ΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ:
Δρ. Γιώργος Σ. Ατσαλάκης*
Κωνσταντίνος Δ. Ζοπουνίδης**
Με συστηματική εργασία οι Κινέζοι τα τελευταία 30 χρόνια κατάφεραν να επιτύχουν τέτοια οικονομική πρόοδο που τους έχει φέρει στη θέση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, με ΑΕΠ που ξεπερνά τα 4,4 τρισ. δολάρια.
Οι εταιρείες της Κίνας δεν έχουν μόνο ενταχθεί πλήρως στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα αλλά πολλές από αυτές αποτελούν μεγαθήρια από άποψη μεγέθους και κερδοφορίας. Το 2008 τα καθαρά κέρδη των 500 μεγαλύτερων κινεζικών εταιρειών ανήλθαν στα 171 δισ. δολάρια, συγκριτικά με τα 99 δισ. δολάρια που είχαν συνολικά οι 500 μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι κινεζικές εταιρείες το 2008 είχαν μειωμένα κέρδη κατά 13,2% σε σύγκριση με το 2007, ενώ στις ΗΠΑ οι αντίστοιχες εταιρείες σημείωσαν υποχώρηση κερδών κατά 85%.
Η πρώτη εταιρεία στον κατάλογο των 500 της Κίνας, είναι η κρατική πετρελαϊκή Sinopec, η μεγαλύτερη στον κλάδο διύλισης στην Ασία, με έσοδα 215 δισ. δολάρια το 2008. Η Sinopec βρίσκεται στην 9η θέση, στον κατάλογο Fortune Global 500.
Δεύτερη εταιρεία στην Κίνα είναι China National Petroleum Corp (CNPC), η μεγαλύτερη πετρελαϊκή της χώρας, με τζίρο στα 190 δισ. δολάρια. Στον κατάλογο των 500 μεγαλύτερων κινεζικών εταιρειών, οι 34 κορυφαίες είναι κρατικές. Εκτός από την ενέργεια, η Κίνα έχει τη μεγαλύτερη σε κεφαλαιοποίηση τράπεζα του κόσμου, την ICBC, ενώ διαθέτει και το γίγαντα Cosco στις εμπορευματικές συναλλαγές και στα λιμάνια, αλλά και πολλές τεράστιου μεγέθους εταιρίες στους κλάδους της επεξεργασίας σιδηρομεταλλευμάτων και στον κατασκευαστικό κλάδο. Οι κινεζικές εταιρείες έχουν επίσης κάνει ‘ανοίγματα’ στην Αφρική για πετρέλαιο, στην Αυστραλία για πρώτες ύλες και σε ολόκληρο τον πλανήτη σε αναζήτηση νέων αγορών.
Η οικονομική ισχύς της Κίνας- την οποία απέκτησε όταν ελήφθη η πολιτική απόφαση να ενταχθεί στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, αφήνοντας τον κομμουνιστικό επαναστατικό απομονωτισμό και προχωρώντας σε οικονομικές μεταρρυθμίσεις μεγάλης κλίμακας- είναι σήμερα αναμφισβήτητη. Από το 1978 που ξεκίνησαν οι ουσιαστικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις στο πρότυπο της ελεύθερης αγοράς, η οικονομία της χώρας αναπτύχθηκε ραγδαία.
Το κατά κεφαλήν εισόδημα της Κίνας υπερδιπλασιάστηκε από την Ασιατική κρίση του 1997-1998 μέχρι σήμερα. Το 2007 οι εξαγωγές έφτασαν στο ιστορικό υψηλό του 47% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π.) Το 50% των εξαγωγών προοριζόταν προς τις εύπορες χώρες οι οποίες χτυπήθηκαν από την οικονομική κρίση. Το 2008 η πτώση των εξαγωγών επιβράδυνε απότομα την οικονομία με αποτέλεσμα να την οδηγήσει σε απότομη ύφεση, η οποία αντιμετωπίστηκε επιτυχώς και σήμερα επιστρέφει και πάλι η ανάπτυξη.
Η πρώτη οικονομία που δείχνει σταθερά σημάδια ότι ξεπέρασε την πρόσφατη οικονομική κρίση είναι η κινεζική.
Όπως δήλωσε ο κινέζος Πρωθυπουργός Wen, το 2007, η κινεζική οικονομία είναι εξαιρετικά ισχυρή όσον αφορά την αύξηση του ΑΕΠ και της απασχόλησης. Οι δύο αυτοί παράγοντες βοήθησαν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της πρόσφατης κρίσης.
Μακροοικονομικά όμως η οικονομία της είναι μη ισορροπημένη, μη σταθερή, μη συντονισμένη και η ανάπτυξη μη διατηρήσιμη. Με το 80% του ΑΕΠ να προέρχεται από τις εξαγωγές και τις πάγιες επενδύσεις η Κίνα είναι υπερβολικά βασισμένη στο εξαγωγικό εμπόριο και στις επενδύσεις που απαιτούνται για να στηριχθεί η παντοδύναμη εξαγωγική μηχανή της.
Η εξάρτηση της Κίνας από τις εξαγωγές, και η οικονομική και νομισματική πολιτική της οδήγησαν στην ολική εξάρτηση της οικονομίας της από την εξωτερική ζήτηση και κυρίως από την ζήτηση των ανεπτυγμένων χωρών.
Η οικονομία της Κίνας είναι άμεσα συνδεδεμένη με την καταναλωτική δύναμη των ΗΠΑ, η οποία είναι η κυριότερη στο κόσμο καθόσον ανέρχεται στα 10 τρις δολάρια παρόλο που αποτελεί μόνο το 4 – 5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Αντίθετα η καταναλωτική δύναμη της Κίνας και της Ινδίας μαζί, ανέρχεται στα 2.5 τρισ. δολάρια παρόλο που αποτελούν το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται προβλήματα ανισορροπίας στην οικονομία από την εξάρτησή της από τις εξαγωγές. Περαιτέρω προβλήματα προκύπτουν από το γεγονός ότι η οικονομία της βασίζεται κατά πολύ στην ενέργεια, στα βιομηχανικά και βασικά μέταλλα. Η έλλειψη συντονισμού που παρατηρείται στις τράπεζες, στις εταιρίες και στη διακυβέρνηση, προσθέτει ακόμα περισσότερα προβλήματα.
Η βελτίωση της μακροχρόνιας ισορροπίας της κινεζικής οικονομίας πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα στο μέλλον η οποία μπορεί να επιτευχθεί με τους παρακάτω τρόπους:
Α) Με την τόνωση της κατανάλωσης από τους ίδιους τους κινέζους ώστε να ενισχυθεί η εσωτερική ζήτηση και να μειωθεί η εξάρτηση της οικονομίας από τις εξαγωγές. Οι κινέζοι σήμερα συνεχώς αποταμιεύουν λόγω της οικονομικής και κοινωνικής ανασφάλειας. Η ανασφάλεια αύτη θα πρέπει να εξαλειφθεί ώστε να αρχίσουν να καταναλώνουν περισσότερο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί εάν η κυβέρνηση παρέχει περισσότερα κίνητρα για την ανάπτυξη της κοινωνικής ασφάλισης , των συντάξεων, της ιατρικής φροντίδας και της εξασφάλισης κατά της ανεργίας. Η κατανάλωση ως μερίδιο επί του ΑΕΠ έχει ελαττωθεί για την Κίνα και θεωρείται εξαιρετικά χαμηλή συγκρινόμενη με τα διεθνή δεδομένα, δηλαδή μόλις το 35% έναντι του 50% – 60% στην Ασία και του 70% στις ΗΠΑ.
Β) Με την αποτελεσματικότερη διαχείριση των πλουτοπαραγωγικών πόρων. Το πέρασμα της Κίνας από βιομηχανικός εξαγωγέας σε ένα όλο και περισσότερο μοντέλο κατανάλωσης στηριζόμενο στις υπηρεσίες θα αποκαλύψει σημαντικές ενεργειακές ανάγκες και την επερχόμενη εξάντληση των πηγών των πρώτων υλών. Θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εκσυγχρονισμό της υπάρχουσας πλατφόρμας παραγωγής, και χρήση ηπιότερων τεχνικών παραγωγής. Η μόλυνση του αέρα και των υδάτων έχει πάρει δραματικές διαστάσεις καθώς η Κίνα ανήκει στις επτά πιο μολυσμένες χώρες παγκοσμίως και έχει δε τη χειρότερη μόλυνση των υδάτων από όλες τις άλλες χώρες. Η Κίνα, σήμερα έχει τη μεγαλύτερη συμβολή στην παγκόσμια μόλυνση του περιβάλλοντος.
Γ) Με τον συντονισμό της οικονομίας, των αγορών και του πολιτικού συστήματος. Για παράδειγμα, τέσσερεις μόνο τράπεζες της Κίνας έχουν πάνω από 50.000 υποκαταστήματα. Τα περισσότερα από αυτά λειτουργούν σχεδόν αυτόνομα όσον αφορά τις καταθέσεις και το δανεισμό χρημάτων. Αυτό δυσκολεύει την κεντρική τράπεζα της Κίνας να ασκήσει αποτελεσματική πολιτική νομισματικού έλεγχου. Οι εισοδηματικές και μορφωτικές ανισότητες αποτελούν επί πλέον παράγοντες αποσταθεροποίησης τις οικονομίας. Η εκτεταμένη διαφθορά δυσχεραίνει τον έλεγχο της μακροοικονομικής ανάπτυξης. Όσο περισσότερο ωριμάζουν οι αγορές και η οικονομία αναπτύσσεται τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη για βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών.
Δ) Με την ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με τις διασυνοριακές οικονομίες. Κυρίως η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με την Ιαπωνία. Οι δύο αυτές οικονομίες δρουν συμπληρωματικά παρά τις ιστορικές – πολιτικές αντιθέσεις που έχουν. Η Ιαπωνία με τη μείωση του πληθυσμού και το υψηλό εργατικό κόστος που αντιμετωπίζει έχει πολλά να κερδίσει από μια συνεργασία με την Κίνα. Επίσης η Κίνα η οποία έχει ανάγκη από νέες τεχνολογίες μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτές με την ιαπωνική συνεργασία.
Οι αλλαγές και η ανάπτυξη ήταν τα κυριότερα χαρακτηριστικά των τελευταίων 50 ετών της Κίνας. Αλλά η αειφόρος ανάπτυξη, η οικονομική σταθερότητα και η συνέχιση της ευημερίας είναι ακόμα ένας κινούμενος στόχος. Οι επιτυχία της οικονομίας της στο παρελθόν δεν εγγυάται τη μελλοντική επιτυχία. Η παρούσα οικονομική κρίση θα είναι ένα σημαντικό εφαλτήριο ώστε η Κίνα να σχεδιάσει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης ώστε να αντιμετωπίσει τα παραπάνω προβλήματα. Η οικονομία θα πρέπει να μετακινηθεί από την ποσότητα της ανάπτυξη στην ποιότητα της ανάπτυξης. Η ποσοτική ανάπτυξη είναι αμφίβολο αν επιφέρει καλύτερη ισορροπία, σταθερότητα, αειφόρα και ολοκληρωμένη ανάπτυξη στην οικονομία.
Η Κίνα θα πρέπει να κοιτάξει εσωτερικά στον εαυτό της και να επινοήσει εκείνο το μοντέλο ανάπτυξης το οποίο θα την οδηγήσει στη νέα φάση ανάπτυξης. Σε μια φάση κατά την οποία θα παίξει το σημαντικότερο ρόλο της στη σκακιέρα της παγκόσμιας οικονομίας, αναμφισβήτητα, ως μια από τις ηγέτιδες οικονομικές δυνάμεις.
Ο πρωταγωνιστικός της ρόλος στην παγκόσμια οικονομία, καταδεικνύεται από την πρωτιά της στην αντιμετώπιση της πρόσφατης οικονομικής κρίσης καθόσον ήταν η πρώτη οικονομία που ξεπέρασε την κρίση σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Παρά την παγκόσμια οικονομική ύφεση, η οικονομική ανάκαμψη της Κίνας θα συνεχιστεί κατά το δεύτερο εξάμηνο βασιζόμενη στη δυναμική των κρατικών χρηματοοικονομικών μέτρων στήριξης της οικονομίας και στη χαλαρή νομισματική πολιτική. Η αύξηση των επενδύσεων σε ακίνητα και η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών υποδηλώνουν ότι οι πολιτικές αυτές αποδεικνύονται αποτελεσματικές στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης σε μια εποχή που οι εξαγωγές παραμένουν διαρθρωτικά ευπαθείς. Επισήμως, η κυβέρνηση της Κίνας εξακολουθεί να προβλέπει 8% ανάπτυξη για το 2009, λιγότερο από το περσινό 10,6%, αλλά παρατηρείται μια εξαιρετικά ισχυρή απόδοση δεδομένης της βουτιάς των εξαγωγών που έχουν αποτελέσει ένα βασικό οδηγό για την ανάπτυξη της κατά το παρελθόν. Αλλά υπάρχουν αυξανόμενες αποδείξεις ότι ο ζητούμενος στόχος της Κίνας θα εκπληρωθεί από την τοπική κατανάλωση.
Οι πωλήσεις των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 53% κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2009 συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, ενώ σε εθνική κλίμακα οι μέσες τιμές σε 70 πόλεις αυξήθηκαν σημαντικά σε ετήσια βάση τον Ιούνιο. Αυτό αποκαλύπτει το γεγονός ότι στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο, οι τιμές στις πόλεις έχουν ενισχυθεί πολύ περισσότερο. Τα ακίνητα κανονικά αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% των παγίων στοιχείων του ενεργητικού και των επενδύσεων στην Κίνα και αποτελούν βασικό στοιχείο κατοχής πλούτου για τους περισσότερους Κινέζους. Η αισιοδοξία σχετικά με τις τιμές των κατοικιών θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη καταναλωτική εμπιστοσύνη.
* Διδάσκων Πολυτεχνείου Κρήτης ** Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, δ/ντής του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοικονομικής Διοίκησης