Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

60 χρόνια από τον θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη

» …Το νέο πρόσωπο του Θεού µου, είναι ένας εργάτης που πεινάει…

Το νέο πρόσωπο του θεού µου, όπως συχνά σού ‘γραψα, είναι ένας εργάτης που πεινάει, δουλεύει κ’ εξανίσταται.

Ένας αργάτης που µυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυµίες και δίψα εκδίκησης. Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς µε προβιές στα πόδια, µε διπλό τσεκούρι στη δερµάτινη ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που πεινούν και γκρεµίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασµένων κι αρπάζει τα χαρέµια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός µου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς συµβιβασµούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι ένα».
Στις 26 του Οκτώβρη συµπληρώθηκαν 66 χρόνια από το θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος θα διατρέξει και θα κατακτήσει ως «κοµήτης» τις καλλιτεχνικές, αισθητικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις της εποχής του, δηµιουργώντας το δικό του, αντίστοιχα, καλλιτεχνικό, αισθητικό και φιλοσοφικά σύµπαν, το οποίο, αν και φαινοµενικά γεµάτο αντιφάσεις και αντιθέσεις, διαπνέεται, ωστόσο, από τη µεγάλη, διαλεκτική ανάγκη και αγωνία της σύνθεσης. «Ο Καζαντζάκης ήταν όχι τόσον ένας δηµιουργός ηρώων παρά, πολύ περισσότερο, ήρωας ο ίδιος. Ήρωας της δουλειάς, της µάθησης, των ταξιδιών, της σκέψης και της αυτοκυριαρχίας, θα µείνει µοναδικό παράδειγµα αδιάκοπης προσπάθειας για την κατάκτηση της κορυφής», θα γράψει ο Κώστας Βάρναλης. Για το τι σήµαινε, αλλά και για το ποια ήταν, τελικά, αυτή η κορυφή για τον Καζαντζάκη, έχουν γραφτεί πολλά και θα γραφτούν ακόµη περισσότερα. Το σίγουρο, πάντως, είναι πως η περιπέτεια της κατάκτησής της θα ξεκινήσει µε τη γέννησή του το 1883 στην Κρήτη, στο, τουρκοκρατούµενο Ηράκλειο. Ο πατέρας του, ο Μιχάλης, έµπορος, έµελλε να γίνει το πρότυπο του γιου του, για τον οµώνυµο ήρωα του στο µυθιστόρηµα «Καπετάν Μιχάλης».

Από τον Νίτσε στον Λένιν

Η πρώτη επανάσταση ενάντια στους Τούρκους το 1889 θα αποτύχει και η οικογένεια Καζαντζάκη θα καταφύγει για ένα εξάµηνο στην Ελλάδα. Το 1897, όµως, η επανάσταση θα πετύχει, αλλά, µέχρι να ολοκληρωθεί η απελευθέρωση, ο Νίκος θα σταλεί στη Νάξο, όπου θα φοιτήσει σε ένα σχολείο Φραγκισκανών µοναχών, µαθαίνοντας και γαλλικά. Το γυµνάσιο το τελειώνει στο Ηράκλειο και από το 1902-1906 σπουδάζει Νοµικά στην Αθήνα. Λίγο πριν το πτυχίο του, το 1906, δηµοσιεύει το δοκίµιο «Η Αρρώστια του Αιώνος» και το µυθιστόρηµα «Όφις και Κρίνο» και γράφει το δράµα «Ξηµερώνει», το οποίο θα βραβευθεί και θα παιχθεί τον επόµενο χρόνο στην Αθήνα, κάνοντας τον γνωστό, αλλά και προκαλώντας τις πρώτες συζητήσεις γύρω από το έργο του.
Την ίδια χρονιά, θα φύγει για µεταπτυχιακά στο Παρίσι, θα παρακολουθήσει διαλέξεις του φιλοσόφου Ανρί Μπερξόν, θα αρχίσει τη µελέτη του Νίτσε και θα ολοκληρώσει το µυθιστόρηµα «Σπασµένες ψυχές». Ο Νίτσε, «ο µεγαλοµάρτυρας πατέρας του υπεράνθρωπου» (όπως τον χαρακτήριζε), αν και τον επηρεάζει σηµαντικά, αργότερα θα φανεί πως δεν αποτελεί, παρά ένα από τα συστατικά της ατοµικής του φιλοσοφίας. Τα υπόλοιπα και ισότιµα µε αυτό, είναι ο Χριστός, ο Βούδας και ο Λένιν. ∆εδοµένου και του γεγονότος ότι ο Καζαντζάκης προσδίδει στις λέξεις και δικές του ερµηνείες, κατά τον ίδιο τρόπο που ερµηνεύει µε καθαρά προσωπικό τρόπο αυτά τα τέσσερα ονόµατα που τον επηρέασαν βαθύτατα, είναι πολύ δύσκολο να αποφανθεί κάποιος για την ιδεολογία του, τουλάχιστον µε όρους στατιστικής ταξινόµησης. Χαρακτηριστικό παράδειγµα, που ενισχύει αυτή τη διαπίστωση, είναι το παρακάτω απόσπασµα µιας επιστολής του, στην πρώτη του σύζυγο, την Γαλάτεια, από τη Γερµανία, στις αρχές της δεκαετίας του ‘20: «∆ε χάνοµε σε µεταφυσικές και θεωρίες. Η µεταφυσική µου είναι ένα εργαλείο, ένα αλέτρι για τη γης ετούτη. Ένα όπλο για τον αγώνα το σύγχρονο. Θεέ µου πώς να µπορέσω να διατυπώσω καλά τα τι έχω µέσα µου, για να µε νιώσεις και να µη µε παρεξηγείς πια. Φταίω εγώ. Όταν µιλώ για τα θέµατα τούτα που µου τρων τα σωθικά µου, στοχάζοµαι µε πηδήµατα, θεωρώ γνωστά πολλά Άγνωστα, καίγοµαι, δεν έχω υποµονή, να µιλήσω µε ησυχία».

Ταξιδεύοντας και δηµιουργώντας

«Τα θέµατα τούτα», για τα οποία γίνεται λόγος στο γράµµα, είναι, στην προκειµένη περίπτωση, η κοµµουνιστική ιδεολογία, την οποία ο Καζαντζάκης θα γνωρίσει στη Γερµανία. Αξίζει να σηµειωθεί, πως είχαν προηγηθεί πολλά ταξίδια, γεωγραφικά και πνευµατικά. Άλλωστε, ο ίδιος λέει άτι «το ταξίδι κι η εξοµολόγηση (κι η δηµιουργία είναι η ανώτερη και πιστότερη µορφή της εξοµολόγησης) στάθηκαν οι δυο µεγαλύτερες χαρές της ζωής µου».
Το 1909 επιστρέφει στην Κρήτη, όπου δραστηριοποιείται για την κατάργηση της καθαρεύουσας και την είσοδο της δηµοτικής στα σχολεία. Γράφει, µάλιστα, και σχετικό «µανιφέστο» σε περιοδικό της Αθήνας.
Μέχρι το 1911 που θα παντρευτεί τη Γαλάτεια, θα επηρεαστεί από τον Ίωνα ∆ραγούµη, θα βγάζει τα προς τα ζην µε µεταφράσεις από τα γαλλικά, γερµανικά, αγγλικά και τα αρχαία ελληνικά και θα γίνει ιδρυτικό µέλος του περίφηµου Εκπαιδευτικού Οµίλου, του προπύργιου των δηµοτικιστών.
Το 1914 και ’15 «οργώνουν» την Ελλάδα παρέα µε τον Σικελιανό. Το 1917 θα προσλάβει έναν εργάτη ονόµατι Γιώργη Ζορµπά για µια επιχείρηση µεταλλείων που ήθελε να ανοίξει στην Πελοπόννησο. Από αυτόν θα εµπνευστεί τον διάσηµο µυθιστορηµατικό ήρωα, που θα ταυτισθεί µε την Ελλάδα. Αν και αυτό το εκπληκτικό έργο λέει πολύ βαθύτερα πράγµατα από το «µεταλλαγµένο», πλαστικό, τουριστικό «πνεύµα» του «Ζορµπά» της Πλάκας…
Το 1919 διορίζεται από τον Βενιζέλο, γενικός διευθυντής του υπουργείου Περιθάλψεως, µε ευθύνη για την εγκατάστασης προσφύγων στη Μακεδονία και τη Θράκη. Ακολουθούν ταξίδια σε Γαλλία, Γερµανία και Αυστρία.
Από το 1925 έως το ‘29, ταξιδεύει στην ΕΣΣ∆, τη δεύτερη φορά µε πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της επανάστασης. Εκεί θα γνωρίσει τον Μπαρµύς, τον Ιστράτι και τον Γκόρκι. Ο Καζαντζάκης θα φέρει τον Ιστράτι στην Αθήνα για να τον γνωρίσει στο ελληνικό κοινό. Στις 111ανουάριου του 1928, ο Καζαντζάκης και ο Ιστράτι θα µιλήσουν σε µια µεγάλη συγκέντρωση στο θέατρο «Αλάµπρα» υπέρ της ΕΣΣ∆. Οι οµιλίες προκαλούν διαδήλωση και ο Καζαντζάκης µε τον Γληνό απειλούνται µε µήνυση ως διοργανωτές. Ο δε Ιστράτι απειλείται µε απέλαση. Τα ταξίδια στη Ρωσία εκδόθηκαν σε δύο τόµους. Το 1927 έχει εκδοθεί ήδη η «Ασκητική», «ο σπόρος απ’ όπου βλάστησε όλο το έργο µου».
Ακολουθεί και πάλι η Γαλλία, η Ισπανία (όπου κάλυψε δηµοσιογραφικά τον εµφύλιο σαν ανταποκριτής της «Καθηµερινής»), η Ιαπωνία, η Κίνα και η Αγγλία, όπου τον βρίσκει ο πόλεµος. Το 1937 θα εκδώσει σε λίγα αντίτυπα την «Οδύσσεια», ένα τεράστιο έργο (διπλάσιο σε έκταση και από τα δύο οµηρικά έπη), το οποίο δοµείται σε 24 ραψωδίες και 33.333 στίχους, συνεχίζοντας την πορεία του Οδυσσέα από εκεί που την άφησε ο Όµηρος.
Την Κατοχή θα την περάσει στην Αίγινα και µε την απελευθέρωση θα επιχειρήσει τη δηµιουργία µιας σοσιαλιστικής οµάδας. Το είχε επιχειρήσει και στα µέσα της δεκαετίας του ‘20 στην Κρήτη, για την κοµµουνιστική διαφώτιση των εργατών. Μάλιστα, φυλακίστηκε γι’ αυτή τη δράση του. Υπήρξε µέλος της επιτροπής που περιηγήθηκε τα κατεστραµµένα χωριά της Κρήτης και περιέγραψε της ωµότητες των Γερµανών κατά την διάρκεια της κατοχής

Αναγνώριση και µίσος

Η τελευταία δεκαετία της ζωής του θα σηµαδευτεί από την παγκόσµια αναγνώριση του έργου του, αλλά και από τη µισαλλοδοξία. Το µυθιστόρηµά του «Ο βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά» θα τον φέρει προ των πυλών του Νόµπελ, για το οποίο προτάθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. Ο «Καπετάν Μιχάλης», αλλά πιο πολύ ο «Τελευταίος πειρασµός» (που δεν είχε εκδοθεί στα ελληνικά) ξεσηκώνουν τις αντιδραστικές και σκοταδιστικές δυνάµεις, µε πρωτοπόρα την Εκκλησία, η οποία ζητά την απόσυρση του «Καπετάν Μιχάλη» και να µη µεταφραστεί ο «Τελευταίος πειρασµός».
Θα ακολουθήσει ο πάπας, ο οποίος περιλαµβάνει το βιβλίο στο Ρωµαιοκαθολικό Ίνδικα Απαγορευµένων Βιβλίων. Ο Καζαντζάκης µόνο µε τη φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού «Αd tuum, Domine, tribunal appello» («στο δικαστήριό σου ασκώ έφεση, ω Κύριε»). Στην ιεραρχία της Αθήνας θα προσθέσει κάτω από την ίδια φράση: «Με καταραστήκατε, άγιοι Πατέρες, εγώ σας δίνω την ευχή µου. Εύχοµαι η συνείδησή σας να είναι τόσο καθαρή, όσο η δική µου και να είστε τόσο ηθικοί και τόσο θρησκευόµενοι, όσο είµαι εγώ». Σύσσωµος ο προοδευτικός κόσµος και η διανόηση βρίσκεται στο πλευρό του και το 1956, τελικά, παίρνει το Βραβείο Ειρήνης.
Το 1957 προσκαλεσµένος από την κυβέρνηση της Κίνας θα φτάσει άρρωστος στην Κοπεγχάγη και από κει θα µεταφερθεί στη Γερµανία, όπου και θα πεθάνει στις 26 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου. Οι Κρητικοί θα τον τιµήσουν, θάβοντάς τον στις 5 Νοεµβρίου στην Τάπια Μαρτινένγκο και θα χαράξουν στον τάφο τα δικά του λόγια: «∆εν ελπίζω τίποτα/ δε φοβάµαι τίποτα/ Είµαι λεύτερος».

Ο συγγραφέας – µαχητής

Κλείνοντας αυτό το µικρό αφιέρωµα, αυτό που πρέπει να συγκρατήσουµε είναι ότι ο Καζαντζάκης ακόµη και στις πιο µεταφυσικές στιγµές της υπαρξιακής, πνευµατικής του περιπέτειας έβλεπε τον εαυτό του πάντα σε σχέση µε την κοινωνία. Έγραφε δύο χρόνια πριν το θάνατό του: «Ένας πραγµατικός µυθιστοριογράφος δεν µπορεί παρά να ζει µέσα στην πραγµατικότητα του καιρού του και, ζώντας αυτήν την πραγµατικότητα, συνειδητοποιεί την ευθύνη του… Το λογοτεχνικό έργο σήµερα… µπορεί το ίδιο να γίνει το σπέρµα της δράσης… Σήµερα ο συγγραφέας αν είναι πραγµατικά ζωντανός, είναι ένας άνθρωπος που υποφέρει κι ανησυχεί, βλέποντας την πραγµατικότητα. Οδηγείται να συνεργασθεί µε όλες τις δυνάµεις του φωτός που επιζούν ακόµη, για να προχωρήσει λίγο το βαρύ πεπρωµένο του ανθρώπου. Ο συγγραφέας σήµερα, εφόσον µένει πιστός στην αποστολή του, είναι ένας µαχητής».

*Ο Σπύρος ∆αράκης είναι πρόεδρος µαρτυρικής ΜΑΛΑΘΥΡΟΥ, Πρώην ∆ήµαρχος Μηθύµνης και µέλος του ∆.Σ. του ∆ικτύου Μαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδος περιόδου 41΄- 45΄
(ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα