Ζήτω η ειρήνη!
Ζήτω η πανανθρώπινη λευτεριά!
Τα τελευταία λόγια του Νίκου Νικηφορίδη µπροστά στο εκτελεστικό απόσπασµα
5 Μάρτη 1951, τα χαράµατα, εκτελείται πίσω από τις φυλακές του Γεντί Κουλέ της Θεσσαλονίκης ο 23χρονος Νίκος Νικηφορίδης, ο πρωτοµάρτυρας – όπως επάξια χαρακτηρίστηκε – του ελληνικού αντιπολεµικού-αντιιµπεριαλιστικού κινήµατα ειρήνης. Μαζί µε τον Νικηφορίδη εκτελέστηκαν εκείνη τη µέρα και οι Θόδωρος Θ. Ορφανίδης, Μόσχος Χ. Στογιάννης, Κώστας Χ. Σπρίντζος, Κώστας ∆. Μήτσου, Χαράλαµπος Ε. Παπαδόπουλος και Ρήγας Α. Παραθυράς.
Μια πολύ σηµαντική µαρτυρία για τις τελευταίες στιγµές του Νίκου Νικηφορίδη και των άλλων εκτελεσµένων, καταθέτει ο συναγωνιστής του Λεωνίδας ∆ούκας:
«Μετά την καταδίκη µου σε ισόβια, στη δίκη της ειρήνης, κι επειδή δεν είχα συµπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας, που θεωρούνταν τότε έτος ενηλικίωσης, κάθισα ένα χρόνο στο τµήµα ανηλίκων των «Νέων Φυλακών «Θεσσαλονίκης και µετά, µόλις έγινα 21 χρόνων, µε µετέφεραν στο Γεντί Κουλέ. Εκεί τις πρώτες κιόλας µέρες, µ’ έπιασε µια πολύ δυνατή κρίση εξ αιτίας των όσων είχα περάσει στην ασφάλεια και χρειάστηκε να µε µεταφέρουν στο νοσοκοµείο. Και κάθε βδοµάδα, κατέβαινα – µε τη συνοδεία σχεδόν πάντα του ίδιου χωροφύλακα της φρουράς – στο ∆ηµοτικό Νοσοκοµείο, που ακόµη και σήµερα διαθέτει ξεχωριστό τµήµα κρατουµένων.
Μετά από αρκετές τέτοιες «βόλτες», στη διάρκεια των οποίων του διηγήθηκα για τη δίκη µας κι αφού στο µεταξύ απέκτησε και ο χωροφύλακας αυτός την εµπιστοσύνη ότι δεν θα τον κάρφωνα γι’ αυτά που θα µου έλεγε, µου αποκάλυψε ένα πρωί, ότι ήταν ένας από τους τελευταίους που είχαν δει ζωντανό τον πρωτοµάρτυρα της ειρήνης.
Και µου µίλησε µε θαυµασµό για τη στάση που κράτησε ο Νίκος πριν την εκτέλεση, καθώς αυτός ήταν στη φρουρά που τον συνόδεψε µέχρι το σηµείο της εκτέλεσης, για να τον παραδώσει µαζί µε τους υπόλοιπους 6 νέους στο εκτελεστικό απόσπασµα.
Καθώς υπήρχαν κοντά στον τόπο των εκτελέσεων, στις παρυφές του δάσους του Σέιχ – Σου αρκετά σπίτια, οι ένοικοι των οποίων είχαν αρχίσει να ανοίγουν προσεκτικά τις γρίλιες των παραθύρων, ακούγοντας φωνές και µηχανές αυτοκινήτων, που µετέφεραν τους κρατούµενους, τη φρουρά και το απόσπασµα, ο Νικηφορίδης µαζί µε το Ρήγα Παραθυρά ζήτησαν να πουν σαν τελευταία τους επιθυµία δυο λόγια. Και πρώτος µίλησε ο Νίκος, λέγοντας ότι η εκτέλεσή του γίνεται για λόγους σκοπιµότητας. Κι ότι αντικειµενικός στόχος ήταν το κίνηµα της ειρήνης, που αυτό έπρεπε να κτυπηθεί. Τελειώνοντας δε, ζητωκραύγασε υπέρ της ειρήνης και των άλλων ιδανικών του, ενώ το ίδιο έκαναν ο Παραθυράς και οι άλλοι συγκρατούµενοί τους.
Και στη συνέχεια, σαν ένα άλλο χορό του Ζαλόγγου, πιάστηκαν από τα χέρια και οι 7 µελλοθάνατοι, τραγούδησαν και χόρεψαν µπροστά στα έκπληκτα µάτια των ανδρών του στρατιωτικού αποσπάσµατος και στη συνέχεια, µόνοι τους πήγαν και στάθηκαν στο σηµείο της εκτέλεσης.
Μου διηγούνταν το περιστατικό µε τέτοιο θαυµασµό ο χωροφύλακας ώστε στο τέλος µού δήλωσε εντυπωσιασµένος: «Συνόδεψα µέχρι τώρα πολλούς σε εκτέλεση. Αλλά τέτοια παλληκαριά και τόσο µεγάλο σθένος απέναντι στο θάνατο, δε ξανασυνάντησα», κατέληξε ο ∆ούκας.
Ο Νίκος Νικηφορίδης, όπως και χιλιάδες άλλοι λαϊκοί αγωνιστές, διαµορφώθηκαν µέσα από τους αγώνες του λαού. Άντλησαν τα πρωτοπόρα χαρακτηριστικά τους µέσα από την πάλη ενάντια στην εκµετάλλευση, στη φτώχεια, στον πόλεµο. Αυτά ακριβώς τα όνειρά του τον έφεραν κοντά στο ΚΚΕ, πρωτοστάτη, οργανωτή και εµψυχωτή του αγώνα του λαού. Γι’ αυτό αργότερα, στην ύστατη δοκιµασία, στο στρατοδικείο που τον καταδίκασε σε θάνατο δήλωνε περήφανα: «Είµαι κοµµουνιστής και δεν αποκηρύσσω τις ιδέες µου».
Γεννήθηκε στο Βύρωνα το 1928, σε οικογένεια προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Στα χρόνια της κατοχής, µαθητής ακόµη στο 7ο Γυµνάσιο Παγκρατίου, οργανώθηκε στην Αντίσταση, εντάχθηκε ολόψυχα στον αγώνα για την απελευθέρωση του λαού από την ναζιστική σκλαβιά. Στην αρχή στα Αετόπουλα, στην ΕΠΟΝ αργότερα, σε ηλικία 15 ετών έγινε γραµµατέας της ΕΠΟΝ Παγκρατίου. Μοίραζε υλικό µε τις ανακοινώσεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, µε το θρυλικό Χωνί της ΕΠΟΝ τις νύχτες ξεσήκωνε, καλούσε στον αγώνα το λαό των Ανατολικών Συνοικιών, έγραφε συνθήµατα στους τοίχους.
Με τον αγώνα του και µε αµέτρητες θυσίες ο λαός µας λευτερώθηκε από τους Γερµανούς κατακτητές. Μια νέα όµως κατοχή ξεκινούσε.
Τη θέση των ναζί έπαιρναν οι ορδές των Άγγλων ιµπεριαλιστών. Η αστική τάξη της χώρας, µεγάλο µέρος της οποία συνεργάστηκε µε τους Γερµανούς, πρόθυµα υποδέχτηκε τη νέα κατοχή, για να σώσει τα πλούτη και την εξουσία της. ∆ωσίλογοι και προδότες ξανά στην υπηρεσία των νέων κατακτητών, των Άγγλων. Ο λαός της Αθήνας, µαζί κι ο Νίκος Νικηφορίδης, ξανά στα οδοφράγµατα, στην εποποιία της Μάχης της Αθήνας.
Μετά τα ∆εκεµβριανά συνέχισε τον αγώνα, για να µείνουν ζωντανά τα όνειρα του λαού, το όραµά του για µία νέα κοινωνία.
Το 1947, µαθητής γυµνασίου ακόµα, τον στέλνουν εξορία στην Ικαρία. Το 1948 τον µεταφέρουν στο κολαστήριο της Μακρονήσου. Βασανιστής του, ο µετέπειτα αρχιπραξικοπηµατίας της Χούντας, ∆ηµήτρης Ιωαννίδης.
Στη χαράδρα της Μακρονήσου, τη «χαράδρα των τρελών» όπως είχε ονοµαστεί, βασανίστηκε άγρια επί ηµέρες.
∆εν υπέγραψε ποτέ, όµως, δήλωση µετάνοιας. Από τα χτυπήµατα στο κεφάλι, έχασε προσωρινά το φως του, έµεινε κουτσός καθώς τα ρόπαλα των «εθνικών αναµορφωτών» παρέλυσαν το ένα του πόδι, ενώ πάθαινε κι επιληπτικές κρίσεις. Σε άθλια κατάσταση τον µεταφέρουν στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκοµείο, καθώς κόντευε να µείνει στα χέρια των βασανιστών του.
Για να επουλωθούν τα τραύµατα στο κεφάλι και να σταµατήσουν οι επιληπτικές κρίσεις, χρειάστηκε να νοσηλευτεί για µικρό διάστηµα στο ψυχιατρικό νοσοκοµείο του ∆αφνίου και επέστρεψε στο σπίτι του σωµατικά και ψυχικά σακατεµένος. Αυτή ήταν η αιτία της απελευθέρωσής του τον Οκτώβριο του 1950.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του βασιλικού επιτρόπου, λίγα χρόνια αργότερα, στη διάρκεια της δίκης του Νικηφορίδη, που µε απόλυτο κυνισµό σχολίαζε: «η ευπιστία και η επιείκεια του ελληνικού κράτους παρ’ ολίγον να στοίχιζε τη ζωή κι άλλων Ελλήνων, καθώς επικίνδυνοι κι αµετανόητοι κοµµουνιστές αφέθηκαν ελεύθεροι για λόγους υγείας».
Η «Έκκληση της Στοκχόλµης», η εκ νέου σύλληψη και δίκη
Οι οικογένειά του κατέβαλλε µεγάλες προσπάθειες για την αποκατάσταση της υγείας του. Μόλις συνήλθε ο Νικηφορίδης επανασυνδέθηκε µε τους παράνοµους πυρήνες του ΚΚΕ. Εκείνη την εποχή είχε φθάσει παράνοµα στην Ελλάδα ο Νίκος Μπελογιάννης, µέλος της ΚΕ του Κοµµουνιστικού Κόµµατος Ελλάδας. Σκοπός του η αναδιοργάνωση των παράνοµων κοµµατικών οργανώσεων του ΚΚΕ, που αποτελούσαν τις άσβεστες εστίες της αντίστασης και της οργάνωσης του αγώνα του λαού στις δύσκολες εκείνες µέρες. Τότε, που η ελληνική αστική τάξη κι ο αµερικάνικος ιµπεριαλισµός προσπαθούσαν µε κάθε µέσο, να µετατρέψουν τη στρατιωτική τους νίκη σε ολοκληρωτική συντριβή και εξόντωση του εργατικού και λαϊκού κινήµατος.
Πρώτιστη ανάγκη η ανασυγκρότησης του κινήµατος σε όλη τη χώρα. Με απόφαση του Μπελογιάννη ο Νικηφορίδης µεταβαίνει στη Θεσσαλονίκη. Καθήκον του η συγκρότησης αντιιµπεριαλιστικού – αντιπολεµικού και φιλειρηνικού κινήµατος για την συλλογή υπογραφών κάτω από την «Έκκληση της Στοκχόλµης» για την απαγόρευσης του ατοµικού όπλου.
Η ανθρωπότητα, µετά τη ρίψη των ατοµικών βοµβών στη Χιροσίµα και το Ναγκασάκι, είχε εισέλθει στην εποχή της πυρηνικής τροµοκρατίας των ΗΠΑ και των συµµάχων τους. Ο ιµπεριαλισµός ήθελε να τροµοκρατήσει πρωτίστως τη Σοβιετική Ένωση και τους λαούς, τους πραγµατικούς νικητές στη θανάσιµη µάχη µε το ναζισµό και το φασισµό στο Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, τις χώρες που είχαν διαλέξει ένα νέο δρόµο ανάπτυξης, το σοσιαλισµό.
Η «Έκκληση της Στοκχόλµης» αποτέλεσε την πρώτη παγκόσµια εκστρατεία του Παγκόσµιου Συµβουλίου Ειρήνης. Στις 15 Μάρτη του 1950, στη Στοκχόλµη, είχε πραγµατοποιηθεί παγκόσµια συνδιάσκεψη µε τη συµµετοχή εκατοντάδων προσωπικοτήτων. Η συνδιάσκεψη ενέκρινε την «Έκκληση της Στοκχόλµης», που απαιτούσε την πλήρη κατάργηση και απαγόρευση των πυρηνικών όπλων. Σε όλο τον κόσµο υπέγραψαν την Έκκληση πάνω από 200 εκατοµµύρια άνθρωποι. Στην Ελλάδα όµως, η συγκεκριµένη Έκκληση συνιστούσε – κατά την άποψη των κρατούντων – απόπειρα ανατροπής του κοινωνικού καθεστώτος. Παρά την τροµοκρατία στην καµπάνια εντάχθηκαν λαµπρές προσωπικότητες, όπως ο ποιητής Κώστας Βάρναλης, ο αγωνιστής της αντίστασης, πρώην Μητροπολίτης Κοζάνης Ιωακείµ και άλλοι.
Ο Νικηφορίδης γίνεται ένα από τα πιο δραστήρια µέλη της κίνησης. Ερχόµενος στη Θεσσαλονίκη οργανώνει, µε το γραµµατέα της ΕΠΟΝ Λεωνίδα ∆ούκα, το «∆ηµοκρατικό Φιλειρηνικό Μέτωπο Νέων». Τα πλοκάµια της κρατικής Ασφάλειας όµως απλωνόταν παντού. Στις 31 ∆εκέµβρη 1950, την 1η και 2 Γενάρη του 1951 συλλαµβάνονται ο Νίκος Νικηφορίδης και όσοι είχαν διακινήσει ή υπογράψει την «Έκκληση της Στοκχόλµης». Η κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου, µε αντιπρόεδρο τον Γεώργιο Παπανδρέου κράτησε για µέρες κρυφή τη σύλληψη και την ανακοίνωσε µόλις στις 18 Γενάρη 1951.
Η ανακοίνωση µιλούσε για «14 επικίνδυνους κοµµουνιστές», οι οποίοι παραπέµπονταν µε βαριές κατηγορίες, «η ανακάλυψις µιας νέας παρανόµου οργανώσεως του ΚΚΕ και συλλήψεως όλων των µελών της, πριν αύτη σηµειώσει δράσιν τινά».
Μπροστά στο στηµένο έκτακτο στρατοδικείο, στις 21 Φλεβάρη 1951, βρέθηκαν ο Νικηφορίδης και άλλοι 13 συλληφθέντες. Το κατηγορητήριο του βασιλικού επιτρόπου έλεγε: «Οι κατηγορούµενοι εν Θεσσαλονίκη τον Νοέµβριον και ∆εκέµβριον 1950, από κοινού επεδίωκον την εφαρµογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων µέσων ανατροπήν του πολιτεύµατος, του κρατούντος κοινωνικού συστήµατος και την απόσπασιν µέρους εκ του όλου της επικρατείας και ενήργουν υπέρ της εφαρµογής αυτών προσηλυτισµόν, ήτοι συνέπτυξαν οργάνωσιν ανατρεπτικήν, υποκινουµένην και δράσασα κατ’ εντολήν του ΚΚΕ…».
Πρότεινε τη θανατική ποινή για τον Νίκο Νικηφορίδη, που τον χαρακτήρισε, µάλιστα, ως “σκιά συµφορά”. Για τους υπόλοιπους, πρότεινες βαριές πολυετείς ποινές.
Στην απολογία του ο Νικηφορίδης ανέφερε: «Αρκετές εκατόµβες νεκρών δηµιούργησαν ο δεύτερος παγκόσµιος πόλεµος, οι ατοµικές βόµβες στη Χιροσίµα και το Ναγκασάκι και ο Εµφύλιος Πόλεµος στη χώρα µας.
Γι’ αυτό και αποφασίσαµε, συγκεντρώνοντας υπογραφές κάτω από την «Έκκληση της Στοκχόλµης», να προωθήσουµε και τη δηµιουργία του ∆ηµοκρατικού Φιλειρηνικού Μετώπου Νέων». Στην ερώτηση του προέδρου του στρατοδικείου «Τι γνώµη έχεις για το ΚΚΕ και τις πράξεις του;» ο Νικηφορίδης απάντησε:
«∆εν πρόκειται από εµένα ν’ ακούσετε παρεσύρθην, φταίνε άλλοι κλπ. Είµαι αριστερός, ήµουν, είµαι και θα πεθάνω κοµµουνιστής!»
Η δίκη διήρκησε µόλις 4 µέρες και η απόφαση του στρατοδικείου στις 24 Φλεβάρη 1951 ανέφερε: «…κατεδικάσθη εις θάνατον ο αρχηγός του ∆ηµοκρατικού Φιλειρηνικού Μετώπου Νέων και κοµµουνιστής Νίκος Νικηφορίδης». Καταδικάστηκε µε το διαβόητο Γ’ Ψηφίσµατος («Περί εκτάκτων µέτρων αφορώντων την ∆ηµοσίαν τάξιν και ασφάλειαν» – 18/6/1946) και τον «Αναγκαστικό Νόµο 509» για δήθεν σύσταση παράνοµου µηχανισµού κατασκοπίας, Νόµο µε τον οποίον δεκάδες χιλιάδες κοµµουνιστές και άλλοι αντιφασίστες αντιστασιακοί, λαϊκοί αγωνιστές οδηγήθηκαν στα εκτελεστικά αποσπάσµατα, στις φυλακές και στις εξορίες.
Η απόφαση αυτή ξεσήκωσε κύµα αντιδράσεων διεθνώς.
Επιστολές προς την ελληνική κυβέρνηση έστειλαν κορυφαίοι διανοούµενοι και επιστήµονες από όλο τον κόσµο, ο φυσικός Άλµπερτ Αϊνστάιν, ο φιλόσοφος, αγωνιστής για την ειρήνη Μπέρτραντ Ράσελ, ο πρόεδρος του Παγκοσµίου Συµβουλίου Ειρήνης Φρεντερίκ Ζολιό και η σύζυγός του Ιρέν Κιουρί, κοµµουνιστές – αντιφασίστες αγωνιστές, λαµπροί επιστήµονες κάτοχοι του βραβείου Νόµπελ Χηµείας. Κινητοποιήθηκε ένα µεγάλο πλήθος προσωπικοτήτων της πολιτικής, της επιστήµης, των γραµµάτων και των τεχνών. Η κυβέρνηση διαβεβαίωνε την κοινή γνώµη και την οικογένεια του Νικηφορίδη «Μην ανησυχείτε, εκτελέσεις δεν γίνονται πλέον κι ούτε πρόκειται να γίνουν στη σηµερινή Ελλάδα. Να είστε σίγουροι. Η απόφασις έχει τυπικήν και µόνον ισχύν».
Εννιά µέρες µετά, τα ξηµερώµατα της 5ης Μαρτίου 1951, ο Νικηφορίδης οδηγήθηκε «εις τον συνήθη τόπο των εκτελέσεων» των λαϊκών αγωνιστών, πίσω από τις φυλακές Γεντί Κουλέ. Μαζί του εκτελέστηκαν και άλλοι 6 λαϊκοί αγωνιστές, που είχαν καταδικαστεί σε άλλη δίκη γιατί ήταν µαχητές του ∆ηµοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ο Νικηφορίδης δεν προτίµησε να σώσει τη ζωή του αποκηρύσσοντας την ιδεολογία του. «Μάνα, δεν ζητάνε µόνο την υπογραφή, ζητάνε να καταδώσω και τους συντρόφους µου» είπε στη µητέρα του, που αγωνιούσε. «Αν το κάνω αυτό, δεν θα κλάψεις µόνο εσύ, αλλά πιθανόν και δεκάδες άλλες µανάδες».
Σύµφωνα µε στοιχεία του φακέλου του Νικηφορίδη, που σώζεται στο Γεντί Κουλέ, ο ίδιος µαζί µε τον Ρήγα Παραθυρά, ένας από τους έξι καταδικασθέντες µαχητές του ∆ηµοκρατικού Στρατού Ελλάδας, ζήτησαν να πουν σαν τελευταία τους επιθυµία δυο λόγια. «Η εκτέλεση», είπε ο Νικηφορίδης, γίνεται για λόγους σκοπιµότητας, για να χτυπηθεί το κίνηµα ειρήνης. Ζητωκραύγασε υπέρ της ειρήνης και των ιδανικών του και µετά µόνος του, πήγε και στάθηκε στο σηµείο της εκτέλεσης». «Αγαπηµένοι µου, µην κλάψετε για µένα, πεθαίνω για τα ιδανικά της πατρίδας και του σοσιαλισµού και για την ειρήνη».
Μέρες µετά την εκτέλεση έφθασε στην οικογένειά του Νικηφορίδη η «απονοµή χάριτος» της βασίλισσας Φρειδερίκης. Ήταν µια αισχρή, µία πρόστυχη τακτική, που το παλάτι είχε εφαρµόσει και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις.
Η θυσία του Νίκου Νικηφορίδη δεν ήταν µάταιη, δεν πήγε χαµένη!
Το όνοµά του έχει γραφτεί για πάντα στο βαρύ µαρτυρολόγιο των αγωνιστών και των ηρώων του λαού µας. Με τη δράση του και τη θυσία του ο Νίκος Νικηφορίδης άνοιξε το δρόµο για τη συγκρότηση, 4 χρόνια αργότερα το 1955, της Ελληνικής Επιτροπής για την ∆ιεθνή Ύφεση και Ειρήνη. Με το αίµα του πότισε κι αυτός το δέντρο της ανυπακοής και της απειθαρχίας στην νοµιµότητα των εκµεταλλευτών, της ανατροπής του σάπιου συστήµατός τους, το δέντρο της πάλης ενάντια στον ιµπεριαλισµό και τους πολέµους που γεννά. Η θυσία του φωτίζει και σήµερα τους αγώνες της νεολαίας για µόρφωση και δουλειά, για ζωή µε δικαιώµατα κι αξιοπρέπεια.
Σήµερα είναι ανάγκη η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώµατα, οι γυναίκες και η νεολαία να πυκνώσουν τις γραµµές του αντιιµπεριαλιστικού – αντιπολεµικού κινήµατος. Κόντρα στις πολεµοκάπηλες σηµαίες των αστών, µαζί µε τους άλλους λαούς να υψώσουν τη δική τους σηµαία της συναδέλφωσης, της ειρήνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, της φιλίας και της συνεργασίας.
Οι λαοί δεν έχουν να µοιράσουν τίποτα ανάµεσά τους. Οι µοιρασιές και οι πόλεµοι που τις συνοδεύουν – όταν δεν φτάνουν τα «ειρηνικά» µέσα – είναι επιλογή των ιµπεριαλιστών. Σήµερα όσο ποτέ άλλοτε υπάρχουν τα µέσα και οι προϋποθέσεις για την ικανοποίηση όλων των αναγκών του ανθρώπου, µόνο εµπόδιο είναι ο ιµπεριαλισµός. Κάθε βήµα αντιιµπεριαλιστικής συσπείρωσης και πάλης δυναµώνει το λαϊκό ποτάµι, που θα βάλει στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας το σύστηµα της εκµετάλλευσης, της ανεργίας και της φτώχειας, των πολέµων, του ξεριζωµού και της δυστυχίας των ανθρώπων.
74 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΗ
ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ
Απαιτούµε την απόλυτη απαγόρευση του ατοµικού όπλου, όπλου φοβερής µαζικής εξόντωσης για τους λαούς.
Απαιτούµε τη δηµιουργία ενός αποτελεσµατικού διεθνούς ελέγχου, που θα εξασφαλίζει την εφαρµογή αυτού του µέτρου απαγόρευσης.
Πιστεύουµε πως η κυβέρνηση, που πρώτη θα χρησιµοποιούσε τα ατοµικά όπλα ενάντια σε οποιανδήποτε χώρα, θα διέπραττε ένα έγκληµα ενάντια στην ανθρωπότητα και γι’ αυτό θα έπρεπε να αντιµετωπιστεί σαν εγκληµατίας πολέµου.
Καλούµε όλους τους καλοπροαίρετους ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσµο να υπογράψουν αυτή την έκκληση.
Αυτό είναι το κείµενο της «Έκκλησης της Στοκχόλµης». Ο Νίκος Νικηφορίδης την υπέγραψε µε το αίµα του. Το κείµενο αυτό αποτέλεσε την πρώτη παγκόσµια εκστρατεία για τον αφοπλισµό, που οργάνωσε το νεοσύστατο τότε Παγκόσµιο Συµβούλιο Ειρήνης (ΠΣΕ). Στην εκστρατεία αυτή, συµµετείχε και το ελληνικό κίνηµα ειρήνης, που έκανε τα πρώτα του βήµατα κάτω από συνθήκες τροµοκρατίας, που είχε επιβάλει το µετεµφυλιοπολεµικό κράτος και η αµερικανοκρατία. Εκατοµµύρια άνθρωποι από όλο τον κόσµο έβαλαν την υπογραφή τους κάτω από αυτό το κείµενο, που η διακίνησή του από τον Νίκο θεωρήθηκε πράξη κατασκοπίας για την οποία καταδικάστηκε «τρις εις θάνατον»!
Κι όταν εστάθηκες ορθός, στης γης τη µέση
εσύ και τ’ άγρια στόµατα των ντουφεκιών,
εσύ και η σκυλίσια ψυχή των δηµίων,
εσύ και η Ελλάδα που σε καµάρωνε
εσύ και ο λαός σου που άπλωνε τα χέρια του
και τ’ ακουµπούσε απάνω σου να σε στεριώσει,
εσύ κι ο θάνατος που ντροπιασµένος έσκυψε τα µάτια,
κοίταξες τότε για στερνή φορά
τα χρυσά µάτια της µεγάλης σου αγάπης
ένα στερνό φιλί της έστειλε µε τα δαχτύλια σου
και για στερνή την ονόµασες φορά:
ε ι ρ ή ν η
Από το ποίηµα «Νίκος Νικηφορίδης»
του µεγάλου Κύπριου ποιητή Θεοδόση Πιερίδη.
*Ο Σπύρος Δαράκης είναι πρώην πρόεδρος της µαρτυρικής
Μαλαθύρου πρώην δήµαρχος Μηθύµνης
ιδρυτικό µέλος του ∆ικτύου Μαρτυρικών Πόλεων& Χωριών της Ελλάδας µέλος του ∆.Σ. του δικτύου µαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδας Περιόδου 1940-1945
(ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ)