Εγκρίθηκε τη Δευτέρα 14/12 το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (Π.Α.Α.) για την Ελλάδα. Για την περίοδο 2014 – 2020 θα διατεθούν από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. 4,7 δισ. ευρώ.
Τα χρήματα είναι αρκετά και μια ορθή διαχείρισή τους θα επιφέρει σαφώς μία ανάσα στον αγροτικό κόσμο, που υποφέρει τα τελευταία έξι χρόνια. Οι αγρότες θα μπορούν να λάβουν ενισχύσεις για τις γεωργικές τους εκτάσεις και τη βελτίωση της διαχείρισης του εδάφους.
Το ελληνικό Π.Α.Α. επικεντρώνεται λοιπόν κυρίως στην ενίσχυση της βιωσιμότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και της ανταγωνιστικότητας, στη διατήρηση και την ενίσχυση των οικοσυστημάτων και στην προώθηση της τοπικής ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.
Συγκεκριμένα θα διατεθεί ενίσχυση στους αγρότες για να καλυφθεί ποσοστό 10,3 % των γεωργικών εκτάσεων βάσει συμβάσεων για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, 12,1 % για τη βελτίωση της διαχείρισης των υδάτων και το 10,7% για τη βελτίωση της διαχείρισης του εδάφους ή την πρόληψη της διάβρωσης του εδάφους.
Αναμένεται ότι 6.300 γεωργικές εκμεταλλεύσεις θα λάβουν στήριξη για επενδύσεις σε αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμό και 23.900 νέοι γεωργοί θα λάβουν ενισχύσεις για πρώτη εγκατάσταση.
Επιπλέον περισσότερες από 8.300 γεωργικές εκμεταλλεύσεις θα λάβουν στήριξη για την ανάπτυξη βραχέων αλυσίδων εφοδιασμού, τοπικών αγορών και για δραστηριότητες προώθησης ενώ περίπου 600 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο αγροδιατροφικό τομέα θα λάβουν στήριξη για επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων.
Η στήριξη της γνώσης και της καινοτομίας καταλαμβάνει ποσοστό που υπερβαίνει το 6 % της προβλεπόμενης δημόσιας δαπάνης με τη δημιουργία περίπου 86.640 θέσεων κατάρτισης, για γεωργούς και αγροτικές επιχειρήσεις.
Στην Ελλάδα το 82,2 % των γεωργικών εκτάσεων είναι αγροτικές στις οποίες κατοικεί το 44,1% του πληθυσμού της χώρας. Από τις 723. 010 γεωργικές εκμεταλλεύσεις, περισσότερες από τις μισές κατέχουν λιγότερα από 2 εκτάρια και ο μικρός και κατακερματισμένος κλήρος αποτελεί ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία και τις εκτιμήσεις της Ε.Ε. η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Μόνο το 12,6 % των αρχηγών γεωργικών εκμεταλλεύσεων είναι ηλικίας κάτω των 35 ετών και μόνο το 3,5 % όλων των διαχειριστών εκμεταλλεύσεων έχουν γεωργική κατάρτιση. Ο δείκτης που μετρά το βιοτικό επίπεδο των γεωργών ανέρχεται στο 64,4 % του βιοτικού επιπέδου των ατόμων που απασχολούνται σε άλλους τομείς.
Ο γεωργικός τομέας συνεισφέρει κατά 3,7% στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (2013) της χώρας. Οσον αφορά στην απασχόληση, η γεωργία αντιπροσωπεύει το 13,2% και ο αγροδιατροφικός τομέας το 3,3% του συνόλου. Η οικονομική σημασία του τομέα είναι σημαντική, και ως εκ τούτου η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς του με την άμβλυνση των διαρθρωτικών, περιβαλλοντικών και κλιματικών περιορισμών, παραμένει βασική πρόκληση.
Οι περιοχές με φυσικούς περιορισμούς αντιπροσωπεύουν το 78,1% της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης (ΧΓΕ), το 53,9% των οποίων είναι ορεινές περιοχές. Τα δάση καλύπτουν το 50 % της συνολικής έκτασης της χώρας και η βιολογική γεωργία καλύπτει το 3,8% της ΧΓΕ.
Οι αρδευόμενες εκτάσεις αντιπροσωπεύουν το 19,8% της ΧΓΕ στην Ελλάδα και το 86% του νερού καταναλώνεται από τη γεωργία, συχνά με σημαντικές απώλειες νερού.
Σύμφωνα με τη στρατηγική “Ευρώπη 2020” και τους γενικότερους στόχους της Κοινής Γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης της Ε.Ε. για την περίοδο 2014 – 2020 έχει τρεις μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους που σχετίζονται τόσο με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και της κλιματικής αλλαγής, όσο και με την ισορροπημένη εδαφική ανάπτυξη των αγροτικών οικονομιών και κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας και διατήρησης θέσεων εργασίας.
Η χρηματοδότηση των γεωργικών εκτάσεων προέρχεται εν μέρει από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και εν μέρει από εθνικές / περιφερειακές και μερικές φορές, ιδιωτικές πηγές.