Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τα κερδοσκοπικά παιχνίδια σε βάρος Πορτογαλίας, Ισπανίας και Ελλάδας, ήταν τα κύρια θέματα στη διήμερη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ομάδας των Επτά στον Καναδά.
Στο επίκεντρο της διήμερης συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της G-7 ήταν η έξοδος της παγκόσμιας οικονομίας από την ύφεση, τα προβλήματα χρέους που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες και ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, οι περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης, καθώς και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες με έμφαση το κινεζικό γουάν.
Όπως δήλωσε ο Ιάπωνας υπουργός Ναότο Καν, στην πρώτη συνάντηση, που έγινε το βράδυ της Παρασκευής, συζητήθηκε η κρίση που εκδηλώνεται στην περιφέρεια της ευρωζώνης, με την αύξηση των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων, καθώς και η κινεζική οικονομία.
“Το ενδιαφέρον για την Ισπανία, την Πορτογαλία και ιδιαίτερα την Ελλάδα ήταν μεγαλύτερο από το αναμενόμενο, καθώς πολλοί από τους συμμετέχοντες στη συνάντηση προέρχονται από την Ευρώπη και το ΔΝΤ. Υπήρχε επίσης ισχυρό ενδιαφέρον για την κινεζική οικονομία, αλλά, από την άλλη πλευρά, υπήρχε μία ατιμόσφαιρα να αποφευχθεί η βαθιά συζήτηση” ανέφερε.
Οι υπουργοί συμφώνησαν ότι είναι πρόωρη η απόσυρση των έκτακτων μέτρων στήριξης και πως αυτά πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση σε μία διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Σε ό,τι αφορά το θέμα των ισοτιμιών, σε κείμενο που περιήλθε στην κατοχή του Bloomberg, επισημαίνεται ότι οι μεγάλες οικονομίες με μη ευέλικτα νομίσματα (δεν ονομάζονται, αλλά αφορά κυρίως την Κίνα) θα πρέπει να τα ανατιμήσουν, ώστε η παγκόσμια οικονομία να μην εξαρτάται σε τέτοιο βαθμό από τις δαπάνες των Αμερικανών καταναλωτών και την αποταμίευση στην Ασία.
“Οι χώρες με μη ευέλικτες ονομαστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες πρέπει να επιτρέψουν μεγαλύτερη ευελιξία στις πραγματικές ισοτιμίες είτε μέσω του υψηλότερου πληθωρισμού είτε με την ονομαστική ανατίμηση του νομίσματος τους” υπογραμμίζεται.
Οι χώρες της G-7 “θα συνεχίσουν την πολιτική της ανάκαμψης” της οικονομίας, προτού ασχοληθούν με τη μείωση των ελλειμμάτων, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών του Καναδά, Τζιμ Φλάχερτι.
“Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο την παγκόσμια οικονομική ανάκαψη”, επεσήμανε από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τίμοθι Γκάιτνερ, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν οι υπουργοί μετά τη λήξη της ανεπίσημης συνόδου της G7.
“Είμαστε όλοι αποφασισμένοι να συνεχίσουμε τη στήριξη των οικονομιών μας, μέχρι να επιτευχθεί σταθερή ανάκαμψη”, πρόσθεσε ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, Αλιστερ Ντάρλινγκ.