Γράφει ο ΦΩΤΗΣ Γ. ΛΑΜΠΡΙΝΑΚΗΣ
Η είδηση του θανάτου της Έλλης Παππά, την περασμένη Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009, μας έκανε να θυμηθούμε την ιστορία αυτής της γυναίκας που ήταν παρούσα σε όλα τα μεγάλα γεγονότα που στιγμάτισαν τον τόπο. Ενταγμένη στην Αριστερά έζησε διώξεις, εξορίες και φυλακίσεις. Γνωρίστηκε και έγινε η σύντροφος της ολιγόχρονης ζωής του μεγάλου αγωνιστή της Ειρήνης Νίκου Μπελογιάννη.
Ο Νίκος Μπελογιάννης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, επέστρεψε στην Αθήνα τον Απρίλη του 1950 για να βοηθήσει στην οργάνωση του αγώνα για τα οικονομικά δικαιώματα, για ανεξαρτησία, για δημοκρατία, για την ειρήνη του λαού, για γενική αμνηστία. Έμπαιναν πλέον νέα δεδομένα.
Η Ελλάδα της εποχής εκείνης βγαλμένη από ένα εμφύλιο πόλεμο, που ήταν συνέχεια της Γερμανικής κατοχής, ακόμα, και για πολύ ακόμα, θα πλήρωνε τις συνέπειες. Η οικονομία της χώρας κατεστραμμένη από τα μεγάλα έξοδα του εμφυλίου πολέμου, χειροτέρευε μέρα με τη μέρα από την κερδοσκοπία της ντόπιας και ξένης ολιγαρχίας. Η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα οι Αμερικάνοι, σαν αφεντικά, κυριαρχούσαν και κουμάνταραν σε όλους τους τομείς. Κάποιοι όμως Έλληνες δεν το έβαζαν κάτω. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να αντισταθούν και να οργανωθούν σε ένα αγώνα για ψωμί, για ειρήνη, για συμφιλίωση. Γι αυτό επέστρεψε ο Νίκος Μπελογιάννης στην Ελλάδα. Για να συμβάλει σ’ αυτόν τον αγώνα.
Δεν ευτύχησε όμως για πολύ. Το κυνήγι και η καταπίεση ενάντια στους δημοκράτες εκφράζεται με συλλήψεις στα σπίτια και στους δρόμους, με φυλακίσεις βασανισμούς και εξορίες. Ο Νίκος Μπελογιάννης συλλαμβάνεται τον Δεκέμβρη του 1950 κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Σχεδόν αμέσως συνελήφθη και η σύντροφος του Έλλη.
Όταν στην Aσφάλεια κρατούσαν πλέον τον Μπελογιάννη και την σύντροφο του έτριβαν τα χέρια τους. Θεώρησαν ότι είχαν την ευκαιρία για μια μεγάλη δίκη με κατηγορούμενους ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, γιατί έτσι νόμιζαν ότι θα του έδιναν αποφασιστικό κτύπημα.
Άρχισε λοιπόν μία δίκη με αβάσιμες κατηγορίες όπου ο Μπελογιάννης τις καταρρίπτει μία-μία. Όχι μόνο τις καταρρίπτει αλλά εξαπολύει και δριμύ κατηγορώ για την κατάντια της Ελλάδας, αλλά και για τα βασανιστήρια που έχουν υποστεί οι κρατούμενοι στην απομόνωση που συνεχώς ήταν κλεισμένοι. Λέει μεταξύ άλλων στην απολογία του: «…Ποιος εξωτερικός πράκτορας ποιος εχθρός της Ελλάδας θα δεχόταν να θυσιαστεί όπως κάνουν χιλιάδες αγωνιστές. Οι θυσίες μας μπορούν να συγκριθούν μόνο με αυτές των πρώτων Χριστιανών. Αλλά και πάλι υπάρχει διαφορά γιατί οι Χριστιανοί πέθαιναν προκειμένου να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία. Εμείς θυσιαζόμαστε χωρίς αντάλλαγμα μόνο για να έρθει στην ανθρωπότητα ένα καλύτερο αύριο…». Τελικά, λες και δεν το ήξεραν, ο Μπελογιάννης με την Έλλη καταδικάζονται σε θάνατο μαζί και οι συγκατηγορούμενοι σύντροφοι τους.
Τότε ξεκίνησε ένας μεγάλος αγώνας για άρση της θανατικής καταδίκης ενώ ταυτόχρονα γίνεται αίτηση στο συμβούλιο χάρης. Προσωπικότητες από όλη την Ευρώπη, άνθρωποι απλοί, αλλά και όλος ο δημοκρατικός κόσμος στην Ελλάδα, απαιτούν να μην εκτελεστούν ο Νίκος Μπελογιάννης και οι σύντροφοι του. Του κάκου όμως. Ούτε ο βασιλιάς, ούτε η κυβέρνηση Πλαστήρα, ούτε το συμβούλιο χάρης άνοιξαν τα αυτιά για ν’ ακούσουν. Η μισαλλοδοξία και οι πιέσεις των ξένων και ντόπιων αφεντικών αποδείχθηκαν ισχυρότερες από την ανάγκη του τόπου για ειρήνευση και συμφιλίωση. Κι ούτε ο συναισθηματισμός και οι συνεχείς εκκλήσεις της μάνας πιάνουν τόπο. Το συμβούλιο χάρης απορρίπτει την αίτηση.
Παράλληλα με όλα αυτά ο Νίκος Πλουμπίδης, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, έστειλε, σαν ύστατη προσπάθεια, επιστολή λέγοντας ότι αυτός είναι ο υπεύθυνος του παράνομου μηχανισμού του κόμματος στην Ελλάδα. Ζητούσε να μην εκτελεστεί η απόφαση θανατικής καταδίκης του Μπελογιάννη με αντάλλαγμα να παραδοθεί ο ίδιος και να δικαστεί. Η υπό τον Νίκο Ζαχαριάδη ηγεσία του ΚΚΕ όχι μόνο δεν κάλυψε την ενέργεια του Νίκου Πλουμπίδη αλλά την χαρακτήρισε «κατασκεύασμα της ασφάλειας». Όσο για τον συντάχτη της επιστολής χαρακτηρίστηκε χαφιές και προδότης. Λίγο αργότερα συνελήφθη και εκτελέστηκε και ο Νίκος Πλουμπίδης.
Η απόφαση για εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη δεν άλλαξε. Έτσι, νύχτα ακόμη, πριν ξημερώσει η 30 Μαρτίου 1952, ο 37χρονος Νίκος Μπελογιάννης, οδηγείται στο εκτελεστικό απόσπασμα μαζί με τρεις ακόμη συντρόφους του, τον Νίκο Καλούμενο, τον Ηλία Αργυριάδη και τον Δημήτρη Μπάτση. Εκτελέστηκαν, στον συνηθισμένο τόπο εκτελέσεως, στου Γουδή, εκεί που τα χρόνια της κατοχής εκτελούσαν, οι Γερμανοί κατακτητές, Έλληνες πατριώτες.
Όσο κι αν ήταν το μίσος τους, όσο κι αν ήθελαν να τελειώνουν με την αυτή την υπόθεση, δεν τόλμησαν να εκτελέσουν την σύντροφο της ζωής του Νίκου Μπελογιάννη, η οποία είχε μόλις γεννήσει τον γιο του, τον μικρό Νίκο. Έτσι η Έλλη γλύτωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα.
Η ίδια μέσα από την φυλακή γράφει: «…Οι δολοφόνοι του Μπελογιάννη δεν είχαν το θάρρος να συνεχίσουν μέχρι τέλος τις αδικίες τους. Σταμάτησαν σαν γνήσιοι φαρισαίοι πριν από τις φουρτουνιασμένες συνέπειες που θα προκαλούσε η εκτέλεση μητέρας παιδιού που ακόμα βύζαινε. Κι αν εγώ ζω, ζω απ’ το φόβο τους…». Κι έζησε η Έλλη και συνέχισε τον αγώνα της. Πέθανε σε ηλικία 89 ετών.
Πώς να μην θυμάσαι, πώς να μην θαυμάσεις, αυτούς τους ανθρώπους που αφιέρωσαν την ζωή τους στον αγώνα για αγάπη, ισότητα, ελευθερία, ανεξαρτησία, ειρήνη και προκοπή. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.
*Οικονομολόγος