Όπως τον παλιό καιρό έτσι και σήμερα εξακολουθεί να γίνεται γιορτή σε πολλά χωριά του Νομού και της Κρήτης γενικότερα, στο τέλος της όμορφης συλλογικής εργασίας κουρέματος των προβάτων, με πλούσιο γεύμα στο οποίο συμμετέχουν εκτός από τους χωριανούς κτηνοτρόφους και οι φίλοι από άλλες περιοχές μαζί με τους συγγενείς και καλεσμένους της οικογένειας που κουρεύει τα πρόβατα. Την άνοιξη και το καλοκαίρι με την κουρά, ενώ το φθινόπωρο με την παραγωγή της τσικουδιάς, αλλά κι όλο τον χρόνο με τις τοπικές εκκλησιαστικές γιορτές, στήνουν τα πανηγύρια τους οι άνθρωποι στα χωριά και διασκεδάζουν με τον παραδοσιακό τρόπο τη χαρά κάθε περίστασης. Η ολική κουρά γίνεται κάθε Ιούνιο για να μην υποφέρουν τα ζώα από τη ζέστη, ενώ προηγείται δύο μήνες νωρίτερα στις αρχές της άνοιξης το «κωλοκούρισμα» για να μην λερώνονται τα μαλλιά των προβάτων και προκαλούνται εστίες μικροβίων από το «τσίλιασμα», δηλαδή την διάρροια των ζώων, φαινόμενο αυτής της εποχής επειδή τρώνε χλωρά χόρτα. Από το οδοιπορικό μας στο ημιορεινό χωριό Αργουλές της δημοτικής περιφέρειας του Δήμου Σφακίων, καταγράψαμε συγκλονιστικές αφηγήσεις από παλιούς και νέους αγρότες – κτηνοτρόφους του χωριού και της περιοχής, οι οποίοι στο ίδιο μήκος κύματος στέλνουν μηνύματα στους αρμόδιους κρατικούς φορείς, την κυβέρνηση και τα κόμματα επισημαίνοντας τα εξής: “Κάθε χρόνο όλο και χειρότερα πάνε τα πράγματα για την αγροτιά με συνέπεια να μην μπορούμε να δημιουργήσουμε δικές μας οικογένειες στα μέρη που γεννηθήκαμε. Δεν ζητάμε πολλά ή δύσκολα πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν. Θέλουμε και απαιτούμε να σταματήσουν οι αυξήσεις στα λιπάσματα, στα γεωργικά φάρμακα και τις ζωοτροφές, αφού δεν συμβαίνουν αντίστοιχες αυξήσεις στην πώληση των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων που παράγουμε και πουλάμε χαμηλά καθόσον οι μεσάζοντες εξακολουθούν να θησαυρίζουν σε βάρος μας. Το μαλλί των προβάτων κατά το μακρινό παρελθόν, όπως και η κοπριά των ζώων, άφηναν ένα κέρδος, ήταν ένα μικρό εισόδημα για τους κτηνοτρόφους. Από το μαλλί μάλιστα, βγάζαμε και τα έξοδα της καθιερωμένης γιορτής που στοιχίζει αρκετά χρήματα, αλλά τη διατηρούμε γιατί έτσι μάθαμε, είναι τρόπος ζωής και έτσι θέλουμε να συνεχίσουν οι νέοι στα χωριά”.
Ο Αργουλές πριν συμπεριληφθεί στη δημοτική περιφέρεια Σφακίων αποτελούσε οικισμό της Κοινότητας Σκαλωτής για την οποία όσοι ρωτήθηκαν, πότε ήταν καλύτερα για το χωριό, πριν ή τώρα που ανήκουν στον Δήμο Σφακίων, οι περισσότεροι, δήλωσαν τα εξής: “Ως Κοινότητα βλέπαμε αν γίνονται και πού τα έργα για τα οποία δόθηκαν τα χρήματα. Άρα, για μας ήταν πιο καλά τότε. Βέβαια, με τον νόμο που έκαναν και έπαιρναν συντάξεις στις δύο τετραετίες οι πρόεδροι των Κοινοτήτων, επιβάρυναν ακόμα περισσότερο την οικονομική κατάσταση. Θα μπορούσαν να τις έκοβαν ή να αύξαναν κατά μία ακόμα τετραετία την υποχρέωση παραμονής για συνταξιοδότηση. Ελάχιστοι θα κατάφερναν να βγάλουν σύνταξη με τρεις τετραετίες. Τώρα με αυτό τον? βιαστικό «Καλλικράτη» εμείς, σε σχέση με τις άλλες επαρχίες, είμαστε τυχεροί που δεν διχοτομηθήκαμε?”.
“Το χωριό μας”, είπαν οι ιδιοκτήτες των προβάτων που έκαναν την κουρά, ο Μανώλης και ο Γιώργος, αδέλφια με τον πατέρα τους τον κ. Γιάννη Γλυνιαδάκη, “είναι κτισμένο στους νότιους πρόποδες των Λευκών Ορέων, στα σύνορα των πρώην επαρχιών Σφακίων για τα Χανιά και Αγίου Βασιλείου για το Ρέθυμνο. Πριν από 129 χρόνια και συγκεκριμένα το 1881 σε μια άλλη μεταρρύθμιση, ιδρύθηκε ο Νομός Σφακίων και περιελάμβανε μαζί με τη δική μας επαρχία, δηλαδή των Σφακίων και τις επαρχίες Αγίου Βασιλείου και Αποκορώνου. Τα καλοκαίρια, ο μισός πληθυσμός του Αργουλέ μεταφέρεται στον Καλλικράτη και τον χειμώνα πάλι ξανακατεβαίνουν κάτω. Παλιά, ο Καλλικράτης είχε έδρα Δήμου και ο Αργουλές αναφέρεται στον Δήμο αυτό. Το 1920 μάς ενέταξαν στην Κοινότητα Καψωδάσους και από το 1928 μέχρι τη συγχώνευση Δήμων και Κοινοτήτων από τον Καποδίστρια, ήμασταν στην Κοινότητα Σκαλωτής. Από την πόλη των Χανίων απέχουμε γύρω στα 85 χιλιόμετρα και πρέπει να είμαστε το πιο μακρινό χωριό του Νομού. Οφείλουν λοιπόν, έστω και αργά, να μας προσέξουν ιδιαίτερα γιατί ζούμε αποκλειστικά από την κτηνοτροφία και τη γεωργία αλλά οι τιμές, ξαναλέμε, στα προϊόντα που παράγουμε έχουν απαράδεκτες τιμές”.
Οι φωτογραφίες απεικονίζουν καλύτερα την πραγματικότητα της προετοιμασίας του μαγειρέματος για το γεύμα φιλοξενίας που ακολούθησε μετά την κουρά των επτακοσίων προβάτων όπου συμμετείχαν πάνω από πενήντα? κουρείς διαφόρων ηλικιών, με τον πιο μικρό να είναι 15 χρονών.