Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Αγγαρεία στους Ναζί

Γράφει ο ΚΑΝΑΚΗΣ Ι. ΓΕΡΩΝΥΜΑΚΗΣ*

Μια από τις πικρές αναμνήσεις που μας άφησαν οι Ναζί από την τετράχρονη δηλητηριώδη κατοχή τους στον τόπο μας είναι και η αγγαρεία. Οχι βέβαια η μεγαλύτερη, ούτε η πικρότερη. Από το 1941 μας πηγαίνανε στον Ακονέ, ένα βουνό υψόμετρου 1.200 μ. ανάμεσα στα χωριά Ασφένδου, Ιμβρος και Ασκύφου. Εκεί φτιάξανε ένα φρούριο και εγκαταστήσανε ένα μεγάλο ασύρματο για την επαφή τους με το αφρικανικό μέτωπο. Εκεί πηγαίναμε τα τρία παραπάνω χωριά το 1941 και 1942. Εκεί όμως είχαμε πιο ήπια αντιμετώπιση. Δεν ξέρω γιατί. Τα “όμορφα” τα είδαμε στην Αγία Γαλήνη. Από το 1943 είχανε καταγράψει οι Ναζί πόσοι άντρες έπρεπε να πηγαίνουνε για κάθε δεκαπενταμερία να δουλέψουνε εκεί από την κάθε κοινότητα. Είχανε υποχρεώσει τους προέδρους των κοινοτήτων και τους παραδίνανε κατάσταση υποχρέων δημοτών τους. Κάθε 15 ημέρες ένα καράβι έφερνε την προηγούμενη αποστολή και έπαιρνε την επόμενη. Εσιάζαμε αμαξόδρομο, Μέλαμπες – Αγ. Γαλήνη.
Εκεί περνούσαμε “ζωή χαρισάμενη”. Δεκαπέντε μέρες δεν αλλάζαμε ρούχα, δεν βγάζαμε τα στιβάνια μας, μα φορώντας και τα στιβάνια εβάζαμε το ράσο μας (την κάπα μας) και πλαγιάζαμε πάνω σε κανένα θάμνο. Φυσικά μπάνιο δεν κάναμε αυτές τις 15 μέρες. Ψείρες εκατοντάδες εκρατούσε καθένας. Πιστέψτε με ότι είδα εκεί ψείρες να σέρνονται στο έδαφος. Εγώ δεν είχα την ηλικία για να θεωρούμαι υπόχρεος, μα πήγα μια δεκαπενταμερία για να αντικαταστήσω τον πατέρα μου και έγινα δεκτός. Κάθε πρωί μας δίνανε ένα τσάι και λίγο ψωμάκι. Κάθε μεσημέρι λίγα χόρτα ή λίγα κουκιά με λίγο ψωμάκι ενώ κάθε βράδυ λίγα χόρτα ή όσπρια μα καθόλου ψωμάκι. Το μεσημέρι καθίζαμε λίγο για να φάμε και να ανασάνομε λίγο. Δε θυμάμαι πόση ώρα μα άμα τελειώναμε το φαί πηγαίναμε στις χαρουπιές του κόσμου για να κόψομε χαρούπια να καλύψουνε το κενό που υπήρχε στο στομάχι μας. Και μας κάνανε περισσότερη ανάγκη τα χαρούπια από την ξεκούραση.
Οτι αφορά στους όρους εργασίας, δειγματοληπτικά θα αναφέρω δύο τρία περιστατικά. 1) Κάποια φορά που ήρθε ο Μποκ και δεν εφάνηκε ικανοποιημένος από τη δουλειά που βγάλαμε, εβγήκε έξω από τον δρόμο, που ήτανε ο επιστάτης μας και του πήρε το ραβδί του και τον έδειρε καλά. Μετά εκατέβηκε στο συνεργείο και κρατώντας στη μια χέρα το λούγκερ και στην άλλη το ραβδί, έδερνε όλο το συνεργείο. Εγώ ήμουνα στην άλλη άκρη του συνεργείου και, ίσως εκουράστηκε να δέρνει και τις γλίτωσα αυτή τη φορά. Αμα εσταμάτησε να δέρνει μας άρχισε στις βρισιές “Ακρου φιξ, σακραμέντο σάϊζε, όλα αυτά είναι τίποτα ντουλειά”. Στη συνέχεια μας έδειξε ένα σημείο και μας είπε: “το βράντυ ως εντώ όλα εντάξυ, όχι εντάξυ όλα εργκάτες και επιστάτες ξύλο. Μα πολύ.”.
2) Κάποια άλλη φορά εγώ και ο φίλος μου ο Σπύρος οδηγούσαμε καροτσάκια με σιδερένιες ρόδες και πηγαίναμε μπάζα ανηφορικά. Κάποια φορά που δεν μας εφαίνετο Γερμανός ακουμπήσαμε λίγο στα καροτσάκια μας και οι δύο. Παιδιά ήμαστε, πεινασμένα, κουρασμένα, καψωμένα, μα όταν είδαμε τον Φρανς που επρόβαλε, εβάλαμε σε κίνηση τα “οχήματά” μας μα αυτός ήρθε και μας έδειρε και τους δύο. Γενικά όμως ήτανε ο Φρανς καλύτερος από τον Μποκ, πιο ήπιος.
3) Είχανε ένα κάρο στο συνεργείο. Δεν ψάξανε όμως να βρούνε άλογο να το σέρνει, το άλογο θέλει φροντίδα και φαί. Εβαζαν λοιπόν 4-5 άντρες και τραβούσανε το κάρο ενώ ο Γερμανός τους έβλεπε με το πιστόλι και με το ραβδί. Δεν με έβαλαν εμένα στο κάρο επειδή ήμουνα ακόμα μικρός, και βάζανε εκεί άντρες με αντοχή.
Εκτός από την τακτική αγγαρεία στα μεγάλα έργα, μας χρησιμοποιούσανε σε μικροαγγαρίες για τις τρέχουσες ανάγκες τους και ειδικά για τις μεταφορές εφοδίων με τα έζελ (τα φορτηγά ζώα), γιατί τότε δεν είχαμε αμαξόδρομους, μα μας χρησιμοποιούσανε και για μικροοχυρωματικά έργα που κάνανε (χαρακώματα κ.ά.). Μια φορά τους μεταφέρναμε πράγματα από το Ασκύφου στη Χ. Σφακίων. Ενας άρπαξε ένα πορτοκάλι, μα τον είδε ο Γερμανός που μας συνόδευε και, ο καημένος, δεν έφαγε πορτοκάλι μα έφαγε πολλές κλοτσιές. Αλλη φορά όμως ένας εκατάφερε και άρπαξε ένα σετζούκι και το κρέμασε από μέσα από το σακάκι του και όποτε του ταίριαζε έτρωγε μια δαγκανιά.
Ολα όσα γράφω τα έζησα και τα γράφω ακριβώς όπως ήτανε τα πράματα και από ό,τι γράφω, ό,τι έζησα εγώ βγαίνουνε γενικότερα συμπεράσματα. Ειδικά τα λόγια του σκληρού Μποκ τα γράφω ακριβώς όπως τα άκουσα γιατί ακόμα μου φαίνεται ότι ηχούνε στα αυτιά μου. Μόνο τις βρισιές του στα γερμανικά μπορεί να μην τις αποδίδω σωστά. Κάποια φορά που μεταφέραμε εφόδια πάλι απ’ το Ασκύφου στη Χ. Σφακίων, όταν είδε ο αξιωματικός τους να παίρνει από τα “μεσοσόμαρα” ένα σακούλι με 4-5 οκάδες πράματα τον έβρισε άσκημα: “Σακραμέντο, εσένα πολύ εύκολο” του είπε μεταξύ των άλλων.
* Συγγραφέας – Λαογράφος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα