(2010 ΕΓΧ 98?)
Κοινωνική
Χρυσό Λιοντάρι στο 37ο Φεστιβάλ ΒενετίαςΣκην.: Σοφία Κόπολα
Μουσ.: Phoenix
Ηθ.: Στίβεν Ντορφ, Ελ Φάνινγκ, Μισέλ Μόναχαν, Κρις Πόντιους
Ενα εντυπωσιακό σπορ αυτοκίνητο επιχειρεί άσκοπους κύκλους σε μια ερημιά, χωρίς ιδιαίτερο προσανατολισμό? Πρώτη σκηνή της ταινίας και ταυτόχρονα το εισαγωγικό εργαλείο της Κόπολα για τη γνωριμία του θεατή με τον ήρωά της, Τζόνι Μάρκο.Ο Τζόνι, γνωστός ηθοποιός, χωρισμένος και πατέρας της Κλιός, ζει πλέον μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, σε μισθωμένο δωμάτιο στο φημισμένο Chateau Marmont του Λος Άντζελες. Περιτριγυρισμένος από διάφορους ατζέντηδες που του καθορίζουν την επαγγελματική του ανάσα και χωρίς ιδιαίτερους στόχους και φιλοδοξίες, ο Τζόνι, ενδιαφέρεται μόνον για το περιστασιακό σεξ με όμορφες γυναίκες, τονίζοντας ακόμα περισσότερο την παρακμή, την οποία ο ίδιος έχει επιλέξει ως τον απόλυτο τρόπο ζωής. Διάλειμμα σε όλο αυτό το συναισθηματικό συρφετό, η κυριακάτικη τυπική επικοινωνία με την κόρη του? Τώρα, που η πρώην του πρέπει να λείψει από την πόλη για 2 εβδομάδες, ο Τζόνι υποχρεώνεται να περάσει αυτό το διάστημα με την Κλιός? Η χρυσή τομή του σημείου αφής του ευρωπαϊκού σινεμά με το χόλιγουντ, είναι ο ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, όχι στο τυπικό μέρος της υπόθεσης, δηλαδή στα ονόματα των παραγωγών, μα στο πεδίο δράσης της σκηνοθετικής αλληγορίας και της περιεργαστικής διεισδυτικότητας του φακού στα άδυτα των χαρακτήρων. Ακριβώς αυτά τα στοιχεία διαθέτει η ταινία της Κόπολα. Λίγο αυτοβιογραφική -με καλυμμένη βέβαια συσκευασία- λίγο αυτό-αποκαλυπτική στη ματιά της, λίγο υποτονική στην ανάλυση των διαλόγων, αλλά με μια εξαιρετική δυναμική σε δεύτερο επίπεδο, η ταινία ξεκλειδώνει τους χαρακτήρες της, με τίμημα την ανθρώπινη αυτό-απομάκρυνση από τη λιτότητα και την εσωτερική απλότητα, χαρακτηριστικά που εκφράζονται από τη μελαγχολία του ήρωα αλλά και τη γεύση της γλυκόπικρης θλίψης του. Οι ήρωες της Κόπολα, στο σύνολό τους, είναι διδαγμένοι στον κόσμο του συγκρατημένου συναισθήματος, της εμφανούς έλλειψης επικοινωνίας, της ψευδαίσθησης του ?είναι? και του ?φαίνεσθαι?, αλλά και της απελπισίας της προσωπικής μοναξιάς. Μιας μοναξιάς που πηγάζει μεν από τα σύγχρονα αδιέξοδα της υλικής πολυτέλειας, καταλήγει όμως άδοξα στην προσωπική κενότητα και στα μακιγιαρισμένα χαμόγελα. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος με τον οποίο η Κόπολα αντιμετωπίζει τις ?ερινύες? των ηρώων της. Ευάλωτοι στο ξεκίνημα, αποκαλυπτικοί στην πορεία, παραστρατημένοι από τον αρχικό τους στόχο στο φινάλε. Κάπως έτσι συμβαίνει και με το χαρακτήρα του Τζόνι. Η ουσία της ταινίας δεν είναι άλλη από την ανάλυση της υποχρεωτικής συνύπαρξης του Τζόνι με την κόρη του. Χιλιοειπωμένη ιστορία, δε λέω, το μυστικό της Κόπολα όμως βρίσκεται στην τελική αποτύπωση στο σελιλλόιντ. Ο φακός παρακολουθεί τη μετάλλαξη του πρωταγωνιστή, σκηνή σκηνή και ο θεατής γίνεται μάρτυρας μιας μεταστροφής όλο και πιο αυτονόητης, ανεπαίσθητης μεν στην αρχή, κραυγαλέας όμως στο φινάλε ?μετά τη στιγμή του αποχωρισμού- με εκείνον να παίρνει το δρόμο της επιστροφής, οδηγώντας σε μια αδιάκοπη συμβολική ευθεία. Εμείς δεν γνωρίζουμε τον προορισμό του, ο Τζόνι όμως πλέον τον ξέρει. Το λαβωμένο αντίο στα μισάνοικτα χείλη, προσδιορίζει την έλξη για την αναζήτηση της χαμένης παιδικής του αθωότητας?Δείτε την?