Οι χρόνοι Κι ´Ανέ φεύγουνε ο πόνος ίδιος μένει,
Θα τρέχουν πάντα οι πληγές δε γένουνε δε κλείνουν.
Εσκότωσαν ερίμαξαν ορφάνεψαν φαμίλιες,
Κι ´έκαψαν σπίθια με καρδιές μεθούσαν με το αίμα.
Τ ´όνειρο δε ξεδίλιανε γίνηκε εφιάλτης,
Που κάνανε οι Γερμανοί για να τη καταχτήσουν.
ΕΔΩ ΥΠΗΡΧΕ Η ΚΑΝΤΑΝΟΣ θα μολογγούν αιόνια,
Με αίμα των Καντανιοτών πούνε νοπό ακόμης.
Γυναίκες νέοι με παιδιά γερόντοι και παπάδες,
Στου φαραγγιού τ ´ανάπλαγα των ´έστεσαν μπροσκάδα.
Μ Όπλα καρδιάς και με ψυχής με γκράδες με δραπάνια,
Και με κατσούνες πούτονε στραβές και ροζιασμένες.
Τη μοίρα των καταχτητών με τούτα τα σιχέρια,
Οι Καντανιώτες έγραψαν τσι δόξας ιστορία.
Εδώ υπήρχε η Κάντανος θα μολογούν αιόνια……..
Μαρία Νίκ. Γρυφάκη
τέως αντιπρόεδρος και
Κοινοτικός Σύμβουλος
συγγραφέας