Στις μέρες μας, η χρήση ουσιών παίρνει επιδημικές διαστάσεις. Τα στοιχεία στη χώρα μας και διεθνώς το αποδεικνύουν καθημερινά.
Σύμφωνα με την τελευταία Παγκόσμια Έκθεση για τα Ναρκωτικά που δημοσιεύτηκε από τον ΟΗΕ (UNODC, 25/6/2020), διαπιστώνεται ότι η αύξηση του πλούτου συνδέεται με την αύξηση της χρήσης ναρκωτικών στις ανεπτυγμένες χώρες, στις οποίες τα φτωχά κοινωνικοοικονομικά στρώματα υποφέρουν περισσότερο.
Η αύξηση της ανεργίας θα κάνει πιο πιθανό αυτά τα στρώματα να εμπλακούν σε επιβλαβή πρότυπα χρήσης ναρκωτικών και να στραφούν σε παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με ναρκωτικά – είτε παραγωγή είτε μεταφορά. Μετά την οικονομική κρίση του 2008, ορισμένοι χρήστες άρχισαν να αναζητούν φθηνότερες συνθετικές ουσίες, ενώ επηρεάστηκαν τα επίπεδα χρήσης και τα πρότυπα χρήσης.
Στην Ελλάδα και την Ισπανία καταγράφηκε αύξηση της χρήσης σε ανέργους λόγω της οικονομικής κρίσης.
Στην Ινδία η κρίση έφερε 5πλασιασμό της χρήσης οπιοειδών.
Στις ΗΠΑ έρευνες δείχνουν ότι για 1% αύξηση στην ανεργία αυξάνεται 1,5% η χρήση κάνναβης και 0,25% οι θάνατοι από ναρκωτικά.
Στην Ισπανία έχει 7πλασιαστεί ο αριθμός θανάτων από ναρκωτικά σε φτωχές περιοχές σε σχέση με οικονομικά εύπορες.
Στις ΗΠΑ και στη Νέα Υόρκη η χρήση κάνναβης είναι 4πλάσια σε περιοχές με μεγάλες οικονομικές και εκπαιδευτικές ανισότητες.
Σε Γερμανία, Αυστραλία, Γαλλία και Ισπανία, η αύξηση της χρήσης κάνναβης σε μαθητές συνδέθηκε με την αύξηση εγκατάλειψης του σχολείου.
Στις ΗΠΑ όσοι ξεκινούν τη χρήση κάνναβης από το Γυμνάσιο έχουν 6 φορές περισσότερες πιθανότητες να μη συνεχίσουν φοίτηση στο Πανεπιστήμιο. Την ίδια στιγμή, στις ΗΠΑ τη δεκαετία 2007-2017 αυξήθηκαν οι χρήστες κάνναβης κατά 32%, ενώ η καθημερινή χρήση κάνναβης κατά 130%.
Επίσης, έρευνες της UNESCO με στοιχεία που έχουν συλλεχθεί από το 1971 και αφορούν πρόσφυγες και μετανάστες από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, την Κροατία και τη Βοσνία, δείχνουν αυξημένα ποσοστά χρήσης ναρκωτικών μετά την εγκατάλειψη της χώρας τους.
Αν θέλουμε να εξηγήσουμε το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης, χρειάζεται να δούμε τις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου μέσα στις οποίες διαμορφώνει την προσωπικότητά του, η ποιότητα των οποίων καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τη σχέση του ατόμου με τις ουσίες.
Βάση αυτών των σχέσεων αποτελούν οι σχέσεις παραγωγής. Εκεί πρέπει να αναζητήσουμε και τις αιτίες που γεννούν και αναπαράγουν το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης, στη βάση δηλαδή της κοινωνίας.
Στη χρήση ουσιών αντανακλώνται οι κοινωνικές αντιφάσεις της εποχής της καπιταλιστικής κρίσης και παρακμής. Αυτές οι αντιφάσεις αποτυπώνονται με δραματικό τρόπο στον ανθρώπινο ψυχισμό, ωθώντας όλο και περισσότερα άτομα να αναζητούν δρόμους φυγής απ’ την αφόρητη πίεσή τους.
Ο καπιταλισμός γεννά φτώχεια, ανεργία, πολέμους, χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, έλλειψη νοήματος ζωής, ταξικές, εθνικές, φυλετικές ανισότητες. Η σύνδεση αυτών των παραγόντων με τη χρήση ουσιών σίγουρα δεν πρέπει να μελετάται θετικιστικά, δηλαδή με μια άκαμπτη και μονόπλευρη αναγωγή της χρήσης στους παραπάνω παράγοντες.
Εύκολα θα οδηγούμαστε τότε σε απολυτοποιημένες και αντιδιαλεκτικές γενικεύσεις, όπως «οι άνεργοι οδηγούνται στις ουσίες» ή «οι φτωχοί θα πάρουν ναρκωτικά».
Για παράδειγμα, παρατηρείται στη χώρα μας μια τάση μείωσης των ανέργων που ζητούν βοήθεια για θεραπεία από τα «στεγνά» προγράμματα και αντίστοιχα αύξηση των εργαζόμενων χρηστών (Ετήσιος Απολογισμός ΚΕΘΕΑ 2020, 18 Άνω 2020, Αργώ 2019), στοιχείο που πιθανά φανερώνει την αύξηση της χρήσης ουσιών μέσα σε εργασιακούς χώρους ή κλάδους.
Επίσης, παρατηρείται αύξηση των αιτήσεων χρηστών με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο σε σχέση με παλιότερα.
Η αλλοτρίωση που χαρακτηρίζει τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής διαπερνά όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα και αντανακλάται σε όλες τις σχέσεις του ατόμου. Δεν μπορούμε όμως να υποτιμήσουμε το γεγονός ότι οι παράγοντες αυτοί καθιστούν πιο ευάλωτο τον άνθρωπο στη χρήση, αλλά και το γεγονός ότι η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα σήμερα πλήττονται περισσότερο λόγω των συνθηκών διαβίωσής τους, της έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τους δύναμης και λόγω ανεπαρκούς κοινωνικού υποστηρικτικού πλαισίου για την απεξάρτησή τους.
Την τελευταία δεκαετία παρατηρείται αύξηση 30% των χρηστών παγκοσμίως, αύξηση στη χρήση κοκαΐνης, νέων συνθετικών ναρκωτικών και κάνναβης σε μικρότερες ηλικίες, ενώ αυξάνεται ο δείκτης αίτησης θεραπείας για κάνναβη και κοκαΐνη. Από την άλλη, σε παγκόσμιο επίπεδο μόνο 1 στους 8 χρήστες εντάσσεται σε θεραπεία, με ταυτόχρονη υποεκπροσώπηση των γυναικών (1 προς 5), ενώ φτάνει στο «στεγνό» πρόγραμμα σε μεγαλύτερη ηλικία και πιο επιβαρυμένος απ’ ό,τι στο παρελθόν, κάτι το οποίο αυξάνει τις πιθανότητες υποτροπής και εγκατάλειψης του προγράμματος.
Σύμφωνα εξάλλου με τον Ετήσιο Απολογισμό του ΚΕΘΕΑ (26/6/2020):
• 8 στους 10 χρήστες σε θεραπεία είναι άντρες
• Μέση ηλικία ένταξης σε θεραπεία είναι τα 31 χρόνια
• 1 στους 2 χρήστες είναι άνεργοι
• 1 στους 5 έχει σταθερή εργασία
• 1 στους 2 είναι απόφοιτος Λυκείου
• Απόφοιτοι Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι το 17,6%
• 7 στους 10 χρήστες είναι πολυτοξικομανείς
• 15 χρόνια χρήσης είναι ο μέσος όρος μέχρι την ένταξη του χρήστη σε πρόγραμμα
Την υπάρχουσα κατάσταση επιβαρύνει επιπλέον η πανδημία του κορονοϊού, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της καραντίνας, καθώς επιδεινώνονται οι αιτίες που οδηγούν στη χρήση και στην εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες.
Η ανεργία, η ανασφάλεια για το μέλλον, η οικονομική αβεβαιότητα, το κλείσιμο στον εαυτό, η έλλειψη ελπίδας και προοπτικής, η κοινωνική απομόνωση, η μοναξιά οδηγούν σήμερα στην αναζήτηση τρόπων φυγής από μια πραγματικότητα που πνίγει. Ο χρήστης προσπαθεί απεγνωσμένα να ζήσει ό,τι δεν μπορεί να ζήσει στην πραγματική του ζωή, να εκτονωθεί, να διώξει την ανία, να καλύψει τα κενά του και να μη σκέφτεται, για να μπορεί να αντέξει.
Τα δείγματα του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων Αττικής στην Ψυττάλεια για την περίοδο της πανδημίας από τα μέσα Μάρτη μέχρι τα τέλη Μάη έδειξαν αύξηση κατά 60% στη χρήση κοκαΐνης σε σχέση με το 2019 (80.000 άνθρωποι στην Αττική έκαναν χρήση αυτή την περίοδο), αύξηση της αμφεταμίνης (έκσταση, MDMA) κατά 650% και αύξηση των αντικαταθλιπτικών και αγχολυτικών.
Το ίδιο κέντρο, στην αρχική φάση της οικονομικής κρίσης, τα έτη 2010-2014, κατέγραψε δραματική αύξηση ψυχοφαρμάκων, αύξηση κατά 35 φορές στη χρήση αντιψυχωσικών, κατά 19 φορές στις βενζοδιαζεπίνες (ηρεμιστικά και υπνωτικά) και κατά 11 φορές στα αντικαταθλιπτικά.
Ενώ οι άστεγοι χρήστες είναι περισσότερο εκτεθειμένοι την περίοδο της πανδημίας στον Covid-19, οι συνθήκες διαβίωσης και η χρήση αυτή καθαυτή μειώνουν τα αντανακλαστικά αυτοπροστασίας τους.
Σχεδόν οι 7 στους 10 (68%) χρήστες αναφέρουν ότι το θέμα του Covid-19 δεν συζητείται στους χώρους συνάθροισης των χρηστών (πιάτσες), ενώ σε ποσοστό 67,2% δεν εκφράζουν ανησυχία στην «πιάτσα» για τη λοίμωξη Covid-19.
Έρευνα του ΚΕΘΕΑ «Εξέλιξις» ανέδειξε ότι κατά την περίοδο του lockdown στη χώρα μας οι χρήστες ιεράρχησαν ως πρωταρχική ανάγκη την εξεύρεση ουσιών με ποσοστό 27,2%, ενώ τελευταία με ποσοστό 8% την ανησυχία για πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας.
Στην Ολλανδία, οι χρήστες κάνναβης έκαναν ουρές την περίοδο της καραντίνας έξω από τα coffee shops για να «βγάλουν την καραντίνα».
Στον Καναδά η χρήση κάνναβης σχεδόν τριπλασιάστηκε μέσα σε ένα μήνα.
Οι ΗΠΑ κατέγραψαν ρεκόρ πωλήσεων κάνναβης…
Τα παραδείγματα δεν έχουν τέλος και όλα συναινούν στο ίδιο συμπέρασμα. Η τοξικοεξάρτηση συνιστά κοινωνικό φαινόμενο, σύμφυτο με τον καπιταλισμό και τα κοινωνικά προβλήματα που αυτός θρέφει. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ριζικά στο σύστημα που τη γεννά και την αναπαράγει. Η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε πιο έντονα πως η ανθρώπινη ζωή στον καπιταλισμό είναι κόστος και η δυσφορία του σύγχρονου ανθρώπου σε αυτόν είναι αξεπέραστη, αφού καλείται απλά να επιβιώσει και όχι να ζήσει ολοκληρωμένα…