Α’ Μέρος
Του ΣΤΕΦΑΝΟΥ
ΑΝΔΡΙΑΝΗ
Δεν ήταν μόνο το έτος 1993 τα κριτήρια της μικρόνοιας, η μικρότητας οράματος και της ενδεχομένως μικροπολιτικής πελατειακής αντίληψης, που διαμόρφωσαν τους χαρακτηρισμούς “ελαιόλαδο ΠΟΠ” με ονόματα εν πολλοίς ελάχιστα γνωστών περιοχών διεθνώς.
Δυστυχώς και το 2009, παρουσιάζονται ακόμη πιο ενισχυμένα, καταδικάζοντας να μένει ανεκμετάλλευτο το διεθνώς γνωστό όνομα “Κρήτη”, αντί να χρησιμοποιηθεί ως βαρύ πυροβολικό από τη χώρα μας, στο άνοιγμα στη διεθνή αγορά με τυποποιημένο ελαιόλαδο.
Η Ε.Ε. με τον Κανονισμό 2081/1992 και μετέπειτα με τον 510/2006, θεσμοθέτησε ξεχωριστή αναγνώριση για αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντά υψηλής ποιότητας που παράγονται στις χώρες-μέλη της, με στόχο την ενίσχυση της εμπορίας τους.
Ο χαρακτηρισμός προϊόν “Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ)” που δίνεται σε προϊόντα τα οποία πληρούν τις προδιαγραφές του κανονισμού, είναι μια ουσιαστική διαφημιστική ετικέτα ποιότητας με τη σφραγίδα της Ε.Ε.
Όλες οι ελαιοπαραγωγές χώρες έσπευσαν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία με τρόπο οργανωμένο, επιστημονικό και με όρους εμπορίας στη διεθνή αγορά. Δεν κινήθηκε όμως με την ίδια αντίληψη και η δική μας. Δυστυχώς το 1992 που ξεκίνησε ο θεσμός, οι χειρισμοί μας αντί να αποσκοπούν στο να αξιοποιήσουμε με τον πιο δυναμικό τρόπο υπέρ του παραγωγού και της εθνικής οικονομίας το πλεονέκτημα της ετικέτας ΠΟΠ για το άριστης ποιότητας ελληνικό ελαιόλαδο, δυστυχώς καθοδηγήθηκαν από κοντόφθαλμη αντίληψη και μικροσυμφεροντολογικά κριτήρια.
Η ανάλυση και η κριτική που ακολουθεί, στους τότε κακούς χειρισμούς, αλλά και στους σημερινούς που είναι δυστυχώς ακόμη χειρότεροι, εστιάζει κυρίως στη μεγαλύτερη παραγωγό περιφέρεια ποιοτικού ελαιολάδου της χώρας μας, την Κρήτη, χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι το θέμα εξαντλείται σ΄αυτή.
1992: Η ΚΑΚΗ ΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΦΑΝΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ.
Οι φάκελοι που επεξεργάστηκαν το 1993 οι πολιτικοί και υπηρεσιακοί παράγοντες του τότε υπουργείου Γεωργίας για χαρακτηρισμό “ελαιολάδων ΠΟΠ”, δυστυχώς δεν εμπεριείχαν κανένα όραμα ή πολιτική στήριξης της τυποποίησης και εμπορίας.
Αντίθετα, την ίδια περίοδο, οι πρώτοι “δάσκαλοι” στην αγορά ελαιολάδου, οι Ιταλοί, με αγροτική στρατηγική, συγκροτημένους σχεδιασμούς και μελετημένες μεθοδεύσεις εκμεταλλεύτηκαν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο το μέτρο. Και βέβαια, εδώ στην Ελλάδα, μπορεί και να μην… ξέραμε! Δεν …ρωτήσαμε όμως και τι έκαναν οι άλλοι, με αποτέλεσμα να ωφελούνται μέχρι και σήμερα την προστιθέμενη αξία τυποποίησης, άλλοι!
Πιο συγκεκριμένα: Οι Ιταλοί, για την Απουλία (μεγάλη περιφέρεια στο τακούνι της Ιταλικής μπότας) η οποία είναι η μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός περιοχή της Ιταλίας και παράγει τον κύριο όγκο του Ιταλικού “ελαιολάδου ΠΟΠ”, πρότειναν τέσσερα ελαιόλαδα ΠΟΠ τα οποία τιτλοφόρησαν με ονομασίες μεγάλων σε έκταση και διεθνώς γνωστών περιοχών της. Ήταν στην ουσία μια επιλογή “κράχτης” προς τη διεθνή αγορά για να εξασφαλίσουν –και το πέτυχαν- την ισχυρή διαφημιστική βάση της ετικέτας “ΠΟΠ” για την προβολή του ελαιολάδου τους. Π.χ. ελαιόλαδο “ΠΟΠ Τέρρα ντι Μπάρι”, “ΠΟΠ, Μπρίντεζι”, “ΠΟΠ Οτράντο” κλπ.
Επί πλέον όρισαν δύο από τα τέσσερα, ως κύρια ελαιόλαδα ΠΟΠ, “ομπρέλα” για μικρότερες περιοχές, που παράγουν διαφορετικές ποικιλίες ελαιολάδου, συμπληρώνοντας την ονομασία του κύριου ΠΟΠ με την γεωγραφική ένδειξη της επί μέρους περιοχής παραγωγής . Π.χ. ελαιόλαδο “ΠΟΠ Τέρρα ντι Μπάρι, Κάστελ ντελ Μόντε”.
ΚΡΗΤΗ 1993: ΜΟΙΡΑΣΜΑ ΜΕ ΤΗ… ΣΕΣΟΥΛΑ, ΧΑΡΑΧΤΗΡΙΣΜΩΝ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ “ΠΟΠ”
Την ίδια περίοδο, που οι Ιταλοί πρότειναν μόνο τέσσερα “ΠΟΠ” για την Απουλία, στη χώρα μας, για τα ελαιόλαδα της Κρήτης, (σημειώνω ότι η Κρήτη σε σύγκριση με την Απουλία είναι δυόμισι φορές μικρότερη σε έκταση, έχει εφτά φορές λιγότερο πληθυσμό και δυόμισι φορές μικρότερη ποσότητα ελαιοπαραγωγής), το Ελληνικό υπουργείο πρότεινε ΟΧΤΩ!! ονομασίες ΠΟΠ για διάφορες μικροπεριοχές, οι περισσότερες άγνωστες έξω από την Κρήτη. Φυσικά, ένας τόσο υπερβολικός κατακερματισμός του χαρακτηρισμού “ελαιόλαδο ΠΟΠ” σε μικροπεριοχές, με οργανωτικό και επιχειρηματικό δυναμικό (συνεταιριστικό ή ιδιωτικό) ανεπαρκές για να αξιοποιήσει μαζικά το πλεονέκτημα της ετικέτας ΠΟΠ, ήταν επόμενο να ευνουχίσει τη δυναμική της τυποποίησης και εμπορίας του, καταδικάζοντας τον κύριο όγκο του να συνεχίσει να κυκλοφορεί, χύμα και φτηνό στη διεθνή αγορά.
Να σημειώσουμε ότι όπως προκύπτει από τα Ιταλικά ΠΟΠ, τα κριτήρια που εγκρίθηκαν τα τέσσερα κύρια ισχυρά ΠΟΠ της Ιταλικής Απουλίας καθώς και οι συμπληρωματικές γεωγραφικές ενδείξεις τους, θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με ανάλογο σκεπτικό και στο χαρακτηρισμό ελαιόλαδο “ΠΟΠ Κρήτη” ως “ομπρέλα” για τα ελαιόλαδα ΠΟΠ επί μέρους περιοχών της Κρήτης που πληρούσαν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης. (Π.χ. “ΠΟΠ Κρήτη, Κολυμπάρι”, ή “ΠΟΠ Κρήτη, Σητεία”)
Ήταν πραγματικά τραγικό για το ελαιόλαδο, να κυριαρχήσουν στους χαρακτηρισμούς ελαιολάδου “ΠΟΠ” η μικρόνοια, η μικρότητα οράματος και η ενδεχομένως μικροπολιτική πελατειακή αντίληψη. Ακόμη όμως πιο τραγικό, όπως αναλύεται στο Β΄ μέρος στο αυριανό φύλλο των “Χ.Ν.”, είναι ότι παρουσιάζονται ακόμη πιο ενισχυμένα το 2009, με αποτέλεσμα να παραμένει ανεκμετάλλευτο το ευρύτατα διεθνώς γνωστό όνομα “Κρήτη”, αντί να χρησιμοποιηθεί ως βαρύ πυροβολικό από τη χώρας μας, στην επιχείρηση ανοίγματος με τυποποιημένο ελαιόλαδο στη διεθνή αγορά.
* Ο Στέφανος Ανδριάνης είναι αντισ/γος ε.α , Πολιτ. Μηχανικός, επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο δήμο Μουσούρων και μέλος του Εποπτ. Συμβουλίου της Τ.Ε.Δ.Κ. ν. Χανίων.