Α’ ΜΕΡΟΣ
Αγαπητοί αναγνώστες,
Καλημέρα Σας και χρόνια πολλά!
Ξεχωριστό το τριήμερο αυτό (26, 27, 28/10) για την Ορθοδοξία μας, για την Πατρίδα μας, για τους Πανέλληνες, μ’ ένα λόγο.
Σήμερα 26/10 γιορτάζεται σε όλη την Ορθοδοξία, για τη Θεσσαλονίκη μας και παντού ο Μεγαλομάρτυρας Μυροβλήτης Αγιος Δημήτριος, αύριο 27/10 ο Αγιος και Μάρτυρας της Πίστης μας Νέστορας, ο νικητής του Λυαίου, και μεθαύριο Κυριακή 28/10 η Αγία Σκέπη που σκέπει το λαό μας και μας θυμίζει τη Μεγάλη Μέρα της 28ης Οκτωβρίου του ‘40, μέρα ένδοξη του θρυλικού μας ΟΧΙ κατά του Ιταλού φασίστα, Εθνική γιορτή με το αθάνατο μεγαλείο της!
Σ’ αυτής της Μέρας τη μεγαλοσύνη, θα σταθούμε στη συνέχεια, και θα Σας παρουσιάσουμε λαϊκές ποιητικές εμπνεύσεις για την αξέχαστη, την ιερή, τη μοναδική 28η Οκτωβρίου 1940.
– Λαϊκοί ριμαδόροι και ποιητάρηδες, δεν απούσιαζαν σε καμιά εποχή από τον τόπο μας. Κι’ αυτό, γιατί ετούτος ο λαός, γεννιέται και μεγαλώνει με τον “Ερωτόκριτο”, πατεί τη γης με την μαντινάδα, κι ανδρειώνεται με το ριζίτικο τραγούδι!
Οι ριμαδόροι μας, σε πολλές περιπτώσεις παραμένουν οι ανώνυμοι δημιουργοί έργων, όπου εκφράζουν απλά, τα ευγενικά αισθήματα, τις συγκλονιστικές συγκινήσεις και τα έντονα βιώματά των. Σε άλλες όμως, ευτυχώς, θέτουν την σφραγίδα της προσωπικότητάς των, με τους επιλογικούς
-συνήθως- στίχους της πολύστροφης ρίμας των, και δηλώνουν εκεί γνώσεις, τόπο καταγωγής, οικογενειακή κατάσταση και άλλα προσωπικά των στοιχεία. Και έτσι, τους μαθαίνουμε!
Εχουν όλοι τους: «πηγαίο στιχουργικό τάλαντο, είναι συνήθως αγράμματοι άνθρωποι, που ακολουθώντας παλιά παράδοση του Τόπου τους, αφηγούνται σε στίχους καθημερινά επεισόδια της απλοϊκής ζωής του χωριού, τραγικά συμβάντα, θαύματα αγίων, σύγχρονα ή γνωστά από διηγήσεις, ηρωισμούς διαφόρων προσώπων και προπαντός γεγονότα με γενικότερο ενδιαφέρον, πόλεμο, ειρήνη, πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές και αναστατώσεις, και τα όμοια».
Εκφράζονται όπως αισθάνονται και πιστεύουν, και έτσι μεταδίδουν τη συγκίνησή τους και κερδίζουν σε επιβολή. Είναι οι πιο συμπαθείς στιχουργοί, χωρίς επαγγελματικές φιλοδοξίες και υλικές αξιώσεις. Κι όταν απαγγέλλουν, τους διακρίνει η απλότητα και το ανεπιτήδευτο του γνήσιου δημιουργού. Γι’ αυτό και το ακροατήριό τους προσυπογράφει τη ρίμα τους, γιατί και για κείνων το λογαριασμό μίλησαν ετούτοι οι προικισμένοι με το χάρισμα, την ευλογία, να κάνουν δηλαδή όμορφα στιχάκια, γεγονότα που άλλοι δεν μπορούν…
Ανατραφήκανε όμως, ας μην το ξεχνάμε, σ’ ένα κλίμα όπου το ιστορικό τραγούδι, η πλούσια ρίμα, το θαυμάσιο ριζίτικο και η χαριτωμένη μαντινάδα, ακούγονται, τραγουδιούνται, μαθαίνονται απ’ έξω και γίνονται βιώματα καθημερινά.
Μόνον από τέτοιο χώρο, με τέτοιον ερματισμό και προπαιδεία, αλλά και προετοιμασία αθόρυβη και αργή, μπορούσε να γεννηθεί ο λαϊκός ποιητής και ριμαδόρος στον τόπο μας!
«Η σημερινή Κρητική ρίμα, είναι πολύστιχο, συνήθως αφηγηματικό τραγούδι, σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο ομοιοκατάληκτο, που συνεχίζει την παράδοση της έμμετρης λαϊκής χρονογραφίας, της μεταβυζαντινής εποχής και της Τουρκοκρατίας.
Καταγράφει, χωρίς συνειδητή καλλιτεχνική πρόθεση, γεγονότα Τοπικής ή Ευρύτερης ιστορικής σημασίας με κύριο σκοπό να τα κάμει πλατύτερα γνωστά και να διασώσει τη μνήμη τους αλλά και να τα σηματοδοτήσει από την ιδεολογική σκοπιά της κοινότητας…
Οι ρίμες καλλιεργούνται σ’ ολόκληρη την Κρήτη και στη νεότερη εξέλιξή τους, παρουσιάζουν αισθητές επιδράσεις από την τεχνική της μαντινάδας, σε ορισμένες περιπτώσεις και από τη λαϊκή προφορική παράδοση του Ερωτόκριτου…
Ως προς την περίοδο που αναφερόμαστε σήμερα, “εκφράζοντας ένα διάχυτο αίτημα, οι λαϊκοί ποιητές της εποχής, έσπευδαν να καταγγείλουν την θηριωδία του κατακτητή, να στεριώσουν, μ’ ένα λόγο, στην ομαδική συνείδηση τη μνήμη και το δίδαγμα του Μεγάλου αγώνα!».
Και τώρα στους λαϊκούς μας ριμαδόρους για το ‘40: Ενδιαφέρουσα ιστορική ρίμα, που δημοσιεύεται στον πολύτιμο για το λαογραφικό του υλικό, τόμο “Λαογραφικά Αρχανών” τα διδ/σων: Ελένης Δουνδουλακη και Ειρηνης Ταχατάκη, διαβάζομε:
1 «Οχτώδρη είκοσι οχτώ και εις τις τρεις η ώρα, έστειλε τελεσίγραφο του Μουσολίνι η χώρα…»
7 «-Και σαν το είδε ο Μεταξάς, πολύ του κακοφάνη
σχίζει το τελεσίγραφο και κάτω το πετάει,
και λέει: Πώς ετόλμησε ο βδελυρός φασίστας
Ελλάδα να μας εζητά, κι ακόμη να’ ναι νύχτα;…»
29 «…Κι ευθύς εξικινήσαμε με όρεξη μεγάλη
κι οι Ιταλοί μας είδανε και τσι ’πιασε μια ζάλη…»
Η ρίμα έχει 34 στίχους.
Δεν αναφέρεται ο δημιουργός της.
***
Ο Ηλίας Τσαπατσάρης εξέδωσε τον Σεπτέμβρη του 1945, την ιστορική ρίμα: “Η Αγιά, ο τόπος των μαρτυρίων”, και γύρω στα Χριστούγεννα του ίδιου χρόνου (1945) την έτερη ιστορική ρίμα του: “Εχμάλωτος (sic) στη Γερμανία – Τα φρικιαστικά βασανιστήρια στο στρατόπεδο του Μπέλσεη”.
Τον ενθυμούμαι, στην πλατεία Κοτζαμπάση, στα Χανιά, φθινόπωρο – χειμώνα του 1945-46 ν’ ανεβαίνει σ’ ένα κάθισμα που έφερνε μαζί του, και να απαγγέλλει τα τραγούδια του, και στη συνέχεια να διαθέτει τα σχετικά φυλλάδια – ρίμες του, στο ακροατήριο του. Μια του ρίμα έλεγε:
«Μυριάδες βροντοφώναξαν, το θρυλικό το ΟΧΙ
αυτό το σύνθημα η Ελλάς, περήφανα θα το’χει,
στα πεπρωμένα σέρνεται, κουράζεται, στενάζει,
μα είναι τόσο δυνατή, που τα δεσμά της σπάζει…».
Και συνέχιζεν μ’ έναν ατέλειωτο ύμνο στον Ελληνα φαντάρο,
«…εκείνο το περήφανο καμάρι της Πατρίδας,
πού ’ναι για μας το στόλισμα, μιας ζωντανής ελπίδας!».
Η ρίμα δημιεύτηκε στο φυλλάδιο του ποιητή, με τίτλο:” Η μούσα του λαού” (Χανιά, 1949, σελ. 16).
Σειρά τώρα παίρνει δημοσιευμένη, ιστορική ρίμα, ή οποία «αναφέρεται στον ύπουλο τορπιλισμό του καταδρομικού μας ΕΛΛΗ στην Τήνο, κατά τις 15.8.1940 από Ιταλικό υποβρύχιο».
***
Ο συλλογέας της, Νίκος Θ. Γαρεφαλάκης θυμάται, τους στίχους της που λένε:
«Εις τη γιορτή της χάρης σου ήρθαν να προσκυνήσουν
χιλιάδες γυναικόπαιδα πιστά να γονατίσουν,
εις τη σεπτή εικόνα σου με μάτια δακρυσμένα,
λαμπάδα να σ’ ανάψουνε Παρθένα μου εσένα.
Μια δέηση να κάμουνε μανούλα πονεμένη
για την Ειρήνη που από Σε ο κόσμος περιμένει.
Μα πριν προφτάσει ο παπάς τους ύμνους να σου ψάλει
μέγα κακό εγίνηκε στο γαλανό ακρογιάλι.
Η “ΕΛΛΗ” το καράβι μας σημαιοστολισμένο,
ετορπιλίστη άνανδρα και μένει εκεί θαμμένο.
Ερχότανε όλο χαρά τιμές να αποδώσει
μαζί με τα ναυτόπουλα το τάμα του να δώσει.
Και τώρα δεν υπάρχει πια, είναι βαθιά θαμμένο
δεν κυματίζει η γαλανή, δεν είναι στολισμένο.
Μ’ απ’ τη φωτιά που άναψε σπίθα λαμπρή εβγήκε
σε κάθε Ελληνική ψυχή εφώλιασε κι εμπήκε,
κι όρκο βαρύ εδώκανε στον Αγιο βωμό σου
να εκδικηθούν τον άδικο και θλιβερό χαμό σου.
Γρήγορα να σε ξαναδούν σημαιοστολισμένη
και πιο περήφανη από πριν “ΕΛΛΗ” μου, δοξασμένη”.
***
Ενώ, για τη μεγάλη μέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μας διέσωσε, ο ίδιος ανθολόγος, την παρακάτω ιστορική ρίμα, που του υπαγόρευσε, το 1958 στο χ. Μυρσίνη, η Νταριβο-δημήτραινα:
“Τ’ Οχτώβρη τσ’ εικοσιοχτώ την πρωινή την ώρα
Ο Μουσουλίνης ήπεψε στο Μεταξά μια νότα
Λέει του: Θέλω πάραυτα αυτό που μου ανήκει,
την Ηπειρο, όλα τα νησά και τη Θεσσαλονίκη.
Εθάργε πως ήθελα βγει το όνειρό ντου φίνα
να ’ρθει να πάρει τον καφέ στην όμορφη Αθήνα.
Μ’ άμα εσηκώθη το πρωί είχε μεγάλη πίκρα
με το τσαρούχι η ΕΛΛΑΣ στην κεφαλή του ’χτύπα.
Υπουλε, βλάκα, βάρβαρε Μπενίτο Μουσουλίνι
στην Αλβανία Ιταλού αρθούνι δε θα μείνει.
Εμπρός ελληνικέ στρατέ περήφανα γενναία
στη Ρώμη να ’πα στέσετε ελληνική σημαία.
Εμπρός ελληνικέ στρατέ ’πο κάθε μονοπάτι
στη Ρώμη να ’πα χτίσετε του βασιλιά παλάτι
Ο Ντούτσε δεν προκάνει μπλιό ν’ αλλάσει παντελόνες
γιατί του ’χμαλωτίσανε τσοι μελανοχιτώνες.
Του Μουσουλίνι ο στρατός αίμα σταλιά δεν έχει
με τα μαχαίργια οι Κρητικοί τον κάνουνε και φεύγει».
***
Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το πώς τραγούδησε η λαϊκή μούσα, τοπικό περιστατικό, που συνέβη κατά την έναρξη του πολέμου του ’40, σε ακατοίκητη αγροτική περιοχή της Ανατολικής Κρήτης:
«Στις 27 Νοεμβρίου 1940 ένα εχθρικό αεροπλάνο που πε- τούσε σε μεγάλο ύφος έρριξε δύο βόμβες στην ακατοίκητη περιοχή “Πλατύσκινος” ένα χιλιόμετρο από το χωριό Αχλάδια. Το να μη ρίξει τις βόμβες του σε κατοικημένη ή σε στρατιωτική περιοχή, το θεώρησε ο κόσμος δειλία και τη σατίρισε με στίχους.
Είπαν π.χ. στο Πισκοκέφαλο»:
«-Ο κερατάς ο Ιταλός θέλει να πολεμήσει
κι επήε στον Πλατύσκινο να’πα να βορβαρδίσει
Δεν πολεμούνε Ιταλέ φασκομηλιά και σκίνο
μόνο γυρεύγουνε στρατό και πολεμού μ’ εκείνο».
Για το ίδιο περιστατικό Χαμαιζανός ποιητάρης είπε:
«Τ’ αεροπλάνα του εχθρού δειλιάζουν και φοβούνται
κοντά μας δε σιμώνουνε, π’ αλάργο ποκρεμούνται
Μόνο σ’ άμαχους πληθυσμούς ειν’ η παλικαργιά ντως
πο ’κει να καταλάβαιτε την άναντρη καρδιά ντως.
Επέρασε ένα μια φορά ’πο δω από τη Στεία
και τότε επιστέψαμε πως έχουν αναντρεία.
Δυο χιλιόμετρα μακρά που το χωργιό τ’ Αχλάδια
τις ήρριξε τις βόμβες του στα δάση και στα πλάγια.
Ολοι μας εγελάσαμε για το κατόρθωμά ντου
σκέψου την αναντρία ντου και τη δειλή καρδιά ντου.
Δεν είχε ο άναντρος καρδιά, πολύ να χαμηλώσει
γιατί στον πυροβολητή τα χέργια ήλα δώσει.
Ηλεγε δα με πάρουνε οι Ελληνες κυνήγι
και ρίχνω εγώ τα βόμβες μου και απού φύγει-φύγει.
Σκέψου την αναντρεία ντως πώς έχουν καταντήσει
τις βόμβες μέσα στο χωργιό να μην κοτά να ρίξει».
Σημείωση: Αλλες δύο βόμβες έριξε έξω από το Κατσιδόνι στις περιοχες Πεπονάδες και Πλατύβολο.
Κι ακολουθεί κείμενο καλαντών που τραγουδήθηκαν τα Χριστούγεννα του 1940, στη Σητεία, κατά το πανελλήνια γνωστό μέλος. Εψαλλαν στα επίκαιρα τότε, “Χριστουγεννιάτικα” κάλαντά τους, οι Στειακοί:
«…Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η Ελλάδα όλη.
Στην Αλβανία μάχονται του έθνους τα βλαστάρια
τα’ Ελλάδας όλα τα παιδιά σαν τίγρεις, σα λιοντάρια.
Οπως διαβαίνουν, τρέμει η γης και τρεμοσβήνουν τ’ άστρα
και πέφτουνε στο διάβα τους πόλες, χωριά και κάστρα.
Σα θύελλα σκίζουν τα βουνά, σαν αστραπή θαρείτε
κ ακούς βροντή απ’ τα όπλα τους, “Σκλάβοι αναστηθείτε”
Σαν κεραυνοί τα βόλα τους βουνά κορμιά σωριάζουν
κι όπου στραφούν οι λόγχες τους φωτιές και φλόγες
βγάζουν
Γιατί ‘χουν σκέπη το θεό την πίστη προστασία
και τσ’ οδηγεί στο δρόμο τους της Τήνου η Παναγία.
Αγιοι Σαράντα, Κορυτσά, Κλεισούρα και Χειμάρα,
ψάλλουν παιάνες στα θεριά και στσ’ Ιταλούς κατάρα.
Δόστε καθείς ό,τι μπορεί για τ’ άξια παλληκάρια
να ζεσταθούνε τα κορμιά που μάχουντ’ ως λιοντάρια
κι έχουν σκεπή τον ουρανό κρεβάτι τα πρινάρια
τα χιόνια έχουν στρώματα προσκέφαλα λιθάρια
Δόστε κουβέρτες μάλλινες φανέλλες να ντυθούνε
μάλλινες κάλτσες άφθονες, γάντια να ζεσταθούνε
Ανοίξετε τα χέρια σας φτωχοί και πλούσιοι όλοι
γι’αυτούς που έχουν ως τροφή το κρύο και το βόλι
Δόστε γι’ αυτούς που πολεμούν με πίστη και ελπίδα
και χύνουνε το αίμα τους για τη γλυκειά πατρίδα».
***
O Μανούσος Ροκάκης στον συγκεντρωτικό του ποιη-
τικού του έργου τομο, με τίτλο “Κρητικές Μέρες” (Χανιά 1968) δεν παραλείπει να περιλάβει και ρίμα σχετική με το θέμα μας. Τίτλος της: “-Ηρωισμός της Κρήτης”. Και κάποιοι
στίχοι, οι παρακάτω:
«Η Κρήτη η περήφανη, με δάφνες στολισμένη,
μας την μαυροφορέσανε για πάντα την καημένη.
Ολο’ οι λαοί αν κάνανε ό,τι έκαμε η Κρήτη,
στο πρώτο, θα χαμήλωνε του Γερμανού η μύτη,
Κι εμείς κατατροπώσαμε όλη την Ιταλία
σκεφτείτε μέρες δέκα εφτά κράτησε μια Γαλλία
Του Μουσουλίνι δείξαμε το τι θα πει Ελλάδα,
γιατί αυτός ενόμιζε πως τρώμε μαρμελάδα.
Στην Αλβανία έρριχνε συχνά τσι προκηρύξεις
και έλεγε των Κρητικών πως θα τσ’ υποστηρίξει
τα όπλα να πετάξουνε και να μην πολεμούνε,
να πάνε με τσι Ιταλούς, καλά πολλά να βρούνε.
Μα οι Κρήτες δεν το κάνανε, γιατί ’ναι πατριώτες.
Πολλές φορές το δείξανε, δεν ήταν μόνο τότες… ”
Ασφαλώς αναφέρεται στα ηρωικά ανδραγαθήματα της V
Μεραρχίας (της Κρήτης) στο Μέτωπο (1940) και τελειώνει
με το γνωμικό επίλογο του: .
“Οποιος έχει τον Κρητικό κοντά του, δεν θα χάσει
και δε φοβάται πως ποτέ μπορεί να τον ντροπιάσει!” Συνεχίζεται αύριο