Βουδαπέστη
Σοκ προκάλεσαν στη διεθνή κοινή γνώμη οι εικόνες από το ´τοξικό τσουνάμι´ στην Ουγγαρία, με την Ευρωπαϊκή Eνωση να εκφράζει την ανησυχία της για επέκταση της οικολογικής καταστροφής και σε άλλες χώρες.
Χθες, συνεχίστηκαν οι εργασίες καθαρισμού της πλημμυρισμένης από την κόκκινη τοξική λάσπη περιοχής της Ουγγαρίας, που προκάλεσε τον θάνατο τεσσάρων ανθρώπων, και δεκάδες τραυματισμούς από εγκαύματα.
Υπενθυμίζεται ότι τα τοξικά λύματα διέρρευσαν από τη δεξαμενή εργοστασίου αλουμινίου της εταιρείας MAL Zrt την περασμένη Δευτέρα.
Η ουγγρική κυβέρνηση έχει κηρύξει από την Τρίτη κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε τρεις επαρχίες του δυτικού τμήματος της χώρας, καθώς απειλείται η πανίδα και η χλωρίδα των παδαδουνάβιων περιοχών. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο, τα αρδευτικά κανάλια δεν απειλούνται από τη μόλυνση. Για προληπτικούς λόγους, “είναι απαγορευμένη η χρήση του νερού των γεωτρήσεων”, είπε.
Απαγορεύεται επίσης η κατανάλωση φυτικών προϊόντων από τις πλημμυρισμένες περιοχές, όπως και το κυνήγι και το ψάρεμα στις επαρχίες όπου ισχύει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
ΣΕ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΣΕΡΒΙΑ ΚΑΙ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
Ο εκπρόσωπος της ΕΕ, Τζο Χένον, δήλωσε χθες ότι «ανησυχούμε όχι μόνο για το περιβάλλον στην Ουγγαρία, αλλά ότι η καταστροφή θα μπορούσε να περάσει τα σύνορα».
Πρόσθεσε ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να βοηθήσει εάν η καταστροφή λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις.
Με τον ποταμό Δούναβη να περνάει από την Ουγγαρία, οι φόβοι αφορούν το κατά πόσον η τοξική λάσπη θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλες χώρες, όπως η Κροατία, η Σερβία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Ουκρανία.
Για τους πολίτες της Σερβίας, προς το παρόν δεν υπάρχει κίνδυνος από τη διαρροή, αλλά για προληπτικούς θα γίνεται ανάλυση της ποιότητας των υδάτων του Δούναβη στο βασικό σταθμό μετρήσεων στο Μπέζνταν, στην περιοχή της Βοϊβοντίνας.
«Δεν υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης του Δούναβη στη βουλγαρική επικράτεια, λόγω του ατυχήματος στην Ουγγαρία. Ο κίνδυνος είναι μόνον θεωρητικός», δήλωσε ο Aσεν Λίτσεφ, επικεφαλής της Διεύθυνσης Διαχείρισης Υδάτων του υπουργείου Περιβάλλοντος της Βουλγαρίας, στη διάρκεια έκτακτης συνέντευξης Τύπου, στη Σόφια.
Σύμφωνα με τον κ. Λίτσεφ, πιθανή μόλυνση στη Βουλγαρία θα εξαρτηθεί από τις δράσεις των ουγγρικών αρχών. “Eχουν εγγυηθεί ότι λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξαλείψουν τις συνέπειες της περιβαλλοντικής καταστροφής”, είπε.
Παρά το μικρό κίνδυνο για τη Βουλγαρία, το σύστημα αντίδρασης σε πιθανή μόλυνση του Δούναβη έχει ενεργοποιηθεί.
Οι υπηρεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος και
Υδάτινων Πόρων είναι σε επιφυλακή και συστηματικά επιτηρούν το βουλγαρικό τμήμα του ποταμού.
Αν κάποιες επικίνδυνες ουσίες εντοπιστούν στον ποταμό να υπερβαίνουν τα όρια ασφαλείας, θα εκδοθεί προειδοποίηση για απαγόρευση χρήσης του νερού.
Η κόκκινη λάσπη είναι ένα τοξικό υπόλειμμα από την παραγωγή του αλουμινίου και περιέχει επιβλαβή στοιχεία, που είναι εξαιρετικά διαβρωτικά κυρίως για το δέρμα, καθώς προκαλούν εγκαύματα.
ΖΗΤΟΥΝ ΝΑ ΕΠΑΝΑΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΟΥΝ
Την ίδια ώρα, η ουγγρική εταιρεία αλουμινίου MAL Zrt, ιδιοκτήτρια του εργοστασίου από το οποίο διέρρευσαν οι εκατοντάδες χιλιάδες
τόνοι κόκκινης λάσπης τη Δευτέρα, επιθυμεί να ξαναρχίσει την παραγωγή στο εργοστάσιό της το Σαββατοκύριακο, μετέδωσε χθες ο ραδιοσταθμός Inforadio, επικαλούμενος τον πρόεδρο της εταιρείας. Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας είχε δώσει την Τρίτη εντολή για την αναστολή της παραγωγής στην εταιρεία.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ
Ορατός είναι ο κίνδυνος για μακροχρόνιες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον από τη διαροή της τοξικής λάσπης στο Ντεβεκσέρ της Ουγγαρίας. Αυτό επισήμανε χθες από τα Χανιά ο Ολλανδός επιστήμονας, ειδικός σε θέματα τοξικολογίας κ. Hans Van Der Sloot, ο οποίος συμμετέχει στις εργασίες του 2ου διεθνούς συνεδρίου διαχείρισης τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων.
Ερωτηθείς αναφορικά με την επικινδυνότητα της “κόκκινης λάσπης” ο κ. Sloot υπογράμμισε πως “η λάσπη αυτή έχει πολύ μεγάλο PH και προκαλεί άμεσα προβλήματα στο δέρμα, όπως εγκαύματα. Τώρα πρέπει να απομακρυνθεί όλη αυτή η λάσπη, και το χώμα που έχει εξαπλωθεί καθώς δεν είναι κατάλληλο για γεωργία. Αν η λάσπη φτάσει στον ποταμό Δούναβη θα έχει επίπτωση στα ψάρια και στους άλλους οργανισμούς ωστόσο θα ανακατευτεί με το νερό και το PH της θα πέσει. Είναι πιθανό να υπάρξουν μακροχρόνιες επιπτώσεις στο περιβάλλον της περιοχής, τις οποίες τώρα αγνούμε”.