Να υπενθυμίσουμε ότι αν και η επανάσταση του 1821 άρχισε στη Πελοπόννησο και εξαπλώθηκε βορειότερα μέχρι τον Όλυμπο, δεν επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον Ελλαδικά χώρο. Απέμεινε να ανακτήσει τα τμήματα εκείνα, που διατήρησαν σθεναρά την Ελληνικότητά τους καθ? όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Όπως τη Κρήτη την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τη Θράκη, τη Χίο, τη Σάμο, τη Κύπρο και άλλα, που εποφθαλμιούσαν και οι ξένες δυνάμεις. Η Αγγλία, η Γαλλία, η Ρωσία, η Βαυαρία. Τμήματα, τα οποία παρέμειναν Ελληνικά με κριτήρια τη πληθυσμιακή πλειονότητα του δημογραφικού χάρτη, τη γλώσσα, τη παράδοση, τον πολιτισμό και τη θρησκεία.
Το έθνος, προκειμένου να συγκροτηθεί σε ολοκληρωμένο κράτος, θα έπρεπε να συμπεριλάβει στον εθνικό του κορμό και αυτά τα τμήματα, για την ανάκτηση των οποίων αναπτύχθηκαν στο Κοινοβούλιο δύο πολιτικές προσεγγίσεις. Η πολεμική και η διπλωματική. Η πρώτη άμεση και διαφανής -δια του ξίφους, του ηρωισμού και της αυτοθυσίας. Η δεύτερη καιροσκοπική και αδιαφανής- δια μακρών διαβουλεύσεων, αναμονής μιας δήθεν ορθής πολιτικής στιγμής και εκτίμησης συγκυριών, πάντοτε σε συνάρτηση με τις διαθέσεις και τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων. Δηλονότι η πρώτη διακατεχόμενη από άκρατο πατριωτισμό και η δεύτερη από πολιτική υστεροβουλία.
Από τους πλέον υπέρμαχους της πολεμικής προσέγγισης ήταν και ο Γεώργιος Ξενουδάκης. Δίπλα στους οπλαρχηγούς Κολοκοτρώνη, Τζαβέλα, Μακρυγιάννη, Πλαπούτα, Κουμουνδούρο και τους πολιτικούς Κωλέττη, Ζαίμη, Ζυγομαλά και άλλους, αναδείχθηκε στον μαχητικότερο και τον πλέον επαναστατικό βουλευτή της Βουλής των Ελλήνων. Απερίφραστος, μέχρι προκλητικός, προσκαλούσε και πρότρεπε τους συναδέλφους του βουλευτές να ψηφίσουν υπέρ της πολεμικής λύσης στα ζωτικά εθνικά μας θέματα .
Έχοντας μαθητεύσει δίπλα στον μεγάλο του Γένους Δάσκαλο, Γεώργιο Γεννάδιο, όλοι οι μαθητές του οποίου υπερηφανεύονταν ότι υπήρξε δάσκαλός τους, όπως ο Χαρίλαος Τρικούπης, Θρασύβουλος Ζαίμης, Γεώργιος Μαυροκορδάτος, Κουμουνδούρος και άλλοι, δεν μπορούσε να μην είχε εμπνευσθεί και παρακινηθεί από εκείνον, που τον είχε μάλιστα θέσει υπό τη προστασία και εύνοιά του. Όπως έγραψε και η «Νέα Εφημερίδα» την 16 Σεπτεμβρίου 1888, μόλις 16 ημέρες από τον θάνατό του: «Αφοσίωσιν και λατρείαν τέκνων εξεκόλαπτε ο Γεννάδιος εν ταις καρδίαις των μαθητών του, τέκνων αυτού, τέκνων της Ελλάδος. Ιδού δε πώς «Κρης» τις απεμνημόνευσεν τα αφορούντα ένα των μαθητών αυτού, όστις ηγάπησεν εκείνον και δι εκείνου την πατρίδα».
«Περί του άρτι μεταστάντος Γεωργίου Ξενουδάκη πολλά ηδύνατο τις να είπη, και δίκαιον είνε να επαινεθεί η φλογερά φιλοπατρία του ανδρός, και η θρησκευτική λατρεία προς την πολυπαθή ηρωίδα Κρήτην. Αυτός διηγείτο τα του βίου του και τα κατά τας πολλάς επαναστάσεις της Κρήτης, άτινα εγνώριζεν ακριβώς?Κατά τας παρά τον Ιλισσόν περιπάτους του μετά φίλων ενετρύφα διηγούμενος ταύτα επί ώρας πολλάς? Ιδίως έχαιρε διηγούμενος πώς νεώτατος ών, ώρμησεν εις την επανάστασιν του 1841. Το άκουσμα της επαναστάσεως είχε συνταράξει τότε τας Αθήνας. Μιά των ημερών παρεκάθητο μετά του αειμνήστου Κουμουνδούρου εις την παράδοσιν του Γεωργίου Γενναδίου, του εκτάκτου εκείνου και σχεδόν μυθώδους Διδασκάλου, στρατιώτου, παιδαγωγού, ήρωος, ευεργέτου, Πατρός της Πατρίδος. Ως διηγείτο ο Ξενουδάκης, αι παραδόσεις εκείναι ήσαν τι όλως έκτακτον, υπερβαίνον την ανθρωπίνην αντίληψιν. Μαθηταί, ιερείς, ιεράρχαι, πολίται πάσης τάξεως, αγωνισταί, πολιτικοί, στρατηγοί, φουστανελοφόροι συνωθούντο εν θρησκευτική σιγή?».
Η εθνεγερτική παιδαγωγία του μεγάλου Δάσκαλου και η φλογερή φιλοπατρία του εμψύχωναν τους μαθητές του και ενθάρρυναν ιδιαίτερα εκείνους με όραμα, αποφασιστικότητα και μαχητικότητα να οργανώσουν αγώνα και να ορμήσουν σ? αυτόν. Και όχι μόνο τους ενθάρρυνε, αλλά και χρηματοδοτούσε την όποια πρωτοβουλία τους για επανάσταση.
Όπως γράφει στο εξαιρετικό του βιβλίο ο Ξενοφών Αναστασιάδης, «Γεωργίου Γενναδίου, Βίος, Έργα, Επιστολαί», ο Γ. Ξενουδάκης αφηγείται: «Εγώ και ο Κουμουνδούρος, ο Βυβιλάκης και άλλοι επήγαμεν και εζητήσαμεν την ευχήν του Γενναδίου, όν εύρομεν περιστοιχισμένον υπό πολλών διδασκάλων, αρχιερέων, στρατηγών, εν οις και ο Τζαβέλας. Επήνησε την αφοσίωσιν ημών, μας ενθουσίασε, μας ηυχήθη, μας ησπάσθη δακρυρροών. Πάντες έκλαιγον. Ησπάσθημεν την χείρα του και ανεχωρήσαμεν. Πριν ή εξέλθωμεν του Γυμνασίου φθάνει ο επιστάτης και μας λέγει να επανέλθωμεν μετά μίαν ώραν μας ήθελεν ο Γεννάδιος. Μετά μίαν ώραν επήγαμεν πάλιν, ο Κουμουνδούρος και εγώ. Ο Γεννάδιος πάλιν μας εσυμβούλευσε, μας ευχήθη και μας ησπάσθη. Ότε εφιλήσαμεν την χείρα του, μας αφήκε δέμα. Αναχωρήσαντες το ηνοίξαμεν και εύρομεν χιλίας δραχμάς!?». Ποσό τεράστιο για την εποχή, προορισμένο να αποτελέσει χείρα βοηθείας για τις οικονομικές ανάγκες μιας επανάστασης.
Η σχέση μεταξύ του μεγάλου Διδασκάλου και του Γ. Ξενουδάκη ήταν βαθύτατη. Για τον ορφανό, ταλαίπωρο και ψυχικά τραυματισμένο Κρητικό, ο Γ. Γεννάδιος ήταν πνευματικός πατέρας, μύστης και ευαγγελιστής της ελευθερίας της Κρήτης. Όπως ήταν, με διαφορετικό τρόπο, και ο φυσικός πατέρας του, που μαρτύρησε, και ο Δασκαλογιάννης. Εμπνευσμένος και φλογισμένος Δάσκαλος ο Γ. Γεννάδιος, και πάνω απ? όλα χαρισματικός, με πλατιά και βαθιά γνώση της Ελληνικής , αλλά και της Ευρωπαϊκής Γραμματείας, με άγρυπνη εθνική συνείδηση και ασίγαστο πατριωτικό παλμό, βρήκε στο πρόσωπο του Γ. Ξενουδάκη τον κατάλληλο μαθητή ? δέκτη των οραμάτων του.
Σε τελευταία ανάλυση, αυτό που μετράει σε έναν άνθρωπο είναι η ποιότητα και η αξία του έργου που αφήνει πίσω του. Αν τώρα αυτός ο άνθρωπος, όπως στη περίπτωση του Γ. Ξενουδάκη, έχασε τους γονείς του μικρός και συνεπώς στερήθηκε της γονικής στήριξης και στοργής, φροντίδες που τρέφουν τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου στη πλέον τρυφερή του ηλικία και επιπλέον δεινοπάθησε στην ευάλωτη ηλικία των προεφηβικών του χρόνων, τότε το μεγάλο έργο που αφήνει πίσω του προσλαμβάνει πολλαπλάσια αξία. Η ψυχική δύναμη αυτού του ανθρώπου πρέπει να θεωρηθεί προμηθεϊκή και ο αποστολικός ρόλος του μεγάλου διδασκάλου καταλυτικός. Με το συναπάντημα αυτών των δύο αναμφισβήτητα φούντωσε ακόμα πιο πολύ η φλόγα για τη πολυπόθητη απελευθέρωση της Κρήτης και την ένωσή της με την Ελλάδα. Η φλόγα, μη ξεχνάμε, που έγινε φανός για να φωτίσει τον δρόμο στους μεταγενέστερους και να πραγματοποιήσουν το όραμα του μεγάλου ευεργέτη και οραματιστή της Κρήτης, Γεωργίου Ξενουδάκη.