Στ’ αλήθεια όταν γυρίζεις πίσω και μετράς τα χρόνια που πέρασαν από κάποιο γεγονός, σου φαίνεται σαν ψέματα πόσο τρέχει ο χρόνος, πόσο σύντομη είναι η ζωή μας.
Ετσι αναθυμήθηκα πως, σαν να ήταν χθες, πριν από 53 χρόνια, μαζί με τον ακούραστο μέχρι σήμερα και αφάνταστα δημιουργικό για τα Χανιά μας, αγαπητό φίλο Τάκη Χουλιόπουλο, διαλέξαμε την κορφή Καλλέργη σε υψόμετρο 1680 μέτρα, πάνω από το οροπέδιο Ομαλού (τοποθεσία που μας είχε μαγέψει) για να ξεκινήσουμε την προσπάθεια να χτιστεί κι εκεί ένα ακόμη καταφύγιο του αγαπημένου μας Συλλόγου, μετά από το καταφύγιο του Βόλικα (1958).
Η τοποθεσία του καταφυγίου στα 1.680 μέτρα υψόμετρο είναι η ωραιότερη από όλα τα καταφύγια στα ελληνικά βουνά. Μοναδική θέα προς μεγάλο μέρος του Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς και μέχρι το Νότιο Κρητικό Πέλαγος (Λυβικό). Στο προαύλιο του μια κατακόρυφη πλαγιά σχεδόν χιλίων μέτρων πτωσης φθάνει στον πυθμένα της Σαμαριάς. Απέναντι, σχεδόν δίπλα, οι φοβερές κακοτράχαλες κορυφές Γκίγκιλος και Βολακιας, ανατολικά οι κορυφές Ψαρή, Πετραδέ, η πανύψηλη Μελινταού και υ υψηλότερη των Παχνών, ενώ δίπλα μας η Κουκουλέ και η Παλιαρέ. Πιο πέρα η μοναδική θέα ολόκληρου του οροπεδίου Ομαλού μα και η ευρύτερη περιοχή των Χανίων και των βόρειων ακτών.
Επίσης, διαμορφώθηκε και πεζοπορικό μονοπάτι στην απέναντι πλαγιά. Ας σημειωθεί ότι πέρα από τη δαπάνη του δρόμου, το όλο πολύ μεγάλο κτήριο με όλες τις εγκαταστάσεις, ξύλινες κατασκευές και τον πλήρη εξοπλισμό κόστισε τελικά το 1/5 της δαπάνης αν κατασκευαζόταν από το “δημόσιο”!
Η δαπάνη καλύφθηκε από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού και τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού.
Τρεχάματα και παρακάλια για να μας δώσει η κοινότητα Λάκκων κάποια έκταση, που τελικά παραχωρήθηκε με μικρό τίμημα. Ένα ακόμη χρόνο τρεχάματα για χρήματα και σχέδια κ.λπ.
Η ανέγερσή του άρχισε το 1968 και τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβρη του 1970 όπου παρευρέθησαν -εκτός από τους συνήθεις επισήμους – και περί τους 300 Χανιώτες.
Μεγάλος προβληματισμός για το πως θα ανέβουν τόσα υλικά οικοδόμησης και εξοπλισμού με… μουλάρια. Τελικά αποφασίστηκε η διάνοιξη πρόχειρου δρόμου, μόνο γι’ αυτόν τον σκοπό και μετά να εγκαταλειφθεί. Εργολάβος Χανιώτης, ζήτησε 1.000.000 δραχμές γι’ αυτό. Λίγα, όμως, τα χρήματα και βρέθηκε η λύση ενοικίασης μιας μπουλντόζας του μακαρίτη εργολάβου Ευθυμίου κι ενός κομπρεσέρ κι έτσι κόστισε μόνο 290.000 δρχ.
Τον δρόμο βελτίωσε από την αρχική κλίση του 27% η Δασική Υπηρεσία που τον προέκτεινε ως την τοποθεσία Ποριά, την άλλη είσοδο της Σαμαριάς.
Ενδεικτικό, υπό ποιές συνθήκες γίνονταν οι εργασίες εκεί, είναι το γεγονός ότι μια νύχτα του φθινοπώρου του 1968 οι εργάτες, που διέμεναν στον Λάκκο Καλλέργη σε σκηνές και ξέσπασε καταιγίδα με πτώση κεραυνών κ.λπ., εγκατέλειψαν άμεσα το έργο και δεν επανήλθαν.
Έτσι τα Χανιά μας απέκτησαν ένα ακόμη στολίδι στα βουνά τους και αντικρίζοντάς το καμιά φορά και σήμερα, ο Χουλιόπουλος και ο γράφων, με συγκίνηση αναπολούμε τις δυσκολίες που περάσαμε για τρία χρόνια και με απέραντη χαρά το καμαρώνουμε σαν ένα ακόμη στοιχείο που αναδεικνύει αυτόν τον αγαπημένο τόπο.
Αλλά με ακόμη πιο μεγάλη συγκίνηση και νοσταλγία φέρνουμε στον νου τις αλησμόνητες βραδιές που περάσαμε εκεί, ιδίως τα πρώτα δέκα χρόνια, γύρω από το τζάκι με την παρέα των παλαιών συνορειβατών, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν υπάρχουν πια αλλά και με άλλους φίλους. Αλησμόνητες και προσωπικά και οι οικογενειακές ώρες εδώ πάνω. Τους αποκλεισμούς από τη χιονοθύελλα, τους νεαρούς τότε εκπαιδευόμενους με το μικρό σκι – λιφτ, που για μικρό χρονικό διάστημα είχε τοποθετηθεί σε αυτό προς τον Λάκκο Καλλέργη φορητό χιονοδρομικό σκι λιφτ τύπου συρόμενο με λαβές.
Όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, το καταφύγιο εξυπηρέτησε χιλιάδες Έλληνες και ξένους ορειβάτες με την καθοριστική βοήθεια για 35 χρόνια του αγαπητού Σήφη του Αυστριακού, αλλά και εκατοντάδες μαθητές σχολείων και έτσι προβλήθηκε ζωηρά η πανέμορφη αυτή περιοχή.
Ο Σήφης ο Αυστριακός, πέρα από τους χιλιάδες ορειβάτες που φιλοξένησε σε αυτό, πραγματοποίησε και μεγάλες δαπάνες για κατασκευές και συντήρηση. Πραγματικά οι δαπάνες συντήρησης είναι πολύ μεγάλες σε αυτό το υψόμετρο και πέρα από αυτό δυο φορές έχει κλαπεί, αποσυναρμολογούμενη, η μεγάλη γεννήτρια πετρελαίου.
Το 1967 είχε πραγματοποιήσει εκεί την πρώτη άσκηση χειμερινής διαβίωσης η μονάδα καταδρομών, που είχε πρόσφατα αφιχθεί τότε στα Χανιά και για την επίδειξή της έφθασαν τότε, παρά το χιόνι, 300 περίπου Χανιώτες και την παρακολούθησαν.
Την επόμενη χρονιά, όμως, κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης αυτής ενέσκηψε η κακοκαιρία του αιώνα (όπως ονομάσθηκε) οπότε κατά την αφήγηση του φίλου διοικητή που υπηρέτησε στην Κορέα, δεν είχε ξαναδεί τέτοιο φαινόμενο, αφού το χιόνι μέσα σε δύο ώρες ξεπέρασε τα δυο μέτρα και οι καταδρομείς εγκατέλειψαν τα πάντα, παίρνοντας μόνο τα όπλα τους και κατέφυγαν στο Ξυλόσκαλο με δυο παγόπληκτους στρατιώτες.
Η προσφορά και αξιοποίηση του καταφυγίου εβελτιώθηκε αφάνταστα τα τελευταία χρόνια με βελτιώσεις, προσθήκες, την αντικατάσταση σε όλη τη μεγάλη της έκταση της κεραμοσκεπής με σύγχρονη μονομένη αυλακωτή λαμαρίνα, και τελικά την πολεοδομική τακτοποίηση, με πρωτεργάτη όλων αυτών τον πρόεδρο του συλλόγου Σταύρο Μπαδογιάννη.
Ετσί καλοκαίρι και χειμώνα τα Σαββατοκύριακα, αλλά και άλλες ημέρες υποδέχεται τους επισκέπτες, ορειβάτες και μη.
Το κείμενο αυτό αφιερώνω και στους απλούς συντελεστές του έργου, που μερικοί δεν υπάρχουν πλέον, και που ίσως με τα χρόνια να λησμόνησα κάποιους με σημαντικές προσφορές.
Διάνοιξη δρόμου και οικοδομή: Νίκος Μουλιανιτάκης από Ίτανο – Άγιο Νικόλαο Λασιθίου. Ξυλουργικά – κλίνες: Νίκος Σκαράκης Κίσσαμος. Μεταφορές υλικών με το τρακτέρ και τη ρεμούλκα: Νίκος Μιχελάκης Λάκκοι. Μονοπάτι: Αντώνης Πελεκούδης, Λάκκοι. Σιδεροκατασκευές – κουφώματα: Τάκης Κουτσουκλάκης. Ηλεκτρολογικά: Ι. Αγγελάκης.
Αλησμόνητη η ευλογία στα εγκαίνια από τον μακαριστό λεβέντη παπα Αντώνη Ανδριάνη, εφημέριο Λάκκων μα και όλων των Λακκιωτών που εργάσθηκαν στο έργο καθώς και η βοήθεια από την οικογένεια Δρακουλάκη.
Πληροφορηθήκαμε οτι ο Ορειβατικός Χανίων κατά την φετινή Παγκρήτια Ορειβατική Συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί στον Καλλέργη θα εορτάσει και τα πενήντα χρόνια του. Εύχομαι και στα εκατό!