Συχνά πυκνά γροικώ* και γίνεται λόγος για τη παράδοση. Αναρωθιούμαι το λοιπός κι απατός μου και λέω, Αλήθεια! Ποια ‘ναι η παράδοση; Κατά τη ταπεινή μου γνώμη, βέβαια η παράδοση είναι ένα πακέτο, όπως καλή ώρα δα τη σκυτάλη, απού ο ένας αθλητής τηνε παραδούνει στον άλλο. Ετσα το λοιπός και τουτονά το πακέτο, το παραδούνει η μια γενιά στην άλλη. Απού ναι γεμάτο από τσοι συνήθειες και το τρόπο ζωής των ανθρώπω, τση προηγούμενης γενιάς μ’ ούλα τα ήθη και έθιμα απούρχονται από τα παλιά, έτσα όπως είναι, αχτένιστα κι αφκιασίδωτα, αυθόρμητα, γνήσια και αληθινά. Κι ακόμη να ξεκαθαρίσω πως η παράδοση μουδε τρώετται μουδε πίνεται γιατί διψεί* τσοι τόπους των αιστημάτων, και κάνει τσ’ ανθρώπους να ζιούνε σα τσ’ ανθρώπους, γιατί εκείνη τσ’ ενώνει, τσοι τέρπει, και τσοι κάνει να ξεχνούνε τσοι κόπους, και τα βάσανα, τση καθημερινότητας. Μα κι ακόμη μωρέ κοπέλια, με το θάρρος τση παιρνούνε κιόλας κουράγιο και για το αύριο. Η παράδοση δα βρίσκεται τσοι καλές συντροφιές, τσ’ οικογένειες, και τσ’ εκκλησίες. Αναστορούμαι* τα περασμένα, τοτεσάς απού ο νους των αθρώπω δεν είχε παρμένο αέρα κι οι γι αλυσίδες τσ’ αθρωπιάς του σεβασμού και του φιλοτίμου τσ’ αλικοντίζανε*, τσ’ αθρώπους από την ασυδοσία, γιατί τανε δεμένες γερά* στην άγκυρα με τσ’ ηθικές αξίες. Χριστούγεννα και λαμπροσκολάδες, γη χρονιάρες μέρες όπως τσοι γροικούμε και τσοι λένε, γή και οικογενειακές εορτές.
Τσοι μέρες εδά τουτεσάς κι αυτές τσ’ εβδομάδες, εθώριε* κιάνεις σκηνές αξέχαστες να γίνουνται στα φτωχόσπιτα τσ’ εποχής, με πρωταγωνίστριες τσ’ αρχόντισσες τση νοικοκοεροσύνης, απού τα κάνανε παλάθια. Μα στη συνέχεια η παράδοση οδηγούσε τσοι χωριανούς στον εκκλησιασμό, για ν’ ανταλλάξουνε απολούτρουγα τσοι χαιρετούρες και τσ’ ευχές τωνε, γιατί τανε χωριανοί, και η παράδοση τσοι ένωνε.
Κι ύστερα το παραδοσιακό τραπέζι, για τη χρονιάρα μέρα. Ουλωνώ τα μούτρα τούτεσάς τσ’ ώρες ελάμπανε από χαρά, κι η γι αντιλαψίδα* τση χαράς εθάμπωνε που λέει ο λόγος το φως του λύχνου, γή τση λάμπας.
Ωρες χαράς και ευτυχίας, από τη πλουσιοπάροχη κρυσταλλοπηγή τση παράδοσης. Η γι Αρχόντισσα του σπιθιού φκιασιδωμένη με ζωγραφισμένη τη χαρά στα ροδομάγουλα τση, να μπαινοβγαίνει.
Οι πλια γέροι ν’ απολαμβάνουνε και να χαίρονται την οικογενειακή θαλπωρή, αλάργο* από την ανία τση διεστραμένης τηλεόρασης, για τουτεσάς τσ’ ομορφιές απού εθωρούσανε απού και κείνοι μια φορά κι ένα γκαιρό επρωταγωνιστήσανε για τουτανά τα όμορφα. Τα κοπελάκια να χαίρονται κι εκείνα απελευθερωμένα από τη σύγχρονη τεχνολογία, απού τα οδηγεί τσ’ αδιέξοδους τόπους τσ’ απελπισίας, με προορισμό να τα κουζουλάνει πριχου την ώρα ντωνε.
Ο άρχοντας εδά του σπιθιού να χαμογελά κάτω από τα μουστάκια ντου όπως ελέγανε μια φορά κι ένα γκαιρό.
Γιατί τα βάσανα κι οι κόποι ντου, για το δρόμο απού εδιάλεξε ν’ ακλουθήξει στη πορεία ντου στη στράτα τση ζωής. Το δύσκολο κι ανηφορικό τσ’ οικογένειας έφερε η γι απόφαση ντου αυτή, τουτανά τα καλά και όμορφα αποτελέσματα απου εθώριε και καμάρωνε ομπρός του εδά. Κι ετσά δα μωρέ κοπέλια αγκαλιασμένη ούλη η γι οικογένεια με τη παράδοση απολάμβανε τα αγαθά τση. Ετουτηνά δα είναι η παράδοση και ο παραδοσιακός τρόπος ζωής. Μα όσο οι καιροί αλλάσσουνε κι έρχουνται άλλα ζαμάνια* τσ’ αθρώπους τσοι κερδίσανε τα λεφτά, κι αναζητούνε την ευτυχία στο κέρδος και τα πλούτη. Κι ετσά η παράδοση μπαίνει μπλιό στο χώρο του εμπορίου, και φεύγει από τσοι τόπους των αιστημάτω, για να γίνει δουλικό και να υπηρετεί τσοι τσέπες και τα στομάχια των αθρώπω απού ναι βέβαια χώροι ακάτεχοι γι’ αυτή. Κι ετσά θωρούμε στο διάβα τση ζωής μας πολλά παράξενα. Κι είμαι μωρέ κοπέλια ιδιαίτερα ανήσυχος τουτουσες τσ’ έσχατους καιρούς με τα όσα γίνουνται τσοι χρονιάρες μέρες τσοι μεγάλες εορτές τση χριστιανοσύνης από την εκκλησιά.
Αλήθεια γιαείντα Αγιοι Αρχιερείς και Ιερείς αντιπαρέρχεστε.
Τα λεγόμενα του Αποστόλου Παύλου στη Προς Θεσ. Β επιστολή ντου κεφ. 2,15 που λέει. Στήκετε, και κρατείτε τας παραδόσεις… Και καθένας από Σας σημαίνει τη καμπάνα στην εκκλησία τσ’ ενορίας του για τη Χριστουγεννιάτικη ακολουθία, ό,τι ώρα γουστάρει;
Κι ακόμη γιάειντα τσοι χαλεπούς καιρούς τουτουσές πρέπει να συμπροσευχόμεθα με ζώα; Κι ακόμη, μιας και γνωρίζετε πως λατρεία και προσευχή δε γίνεται με το θέαμα και τα θεατρινίστικα. Δε σας σε γνοιάζει, αν υπάρχουνε αδελφοί σας απού ?ναι, αδύναμοι και σκανταλίζονται; Ο Απόστολος Παύλος λέει και πάλι Κορ. Α 8,13 “Ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφον μου, ού μη φάγω κρέας εις τον αιώνα ίνα μη τον αδελφό μου σκανδαλίσω…”.
Εγώ δε μπορώ να πω πραμ?* άλλο, μιας κι είμαι ακάτεχος* κι οι θεολογικές μου γνώσεις λιγοστές. Μα πλια πως πρέπει να βάλετε νερό στο κρασί σας. Σεβαστοί Πατέρες. Γιατί και με τσοι δήθεν βραδινές λουτρουγιές που το σωστό είναι αποβραδίς κι από νωρίς το πράμα* μυρίζει κι επαέ ανταγωνιστική διάθεση· έχετε το νου σας, το λοιπός να μην ακουστεί μιας κοπανιάς* γι άλλη μια φορά το “Μη ποιείτε τον οίκον του πατρός μου οίκον εμπορίου Ιωαν. 2,16. Κι ακόμη θέλω να σας, σε θυμίσω πως γείς προηγούμενος σας ελεγε έχομε λαμπρές τελετές, μα ποιμαίνομε Αέρα. Για κείνο και πρίχου είναι αργά, Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις.
Το γεροντάκι
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
Γροικώ=Ακούω
Διάει=Διαμένει
Αναστορούμαι = Θυμούμαι
Αλικοντίζω = Εμποδίζω
Γερά = Δυνατά, καλά
Εθώριε = Εβλεπε
Αντιλαψίδα = Αναλαμπή
Αλάργο = Μακριά
Ζαμάνια = Εποχές
Ακάτεχος = Αυτός που δεν ξέρει
Γνοιάζει = Ενδιαφέρει
Πράμα = Τίποτα
Μιας κοπανιάς = Μια στιγμή
Πριχού = Προτού