερές” πληροφορίες που ανάφεραν ότι το Αρκάδι ήταν έδρα επαναστατών και κέντρο ανεφοδιασμού των, στρέφεται προς το Ρέθυμνο.

Την Τρίτη το ξημέρωμα στσ’ οκτώ του Νοεμβρίου
επρεμαζώχτηκ’ η Τουρκιά, στ’ Αρκάδι γύρου-γύρου.

Φτάνει στο Αρκάδι στις 8-11-1866 την ημέρα των Ταξιαρχών, την ώρα της λειτουργίας με 6.000 τουρκοαιγυπτιακό στρατό και πολλούς Τουρκοκρητικούς ατάχτους & κυκλώνει το μοναστήρι.
Ακολουθούν λυσσώδεις μάχες με τους 259 Κρητικούς που υπερασπίζονταν τη μονή, όπου υπήρχαν και 705 γυναικόπαιδα.
Αργά το απόγευμα της 2ης ημέρας, αφού κατακρημνίσθη η Δυτική πύλη, από την περίφημη κουτσοχείλα μπουμπάρδα, εισβάλουν στη Μονή και επακολουθεί φοβερή σφαγή. Το δράμα κορυφώνεται με την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης:

Τρόχαλος έγιν’ η Μονή
κι εσείστ’ ο Ψηλορείτης
κι αντιλαλούνε τα βουνά
κι απ’ άκρη ως άκρ’ η Κρήτη.

Εκ του συνόλου το 964 διεσώθησαν 114.

ΜΕΡΙΚΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

Ηγούμενος Χατζή Γαβριήλ Μαρινάκης
Μεγαλοπρεπής το παράστημα, ευφυέστατος, τολμηρός και επιβλητικός, με ισχυρή θέληση, εκ του χωρίου Μαργαρίτες Μυλοποτάμου. Το 1866 ήταν μόλις 40 ετών. Οταν ο Χατζη Νεόφυτος του είπε: «Να φύγει Γούμενε η επιτροπή ευθύς για θα μας κατηγορήσουν ότι κάψαμε το μοναστήρι εξ αιτίας της»… απάντησε: «τα βλέπεις εκείνα τα μαύρα κάρβουνα απού ‘ναι στσοι μεσοδοκιάστρες από το εικοσιένα; Με κείνα τα κάρβουνα θα τσοι μουτζώσω εκείνους που θα με κατηγορήσουν πως έκαψα το μοναστήρι χάριν της ελευθερίας της Κρήτης και του μεγαλείου του Γένους μας». Ο ηγούμενος, ως νέος Λεωνίδας, έμεινε στη θέση του και εφονεύθη κατά τη 2η μέρα της μάχης, μαχόμενος άνωθεν δώματος στη ΒΔ γωνία της Μονής από σφαίρα στην κοιλιακή χώρα. Κατ’ άλλους αυτοχειριάσθει.

Πάνος Κορωναίος
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1809 από γονείς καταγόμενους εκ Ποταμού Κυθήρων. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων. Πολέμησε στο Κριμαϊκό Πόλεμο με τους Ρώσους εναντίον των Τούρκων, όπως και στη Συρία με τους Γάλλους. Εγινε δις υπουργός στρατιωτικών και βουλευτής Κυθήρων.
Στις 24-09-1866 αποβιβάσθηκε στο Μπαλί Μυλοποτάμου και ανέλαβε Γενικός Αρχηγός Ρεθύμνης. Σε συμβούλιο στη μονή Αρκαδίου με τον Ηγούμενο και τους Καπετάνιους της περιοχής, τους ενημέρωσε περί του ακατάλληλου της μονής ως επαναστατικού κέντρου και τους έδωσε διάφορες σωστές οδηγίες στρατιωτικού τύπου, ουδεμία των οποίων τηρήθηκε, με το γνωστό αποτέλεσμα.
Αποχωρώντας από το Αρκάδι άφησε φρούραρχο τον Δημακόπουλο με εντολή: «θέλει υπερασπισθεί το Αρκάδι μέχρι τελευταίας πνοής», «θέλω εκτελέσει τας διαταγάς σας κατά γράμμα» απάντησε ο Δημακόπουλος και τήρησε το λόγο του.

Ιωάννης Κ. Δημακόπουλος
Γιος του Κωνσταντίνου εκ Βυτίνης Γορτυνίας, συμπολεμιστή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Είχε γεννηθεί στις 10-01-1833 και σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων. Γενναίος και φιλόπατρις αποβιβάσθηκε με τον Κορωναίο & άλλους αξιωματικούς στο Μπαλί στις 24-09-1899. Στις 10-11-1866 εφονεύθη δια λογχισμών στη θέση “Μελισσόκηποι” έξωθεν της Μονής.

Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης ο πυρπολητής
Από το χωριό Άδελε Ρεθύμνης. Φεύγοντας για το Αρκάδι είπε στον αδελφό του και στη γυναίκα του: «Εχετε γεια για πάντα. Θα πάω στο Αρκάδι και θα πολεμήσω μέχρι θανάτου». Στον δε Ηρακλή Μανελάκη που τον προέτρεπε να φύγουν, την ημέρα της κυκλώσεως της Μονής είπε: «Εγώ δεν φεύγω. Λυπούμαι τα γυναικόπαιδα, θα καώ εν ανάγκη μαζί των».
Το μεσημέρι της 9ης Νοεμβρίου όταν η μπουμπάρδα κατακρήμνιζε τη δυτική πύλη ο Γιαμπουδάκης φώναξε: «όποιος θέλει την τιμή του και την υπόληψή του να ’ρθει να καεί μαζί μου», «όσοι θέλουν να βγουν όξω για να μην έχω το κρίμα τους».
Εκαμαν το περί της ανατίναξης γνωστό και στα γυναικόπαιδα που ευρίσκοντο στο ανώγειο της πυριτιδαποθήκης για να φύγουν εάν ήθελαν. Αλλά όλα με μια φωνή εφώναξαν: «ΦΩΘΙΑ ΣΤΟ ΜΠΑΡΟΥΤΙ».

Ολη η Κρήτη έφεξε
και όλη φωθιά εγίνη,
κι γη εσείστει,
εμούγκρισε φριχτά την ώρα εκείνη.
Φωτιά καπνός και κτήρια,
κορμιά κομμαθιασμένα,
άνδρες και γυναικόπαιδα
στα νέφαλα ανεβαίνα.

Οι ομοχωριοί του Τουρκοκρητικοί ετιμούσαν την παλληκαριά του και ο Μεχμέτ Βέης Μουσταφαδάκης μετά τη λήξη της επανάστασης έλεγε στον αδερφό του Γιαμπουδάκη: «Πήγα στο Αρκάδι για το χατίρι του Κωνσταντή για να τον γλυτώσω. Είχα πει ότι θα έδιδα δώδεκα λίρες σε κείνο που θα μου τον έφερνε ζωντανό, αλλά δεν ήταν τυχερό».
Την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης στο Αρκάδι διεκδικούν οι Ανωγιανοί, με δημώδες ποίημα αδόμενο στην περιοχή με ήρωα τον Εμμανουήλ Β. Σκουλά.

Τον τσεπανέ κεντήσανε μ’ ασημωτή μπιστόλα
Κι ο ουρανός θαμπώθηκε εκείνηνα την ώρα.
Με μια μπιστόλα ασημωτή του Κούντη του Δημήτρη,
Κέντα ο Σκουλάς τον τσεπανέ
& εσείστηκ’ ούλη η Κρήτη.

Τσεπανές = πυριτιδαποθήκη    (τουρκ.)

Επίσης για την ανατίναξη έχουν ακουστεί και τα ονόματα του Ντελή Δράκου Τζιμπραγού από τις Γωνιές Μαλεβιζίου και ενός μοναχού ονόματι Μανασσής.

Χαρίκλεια Μ. Δασκαλάκη
Από το χωριό Αμνατος, γενναία και ατρόμητη εκ των πρώτων συντελεστών της άμυνας του Αρκαδίου.

Των Καπετάνιων φώναζε να μην παραδοθούνε,
να μην πιαστούν αιχμάλωτοι, καλλιά να σκοτωθούνε.

Και οι τρεις γιοι της φονεύθησαν κατά την Επανάσταση 1866-69.
Μετά την απελευθέρωσή της, μετέβη στην Αθήνα, φέρουσα την ημίκαυστον ενδυμασία της πολιορκίας, προκαλέσασα έξαλλο ενθουσιασμό του πλήθους.

“ΟΙ 37”
Μετά την εισβολή στον χώρο της μονής στην τράπεζα είχαν καταφύγει 37 μαχητές από τα χωριά του Μυλοποτάμου: Λιβάδια – Ζωνιανά – Κράνα. Αφού εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους επείσθησαν να παραδοθούν. «Οι τριάκοντα έξι εσφάγησαν υπό των Κρητών Τούρκων, των συμπατριωτών τους, δηλαδή απ’ αυτούς που προ μίας στιγμής ορκίζοντο στη θρησκεία και στην τιμή των, ότι θα σεβαστούν τους πολιορκημένους. Αφού τους έσφαξαν τους έβαζαν στη μύτη αναμμένη λαμπάδα, για να δουν αν κάποιος κάνει τον πεθαμένο. Ενας ανέπνεε ακόμη και αφού του έκοψαν το λάρυγγα του έσχισαν το στήθος και την κοιλιά. Τον 37ο, Κωνσταντίνο Παπαδάκη εξ Αμνάτου, 12 ετών τότε, τον έσωσε Οθωμανός αξιωματικός». Οι νεκροί έμειναν άταφοι μέχρι τον Απρίλιο του 1869.

Μουσταφά Ναϊλή Πασάς (ο Γκιριτλής ο Κρητικός)
Γεννήθηκε στο χωριό Πόγια της Αλβανίας το 1795 και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1871. Ηταν υψηλόσωμος, επιβλητικός, τολμηρός, πανούργος και γνώριζε καλά την στρατηγική. Στην Κρήτη είχε πολεμήσει και το 1828 (18-3) κατέλαβε το Φραγγοκάστελο το οποίο υπερασπιζόταν ο Χατζή Μιχάλης Νταλιάνης. Στα Περιβόλια Χανίων είχε αναγείρει μεγαλοπρεπές μέγαρο, (Σερσεμπίλια) πλούσιο και πολυτελές στο οποίο είχε φιλοξενήσει το 1850 τον Σουλτάνο Μετζίτ. Σε όλη την Κρήτη είχε αγροκτήματα με αμπέλια, χιλιάδες δέντρα, ελαιόδεντρα χιλιάδες κ.λπ. στο δε Ηράκλειο μέγαρα, “κονάκια”, κ.λπ. Είχε δε και 5 συζύγους μεταξύ των οποίων ήταν και η ξακουστή για τα κάλη της Ρεθεμιώτισα Ελένη Βολανοπούλα, την οποία είχε αποσπάσει βίαια από την οικογένεια της κατά την Επανάσταση του 1821.
Το περί του διορισμού του Μουσταφά Πασσά Αυτοκρατορικό φερμάνιο:
«Βεζίρη περινούστατε του Υψηλού μου Κράτους, μέλος του Ανώτατου του Αυτοκρατορικού μου Συμβουλίου…  προς ειρήνευσιν της Νήσου Κρήτης… αρχινούστατε Βεζίρη μου Μουσταφά Ναϊλη Πασσά, άπειρον είη το κλέος και η δόξα σου… συγκεντρώνεις πάντα ταύτα τα προσόντα και είσαι καλός γνώστης των εκεί πραγμάτων… επιλήφθητι αμέσως της σοβαράς ταύτης υποθέσεως και καταβάλεται πάσαν προσπάθειαν και φροντίδα προς επίτευξιν της απαιτούμενης ειρηνεύσεως…».

ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΑ

Ιεροί Εφιάλτες
Ο Κορωναίος κατηγορεί ευθέως για τα στο Αρκάδι τεκταινόμενα τον Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Παΐσιο Κιρμπά, όπως και ο ιστορικός Β. Ψυλλάκης τον αναφέρει «για την σκανδαλώδη διαγωγή του και την αντεθνικήν του δράσιν»: δια τούτο και καταδικάθηκε από τη Γενική Συνέλευση και όφειλε όποιος και όπου τον βρει να τον φονεύσει. Η επιστολή του “Τουρκοπαϊσίου” όπως τον αποκαλούσαν οι Κρητικοί (αυτός δεν ήταν Κρητικός), προς τον Μουσταφά Πασσά έχει ως εξής: «Σας ειδοποιώ, ως και προφορικώς εμείναμε σύμφωνοι, ότι εις το Αρκάδι πρέπει να υπάγετε διά να το καταστρέψετε!!!! Καθόσον διά της καταστροφής αυτού επιτυγχάνετε την καταστροφήν όλων των επαρχιών του τμήματος Ρεθύμνης, καθόσον εντός αυτού υπάρχουσιν αι επιτροπαί και τα πολεμοφόδια των ρηθεισών επαρχιών». Και ο Μουσταφάς του απάντησε: «Σήμερον αναχωρώ και πηγαίνω για να κάμω εκείνο που εμείναμε σύμφωνοι…». Επίσης γράφει ο Κορωναίος: «ήρχοντο εις επικουρίαν (της Μονής) 500 περίπου Αμαριώται αλλά ο ηγούμενος της Μονής Ασωμάτων Μεθόδιος Λαγγουβάρδος (Τρίποδο Μυλοποτάμου), έτερος προδότης όμοιος του Αρχ/που Λάμπης, καταβάς εις την διάβασιν εμπόδισεν αυτούς να ελθώσιν εις επικουρίαν». Ουδέν σχόλιον.

«Εν βία μεγίστη»
Ο ηρωικός ηγούμενος της Μονής Χ. Γαβρ. Μαρινάκης, από τις οδηγίες στρατιωτικού τύπου του Κορωναίου, ουδεμία ετήρησε, ήδη όμως κατά το βράδυ της πρώτης ημέρας, που ξεκάθαρα πλέον διαφαινόταν η δραματική εξέλιξη, έστελνε προς τον Κορωναίο απελπισμένη επιστολή και το παρατιθέμενο σημείωμα:

Οι καιρικές συνθήκες
Σ’ όλη τη γύρω περιοχή, πλην της Μονής, βροχή ραγδαία, μεταβληθείσα σε χιονοθύελλα (βοριάς χιονιστής) κατέστησε άχρηστα τα όπλα των επαναστατών, όπως και ποταμοί και χείμαρροι πλημμύρησαν, καθιστώντας αδύνατη, πάσα μετακίνηση, προς βοήθεια των πολιορκημένων. Λες κι ήταν θέλημα θεού…

Η “Κουτάλα”
Ο Ιωάννης Κούβος (Σωπασής) το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου με τους οπλίτες του φιλοξενούνταν στη Μονή στο κελί του Παρθενίου Κανακάκη, όπου έβρασαν ένα τράγο και τον έτρωγαν. Τα χαράματα ο Κούβος κάτι διαισθάνθηκε και είπε σ’ ένα από τους οπλίτες του: «Δος μου τη κουτάλα» (ωμοπλάτη τράγου). Τα σημάδια ήταν δυσοίωνα, τινάχθηκε από τη θέση του και είπε: «τα όπλα σας, μας ζώσανε οι Τούρκοι», όπως και είχε γίνει.

Τα όπλα του Γεωργίου Δασκαλάκη
Μετά τους φόνους των 3 αδερφών Δασκαλάκη (1866-69), το γιαταγάνι και η πιστόλα του Γεωργίου, πωλήθησαν στο Ρέθυμνο, στον εξ Χαμαλευρίου Τούρκο Μπεκίρ Σολάτσο. Το 1878 όταν ο υιός του Γεωργίου, Στυλιανός, παρακάλεσε τον Τούρκο να του τα πουλήσει, αυτός απάντησε: «Αφού είναι του μπαμπά σου, δεν θέλω χρήματα» και του τα δώρισε.

Τα 2 “μετζίτια” (τουρκ. χρήματα)
Στους λίγους επιζήσαντες αιχμαλώτους του Αρκαδίου, μετά από ένα έτος δώσανε χάρη και 2 μετζίτια, κατά διαταγή του Πατισάχ. Τότε ένας από αυτούς, χτυπά το χέρι του στο τραπέζι και λέγει: «ίσα – ίσα με φτάνουνε να πάρω ένα ζευγάρι στιβάνια και με τη λαζαρίνα μου, στην ομπρός μπάντα τση μάχης, να πλερωθούν ετσά οι κόποι μου, ένα χρόνο φυλακή». Τότε ένας αζαδές (Τούρκος) είπε: «Το κατέχωμε εμείς γκιαούρηδες, αλλά το διατάσει ο Πατισάχ (Σουλτάνος)».

Η Παπαγεωργοπούλα
Από το χωριό Αμνατος, της οποίας ο σύζυγος και τα 4 παιδιά εσφάγησαν εντός της Μονής, πληγωμένη και αιμόφυρτη, στρεφόμενη ως τρελή δεξιά και αριστερά, εφώναζε προς τον Πασσά: «Από σένα Πασσά θέλω τα παιδιά μου» το επαναλάμβανε ξεσκίζοντας με τα νύχια της το πρόσωπό της. Τότε ο Πασσάς χαμογελώντας απάντησε: «θα τα ζητάς από τον Κορωναίο». Εξακολούθησε να το φωνάζει μέρα και νύχτα, χωρίς να φάει και να κοιμηθεί, 8 μερόνυχτα, ώσπου πέθανε. (Ο Μουσταφά Πασσά ουδέποτε μετέβη εις Αρκάδι έμεινε στο χωριό Μέση, μετά τον τραυματισμό του Σουλεϊμάν Βέη, στο Αρκάδι ανέλαβε ο Αιγύπτιος Ισμαήλ Πασσάς).

Η “κουτσοχείλα” μπουμπάρδα
Το έτος 1898 ο Ρωσικός στρατός κατοχής την πήρε από τους Τούρκους και την απέστειλε τη Ρωσία ως κειμήλιο.

*εκ της Ρίζας γράφων
Αρχιτέκτων Μηχανικός


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα