Γράφει ο Παύλος Πολυχρονάκης
Τη δεκαετία 1945 -1955, η μοναδική πνευματική τροφή των περισσότερων Κρητικών ήταν η ανάγνωση του βιβλίου του Ερωτόκριτου και σαν την καλύτερη από τις ελάχιστες ψυχαγωγίες τους θεωρούσανε την περίπτωση που είχαν την τύχη να βλέπουνε και να ακούνε χαρισματικούς χωρικούς και λαϊκούς οργανοπαίχτες, να τραγουδούνε σε γιορτές, γάμους και πανηγύρια, μεγάλα αποσπάσματα από το βιβλίο, και να συμμετέχουνε και οι ίδιοι στο τραγούδι.
Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Κρήτης, που στεγαζότανε σ? ένα υπόγειο απέναντι από το Βενιζέλειο Ωδείο, είχε καθιερώσει μια δεκαπεντάλεπτη εκπομπή, δυο φορές την εβδομάδα, στην οποία ένας προικισμένος γεροντάκος που λεγότανε Δασκαλάκης, τραγουδούσε τόσο όμορφα τον Ερωτόκριτο, που οι περισσότεροι κάτοικοι της υπαίθρου κυριολεκτικά κρεμότανε από τα Ερτετζιανά κύματα των μεγαφώνων των καφενείων των χωριών, γιατί ελάχιστοι είχανε δικό τους ραδιόφωνο.
Συνεπαρμένος από το ρεύμα της εποχής, διάβασα το βιβλίο, δεκαεξάχρονος μαθητής, στη βιβλιοθήκη του Δήμου Χανίων γιατί στο χωριό μου υπήρχε ένα μόνο μισοσχισμένο βιβλίο, που για να σου το δώσουνε να το διαβάσεις, έπρεπε να γραφτείς σε λίστα που είχε ορίζοντα τουλάχιστον τρία χρόνια?
Τόσο πολύ με ενθουσίασε το βιβλίο, που αισθάνθηκα την παρόρμηση να μιλήσω αμέσως στον Ερωτόκριτο που το έκανα φτιάχνοντας ένα αυτοσχέδιο, ας το πούμε ποιητικό πορτρέτο του.
Αμέσως μετά έφτιαξα και το πορτρέτο του επιστήθιου φίλου του Ερωτόκριτου, του Πολύδωρου, για να τον παρηγορήσω για την αδικία που του έκανε ο συγγραφέας στο τέλος του έργου, όπου: όχι μόνον δεν τον έβαλε στη (δικαίωση, αποκατάσταση, πληρωμή κ.λπ.) σαν τους άλλους ήρωες του βιβλίου που όπως γράφει ο ίδιος (και πληρωμή στα βάσανε μεγάλη τους εδόθη?), αλλά δεν μας λέει ούτε τι απέγινε, έστω και αν σκοτώθηκε στον πόλεμο… Έτσι πίστευψα ότι και ο Πολύδωρος αποκαταστάθηκε και πως εγώ είχα διορθώσει την εγκληματική παράληψη του μεγαλύτερου (σύμφωνα με τον Κωστή Παλαμά) Έλληνα ποιητή. Τέτοιο μυαλό είχα… τέτοια έκανα? γι? αυτό και είμαι βέβαιος ότι οι αναγνώστες του παρόντος σήμερα θα πούνε; «Απούναι γέρος κουζουλός, από τα νειάτα το ?χει?».
Εν πάση περιπτώσει, τα δύο πορτρέτα που «γραφοζωγραφιστήκανε» το 1955 είναι τα παρακάτω:
Α? ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ
Ήσουνα νέος, κι όμορφες, με λεβεντιά και χάρη,
του Πεζοστράτου καύχημα, του Παλατιού? Καμάρι.
Ζωγράφος και τραγουδιστής και μουσικοσυνθέτης,
ρομαντικός και ποιητής μα και οργανοπαίκτης.
Ερωτευμένος, τολμηρός, κι ακόμα πεισματάρης,
το νόμισες για εύκολο την Αρετή να πάρης,
Κονταρομάχος άφθαστος, όπως και Ξιφομάχος,
και στην αγάπη σταθερός, σαν ριζωμένος? βράχος.
Φιλότιμος φιλόπατρις με μεγαλοψυχία,
καμμία δεν λογάριασες ποτέ σου κακουχία,
ή εξορία ή θάνατο, μονομαχία ή μάχη,
και πάντα μέσα στην καρδιά έγνοια είχες μονάχη,
τον Έρωτα τον φτερωτό που σ? είχε σαϊτέψει,
και την καρδιά σου και το νου, όλα τάχε κλέψει.
Τον δύσκολο αγώνα σου τον έφερες εις πέρας,
και για τη νίκη σου αυτή εκέρδισες ως Γέρας,
τη λατρευτή σου Αρετή και το βασίλειό της,
και θα διαβάζη τσ? άθλους σου, πάντα η ανθρωπότης.
Κι ακόμα τούτο το στερνό, δεν θέλει φαντασία,
τις πόρτες πως σου άνοιξε και η? Αθανασία?
Β? ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ
Ω της φιλίας σύμβολο, και της αυτοθυσίας.
Της ανδρειάς και λογικής που στις απελπισίας,
του Ερωτοκρίτου τις στιγμές, στεκόσουν παλληκάρι,
μ? αγάπη και με σύνεση και για δική του χάρη,
κι αυτά που δεν ενέκρινες, για Κείνον,? εκτελούσες,
και με τις τόσες τρέλες του συχνά δεινοπαθούσες.
Μ? αυτήν σου την προσήλωσι, στου φίλου τη φιλία,
πούταν φιλία «μπιστική» χωρίς αμφιβολία,
και που δεν τη διέκρινε η υστεροβουλία,
όπως συμβαίνει σήμερα σε κάθε μια φιλία,
μέσα στο «Πάνθεον» περνάς των Αθανάτων φίλων,
που για τους φίλους έδειξαν? αυτοθυσίας? ζήλον.
Ζήλον που τους κατέστησε, φιλίας αυθεντίας,
σαν κείνον πούχε ο Δάμωνας κι ο άλλος ο Φιντίας.
Οι φίλοι οι πραγματικοί που αγαπούν τον φίλο,
αν για τον φίλο θάνατο ή πάθη ή και ξύλο,
κάποτε υποφέρουνε, το πράττουν ευχαρίστως,
διότι έχουν μέλημα μες τη ζωή πρωτίστως,
να αγαπούνε πιο πολύ από τον εαυτό τους,
τον άνθρωπο τον καρδιακό, τον φίλο τον δικό τους.
Έτσι και Συ Πολύδωρε, φίλος πιστός εφάνης,
κι ως τέτοιος φίλος γνήσιος, ποτέ δεν θα πεθάνης,
γιατί θα ζης μες τις καρδιές και μες τους λογισμούς μας,
για να συγκρίνουμε με Σε τους φίλους τους δικούς μας.
Πώς θάθελα Πολύδωρε, νάχα και Γω τη χάρη,
που θα την είχα στη ζωή καύχημα και καμάρι,
σε τούτη τη σημερινή, την εποχή «Κυβδίλων»
σαν τον Ρωτόκριτο και ?γω Εσένα?. νάχα? φίλον?