Αθηνα
Ανησυχητικά είναι τα μηνύματα της έρετνας που έγινε για λογαριασμό του ΟΠΑΠ, αναφορικά με τη διάδοση του παράνομου τζόγου. Οι Έλληνες παραδέχονται ότι τους έλκει το διαδικτυακό στοίχημα ή καζίνο, αλλά παράλληλα ζητούν κρατικό έλεγχο του χώρου.
Περίπου 4 στους δέκα άνδρες (43%) και 3 στις 10 γυναίκες (32%) στη χώρα μας, ηλικίας 18-60 ετών, παίζουν παιχνίδια της ΟΠΑΠ Α.Ε., με έμφαση κατά σειρά στο Τζόκερ, το Πάμε Στοίχημα, το Κίνο και το Λόττο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πανελλαδικής έρευνας-δημοσκόπησης που έγινε για λογαριασμό του Οργανισμού από την εταιρεία ALCO, στο διάστημα 8-15 Ιουλίου 2010, σε τυχαίο δείγμα 1.600 ατόμων, ηλικίας από 18 ως 60 ετών, με τη μέθοδο της τηλεφωνικής συνέντευξης. Το 80% όσων συμμετείχαν στην έρευνα ήσαν άνδρες και το 20% γυναίκες.
Το 35% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι κυνηγά την τύχη προσφεύγοντας συστηματικά σε παιχνίδια εκτός ΟΠΑΠ (από το οποίο το 24,1% σε λαχεία, το 1,9% σε καζίνο και 0,6% στον Ιππόδρομο και μόλις 7% στο διαδίκτυο και 1% σε μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών),
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, μπορεί η ΟΠΑΠ να έρχεται σαφώς πρώτη στις προτιμήσεις των παικτών, όμως, οι λιγότεροι που προσφεύγουν σε παιχνίδια εκτός ΟΠΑΠ παίζουν συχνότερα (δυο έως τέσσερις φορές), με συνέπεια και η εβδομαδιαία δαπάνη να καταλήγει να είναι μεγαλύτερη σε σχέση με την αντίστοιχη που γίνεται για παιχνίδια της ΟΠΑΠ.
Ειδικά στο διαδικτυακό στοίχημα, το οποίο αποτελεί και το παιχνίδι που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, η συχνότητα του παιχνιδιού είναι έως τρεις φορές μεγαλύτερη και η εβδομαδιαία δαπάνη υπερδιπλάσια της μέσης δαπάνης για το ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ.
Περίπου τέσσερις φορές μεγαλύτερη, σε σχέση με τα παιχνίδια της ΟΠΑΠ, είναι η συχνότητα του παιχνιδιού στο διαδικτυακό πόκερ και καζίνο, ενώ λίγο μικρότερη είναι η συχνότητα προσφυγής στα ηλεκτρονικά μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών.
Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και ένα σημαντικό ποσοστό όσων παίζουν στα νόμιμα παιχνίδια της ΟΠΑΠ ΑΕ (σχεδόν οι μισοί), καταφεύγουν στα παράνομα παιχνίδια στο Internet και σε πάσης φύσης μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών που βρίσκονται διάσπαρτα και ανεξέλεγκτα στη χώρα, αναφέρεται στην ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της έρευνας.
Παρά το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από την έρευνα, οι παίκτες του παράνομου ή ανεξέλεγκτου τζόγου είναι λίγοι στο σύνολο όσων επιδίδονται σε πάσης φύσης τυχερά παιχνίδια, εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, ανεβάζουν τον διαδικτυακό ετήσιο τζόγο στη χώρα μας στα 4-4,5 δισ. ετησίως, ενώ, κατά τις ίδιες εκτιμήσεις, άλλα 0,5-1 δισ. ετησίως υπολογίζεται ο τζίρος των τυχερών παιχνιδιών στα πάσης φύσης μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών, προσελκύοντας, σε μεγάλο ποσοστό τους νέους, αλλά και ανήλικους.
Ο τζίρος του παράνομου τζόγου κινείται, πλέον, στα επίπεδα του νόμιμου τζίρου της ΟΠΑΠ ΑΕ, μόνο και μόνο, επειδή ο αριθμός των παικτών που καταφεύγουν σ’ αυτόν είναι ακόμη μικρός. Με δεδομένο, όμως, την διαρκή αυξητική τάση που παρατηρείται, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως τα αμέσως επόμενα χρόνια ο τζίρος του παράνομου και ανεξέλεγκτου τζόγου θα αυξηθεί υπέρμετρα, φαινόμενο που παρατηρήθηκε και σε άλλες χώρες, ακόμη και ευρωπαϊκές, υποχρεώνοντας τις κυβερνήσεις να νομοθετήσουν την ελεγχόμενη ανάπτυξη του διαδικτυακού τζόγου.
Πρόκειται για την πρώτη έρευνα η οποία καταγράφει τεκμηριωμένα το υπαρκτό πρόβλημα της ισχυρής παρουσίας του ηλεκτρονικού παράνομου τζόγου στη χώρα μας, με τις κοινωνικές, ταυτόχρονα και οικονομικές επιπτώσεις που επισύρει. Αναδεικνύει, παράλληλα, την τεράστια απώλεια φορολογικών εσόδων που υφίσταται το κράτος, σε μια περίοδο, μάλιστα, κατά την οποία έχει εξαιρετική ανάγκη απ’ αυτά, παρεμβαίνοντας ουσιαστικά στη διακίνηση του “μαύρου χρήματος”.
ΖΗΤΟΥΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ
Η έρευνα καταγράφει επίσης τη στάση και τις επιθυμίες της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο κοινωνικό αυτό ζήτημα. Το 82% όσων συμμετείχαν στην έρευνα ζητά να ελεγχθεί ο διαδικτυακός τζόγος από το κράτος, ποσοστό που αυξάνεται στο 84% σε ότι αφορά τα τυχερά παιχνίδια στα μηχανήματα, ενώ μόλις το 8% και 6% αντιστοίχως τάσσονται υπέρ της ανεξέλεγκτης συνέχισης των παιχνιδιών αυτών.Ακόμη και αυτοί που παίζουν τυχερά παιχνίδια στο διαδίκτυο, σε ποσοστό 64% ζητούν τον κρατικό έλεγχο, έναντι μόλις 26% που τάσσονται υπέρ της ανεξέλεγκτης συνέχισής τους.
Επίσης, τον κρατικό έλεγχο ζητά το 57% όσων παίζουν σε μηχανήματα, με το ποσοστό όσων ζητούν την ανεξέλεγκτη συνέχιση αυτής της κατηγορίας τζόγου να περιορίζεται στο 22% (οι υπόλοιποι, ένας στους πέντε, δήλωσαν ότι δεν γνωρίζουν ή δεν απαντούν).
Καθολικό εμφανίζεται το αίτημα προστασίας των ανηλίκων από τα τυχερά παιχνίδια, τόσο στο Internet, όσο και στα μηχανήματα. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 90% όσων συμμετείχαν στην έρευνα ζητούν να διασφαλιστεί ότι δεν θα συμμετέχουν στον διαδικτυακό τζόγο οι ανήλικοι (και αντίστοιχα σε ποσοστό 89% για τα τυχερά παιχνίδια των μηχανημάτων).
ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟΝ ΟΠΑΠ
Ειδικά ότι αφορά στα τυχερά παιχνίδια σε μηχανήματα, εμπεδωμένη άποψη, σε ποσοστό 61%, είναι ότι η εκτεταμένη παράνομη ανάπτυξή τους στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και οφείλεται στη συμμετοχή των ανηλίκων.
Σε ποσοστό 53% όσων συμμετείχαν στην έρευνα εμπιστεύονται την ΟΠΑΠ Α.Ε. για τον έλεγχο της λειτουργίας των τυχερών παιχνιδιών σε μηχανήματα, δηλαδή, ακόμη και σε έναν τομέα στον οποίο δεν δραστηριοποιείται. Αντιθέτως, μόλις δυο στους δέκα, εμπιστεύονται γι? αυτό το σκοπό τις ιδιωτικές εταιρείες (τρεις στους δέκα δεν το έχουν σκεφτεί και δεν έχουν διαμορφώσει άποψη).Αξιοσημείωτο είναι ότι εμπιστοσύνη στην ΟΠΑΠ Α.Ε. διατυπώνει και το 54% των νέων από 18-24 ετών, με το ποσοστό να αυξάνεται σε 55-57% σε ηλικίες μεγαλύτερες των 35 ετών.
Η έρευνα επιβεβαιώνει την Κοινή Γνώμη περί της ανάγκης δημιουργίας και άμεσης εφαρμογής ενός πλαισίου λειτουργίας και ελέγχου της υφιστάμενης κατάστασης, ιδίως από τον παράνομο τζόγο στο Internet και τα μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών. Αναδεικνύει, επίσης, την δικαιολογημένη ανησυχία της Κοινής Γνώμης για την ανάπτυξη των μηχανημάτων τυχερών παιχνιδιών στη χώρας μας, καθώς και την απαίτηση επιβολής κανόνων, στα πρότυπα που ήδη ακολούθησαν πολλά από τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη (και όχι μόνο), στην κατεύθυνση των οποίων ωθεί η Ε.Ε. και επικυρώνει με διαδοχικές αποφάσεις του το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Έμφαση δίνεται από πλευράς Κοινής Γνώμης στην προστασία του κοινωνικού συνόλου, ιδίως στην αποτροπή φαινομένων εθισμού και στην προστασία των ανηλίκων, ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό των πολιτών θεωρεί ότι με την επιβολή κανόνων και αξιόπιστου ελέγχου, είναι δυνατόν να καταπολεμηθεί και η φοροδιαφυγή και η διακίνηση «μαύρου χρήματος» η οποία ενισχύεται από τον ανεξέλεγκτο τζόγο (ιδίως τον διαδικτυακό), ταυτόχρονα, όμως, να ενισχυθούν σημαντικά τα δημόσια έσοδα, χωρίς να επιβαρυνθούν οι πολίτες οι οποίοι δεν προσφεύγουν στον τζόγο.