Τη διαμαρτυρία τους για τα καινούργια βιβλία Αγγλικών του Γυμνασίου εκφράζουν με επιστολή τους προς το υπουργείο Παιδείας, την ΟΛΜΕ, τη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Νομού Χανίων, τη σχολική σύμβουλο Αγγλικής Γλώσσας και την ΕΛΜΕ Χανίων, 38 καθηγητές αγγλικής γλώσσας στα δημόσια σχολεία του Νομού.
Στην επιστολή τους σημειώνουν: “Εμείς, οι καθηγητές/-τριες της αγγλικής γλώσσας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, επιθυμούμε να εκφράσουμε και δημόσια τη διαμαρτυρία μας για την προχειρότητα που χαρακτηρίζει την καινούργια σειρά των βιβλίων των αγγλικών του Γυμνασίου, γεγονός που δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην εκπαιδευτική πράξη.
Πρώτον, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το ΥΠ.Ε.Π.Θ. ανέθεσαν το έργο σε συγκεκριμένη συγγραφική ομάδα (αξιοποιώντας βέβαια και το σχετικό ευρωπαϊκό κονδύλι) χωρίς να ζητήσουν με οποιοδήποτε τρόπο τόσο την άποψη όσο και τη συμβολή εκπαιδευτικών που διαθέτουν μακρόχρονη και αποδεδειγμένα πλούσια διδακτική πείρα διδασκαλίας της αγγλικής γλώσσας μέσα στην τάξη.
Δεύτερον, ενώ η νέα σειρά των βιβλίων προϋποθέτει τον χωρισμό των τάξεων με βάση το επίπεδο γνώσης των μαθητών σε τμήματα αρχαρίων και προχωρημένων, δεν έχει διασφαλιστεί η εφαρμογή των επιπέδων σε όλα τα σχολεία, αφού δίνεται το δικαίωμα κάποιοι διευθυντές να αρνηθούν την εφαρμογή του νέου συστήματος με το επιχείρημα της δυσχέρειας στην κατάστρωση του ωρολογίου προγράμματος του σχολείου.
Τρίτον, στην Γ’ Γυμνασίου δεν υπάρχει καν το βιβλίο προχωρημένων…! Σε έγγραφό του το ΥΠ.Ε.Π.Θ. αναφέρει σχετικά ότι οι συγκεκριμένοι μαθητές θα χρησιμοποιήσουν το βιβλίο των αρχαρίων, με την -αν μη τι άλλο πρωτότυπη- επισήμανση ότι οι διαφορές γλωσσομάθειας στο Γυμνάσιο εντοπίζονται κυρίως στην ευχέρεια χρήσης του λόγου και όχι σε αυτή καθαυτή τη γνώση γραμματικών και συντακτικών φαινομένων! Εύλογα αναρωτιόμαστε λοιπόν, ποιος ο λόγος χωρισμού των μαθητών σε επίπεδα, όταν μπορούν όλοι να χρησιμοποιούν το ίδιο βιβλίο; Επιπλέον, τη στιγμή που τα επίπεδα στην αγγλική γλώσσα λειτουργούν ως διαφορετικές τάξεις με διαφορετικά βιβλία και διαφορετική διδακτέα ύλη, η χρήση του ίδιου βιβλίου και στα δύο επίπεδα δημιουργεί απλά τάξεις δύο ταχυτήτων, με συνέπεια την κατηγοριοποίηση των μαθητών (προχωρημένοι – καλοί / αρχάριοι – κακοί).
Όσον αφορά στο περιεχόμενο των βιβλίων, σε πολλές περιπτώσεις αυτό παρουσιάζεται ασύνδετο και αποσπασματικό και χωρίς συνάφεια της ύλης μεταξύ του βιβλίου του μαθητή και του βιβλίου εργασιών, ενώ ήδη από τις πρώτες σελίδες έχουν εντοπιστεί πολλά λάθη!
Ακόμα πιο σοβαρό από τα παραπάνω είναι ότι για τα νέα βιβλία δεν υπήρξε καμία πιλοτική εφαρμογή και αξιολόγηση πριν την κυκλοφορία τους, ενώ η όποια «επιμόρφωση» των καθηγητών στο νέο υλικό έγινε όταν ακόμα κανείς δε γνώριζε το περιεχόμενό τους (δεν υπήρχε καν στην ιστοσελίδα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου).
Τέλος, τα βιβλία στάλθηκαν στα σχολεία χωρίς ακουστικό υλικό, ενώ η εξάσκηση της ακουστικής δεξιότητας είναι η πλέον απαραίτητη για την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της διδασκαλίας της.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι α) η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται η ξενόγλωσση εκπαίδευση στο δημόσιο σχολείο υποβαθμίζει τη διδασκαλία του μαθήματος της αγγλικής γλώσσας και υπονομεύει εν γένει την εκπαιδευτική διαδικασία, αφού παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των καθηγητών/-τριών, δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική διδασκαλία χωρίς τα απαραίτητα εργαλεία και β) όλη αυτή η μεθόδευση στοχεύει στην υποβάθμιση του μαθήματός μας προς όφελος των φροντιστηρίων που αναλαμβάνουν με υψηλό κόστος να προετοιμάζουν τους μαθητές μας για τα διπλώματα γλωσσομάθειας που κανονικά θα έπρεπε να προσφέρει δωρεάν το δημόσιο σχολείο.
Οι καθηγητές / καθηγήτριες της αγγλικής γλώσσας στα δημόσια σχολεία του Νομού Χανίων”.