Γράφει ο ΚΩΣΤΑΣ ΓΥΠΑΡΗΣ*
Είναι ένα από τα ηρωικά χωριά της Κρήτης που στο πέρασμα των αιώνων, αδιάλειπτα κρατούσε
το τουφέκι και το γιαταγάνι κι αγωνιζόταν εναντίον των λογής – λογής επιδρομέων και κατακτητών.
Τρία τέταρτα της ώρας περίπου, απέχει σήμερα από τα Χανιά με αυτοκίνητο, την παλαιά εποχή οδοιπορούσες ολόκληρη μέρα. Όμως είναι αδύνατον έστω και από μικρή απόσταση να το διακρίνεις·
το κρύβουν ολοτρίγυρα άγρια, πελώρια βουνά. Φρουροί ακοίμητοι θαρρείς που το φυλάνε.
Για να φτάσεις στο χωριό πρέπει να περάσεις ένα φαντασμαγορικό φαράγγι. Οι απότομοι γκρεμνοί, τα σπηλιάρια, οι χαράδρες κι όλα σκεπασμένα με ένα ποικιλόμορφο και ποικιλόχρωμο πράσινο από το πιο μικρό χορταράκι ως τις πικροδάφνες και τα πανύψηλα πλατάνια με τους κισσούς τυλιγμένους πάνω τους κι όλα πυκνοφυτρωμένα, σωστή ζούγκλα, αδιάβατη, σε κάνουν να ζεις και να νιώθεις την πρωτόγονη αγνή φύση που συνεπαίρνει ψυχή και νου, και σε κάνει να κοιτάς με δέος και θαυμασμό.
Η διαδρομή διαρκεί περίπου τριάντα λεπτά με τα πόδια, και στο χρονικό αυτό διάστημα, νοιώθεις το στήθος σου να γεμίζει καθαρό, δροσερό αέρα και τον νου σου να απαλλάσσεται από τις έγνοιες της ζωής. Κι όσο προχωρείς και το βλέμμα σου αντικρύζει την αγριότητα των βουνοκορφών, αναρωτιέσαι αν οι άνθρωποι που κατοίκησαν αυτόν τον τόπο πήραν την αγριότητα απ? αυτά τα βουνά ή τα βουνά πήραν την αγριότητα της ψυχής αυτών των γιγάντων που πολεμούσαν μέρα νύχτα για την απόκρουση των επιδρομέων και τη συντριβή των κατακτητών στο πέρασμα των αιώνων.
Τα σπίτια του χωριού καρφωμένα λες, στις ανώμαλες και δύσβατες πλαγιές των επιβλητικών αυτών βουνών θαρρείς πως είναι φωλιές αετών που ορμητικά και απειλητικά ξεχύνονται προς τα κάτω για να ξεσκίσουν και να κομματιάσουν σάρκες. Έτσι άγριοι και τρομεροί -τιτάνες των παραμυθιών- και οι άνδρες αυτού του χωριού, ορμούσαν για να σπάσουν της σκλαβιάς τα σίδερα, και να φέρουν στο αιματόβρεχτο νησί τους τη λευτεριά. Κι όταν κάτω από την πίεση της αναρίθμητης δύναμης του εχθρού υποχωρούσαν, δεν πέταγαν τα όπλα τους τα ιερά, έπιαναν τις βουνοκορφές πλάι στ? αγρίμια και τους αετούς κι αγναντεύοντας τις καταστροφές και τις συμφορές αντλούσαν νέες δυνάμεις, για νέους πιο σκληρούς αγώνες. Κι ζώντας με τους αετούς, σαν αετοί στις ρεματιές, τις πλαγιές, τις σπηλιές και τις βουνοκορφές, κι έχοντας βαθιά συναίσθηση της ανάγκης του συγκρητισμού, πετούσαν από πάνω τους όλες τις μικρότητες, ό,τι λερώνει την ψυχή και την καρδιά του αληθινού ανθρώπου, και άφηναν να διέπει τη σκέψη τους και τις πράξεις τους μόνο η ανθρώπινη μεγαλοσύνη. Ο πόνος του ενός ήταν πόνος όλων, η χαρά του ενός ήταν χαρά όλων, η πείνα του ενός ήταν πείνα όλων. Όλοι για όλους και η σκέψη καρφωμένη στη λευτεριά.
Τραγούδια, χορός και κλεφτοπόλεμος ήταν η ζωή τους, ποτέ φόβος και δειλία δε στάλαζε στην καρδιά τους. Και κάθε τραγούδι ήταν μια ρυθμική περιγραφή ενός συνταρακτικού γεγονότος. Μια μάχη νικηφόρα, μια καταστροφή, ο σκοτωμός ενός παλληκαριού, ο θάνατος ενός γέρου καπετάνιου, το άρπαγμα μιας όμορφης Κρητικοπούλας από τον εχθρό, ο σκοτωμός ενός βάναυσου αγά. Μια ολόκληρη ζωή.
Ζωή αίματος, πικρών δακρύων, πόνου, χαράς μα ποτέ απελπισίας. Κι αυτή τη ζωή τη μαθαίνουν από διηγήσεις γενεά σε γενεά, σαν από δάσκαλο στο σχολειό τα μικρά παιδιά, κι αντρειεύεται η ψυχούλα τους, και η καρδούλα τους αναπηδά. Και καθώς ο γέρος παππούς καθισμένος στο κουτσούρι του τζακιού με τη βαριά του φωνή διηγάται τα θρυλικά κατορθώματα των πατεράδων τους, των παππούδων τους, των προγόνων τους, τα ματάκια τους φέρνουν βόλτα τους τοίχους του σπιτιού κι αντικρύζουν τα κρεμασμένα άρματα, ο νους τους πεταρίζει στη φωτιά της μάχης και του χαλασμού, κι αδημονούν πότε θα έλθει η μέρα που τα χεράκια τους θα μπορέσουν να κρατήσουν τα τιμημένα άρματα για να συνεχίσουν τους τρανούς αγώνες.
Όνειρό τους ήταν η φροντίδα για το τουφέκι και το σπαθί. Οι ατίθασοι λεβέντες στα ορεινά χωριά από την εφηβική τους ηλικία εξασκούντο και παράβγαιναν καθημερινά στο λιθάρι, στο πήδημα, στο τρέξιμο και στην πάλη. Οι σωματικές τους αρετές με τις συνεχείς σκληρές ασκήσεις έφθαναν σε απίστευτα όρια, και τους καθιστούσε ρωμαλέους, δυνατούς, και ακούραστους σε κάθε δοκιμασία. Ήταν άφθαστοι σκοπευτές, και η συνήθης ευχή τους ήταν όταν έπιναν κρασί: καλό βόλι. Έτσι γεννιότανε, έτσι μεγάλωναν κι έτσι πεθαίνανε οι άντρες στα χρόνια εκείνα τα σκληρά του χωριού αυτού. Δεν υπήρχαν διδάσκαλοι για να καλλιεργήσουν και να εξυψώσουν το εθνικό φρόνημα των νέων, δεν υπήρχαν στρατιωτικοί για να διδάξουν την πολεμική τέχνη. Μα τι να τους κάνουν τους δασκάλους, όταν οι νέοι έβλεπαν τα άρματα των προγόνων τους να κρέμονται στους τοίχους, όταν οι κουβέντες, και οι διηγήσεις στις αυλές είναι όλο για πόλεμο, για την Κρήτη, για την Ελλάδα και για τη λευτεριά.
Η ιστόρηση αυτή του γέρου καπετάνιου για τούτη, για κείνη τη μάχη απλή δίχως έξαρση φέρνει ολοζώντανη την εικόνα της μάχης στον παιδικό του νου κι όταν έλθει η ώρα, και ο νιος θα μπει στη μάχη, είναι μαζί στρατιώτης και στρατηγός ο ίδιος από μόνος του.
Σήμερα ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη αυτών των αδάμαστων αγωνιστών πολέμαρχων των κρητικών επαναστάσεων.
Η νέα γενιά να μη λησμονεί τις σφαγές των γυναικόπαιδων του Αρκαδιού, της Μηλάτου, του Μελιδονιού, του Βαφέ και τις οικογένειες που ξεκλήρισαν και σκόρπησαν στην αιχμαλωσία και τη φτώχεια.
Οι νέες γενιές να μη λησμονούν πως υπήρξε εποχή που η ιδέα της πατρίδας και η ιδέα της ελευθερίας είχαν τους καταπληκτικούς προμάχους και υπερασπιστές και πως αν δεν υπήρχαν αυτοί, δεν θα είχε την τύχη σήμερα η νέα γενιά να ζει και να απολαμβάνει μια μεγάλη και ελεύθερη Ελλάδα.
Με την απόλυτη βεβαιότητα πως η θυσία τους δεν θα πάει χαμένη και θα γίνει λαμπρό αστέρι που θα φωτίζει τις γενιές που έρχονται στον δρόμο της τιμής και του καθήκοντος, σήμερα όλοι εμείς σε καιρούς ειρήνης και προόδου, ας προσπαθήσουμε να διακριθούμε στις τέχνες, τις επιστήμες, τα γράμματα τον πολιτισμό και την ανθρωπιά και να απολαμβάνουμε την ελευθερία και τη δημοκρατία, που εκείνοι με τόσες θυσίες απλόχερα μας προσέφεραν.
Κύριε διευθυντά,
μετά την παραπάνω περιγραφή για το χωριό μου την Αση -Γωνιά που γεννήθηκα και πέρασα τα παιδικά μου χρόνια, αλλά και με αφορμή δημοσίευμα της έγκριτης εφημερίδας σας στις 15 Δεκεμβρίου 2009 σελ. 34 – 35, περί τοπικής αυτοδιοίκησης κ.λπ. σας παρακαλώ να φιλοξενήσετε κάποιες σκέψεις μου και την προσωπική μου άποψη για τη διοικητική μεταρρύθμιση και τον νέο Καποδίστρια που αφορά την Κοινότητα Αση Γωνιάς.
Από τη Βυζαντινή εποχή αλλά και επί Ενετοκρατίας το φυσικό σύνορο των διαμερισμάτων Ρεθύμνου και Χανίων ήταν ο ποταμός Μουσέλας (βλέπε έκθεση περί Κρήτης του βενετσιάνου μηχανικού Francesco Basilicata που υπέβαλε στον τότε υπεύθυνο για τη στρατιωτική οργάνωση της Κρήτης capitan generale del Regno di Cantia Pietro Giustiniano το 1630, και ευρίσκεται σήμερα στη Βιβλιοθήκη του Αγίου Μάρκου της Βενετίας με την ένδειξη Mss. CI. VI.NO 1683, collocazione 8976) και (Στέργιου Γ. Σπανάκη Μνημεία της Κρητικής Ιστορίας, τόμος 5 σελ. 188. Η Αση Γωνιά τότε με το όνομα Gogna (Γωνιά) ήταν από τότε στο διαμέρισμα των Χανίων και στη διοικητική περιφέρεια των Σφακίων (Σφακιανή Επαρχία). Το 1577 αναφέρεται από τον Fr. Barozzi, και από τον Καστροφύλακα (Κ236) το 1583.
Στην αναφορά (Relazione) προς το συμβούλιο των 10 της Βενετίας ο Ιωάννης Μοτσενίγκο (Zuanne Μ ocenigo) γενικού προνοητού του βασιλείου της Κρήτης, υποβληθείσα εις το εξοχότατο συμβούλιο την 17 Απριλίου 1589, αναφέρεται μεταξύ των άλλων:
Οι Σφακιανοί είναι διηρημένοι μεταξύ των εις διαφόρους φατρίας, οι οποίοι εν τούτοις άπασαι εξαρτώνται εκ των δύο μόνων σπουδεοτέρων την των Πατέρων και των Παπαδοπούλων. Οι Παπαδόπουλοι – Πάτεροι, Σκορδύληδες στην καταγωγή σχεδόν άπαντες θεωρούνται ως προνομιούχοι αρχοντορωμαίοι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έλκουν την καταγωγή των εκ των αρχοντικών βυζαντινών οικογενειών, αι οποίαι αρχαιότερον απεστάλησαν εκ Κωνσταντινουπόλεως εις την αποικίαν ταύτην.
Το 1536 στην απογραφή του Βενετσιάνου Μαρκαντώνιου Βερνάρδου αναφέρονται 22 οικογένειες Παπαδόπουλων που κατοικούσαν στη Γωνιά τότε μαζί με άλλες παλαιές Σφακιανές οικογένειες όπως Πατσός, Σακελάρης, Σγουρογιάννης, Σκυλομάντζος, Δραγκανίγκο, Ασπρέας κ.ά. που στο πέρασμα του χρόνου τα ονόματά τους αλλοιώθηκαν, όπως συνήθως παρατηρείται στον τόπο μας, να επικρατεί ένα νέο όνομα που να προέρχεται από πολλές αιτίες, αντί να διατηρούν το παλαιόν επώνυμο με την μακρά του ιστορία.
Ακόμη και σήμερα από τη μεγάλη και ιστορική γενιά των Παπαδόπουλων των Σφακίων κατάγονται πολλές οικογένειες της Αση Γωνιάς, καθώς και του Καλλικράτη Σφακίων.
Στις δύο αναφορές των Σφακιανών προς τον Zuan Mocenigo το 1593 και 1594 (βλέπε Στ. Σπανάκη Κρητικά χρονικά τ.α. 1947 σ. 431 – 434) αναφέρεται: εμείς οι Παπαδόπουλοι κάτοικοι Γωνιάς και Πατσιανού ζητούμε να διοικούνται και τα άλλα μέλη της γενιάς μας, που κατοικούν εκτός Σφακίων στα χωριά Καψοδάσος, Σκαλωτή, Αργουλέ και Ροδάκινο από τον προβλεπτή των Σφακίων.
Τα παραπάνω χωριά μπήκαν στη διοικητική περιφέρεια της επαρχίας Σφακίων το 1878 με τη σύμβαση της Χαλέπας που σύμφωνα με τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης που καθιερώθηκε τότε χώρισε την Κρήτη σε καινούργιες επαρχίες και Νομούς. Μέχρι τότε ανήκαν στη διοικητική περιφέρεια του Ρεθύμνου και συγκεκριμένα στην επαρχία Αγίου Βασιλείου. Τότε το 1878 δημιουργήθηκε και ο Νομός Σφακίων από τις επαχίες Αποκορώνου – Σφακίων και Αγ. Βασιλείου.
Μετά την κατάργηση του Νομού Σφακίων στις 31/12/1914 με τον νόμο 524/24, και με το βασιλικό διάταγμα στις 31/3-1/4 ΦΕΚ Α? 120/1915 περί διοικητικής διαιρέσεως νέων χωρών η Αση Γωνιά προσαρτήθηκε στην Επαρχία Αποκορώνου. Από το Βασιλικάτα αναφέρεται Gogna το 1630 (Μνημεία Κρητικής ιστορίας V, σ. 133).
Επί τουρκοκρατίας ονομαζόταν ICERI GONIA (Μέσα Γωνιά) για να ξεχωρίζει από τη Μικρή Γωνιά του Ρεθύμνου, και στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 αναφέρεται Gonia (Pashley Travelsin Crete, II, 312). Στην απογραφή του 1881 αναφέρεται στον Δήμο Μαθέ, το 1900 είναι στον Δήμο Γεωργιουπόλεως και το 1920 αναφέρεται έδρα ομώνυμης κοινότητος, καθώς και το 1940, 1951, 1961 και το 1971.
Κύριε διευθυντά,
για όλους τους παραπάνω λόγους, που ιστορικά φαίνεται ότι η Αση Γωνιά στους παλαιούς καιρούς αποτελούσε μέρος της επαρχίας Σφακίων και που ακόμη και σήμερα οι περισσότερες οικογένειες του χωριού είναι Σφακιανής καταγωγής, προσωπικά εκφράζω την άποψη, ότι εφόσον δεν μπορούμε πλέον να παραμείνουμε κοινότητα η θέση του χωριού είναι να προσαρτηθεί στην Επαρχία Σφακίων. Έτσι προσωπικά πιστεύω χωρίς να εκπροσωπώ κανένα ότι η Αση Γωνιά επιστρέφει στις παλαιές τάξεις και δεν είναι τυχαίο που και το υπουργείο Εσωτερικών στον σχεδιασμό του εκεί την τοποθετεί. Δεν νομίζω ότι μετά από ιστορικά δρώμενα αιώνων και μετά από μια λαμπρή ιστορική διαδρομή στην περιφέρεια των Χανίων των Σφακίων και του Αποκορώνα η Αση Γωνιά μπορεί να προσαρτηθεί κάπου αλλού.
* πολιτευτής