Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΑΪΡΑΜ
“Και τι θα αφήσω για κληρονομιά; Τους ανθισμένους λόφους και τα φύλλα του φθινοπώρου”
Ζεν
Με αφορμή την έκθεση που γίνεται στη Δημοτική Πινακοθήκη αυτές τις μέρες των 52 σύγχρονων εικαστικών καλλιτεχνών, που είναι ή ζουν στα Χανιά (νοσταλγώντας μια Δημοτική Πινακοθήκη στην πόλη μας, η οποία θα είχε το θάρρος να φιλοξενήσει χωρίς διακρίσεις όλους τους καλλιτέχνες και όχι μερικούς).
Με φωτισμένα και φορτισμένα από εσωτερική ζωή παράθυρα μοιάζουν τα έργα των 52 σύγχρονων καλλιτεχνών, έτσι καθώς τα αντικρίζει ο θεατής καρφωμένα ή όχι στους τοίχους της Δημοτικής Πινακοθήκης.
Κάθε παράθυρο – έργο έχει μια άλλη ατμόσφαιρα έναν άλλο προβληματισμό. Σε εισάγει κρυφά, μυστηριακά ως εκεί που μπορείς ή θέλεις να πας. Απόμακρα, ακίνητοι γρίφοι, παγιδευμένοι στον χωροχρόνο, πληροφορούν σωπαίνοντας, μ? αυτή την παράξενη σιωπή της απουσίας…
Με νήμα συμπαντιακό σε μεταφέρουν στο αμετάβλητο και άβατο της κάθε ψυχής. Εκεί τα δέντρα δεν φυλλορροούν, τα φρούτα δεν τρώγονται, τα πουλιά σωπαίνουν. Δρόμοι και θάλασσες, ανθρώπινα ίχνη, σχήματα, λουλούδια, τόπια, παιδιά, όλα. Τα πάντα μεταφράζονται με λέξεις ξεχασμένες στα βάθη της ύπαρξης στην παγκόσμια μνήμη την ολική.
Κάθε έργο νεύμα ανύπωτο, σπαρταρά ζητώντας ισορροπία, διαύγεια, ύλη και φως η αθέατη ρωγμή που ρισκάρει ή συμβιβάζεται. Παρακμάζει ή ευδοκιμεί. Οποια κριτική ανεπαρκής, περιορισμένη, υποκειμενικό εδάφιο, εικασία. Με τον καλλιτέχνη να διψά να μάθει κάποια εξήγηση για όλο αυτό το μυστήριο των έργων του. Παρόλο που αυτός μόνο ξέρει πόσο έχει ενσωματώσει τον παλμό της καρδιάς του μέσα σε αυτό. Αφού είναι σίγουρο πως κάθε στιγμή λογοδοτεί για το δώρο που του δόθηκε το τόσο εύθραυστο αλλά και καταλυτικό στη ροή του κόσμου. Ζώντας σε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα καθώς χώμα και φως εγκλωβίζουν το πνεύμα του που μπαινοβγαίνει στην τέφρα της καθημερινότητας ώσπου απλά την αφήνει πίσω του μ? εμάς ξαφνιασμένους, έκπληκτους, απίστευτα πιο μόνους.
Σπρώχνουμε στα τυφλά να καλυφθούμε, να προφυλαχτούμε κάτω από την κοινωνική ομπρέλα, ενώ η καταιγίδα συνταράζει τα μέσα μας και το μόνο πράγμα που πραγματικά θέλουμε είναι να αγκαλιάσει ο ένας τον άλλον για να περάσουμε πιο ανώδυνα αυτήν την έρημο και μοναξιά του ανθρώπινου είδους…
Γιατί το μάθαμε καλά ότι τα χαρτιά μας τα χειρίζονται άλλοι όπως τους συμφέρει και μας χωρίζουν, μας δελεάζουν, μας αποξενώνουν μεθοδικά. Με χιλιόμετρα υλικών πλεγμάτων μας σαρώνουν, οριοθετούν, δαμάζουν, νεκρώνουν την αληθινή στιγμή μας και με αναπαραστάσεις της ζωής θέλουνε να ζούμε. Τα βραβεία τα πλαστά και οι θέσεις που μοιράζουν μας κεντρίζουν να τρέχουμε, χωρίς πια να βλέπουμε τον ουρανό και τα σύννεφα που αλλάζουν παίζοντας, ταξιδεύοντας.
Σκάβουν φράγματα για τις φιλοδοξίες τους και τα συρράφτουν με τις ανάγκες μας… Πέφτουμε στα γυμνά σκάμματα, κανείς δεν μας δίνει σημασία, ενώ αυτοί θριαμβολογούν μέσα στα εφέ και τα πυροτεχνήματα.
Αλλά η τέχνη είναι ανεξέλεγκτη και καμιά μορφή εξουσίας δεν μπορεί να την υποτάξει. Εμπνέεται από το άπειρο και τροφοδοτείται από την αγνότητα της φύσης. Ονειρεύεται το ανέφικτο με θέση και θέαση το διαρκές.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσοι καλλιτέχνες στο παρελθόν βίωσαν την απόλυτη απόρριψη και εγκατάλειψη και τώρα είναι στην κορυφή και τα έργα τους (τι ειρωνεία) πωλούνται πανάκριβα. Ποιος ειδικός τέχνης, κριτικός ή ό,τι άλλο μπόρεσε να διαισθανθεί, να προβλέψει αυτό που η ιστορία αποκάλυψε…
Τα έργα που εκτίθονται στη Δημοτική Πινακοθήκη τώρα των 52 εικαστικών καλλιτεχνών είναι ενδιαφέροντα και έτσι καθώς σκέφτομαι και τους ανθρώπους που τα έφτιαξαν (πολλούς από αυτούς τους συναντώ στη μικρή μας πόλη… στους δρόμους, στην αγορά, στον κήπο, στο λιμάνι εδώ… εκεί…). Αισθάνομαι συγγένεια μαζί τους σαν η φύση που μας περιβάλλει και μας κάνει παρέα να μας έχει πει τα ίδια μυστικά.
…Ας πούμε για την αρμύρα της θάλασσας ή το μενεξεδί των ανεμώνων, το κίτρινο του ασπαλάθου…
Ομως τελειώνοντας δεν μπορώ να μην αναφερθώ και σε κάποια άλλα έργα και εργαστήρια γνήσια και αυθεντικά καλλιτεχνών που ζουν στα Χανιά και έχουν ουσιαστική πορεία (για το ίδιο θέμα αναφέρθηκε με αποκαλυπτική επιστολή που έστειλε στα “Χανιώτικα νέα” στις 13/2 και ο καλλιτέχνης και δημιουργός του εξαιρετικά ποιοτικού περιοδικού τέχνης και λόγου “Ερεισμα” Χ. Μαχαιρίδης).
Δυστυχώς το χανιώτικο κοινό δεν θα έχει την ευκαιρία να δει αυτά τα έργα γιατί οι ειδικοί και διοργανωτές της έκθεσης δεν μπήκαν στον κόπο να χαρτογραφήσουν. Εργα εξίσου ενδιαφέροντα που παρέλειψαν είτε από άγνοια (όφειλαν να γνωρίζουν) είτε από σκοπού. Ισως πάλι να μην είχαν το θάρρος και τη δύναμη να διοργανώσουν και να υποστηρίξουν μια έκθεση άλλης προοπτικής και εμβέλειας εμπνεόμενη από τις σύγχρονες τάσεις και αντιλήψεις, μια έκθεση όχι με τα μικροαστικά συντεχνιακά κριτήρια της “λίστας” που η δημοσιότητα και οι θεσμοί υποδεικνύουν.
Αλλά η τέχνη δεν είναι για να διεκπεραιώνει, να πλαισιώνει, να σιωπά. Είναι πηγή – κραυγή ελευθερίας, σπάει τις κλειδαριές, ανατρέπει τα δεδομένα…
Είναι γεγονός ότι ο τίτλος (τέχνη και τόπος) που δόθηκε στην έκθεση ήταν άστοχος και άκυρος αφού δεν έγινε δημόσιο κάλεσμα ούτε ενημέρωση για το ποια θα έπρεπε να είναι τα κριτήρια πρόσβασης σε αυτή. Ετσι ώστε όποιος καλλιτέχνης το επιθυμούσε να μπορεί να πάρει μέρος.
Θα μου πείτε που θα χωρούσαν άλλοι τόσοι καλλιτέχνες; Ας γινόταν ενότητες α, β, γ κ.λπ. και ας κρατούσε λιγότερο χρόνο κάθε ενότητα της έκθεσης. Αφού μάλιστα αφιερωνόταν και στον σπουδαίο καλλιτέχνη Θ. Καλούμενο που με την πίστη του στην τέχνη και τη βαθιά του φιλοσοφία άνοιξε δύσβατους δρόμους σκιαγραφόντας όνειρα. Μια Δημοτική Πινακοθήκη δεν αξίζει να είναι γκέτο αποκλεισμών αλλά οφείλει να είναι φωλιά, χώρος προώθησης, περιφρούσης της τέχνης και του καλλιτέχνη που αγρυπνά και πάλλεται, χρησιμοποιώντας κάθε υλικό – όπλο όπως τον εμπνέει, όπου μπορεί, όπως μπορεί για να μεταφέρει τους κραδασμούς του είναι του και παράλληλα του πολιτισμικού γίγνεσθαι, με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Κάθε ματιά – μαρτυρία, κερί αναμμένο ελπίδας στην κατασκότεινη νύχτα της ύλης. Τρεμάμενο το φως του ή δυνατό ποιος έχει το θράσος να το υπονομεύσει; Πολύτιμο είναι και πολυσήμαντο και ενισχύει την εσωτερική ανασύνταξη του ανθρώπου, την προσοχή και ενθύμηση…
“Ο άνεμος δεν τραγουδά πιο γλυκά στις γιγάντιες βαλανιδιές. Από ότι στο μικρό και ταπεινό χορτάρι” Χ. Γκιμπράν.
* Εικαστικός δημιουργός, ηθοποίος