Γράφει η ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΕΓΡΕΔΑΚΗ
«Μια φορά γιε μου κι έναν καιρό, βασιλιάς καλός, όριζε τόπο μακρινό…
Θυμούμαι ως τώρα τη γιαγιά ετιά λοής ν? αρχίζει και σε καιρούς αλλοτινούς ο νους τση ν? αρμενίζει…».
(Χαΐνηδες, Δημήτρης Αποστολάκης)
Μια φορά κι έναν καιρό, στον πολύ παλιό καιρό ζούσε και βασίλευε το λαϊκό παραμύθι.
Από πού κρατάει η σκούφια του κανείς δεν ξέρει να μας πει με σιγουριά.
Το παραμύθι δεν είναι μια εθνική ιδιοκτησία αλλά κτήμα όλων των λαών που κατοικούν στην Ευρώπη, στην Ασία και τη Β. Αφρική.
Για το πότε γεννήθηκε οι ειδικοί μας πληροφορούν ότι η ύπαρξή του πιστοποιείται εδώ και δυο ή τρεις χιλιάδες χρόνια!
Μα τι είναι τέλος πάντων αυτό το παραμύθι, που η ύπαρξή του μας δημιουργεί τόσες απορίες;
Το παραμύθι είναι μία από τις κυριότερες εκδηλώσεις της λαϊκής ψυχής και είναι από τους σημαντικότερους κλάδους της προφορικής παράδοσης, χώρος λαϊκής λογοτεχνίας.
Αναπτύσσει τη συλλογική μνήμη και είναι σημείο συνάντησης πολιτισμών.
Τα παραμύθια είχαν σκοπό να διασκεδάσουν και να ευχαριστήσουν μεγάλους και μικρούς, δεν είχαν, όμως, σκοπό να διδάξουν ούτε να συμβουλέψουν και εάν στο τέλος προκύπτει ένα ηθικό δίδαγμα είναι επειδή η ψυχή και η συνείδηση του λαού, που από εκεί ξεπήδησε το παραμύθι, είναι ηθική.
Πολλές φορές τα παραμύθια τελειώνουν με κάθαρση, όπως η αρχαία τραγωδία, δηλαδή τιμωρείται ο κακός κι ανταμείβεται ο καλός. Μερικά χαρακτηριστικά του παραμυθιού είναι και τα ακόλουθα:
α) Δεν κινείται σε ανθρώπινα μέτρα, ό,τι συμβαίνει μέσα στο παραμύθι είναι ή πολύ μικρό ή πολύ μεγάλο.
Οι ήρωές τους είναι ή πολύ έξυπνοι ή πολύ κουτοί ή πολύ ψηλοί ή Κοντορεβιθούληδες κ.λπ.
β) Αγνοεί τι θα πει αδύνατο, δεν υπάρχουν φυσικοί νόμοι να το διέπουν.
γ) Δεν νοιάζεται αν αυτό που διηγείται είναι ψέμα ή αλήθεια. Στην Κρήτη λένε: «Ψόματα κι αλήθεια, ετσάν τα παραμύθια»!
δ) Οι ήρωές του είναι πλάσματα της φαντασίας, όπως νεράιδες, ξωτικά, μάγισσες, βασιλοπούλες, πραματευτάδες, γίγαντες, νάνοι κ.λπ.
Το παραμύθι ζούσε στα πολύ παλιά χρόνια μέσα στις αυλές των βασιλιάδων αλλά και οι βοσκοί και οι ψαράδες, οι στρατιώτες είχαν τους παραμυθάδες τους, των οποίων τις διηγήσεις άκουγαν με μεγάλη ευχαρίστηση. Ακόμα και σήμερα παραμυθάδες βρίσκουμε στην Ανατολή, οι οποίοι εύκολα βρίσκουν ακροατήριο στα καφενεία και σε άλλους χώρους συγκέντρωσης των ανθρώπων του λαού.
Υπήρξε εποχή που το επάγγελμα του παραμυθά ήταν πολύ προσοδοφόρο.
Ο Αριστοφάνης, στο έργο του Πλούτος, αναφέρει έναν παραμυθά, τον Φιλέψιο, ο οποίος διηγιόταν παραμύθια με αμοιβή.
Οι παραμυθάδες (οι περισσότεροι δεν μας είναι γνωστό το όνομά τους), το έργο τους δεν τους ανήκε, ακολουθούσαν αιώνια σύμβολα και ενεργούσαν σαν διαμεσολαβητές του ακροατηρίου τους με τους αιώνες.
Τελευταία έπεσαν από τον ουρανό τρία μήλα·
το ένα γι? αυτόν που είπε το παραμύθι, το άλλο για κείνον που το είπε πριν απ? αυτόν, το τρίτο γι? αυτόν που θα το πει μετά απ? αυτόν.
…Το παραμύθι μας τελεύει κι όποιος θέλει το πιστεύει.
Ήμουνα κι εγώ εκεί·
μ? ένα κόκκινο βρακί!
Σημ.: Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου είναι αντιγραφή από τη Λαογραφία Γ. Μέγα.
Καλή Πρωτοχρονιά!
Καλή χρονιά κι όποιος ξέρει παραμύθια να τα πει και να τα λέει… όπως ο Δ. Αποστολάκης
«Μην κλαις μικρή μου και πληγές ανοίγεις μου στα στήθη, εμείς οι δυο θα κάμουμε τον κόσμο παραμύθι»…